“Ενήλικοι στο Δωμάτιο” – Που το έχασε ο Κώστας Γαβράς
07/10/2019«Αισθάνθηκα για την Ελλάδα πολύ ξένος σ’ αυτό το κλίμα… Είδα πράγματι το Διευθυντήριο να λειτουργεί. Διότι ενώ πολλοί συνάδελφοι και Πρωθυπουργοί ιδιαιτέρως και στο διάδρομο μου έλεγαν ‘τι καλά που τα είπες, έχεις δίκιο’ κανείς δεν πήρε το λόγο να καλύψει τις θέσεις μου. Συγχαρητήρια έπαιρνα στους διαδρόμους, αλλά δεν είχαν ούτε τη δυνατότητα να ασκήσουν κριτική εκεί που έμπαινε ένα θέμα τεράστιας ηθικής υπόστασης… Τι είναι η Ενωμένη Ευρώπη; Ποιος την κυβερνά; Τι ρόλο παίζουμε εμείς οι κυβερνήσεις, οι εθνικές κυβερνήσεις… Βρίσκω δηλαδή ότι πάμε σε μία συρρίκνωση της εθνικής δύναμης, αλλά όχι στον βωμό μιας συλλογικής δημοκρατικής διαδικασίας. Στο βωμό των κρίσεων και των συμφερόντων, συμφερόντων όταν λέω ρητά… Εδώ υπάρχει σαφές σχέδιο για τη μηδενοποίηση των εθνικών κυβερνήσεων, οι οποίες δεν θα μπορούν να παίξουν δημοκρατικά αποτελεσματικό ρόλο, αλλά θα υπόκεινται στις κατευθύνσεις που θα δίνει το Διευθυντήριο. Αυτή είναι μια δυσάρεστη ερμηνεία… Κάποτε το φανταζόμουν ότι θα ‘ρθει. Τώρα το βλέπω».
Τη δήλωση θα μπορούσε να την έχει κάνει ο Κώστας Γαβράς για την πολύκροτη ταινία του. Στην πραγματικότητα την έχει κάνει ο Ανδρέας Παπανδρέου για την Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις Κάννες, τον Ιούνιο του 1995. Οι ταινίες «τύπου Γαβρά», δηλαδή με ιστορικοπολιτικό περιεχόμενο, έχουν κατά βάση δύο επίπεδα ανάλυσης. Ένα καλλιτεχνικό και ένα πολιτικό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η μορφή, η φόρμα (καλλιτεχνικό) δεν επηρεάζει και διαμορφώνεται με τη σειρά της από το περιεχόμενο (πολιτικό).
Η ταινία «Ενήλικοι στο Δωμάτιο» έχει σίγουρα ρυθμό. Ακόμα και τις στιγμές της κορύφωσης της έντασης δεν γίνεται τόσο καταιγιστικός σε σημείο που να δημιουργεί πρόβλημα στο μέσο θεατή –ιδίως για τον μη Έλληνα θεατή που δεν είναι εξοικειωμένος με τα πρόσωπα και τα γεγονότα– να παρακολουθήσει την εξέλιξη. Αυτό που λ.χ. συνέβη στην ταινία το «Μεγάλο Σορτάρισμα» από τον Άνταμ ΜακΚέι (2016) που είχε βέβαια και την ειδικότερη χρηματιστική θεματολογία.
Οι διάλογοι, τα πλάνα και η κίνηση μπορούν να χαρακτηριστούν και ως απλοϊκά σε αρκετές περιπτώσεις, αλλά αυτό μπορεί να θεωρηθεί και μέσον για να περάσει το κεντρικό μήνυμα. Παρ’ όλα αυτά ίσως να μην αποδόθηκε η ατμόσφαιρα της δραματικότητας και της κρισιμότητας των στιγμών, όπως για παράδειγμα είχε πετύχει να αποδώσει ο Τζο Ράιτ στην ταινία «Η πιο σκοτεινή ώρα» (2017). Από τις ερμηνείες έχει ήδη τονιστεί –ορθά κατά τη γνώμη μου– εκείνη του Χρήστου Λούλη που υποδύεται τον Γιάνη Βαρουφάκη.
Δυνατά και αδύναμα σημεία
Ο Γαβράς και ο Λούλης διαμορφώνουν εξαιρετικά έναν Βαρουφάκη, τονίζοντας τα υπαρκτά χαρακτηριστικά ενός ευφυούς ανθρώπου, γρήγορου στον λόγο και γνώστη του επιστημονικού του πεδίου. Ταυτόχρονα, αποσιωπούν μερικά μάλλον δομικά στοιχεία του, όπως τον διάχυτο ναρκισσισμό και την αυτοαναφορικότητά του, όπως τουλάχιστον γνωρίσαμε τον Βαρουφάκη ως δημόσιο πρόσωπο.
Επίσης, πολύ καλές είναι οι ερμηνείες του Ούρλιχ Τουκούρ ως Σόιμπλε, του Δημήτρη Τάρλοου ως Ευκλείδη Τσακαλώτου, αλλά και της ηθοποιού που υποδύεται την Κριστίν Λανγκάρντ, σε μία αποστροφή της οποίας αποδίδεται και ο τίτλος της ταινίας (και του βιβλίου στην αγγλική γλώσσα). Τον ταλαντευόμενο, με καλές προθέσεις και με εμφανή πολιτικοθεωρητική αδυναμία Αλέξη Τσίπρα, αποδίδει με αρκετή επιτυχία ο Αλέξανδρος Μπουρδούμης.
Η μουσική της ταινίας, του ελληνικής καταγωγής Γάλλου Αλεξάντρ Ντεσπλά είναι κατά τη γνώμη μου από τα πιο αδύναμα κομμάτια της ταινίας. Οι φολκλορικού τύπου πενιές, το τουριστικό συρτάκι ως μουσική υπόκρουση σε διάφορα σημεία της ταινίας, σε συνδυασμό με την επιλογή του Γαβρά στο τέλος να δώσει ένα grand finale αλά ταινιών μιούζικαλ Δαλιανίδη δεκαετίας ’60, ήταν μάλλον άστοχες.
Ακόμα και αν ο στόχος ήταν η διακωμώδηση της 17ωρης διαπραγμάτευσης μετά το δημοψήφισμα, νομίζω ότι στο σημείο αυτό αστόχησε. Ιδίως επειδή οι πολιτικές ταινίες του Γαβρά έχουν σημαδευτεί από την ανεπανάληπτη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη στο «Ζ» (1969) και την πολύ καλή του Βαγγέλη Παπαθανασίου στον «Αγνοούμενο» (1982). Επομένως η σύγκριση είναι αυτόματη.
Οι προτάσεις-κείμενα στην αρχή και κυρίως στο τέλος της ταινίας είναι μάλλον απλοϊκές, εύκολες και άστοχες. Όμως σημαντικό και συμβολικά δυνατό είναι το τελευταίο πλάνο της ταινίας, η αναμνηστική φωτογραφία των ηγετών που χαμογελάνε, με τον Έλληνα Πρωθυπουργό στη μέση ως αιχμάλωτο, ηττημένο, να μην χαμογελάει.
Ο Κώστας Γαβράς εμπνέεται από το 2015
Ο Γαβράς αφετηριακά επιλέγει οπτική. Είναι η θέση ενός εκ των πρωταγωνιστών του ελληνικού δράματος «2015», του Γιάνη Βαρουφάκη, Υπουργού Οικονομικών της κυβέρνησης Αλέξη Τσίπρα, από 25 Ιανουαρίου έως 6 Ιουλίου 2015, όπως ειδικότερα καταγράφεται η εμπειρία του Βαρουφάκη στο βιβλίο του Adults in the Room: My Battle with Europe’s Deep Establishment, (Ανίκητοι Ηττημένοι, Πατάκης, 2017). Η συγκεκριμένη καταγραφή αποτελεί κατ’ ουσίαν το σενάριο της ταινίας και αυτό δηλώνεται. Και σ’ αυτό είναι απολύτως έντιμος ο σκηνοθέτης απέναντι στον θεατή.
Διαβάζοντας κανείς τόσο το βιβλίο του Βαρουφάκη, όσο και το βιβλίο της Ελένης Βαρβιτσιώτη και της Βικτωρίας Δενδρινού «Η τελευταία μπλόφα» (Παπαδόπουλος 2019), για να αναφέρουμε μια «εξ αριστερών» καταγραφή και μια «εκ δεξιών», διαπιστώνει πως η ατμόσφαιρα, το κλίμα, η κατεύθυνση των διαπραγματεύσεων ήταν αυτή που αποδίδεται στην ταινία του Γαβρά. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τη γενική εικόνα που μπορεί να έχει κάποιος από τα γεγονότα όπως τα βίωσε.
Αναφερόμαστε στην υπεριμπεριαλιστική επιβολή, στην εσωτερική ιεραρχία και στις πιέσεις στο Eurogroup, στην συστηματική και πολύπλευρη προσπάθεια συντριβής της νεοεκλεγείσας ελληνικής κυβέρνησης, για λόγους ουσιαστικούς και συμβολικούς-παραδειγματικούς. Το γεγονός αυτό που είναι αληθές, αποδίδεται πειστικά και αδρά στην ταινία. Δύο παρατηρήσεις ως προς αυτό, οι οποίες βέβαια δεν αφορούν την ταινία του Γαβρά, αλλά τα κόμματα της περιόδου 2010-2015. Τα ίδια είχαν υποστεί τόσο η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου, όσο και η κυβέρνηση Σαμαρά. Είναι επίσης αλήθεια πως η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου είχε μεγαλύτερα περιθώρια επιλογών, η κυβέρνηση Σαμαρά λιγότερα και η κυβέρνηση Τσίπρα ακόμα λιγότερα.
Ο Γαβράς αποδίδει με μεγάλη καθαρότητα την αντιδημοκρατική οικοδόμηση της ΕΕ, μέσα από τις σκηνές των συνεδριάσεων του Eurogroup. Αυτό είναι και το πλέον δυνατό σημείο της ταινίας. Η βασική στόχευση. Η μεγάλη εικόνα της. Οι αλλαγές στα ανακοινωθέντα, οι διαρροές και τα διαστρεβλωτικά της πραγματικότητας κατευθυνόμενα δημοσιογραφικά-ειδησεογραφικά μηνύματα που δρουν ως σύστημα, η συντριπτική –και καταθλιπτική ταυτόχρονα– κυριαρχία της Γερμανίας.
Εύστοχη η αποτύπωση του “Διευθυντηρίου”
Αυτή συμβολικά αποδίδεται με την επιστροφή των Υπουργών Οικονομικών των κρατών-μελών της Ευρωζώνης στη διακοπείσα κρίσιμη συνεδρίαση του Eurogroup στη Ρίγα της Λετονίας, όπου προπορεύεται ο Σόιμπλε και ακολουθούν σαν σε παράταξη οι υπόλοιποι ως υποτακτικοί και πειθήνια όργανα. Αποδίδεται επίσης και με εμφανή δόση μελαγχολίας η πολιτική παρακμή και αδυναμία της Γαλλίας, καθώς επίσης και η σαφής τάση αποστασιοποίησης της Βρετανίας.
Αποτυπώνεται και η προσπάθεια του διεθνούς παράγοντα να διεισδύσει στην ελληνική κυβέρνηση, να διαρρήξει την πολιτική της ενότητα και να επιβάλει μια πιο ευεπίφορη εκδοχή εκπροσώπησης του ελληνικού υπουργείου Οικονομικών στο Eurogroup (Χουλιαράκης). Τέλος, ο Γαβράς αποδίδει με ενάργεια τη νεοαποικιακή νοοτροπία της Τρόικας.
Συνοψίζοντας, ο Γαβράς αποδίδει εύστοχα την αντιδημοκρατική λειτουργία και επιβολή του Διευθυντηρίου Κομισιόν-ΕΚΤ-ΔΝΤ στις συνεδριάσεις του Eurogroup, ένα παραδειγματικό όργανο λειτουργίας μιας υπεριμπεριαλιστικής ένωσης (για τον υπεριμπεριαλισμό ως αναλυτικό σχήμα της ΕΕ βλ. Γ. Χατζηαντωνίου, Η θέση του Καρλ Κάουτσκι για τον Υπερ-Ιμπεριαλισμό, Τετράδια τχ. 70-71/2018).
Δεν είναι “Ζ”
Το ελληνικό δράμα και η εξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ ειδικότερα δεν κρίθηκε στο α’ εξάμηνο του 2015. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα μιας πορείας που είχε διαμορφωθεί ήδη από την περίοδο 2013-2014 (βλ. «ΣΥΡΙΖΑ: Στοιχεία μιας ερμηνευτικής απόπειρας» στο https://tetradiamagazine.gr/2017/issue66-67/ashmakopoulosvassilis/426/, όπως επίσης στο βιβλίο «Πορεία Αριστερά. Επισημάνσεις και εκτιμήσεις για την κατεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ και άλλες ιστορίες», Γόρδιος, 2016).
Οι τελευταίες σελίδες του συγγραφικού κύκνειου άσματος του Νίκου Πουλαντζά (αυτές τις μέρες συμπληρώθηκαν 40 χρόνια από τον θάνατο του) «Το κράτος, η εξουσία, ο σοσιαλισμός» (Θεμέλιο, 2001), που φέρουν τον χαρακτηριστικό υπότιτλο «Η παρακμή της δημοκρατίας», περιγράφουν τη δυναμική του διεθνοποιημένου καπιταλισμού και τις αλλαγές που αυτός επιφέρει στο παραγωγικό και θεσμικό πεδίο των υπερεθνικών ολοκληρώσεων και των διαμορφούμενων κυρίαρχων τάσεων. Οι επισημάνσεις αυτές δεν ελήφθησαν υπ’ όψιν από τον ΣΥΡΙΖΑ που δηλώνει ιδεολογική έμπνευση από τα πουλαντζικά αναλυτικά σχήματα.
Στην πραγματικότητα η ελληνική περίπτωση κρίθηκε στις δύο δεκαετίες που προηγήθηκαν της μνημονιακής υπαγωγής, όταν οι κεντροαριστεροί διανοούμενοι βρίσκονταν στην πρωτοπορία της «Ισχυρής Ελλάδας» του Σημίτη. Ο επικεφαλής της θεωρούσε ανασχετικό παράγοντα της εκσυγχρονιστικής προόδου την αμφίθυμη και αμφίσημη στάση του Ανδρέα Παπανδρέου απέναντι στην εξέλιξη της ΕΕ (βλ. Σημίτης, Δρόμοι ζωής, Πόλις, 2015, σ. 552). Αντιθέτως η κυρίαρχη σκέψη στη ριζοσπαστική-κομμουνιστογενή Αριστερά έβλεπε την Ελλάδα ως ιμπεριαλιστική δύναμη στα Βαλκάνια, απολυτοποιώντας υπαρκτές τάσεις του ελληνικού καπιταλισμού. Αυτές τελικά αποδείχθηκαν ασθενείς, μυωπικές και πρόσκαιρες.
Κλείνοντας, η ταινία του Κώστα Γαβρά, «Ενήλικοι στο Δωμάτιο» μπορεί να μην είναι «Ζ», αλλά είναι μια αξιόλογη ταινία για την κορύφωση της διαχείρισης του ελληνικού προβλήματος. Ναι μεν έχει αδυναμίες, αλλά σε γενικές γραμμές το αποτέλεσμα είναι καλό.