Το χριστουγεννιάτικο δένδρο με τα μάτια των ζωγράφων Οικονόμου και Βικάτου
23/12/2022Σύμβολο των Χριστουγέννων και όλης της εορταστικής περιόδου τους για τη δυτικοευρωπαϊκή παράδοση, το έλατο στολίστηκε πρώτη φορά για την Ελλάδα με εντολή του Όθωνα, στο Ναύπλιο το 1833. Μπήκε ως χριστουγεννιάτικο έθιμο στα σπίτια, συνδεδεμένο με το γερμανικό τραγούδι, που προσαρμόστηκε στην ελληνική γλώσσα. Όμως κατά τον καθηγητή του ΑΠΘ Κωνσταντίνο Δ. Καλοκύρη (1916-2015), το δέντρο των Χριστουγέννων ήρθε από την Ανατολή. Σε πολλές νησιωτικές περιοχές στόλιζαν και συνεχίζουν να στολίζουν περίτεχνα μοντέλα καραβιών.
Το χριστουγεννιάτικο δέντρο συνιστά παλαιό θέμα της νεοελληνικής ζωγραφικής. Εδώ αναφερόμαστε μόνο σε δύο πίνακες φιλοτεχνημένους από τους Γεώργιο Αρ. Οικονόμου (Oeconomo, π. 1850-μετά το 1899) και Σπύρο Βικάτο (1872-1960). Λίγα στοιχεία γνωρίζουμε για τον πρώτο ζωγράφο. Υπήρξε γιος του επίσης ζωγράφου Αριστείδη Οικονόμου (Oeconomo, 1821-1887) και αδελφός του πρωτοπόρου σκηνοθέτη Θωμά Οικονόμου (1864-1927). Στη βιβλιογραφία της νεοελληνικής τέχνης συγχέεται συχνότατα με τον συνεπώνυμο, σύγχρονό του ζωγράφο-ξυλογράφο Γεώργιο Αντ. Οικονόμου (1861-1935).
Έμεινε και έκλεισε τον κύκλο της ζωής του στη Βιέννη, εργαζόμενος σε παραγγελίες επίσημων προσωπογραφιών. Το 1899 φιλοτέχνησε μάλιστα την προσωπογραφία του εμπόρου, πολιτευτή και μαικήνα των τεχνών στην αυστριακή πρωτεύουσα Νικόλαου Στ. Δούμπα (Dumba, 1830-1900). Η επίδοσή του στην κατηγορία της προσωπογραφίας αναγνωρίζεται και σε αυτό το μικρών διαστάσεων έργο του με το χριστουγεννιάτικο έλατο.
Ο αναρτημένος στον τοίχο του δωματίου πίνακας απεικονίζει γυναικεία μορφή, απάντηση σε δύο ζωντανές αλλά απομονωμένες, ασύνδετες μεταξύ τους, μελαγχολικές παρουσίες, στη νεαρή γυναίκα και στο κοριτσάκι της, που δεν χαίρονται την εορτάσιμη ατμόσφαιρα. Ίσως πρόκειται για την οικογένεια του ζωγράφου, όπως δείχνει ο ζωγραφικός διάκοσμος του χώρου.
Προσήλωση στη φόρμα
Ο δεύτερος ζωγράφος είναι πιο φωτισμένος στα βιογραφικά και στα εργογραφικά δεδομένα του. Γεννημένος στο Αργοστόλι της Κεφαλονιάς ο Σπυρίδων Βικάτος, γιος καπετάνιου, σπούδασε στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας ζωγραφική και γλυπτική (1890-99). Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου (1900-05), η οποία το 1906 του έδωσε και αργυρό μετάλλιο. Δίδαξε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας από το 1909 έως το 1939, σβήνοντας με το κάρβουνο, ζωγραφίζοντας ο ίδιος τα έργα των μαθητών του, σαν να ήταν δικά του, και φεύγοντας, αμίλητος, χωρίς μεταδοτικότητα.
«Να έχεις πάντα υπ’ όψιν σου τη φόρμα», έλεγε. Δούλευε το χρώμα πρώτα με τα δάχτυλα ή με πανιά και μετά με τα πινέλα του, ταχύτατος πάντα. Το 1937 η Ακαδημία Αθηνών τον τίμησε με το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών και το 1951 η Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου τον εξέλεξε επίτιμο μέλος της. Κατοικούσε και εργαζόταν στο κέντρο της Αθήνας, στην οδό Σωκράτους 21/23. Τον αποκαλούσαν μάλιστα για τις προσωπογραφίες του, υπερβολικά, “Ρέμπραντ της Ελλάδος”. Ο Βικάτος είχε κατακτήσει ευκολίες στη ζωγραφική του και φήμη…
Στο συγκεκριμένο έργο του, που το αγόρασε η Εθνική Πινακοθήκη το 1939, αποδίδει τις τρεις ηλικίες της ανθρώπινης ζωής: τη γεροντική, τη νεανική και την παιδική. Τον ενδιαφέρουν οι φυσιογνωμίες και οι διαθέσεις των μορφών. Ο παππούς, στηριζόμενος στη βακτηρία του, έχει βαρύνει από τα χρόνια, η μητέρα καθιστή, με μεσοπολεμική εμφάνιση, κρατάει στα πόδια το καλά ντυμένο μικρό της με την κούκλα του, ενώ το μεγαλύτερης ηλικίας κορίτσι της τεντώνεται και σηκώνει το αριστερό χέρι του για να φτάσει μια μπάλα από το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Και οι τρεις μορφές αισθάνονται διαφορετικά, όμως δεν είναι αμέτοχες στην ευφρόσυνη ώρα!