Προσοχή στους καρχαρίες μην τρυπήσουν τις ρόδες
14/06/2017Μεγαλώνοντας, αδειάζουν τα χρώματα. Η οργή, ο θυμός, ο φόβος, η αγωνία. Όλα μπαίνουν στη ζωή μας, όλα χωράνε. Οι επιτυχίες, οι χαρές, οι απώλειες. Αν, όμως, θυμάμαι μια περίοδο εντελώς στοχευμένη, μια περίοδο όπου ένας ήταν ο σκοπός, μια περίοδο που έμοιαζε ότι θα πηδούσαμε πάνω από το αυλάκι της ευτυχίας, από το «ήμουν» στο «θα είμαι», ήταν η περίοδος των πανελληνίων εξετάσεων.
Δεν ξέρω αν έφταιγε ότι μεγάλωνα στην επαρχία, δεν ξέρω αν οι γονείς μου θεωρούσαν το πανεπιστήμιο μονόδρομο και μας είχαν γαλουχήσει με το όνειρο των σπουδών. Δεν ξέρω αν έφταιγε ότι όλοι οι ωραίοι τύποι στην πόλη μας ήταν οι φοιτητές που έρχονταν στις γιορτές και κάνανε την πόλη πολύχρωμη.
Δεν ξέρω τι έφταιγε, πάντως ήξερα καλά ότι υπήρχε μια κόκκινη γραμμή που έκοβε τα πάντα στα δύο. Οι εξετάσεις για το πανεπιστήμιο. Το πριν και το μετά. Κοιτούσα με θλίψη τα παιδιά που δεν τα κατάφεραν κι έκαναν κι άλλο χρόνο φροντιστήριο, κι άλλο, κι ύστερα;
Προσωπικά δεν μπορούσα να φανταστώ τίποτα ύστερα απ’ αυτό. Τώρα που το σκέφτομαι, νομίζω ότι από το δημοτικό ένα κομμάτι της προσπάθειας μου ήταν για τότε που θα πάω στο πανεπιστήμιο, θα φύγω από τη Λάρισα, θα γίνω ανεξάρτητη, θα γίνω εγώ, θα ξέρω τι θέλω και πού πάω. Θα μπορώ να σχεδιάσω ταξίδια και θα μπορώ να κάνω ό,τι θέλω, δηλαδή τόσα διαφορετικά σενάρια ζωής.
Είχαμε φορτώσει με τόσες προσδοκίες αυτό το πέρασμα στο πανεπιστήμιο. Ήταν το διαβατήριο για την έξοδο από τους περιορισμούς της γενέθλιας γης στις προσκλήσεις μιας μεγαλούπολης, όπου μας περίμεναν η ποίηση, η επανάσταση αλλά και ο έρωτας. Εκεί, στο πανεπιστήμιο, θα ζούσαμε με τα… χίλια.
Ίσως γι’ αυτό ακούω πανελλήνιες και με πιάνει ακόμα πανικός. Θυμάμαι διάβαζα στο μπαλκόνι, καταπατώντας όλες τις υποσχέσεις ότι θα κοιμηθώ νωρίς, θα χαλαρώσω, δε θα έχω άγχος. Το τραπεζάκι γεμάτο σημειώσεις και γαρδένιες, απέναντι το πάρκο του Αλκαζάρ, νύχτα καλοκαιριού γεμάτη ήχους και μυρωδιές και υποσχέσεις. Και εγώ να μετρώ όλη τη ζωή μου την επόμενη μέρα.
Αν δεν γράψω, αν δεν περάσω, αν δε φύγω. Την άλλη μέρα έγραφα σ’ ένα εξεταστικό κέντρο στην άλλη πλευρά της πόλης. Φτάνοντας, συνειδητοποίησα ότι είχα ξεχάσει την ταυτότητα. Γυρίσαμε πίσω, το αυτοκίνητο περνούσε όλα τα φανάρια ανεξαρτήτως χρώματος, έφτασα την ώρα που έκλειναν οι πόρτες, αλλά μπροστά στην απελπισία μου άνοιξαν.
Για χρόνια μετά έβλεπα τον ίδιο εφιάλτη, ότι δε θα προλάβω, ότι οι πόρτες δε θα ανοίξουν, ότι η ζωή θα φύγει χωρίς εμένα μέσα. Μετά, πολύ μετά, κατάλαβα. Σιγά μην περιμένει η ζωή πίσω από κλειστές πόρτες.
Δε θα ήθελα τα παιδιά μου να περάσουν την ίδια αγωνία. Θα ήθελα να τους μάθω ότι η ευτυχία είναι φτιαγμένη από άλλα υλικά. Πως ό,τι κι αν διαλέξουν, πρέπει να το θέλουν πολύ.
Θυμάμαι κάποια φίλη που ήθελε να σπουδάσει χορό, «και δε θα πάει στο πανεπιστήμιο;» είχε πει η θεία Έλλη. Ο χορός, η μουσική ήταν δραστηριότητες παράλληλες των πανεπιστημιακών χρόνων κι όχι σκοπός.
Τι μικρός που ήταν ο κόσμος που ονειρευόμουν. Όχι, δε θέλω να σκέφτονται έτσι τα παιδιά. «Κι αν ο γιος σου σου πει ότι θέλει να γίνει ποδηλάτης, ή ορειβάτης ,ή εκπαιδευτής δελφινιών, θα τον αφήσεις;» με ρώτησε μια φίλη.
Ναι, και μάλιστα θα φουσκώσω κι όσο μπορώ τα πανιά του για να κάνει το όνειρό του μεγαλύτερο. Γιατί τώρα ξέρω ότι καμιά πόρτα δε μας κάνει ευτυχισμένους, αν δε μάθαμε από μικροί να εκτιμάμε τη ζωή. Να δίνουμε μάχες. Να χαμογελάμε στα μικρά θαύματα της καθημερινότητας.
Το μόνο που θα πω στον γιο μου είναι αυτό που μου είπε και μένα ένας μικρός μου φίλος όταν του εκμυστηρεύτηκα το παιδικό μου όνειρο να κάνω τον γύρο του κόσμου με το ποδήλατο. «Κυρία, να προσέχετε όμως τους καρχαρίες. Δηλαδή, όταν θα βάλετε το ποδήλατο πάνω στη σχεδία ή στη βάρκα, να προσέχετε τους καρχαρίες μην τρυπήσουν τις ρόδες».
Και κάτι ακόμα που μου έμαθαν τα παραμύθια. Μπροστά μας ανοίγονται πολλοί δρόμοι. Άλλος πάει στο βουνό, άλλος στη θάλασσα, άλλος στο πανεπιστήμιο, άλλος στο χωριό. Είναι κρίμα να μην πάρεις τον δικό σου δρόμο. Κι αν πάλι συναντήσετε στον δρόμο σας καρχαρίες, προσέχετε μην τρυπήσουν τις ρόδες.