Συμφωνία σε 20 μέρη, πριν την συνένωση

Συμφωνία σε 20 μέρη, πριν την συνένωση

Ένα δείγμα συνένωσης των δυνάμεων δύο μεγάλων μουσείων, λίγο πριν την ψήφιση του νομοσχεδίου για την δημιουργία του Μητροπολιτικού Οργανισμού Μουσείων Εικαστικών Τεχνών (MOMus) είναι η έκθεση «Συμφωνία σε 20 μέρη». Η έκθεση λειτουργεί στο ΜΜΣΤ (εντός ΔΕΘ) και περιλαμβάνει έργα από τις συλλογές του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.

Πρόκειται για μια έκθεση συμβολική. Για πρώτη φορά, ένα διευρυμένο σύνολο έργων Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, που προέρχεται από τις συλλογές των δύο μουσείων, παρουσιάζεται ενόψει της συνένωσης των λειτουργιών τους. Έτσι η έκθεση αποκτά και μια άλλη διάσταση, καθώς προτείνει μια πρώτη συμπαράθεση έργων και καλλιτεχνών των δύο συλλογών, η οποία με την σειρά της δημιουργεί νέους συσχετισμούς και ερμηνείες.

Μέσα από 20 ενότητες, εκτίθεται ένα ιστορικό κομμάτι έργων και καλλιτεχνών, το οποίο συμπληρώνεται από νέες διασυνδέσεις και οπτικές γωνίες, που εμπλουτίζουν το τοπίο της σύγχρονης τέχνης και αναδεικνύουν όψεις σημερινών προβληματισμών, καλλιτεχνικών, κοινωνικών, πολιτικών», σημειώνεται στο υλικό της έκθεσης.

Η «Συμφωνία σε 20 μέρη» περιλαμβάνει σχεδόν 200 καλλιτέχνες, ενώ παραλλήλως ανοίγει την προοπτική επόμενων εκθέσεων, έτσι ώστε να παρουσιαστεί σταδιακά το σύνολο των συλλογών και των καλλιτεχνών που εμπλουτίζουν τις συλλογές των δύο Μουσείων. Το ΚΜΣΤ και το ΜΜΣΤ ευελπιστούν ότι «η συνάντηση Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών στο μέλλον θα ξαναβρεί την προοπτική της διάσταση, μέσα από το ρόλο που θα κληθεί να παίξει ο υπό σύσταση ενοποιημένος Μητροπολιτικός Οργανισμός Μουσείων Εικαστικών τεχνών Θεσσαλονίκης (MOMus) στην ελληνική κοινωνία και στην κοινωνική, πολιτισμική και καλλιτεχνική πραγματικότητα της Θεσσαλονίκης, της Ελλάδας, των ευρωπαϊκών και των βαλκανικών χωρών».  

Με την σφραγίδα του Αλέξανδρου Ιόλα

Η Συλλογή του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (ΜΜΣΤ) είναι η καρδιά του Μουσείου, καθώς περιλαμβάνει περισσότερα από 2300 έργα. Το ΜΜΣΤ ιδρύθηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και ήταν το  αποτέλεσμα μιας συνολικής συνείδησης και προσπάθειας που κατέβαλε μια μικρή ομάδα ανθρώπων με πρωτοβουλία του Αλέξανδρου Ιόλα.

Ο διεθνώς γνωστός γκαλερίστας και συλλέκτης συγκέντρωσε ένα σύνολο έργων συγχρόνων δημιουργών, Ελλήνων και ξένων, με την πρόθεση να καλύψει ένα ουσιαστικό κενό που άφηναν οι υπόλοιποι καλλιτεχνικοί θεσμοί  στην Ελλάδα. Η έλλειψη ενός μουσείου σύγχρονης τέχνης με διεθνείς προοπτικές και προδιαγραφές ήταν αισθητή. Η σχέση με τα καινούργια ρεύματα της τέχνης και τους καλλιτέχνες της διασποράς αποτελούσε ταμπού, σε μια εποχή, όπου η ευρωπαϊκή και διεθνής διάσταση της ευρύτερης εικαστικής σκηνής στην Ελλάδα είχε ουσιαστικά αποκατασταθεί επαγγελματικά και ιδεολογικά. Οι καλλιτέχνες της διασποράς είχαν αρχίσει να επιστρέφουν ή τουλάχιστον να παίζουν ξανά ένα βασικό ρόλο στην καλλιτεχνική ζωή της Ελλάδας κι οι νεότεροι καλλιτέχνες να εξασφαλίζουν όλο και περισσότερους δεσμούς με την διεθνή εικαστική κοινότητα κι ευρωπαϊκή πραγματικότητα.

Μ’ αυτό λοιπόν τον τρόπο, το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στάθηκε η πρώτη συλλογική ανανεωτική προσπάθεια και συμβολή στην αναθεώρηση της πολιτισμικής και καλλιτεχνικής σύγχρονης ιστορίας. Η συλλογή  δημιουργήθηκε ως βάση μιας τέτοιας ανάγνωσης και προοπτικής.

Οι πρώτες δωρεές και η πολιτική του Μακεδονικού Μουσείου

Ο Ιόλας δώρισε μια σειρά από έργα που επικεντρώνουν σε πρώτο πλάνο τις σχέσεις τις γενιάς του ’60 με τη Γαλλία (Tinguely, de Saint Phalle, Raysse, Raynaud κοκ.) και την Ιταλία ( Pascali, Mattiacci, Fontana). Στη δωρεά αυτή του Ιόλα προστέθηκαν και άλλες από καλλιτέχνες και φιλότεχνους. Μέσα από αυτή την προοπτική οι Έλληνες καλλιτέχνες, που σφράγισαν αυτό το πέρασμα, βρήκαν τη θέση τους. Παραλλήλως  καταγράφηκε για πρώτη φορά συστηματικά και έγινε αντιληπτός και ο ρόλος που έπαιξαν διεθνώς (Τάκις, Παύλος, Τσόκλης,  Ακριθάκης, Μπουτέας, Αληθινός, Τζίβελος, Λαζόγκας) .

Η πολιτική του Μουσείου, το οποίο σε συνεργασία με τους ίδιους τους καλλιτέχνες και πολλούς φιλότεχνους ιδιώτες, εμπλούτιζε τις δωρεές και δημιουργούσε ενδιαφέροντα και αντιπροσωπευτικά σύνολα εκείνης της περιόδου, συνέκλινε και με τον προγραμματισμό των πρώτων μεγάλων αναδρομικών εκθέσεων που παρουσίασαν σε βάθος και συνολικά το έργο των περισσότερων καλλιτεχνών εκείνης της γενιάς (Κεσσανλής, Κανιάρης, Δανιήλ, Αντωνάκος, Χρύσα, Περδικίδης, Φιλόλαος, Ζογγολόπουλος, Κουλεντιανός, Λουκόπουλος).

Ακολούθησαν πολλοί άλλοι καλλιτέχνες, οι οποίοι συνέβαλαν με ανάλογες δωρεές, ώστε να συγκεντρωθεί ένα σοβαρό και ικανοποιητικό σύνολο έργων. Στις προσπάθειες αυτές συνέβαλε και ο σημαντικός τεχνοκριτικός Αλέξανδρος Ξύδης, ο οποίος δώρισε μεγάλο μέρος της προσωπικής του συλλογής.

Παραλλήλως, η συστηματική καταγραφή της σύγχρονης τέχνης ενθάρρυνε πλήθος νέων δωρεών, όπως το σύνολο έργων του Αχιλλέα Απέργη, δωρεά του γιου του. Συλλέκτες όπως ο Χάρης Αντωνίου, ο Μάνος Παυλίδης, ο Λεωνίδας Μπέλτσιος και πολλοί άλλοι, βοήθησαν επίσης, συμπληρώνοντας τη συλλογή με σημαντικά αποκτήματα.

Η εγκαινίαση του νέου κτιρίου το 2002 συνδυάστηκε με νέες δωρεές καλλιτεχνών, οι οποίες άνοιξαν καινούργιες προοπτικές δημιουργώντας ένα αντιπροσωπευτικό σύνολο της δεκαετίας του ’80 και ’90, αλλά και νέα σύνολα που αφορούν την σύγχρονη φωτογραφία και την χαρακτική.

Η συλλογή του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (ΚΜΣΤ).

Αρχικός πυρήνας των συλλογών του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (εκτός της διεθνούς φήμης Συλλογής Κωστάκη με έργα καλλιτεχνών της ρωσικής πρωτοπορίας) είναι μια σειρά περίπου 200 έργων που δωρίθηκαν στο Μουσείο από τον Οργανισμό «Θεσσαλονίκη – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 1997».

Πρόκειται για ζωγραφικές, γλυπτικές και χαρακτικές συνθέσεις, κυρίως καλλιτεχνών που ζουν και εργάζονται στη Θεσσαλονίκη, οι οποίες αποκτήθηκαν με αγορές, καθώς και για έργα που είχαν παρουσιαστεί σε σημαντικές διοργανώσεις και εκθέσεις. Ενδεικτικά αναφέρονται: Το Παρεκκλήσι της Ουράνιας Κλίμακας του ελληνοαμερικάνου καλλιτέχνη Στήβεν Αντωνάκου, το οποίο είχε εκπροσωπήσει την Ελλάδα στη Μπιενάλε της Βενετίας το 1997, τη μνημειακή γλυπτική σύνθεση Gridlock, του, επίσης ελληνοαμερικάνου εικαστικού, Κρις Γιανάκου, τις Μορφές του σημαντικού Έλληνα γλύπτη Ιωάννη Αβραμίδη.

Η δωρεά της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας συμπληρώθηκε με έργα που  πρόεκυψαν κατά τη διάρκεια καλλιτεχνικών εργαστηρίων και δράσεων που έγιναν το 1997: το ζωγραφικό εργαστήριο Pictor, το εργαστήριο γλυπτικής «Ίχνη και Προοπτικές», καθώς και το εργαστήριο χαρακτικής του Κέντρου Χαρακτικής «Ήλιος».

Από το 2000 και μετά, το Μουσείο, εκτός από την εκθεσιακή και ερευνητική δραστηριότητά του, έδωσε ξεχωριστή έμφαση στην δημιουργία συλλογών. Σήμερα, η συλλογή του ξεπερνά τα 900 έργα σύγχρονης τέχνης, τα οποία καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα: ζωγραφική, γλυπτική, χαρακτική, βίντεο, εγκαταστάσεις, φωτογραφία. Υπάρχει, επίσης, ένας σημαντικός αριθμός βιντεοσκοπημένων περφόρμανς.

Η συντριπτική πλειοψηφία των έργων της συλλογής προέρχεται από δωρεές καλλιτεχνών, οι οποίοι παρουσίασαν τη δουλειά τους σε ατομικές εκθέσεις ή συμμετείχαν σε μεγάλες θεματικές εκθέσεις ή διεθνείς διοργανώσεις του Μουσείου, όπως: Σύγχρονη Ευρωπαϊκή Τέχνη – Η Τέχνη των Βαλκανικών Χωρών (2002), Cosmopolis (2004), Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης (2007, 2009, 2011, 2013, 2015, 2017).

Με αφετηρία την συλλογή Κωστάκη

Έχοντας ως αφετηρία τη συλλογή Κωστάκη, το Μουσείο παρακολουθεί και την εξέλιξη της σύγχρονης ρωσικής τέχνης και κατέχει μια σειρά έργων σημαντικών σύγχρονων Ρώσων καλλιτεχνών.

Η παραγωγή εκθέσεων με βάση αυτά τα έργα καταδεικνύει ότι η συλλεκτική πολιτική του Μουσείου, σχεδιάστηκε με στόχευση και με συστηματικό τρόπο, προσβλέποντας στην δημιουργία μιας αντιπροσωπευτικής συλλογής με άξονα τη σύγχρονη εικαστική δημιουργία.

Ιδιαίτερη θέση στις συλλογές του Μουσείου έχουν και οι δωρεές  μεγάλου αριθμού έργων που έγιναν από του ίδιους τους καλλιτέχνες ή τις οικογένειές τους. Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στην ενότητα ζωγραφικών έργων και σχεδίων του Θεοχάρη Μορέ. Επίσης, το 2012 ο Στήβεν Αντωνάκος έκανε μια γενναιόδωρη δωρεά 67 τυπωμάτων, εξηγώντας ότι στην πράξη του αυτή τον ώθησε η σχέση που έχουν τα έργα αυτά με τα έργα των καλλιτεχνών της ρωσικής πρωτοπορίας από τη συλλογή Κωστάκη. Το 2017 ο αρχιτέκτονας Αλέξανδρος Τζώνης και η σύζυγός του Liane Lefaivre, δώρισαν στο μουσείο σημαντικές συλλογές μεταξύ των οποίων και μια ενότητα σχεδίων της Χρύσας Βαρδέα.

Πληροφορίες

Επιμέλεια: Θούλη Μισιρλόγλου, Ιστορικός τέχνης, Διευθύντρια ΜΜΣΤ και Γιάννης Μπόλης, Ιστορικός τέχνης, Προϊστάμενος Συλλογών ΚΜΣΤ

Επιμελητική ομάδα – Κείμενα: Δόμνα Γούναρη (ΚΜΣΤ), Αρετή Λεοπούλου (ΚΜΣΤ), Θούλη Μισιρλόγλου (ΜΜΣΤ), Γιάννης Μπόλης (ΚΜΣΤ), Ειρήνη Παπακωνσταντίνου (ΚΜΣΤ), Κατερίνα Σύρογλου (ΜΜΣΤ), Συραγώ Τσιάρα (ΚΜΣΤ)

Διάρκεια έκθεσης:  – 20 Μαΐου 2018

 

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι