Το political correct σκοτώνει την Τέχνη – Η εικαστικός Αλίκη Παλάσκα μιλάει στο SLpress.gr
30/05/2020Γράφει η Λίνα Στεφάνου –
Με την Τέχνη της προσπαθεί να φωτίσει αυτήν την ατέρμονη μεταβλητή που λέγεται άνθρωπος. Όταν όλα σταματούν και ο κόσμος κρατάει την ανάσα του, εκείνη συνεχίζει να δουλεύει επίμονα αδιαφορώντας –φαινομενικά– για όσα συμβαίνουν γύρω της. Κι ωστόσο η επικαιρότητα τρυπώνει πάντα στα έργα της, άλλοτε σαν προφητεία κι άλλοτε σαν εξήγηση εκείνου που ήδη συντελέσθηκε.
Την Αλίκη Παλάσκα την ξέρω πολλά χρόνια και την εκτιμώ όχι γιατί ξεκίνησε σαν μαθήτρια του Λάππα στη Σχολή Καλών Τεχνών. Όχι επειδή συνέχισε την επιτυχημένη και μοναχική της πορεία με ατομικές εκθέσεις σε μεγάλες γκαλερί της Αθήνας, ούτε επειδή συμμετείχε μ’ ένα εξαιρετικό έργο στην έκθεση του ΝΕΟΝ, Terrapolis, ή στην Art Athina, ούτε επειδή σήμερα εκπροσωπείται από την γκαλερί Francoise Heitcsh, στο Μόναχο. Την εκτιμάω επειδή ασκεί την τέχνη της κυρίως για τον εαυτό της, υπηρετώντας -χωρίς καν να την νοιάζει- ένα από τα βασικά πιστεύω του ντανταϊσμού, που λέει πώς η Τέχνη είναι κάτι το ιδιωτικό.
Χωρίς η ίδια να ανήκει σε κάποιο καλλιτεχνικό ρεύμα, διαμορφώνει, όσα χρόνια την ξέρω, τον τρόπο ζωής της κυρίως μέσα από τις αρνήσεις της. Μέσα από το πείσμα της να υπερασπίζεται, με όλο της το είναι, εκείνες τις αρνήσεις που τις έχουν επιτρέψει να παραμείνει και να δημιουργεί ελεύθερη. Γιατί τελικά όπως λέει και η ίδια: Δεν υπάρχει Τέχνη. Ο Καλλιτέχνης είναι το context. Η συζήτηση που ακολουθεί έγινε δέκα μέρες μετά τη λήξη του lock down, ένα σούρουπο, στον κήπο του σπιτιού της.
- Σπούδασες στην ΑΣΚΤ, στο εργαστήριο του Γιώργου Λάππα και στο Μόντρεαλ. Πόσο σε καθόρισε η σχέση σου με τον Λάππα;
Ο Γιώργος Λάππας ήταν ένας πολύ καλός δάσκαλος. Καθόρισε γενιές από καλλιτέχνες. Είχε διαφορετική προσέγγιση για τον κάθ’ ένα από μας. Είχε θετική επιρροή επάνω μας γιατί εκτός από την ακαδημαϊκή γνώση, μας πρόσφερε και μια απλόχερη προσέγγιση στο σύγχρονο περιβάλλον της Τέχνης, ώστε να έχουμε επίγνωση του τι συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο. Μας ωθούσε επίσης να ψάξουμε βαθιά μέσα μας να βρούμε πράγματα που ούτε καν γνωρίζαμε ότι υπήρχαν.
Αν κάποιος αντέγραφε μια τεχνική δική του αυτό τον ενοχλούσε αντί να τον ευχαριστεί. Ήθελε οι μαθητές του να διερευνούν και να προχωρούν πιο πέρα με την δουλειά τους. Ήταν ένας άνθρωπος συνέχεια σε εγρήγορση που του άρεσαν οι εκπλήξεις και οι ανατροπές. Μέσα στο μάθημα για παράδειγμα μπορούσε να φέρει ξαφνικά έναν μουσικό που τον είχε βρει να παίζει στο δρόμο στα Εξάρχεια. Ή μας παρότρυνε να πάμε σ’ ένα τσίρκο να σχεδιάσουμε. Μέσα από το κλίμα που δημιουργούσε γεννιόντουσαν καταπληκτικά έργα από τους φοιτητές.
- Υπάρχει μια φράση, μια προτροπή δική του, που την έχεις κρατήσει;
Υπάρχουν πάρα πολλές που κατά καιρούς έρχονται σε βοήθεια. Η αλήθεια είναι πως όταν είσαι σε μικρή ηλικία, δεν είναι μόνο ο καθηγητής που μπορεί να είναι αλλαζονικός, είσαι κι εσύ αρκετά αλλαζονικός. Οι φοιτητές που είναι νέοι, είναι φιλόδοξοι, θέλουν να κάνουν τα πάντα. Εκείνος μας έφερνε σε επαφή με την πραγματικότητα σε παγκόσμιο επίπεδο κι από την άλλη χαμήλωνε την ένταση της έπαρσης μας ώστε να μπορούμε να αντιλαμβανόμαστε καλύτερα αυτό που συνέβαινε γύρω μας αλλά και μέσα μας. Μια φράση που έλεγε συχνά ήταν, “μην είστε αρπακτικά”. Προσπαθούσε να περάσει δηλαδή μια ποιότητα και φιλοσοφία ζωής η οποία, ας το πούμε έτσι, ήταν φιλική προς το περιβάλλον.
- Μετά την ΑΣΚΤ επέλεξες να πας στο Μόντρεαλ. Γιατί όχι Παρίσι, Νέα Υόρκη, ή Λονδίνο;
Ήμουν πλήρης όταν βγήκα από το εργαστήριο του Λάππα. Δεν μ’ ενδιέφερε καθόλου να πάω στην κατάλληλη σχολή προκειμένου να χωθώ σε κυκλώματα. Πήγα στο Καναδά γιατί είχα φίλους εκεί και δεν ασχολήθηκα να πάω κάπου αλλού. Ήταν σαν καταφύγιο ο Καναδάς. Για μένα τότε είχε την αίσθηση του δεντρόσπιτου.
- Έχεις μανία με τα παζάρια. Τι σε γοητεύει σ’ αυτά;
Τα παζάρια επειδή έχουν πάρα πολλά αντικείμενα, πάρα πολύ κόσμο, πολύ φασαρία, διαφορετικές μυρωδιές, πολύ θόρυβο, σου δημιουργούν μια σύγχυση. Αυτό σε αναγκάζει να συγκεντρωθείς προκειμένου να επιλέξεις τελικά κάποια αντικείμενα. Μετά αναρωτιέσαι γιατί τα επέλεξες και μετά αρχίζεις να ψάχνεις πάνω σ’ αυτά. Είναι μια άσκηση κι ένα παιχνίδι μαζί.
- Σου συμβαίνει συχνά τα έργα σου να προβλέπουν μια κατάσταση. Πώς το εξηγείς;
Παλιά είχα ασχοληθεί με τον οριενταλισμό. Έψαχνα ανάμεσα στ’ άλλα να καταλάβω γιατί οι Δυτικοί πήγαιναν στην Ανατολή αναζητώντας εκεί την έμπνευση. Τώρα λοιπόν -στα παζάρια που πάω κατά καιρούς και ψάχνω- παρασύρθηκα πάλι σ’ ένα κυνήγι αντικειμένων που έχουν σχέση με την Ανατολή. Κι αυτό έγινε πριν τον κορονοϊό. Η Κίνα όμως είναι ένας κεντρικός άξονας που μας ενδιαφέρει όλους επειδή κινείται με επιθετικές διαθέσεις προς την αγορά. Που έχει ιδιαίτερες συνθήκες επειδή υπάρχουν καλλιτέχνες που δεν μπορούν να δείξουν τη δουλειά τους στη χώρα τους. Αυτό είναι πολύ σημαντικό για όλους εμάς -έστω κι αν τα έργα αυτά μπορεί να μην έχουν και τόσο μεγάλο καλλιτεχνικό ενδιαφέρον σε κάποιες περιπτώσεις. Είναι οι συνθήκες που τα κάνουν να έχουν ενδιαφέρον. Όμως όταν φτιάχνω ένα έργο δεν το κάνω επίτηδες. Δεν κυνηγάω την επικαιρότητα. Αν το κάνω δεν θα περάσω καλά με το έργο. Απλώς συμβαίνει μερικές φορές, να φτιάχνω κάτι και μετά έρχεται η ζωή και το κάνει επίκαιρο.
- Τι είναι η διαίσθηση για τον καλλιτέχνη; Εργαλείο; Επιπλέον κεραία καθοδήγησης; Ή αυτό που τον διαχωρίζει από τον υπόλοιπο κόσμο;
Είναι κάτι που τον ενώνει με τον υπόλοιπο κόσμο. Δεν το διαχωρίζει. Επειδή ο καλλιτέχνης μπορεί να απομονώνεται κάπως από τους άλλους έρχεται τότε η διαίσθηση και τον βοηθάει να επικοινωνήσει μέσα από έναν άλλον δρόμο. Και ευτυχώς, γιατί αν ο καλλιτέχνης απομονωθεί εντελώς, δεν θα έχει υλικό για να παράγει μετά. Ο απόλυτα απομονωμένος καλλιτέχνης μαραζώνει και μαραίνεται κι αυτό φαίνεται στο έργο του.
- Έχεις πει: Δεν υπάρχει Τέχνη. Ο Καλλιτέχνης είναι το context. Τι εννοούσες;
Ο καλλιτέχνης είναι που κάνει την Τέχνη. Για μένα δηλαδή το αν είσαι ή όχι καλλιτέχνης εξαρτάται το τι ζωή κάνεις, από το πόσο ασχολείσαι μ αυτό που κάνεις κι από το τι επιδιώκεις. Αν το κάνεις για παράδειγμα για να έχεις κοινωνική αναγνώριση είναι πολύ διαφορετικό από το να το κάνεις επειδή δεν μπορείς να ζήσεις διαφορετικά.
- Γίνεται να είσαι καλλιτέχνης τη μισή μέρα και την άλλη μισή να δουλεύεις κάπου αλλού παίρνοντας κάποιον άλλον ρόλο;
Για μένα αυτό είναι ισορροπία. Πρέπει κανείς να το επιδιώκει. Χαίρομαι ν’ απασχολούμαι με πρακτικά θέματα της καθημερινότητας γιατί αν είχα απεριόριστο χρόνο, κάτω από ιδανικές συνθήκες να δημιουργώ συνέχεια, φοβάμαι ότι αυτό θα με έκλεινε και θα έπαυα να επικοινωνώ με το περιβάλλον. Από το οποίο τελικά αντλούμαι πραγματική ύλη και έμπνευση.
- Γιατί δεν υπάρχουν πια κινήματα στην Τέχνη; Ο Τζαρά με τον Ούγκο Μπάλ στη Ζυρίχη δημιούργησαν το Νταντά. Ο Μπρετόν, Ο Ελυάρ, ο Αραγκόν, κ.ά. δημιούργησαν το υπερρεαλιστικό κίνημα. Ο Πικάσο και ο Μπράκ τον κυβισμό. Οι Τάτλιν, Μάλεβιτς, Πόποβα, τον κονστρουκτιβισμό. Σήμερα;
Έχει πολύ ενδιαφέρον αυτό που ρωτάς. Νομίζω στην εποχή του Τζαρά και των υπολοίπων έπαιζαν πολύ μεγάλο ρόλο οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες. Ήταν ο πόλεμος και οι καλλιτέχνες στα ενδιάμεσα απολάμβαναν έντονα τις περιόδους ειρήνης. Για να είσαι καλλιτέχνης τότε και να μπορείς να επιβιώσεις μέσα απ’ αυτό έπρεπε να έχεις πολύ μεγάλο πάθος. Ήταν έντονες εποχές, και υπήρχαν έντονες προσωπικότητες που ασχολούνταν με την Τέχνη. Που έφευγαν από τη χώρα τους και μαζευόντουσαν στην Ελβετία κι αργότερα στο Παρίσι που ήταν μια χώρα που προστάτευε την ελευθερία στην Τέχνη.
Τώρα γίνονται πάρα πολλές εκθέσεις ακόμα και μέσα στην κρίση. Κυρίως η αγορά της Τέχνης είναι εντελώς διαφορετική. Βλέπουμε παραδείγματα καλλιτεχνών που λειτουργούν μέσα από την αγορά. Ο Ντάμιεν Χιρστ για παράδειγμα είχε μετοχές ο ίδιος και χρηματοδοτούσε μόνος την Τέχνη του. Ήταν κάτι σαν επιχειρηματίας. Μεγάλο ρόλο παίζει επίσης και η προσέγγιση της τεχνολογίας. Πάρα πολύ γρήγορη πληροφόρηση. Δεν υπάρχει εμβάθυνση, ησυχία, ξεχώρισμα.
Μέσα από το ίντερνετ μπορείς να δεις εκατομμύρια καλλιτέχνες και έργα απ’ όλο τον κόσμο. Απ’ αυτά πόσα θα ξεχωρίσεις; Υποτίθεται πώς μέσα από τους curators ξεχωρίζουν κάποια πράγματα. Πίσω απ’ αυτό όμως προβάλλονται πάντα ιδέες που έχουν να κάνουν με την πολιτική και την οικονομία. Παλιά οι καλλιτέχνες ένιωθαν την ανάγκη να ενωθούν. Το Black Mountain College ήταν φυτώριο καλλιτεχνών.
Εκεί είχαν μαζευτεί οι πιο επαναστάτες καλλιτέχνες και υποστήριζαν τον εξπρεσιονισμό, κάτι που ξεχώριζε την Αμερική σαν υπερδύναμη από τις άλλες χώρες. Η Αμερική ήταν μια κοινωνία συντηρητική κι ήταν λογικό να υπάρχουν, σαν αντίδραση, πρωτοπόρα κινήματα στα εικαστικά αλλά και στη συγγραφή λογοτεχνικών έργων και ποίησης. Στην Ευρώπη αντίστοιχα οι εξωτερικές συγκρούσεις ήταν οι πόλεμοι. Αν η Ρωσία είχε το ρεαλισμό και τον κονστρουκτιβισμό, η Αμερική είχε τον εξπρεσιονισμό να την ξεχωρίζει. Στη Λατινική Αμερική που είχαν άλλη πολιτική κατεύθυνση είχαν το ρεαλισμό. Ανάλογα λοιπόν με τις καταστάσεις δημιουργούνται και τα έργα. Σήμερα βλέπουμε πως η γεωπολιτική και η οικολογία επηρεάζουν πολύ τις μεγάλες εκθέσεις.
Το political correct επίσης έχει γίνει μια σύμβαση που στις μέρες μας συχνά καπελώνει τα έργα των καλλιτεχνών. Χάνοντας την ελευθερία αυτή είναι σαν να οδηγούνται στην τελειότητα με την έννοια του τέλους οπότε δεν δημιουργούν καμία συγκίνηση. Όταν ένας καλλιτέχνης φτιάχνει για παράδειγμα ένα έργο και προκειμένου να είναι αποδεκτό μιλάει για τα προβλήματα των ανθρώπων στην Αφρική αυτό δεν μπορεί να σου δημιουργήσει την ίδια συγκίνηση και τον ίδιο προβληματισμό με το έργο ενός άλλου καλλιτέχνη που αψηφάει τις κοινωνικές συμβάσεις και προβληματισμούς και απλά αναζητά την αλήθεια μέσα του για πράγματα που είναι αντίθετα. Οπότε προφανώς τα έργα που είναι πιο εκρηκτικά ή που δημιουργούν συγκίνηση προέρχονται μέσα από συγκρούσεις εσωτερικές του καλλιτέχνη και εξωτερικές στο περιβάλλον. Δεν είναι τυχαίο αυτό.
- Δημιουργείς κατά καιρούς έργα από θραύσματα διακοσμητικών αντικειμένων του προηγούμενου αιώνα. Είναι βαρετή η ομορφιά και η τελειότητα για έναν καλλιτέχνη;
Αυτό που σ’ ενδιαφέρει, σαν καλλιτέχνη, είναι να αναδιαμορφώσεις κάτι που βλέπεις πως υπάρχει. Να του δώσεις κίνηση και να το ζωντανέψεις χωρίς όμως να το παγώσεις. Να το αφήσεις μισοτελειωμένο ώστε να μπορεί να φύγει μετά. Ώστε να μπορεί ο καθ’ ένας μετά να το ολοκληρώσει με τη σκέψη του. Καλλιτέχνες όπως ο Χέμινγουεϊ, ή η Λουίζ Μπουρζουά θα έλεγαν ότι τα γλυπτά πρέπει να έχουν τρύπες, να έχουν κενά για να περνάει ο αέρας μέσα τους. Να μην είναι κλεισμένα γύρω γύρω. Αυτό συμπεριλαμβάνει και την κίνηση που δεν μπορείς να την αποδώσεις παρά μόνο αν είναι ημιτελή. Έτσι προέκυψαν το “broken” αλλά και τα σχέδια που κάνω, και όλα μου τα γλυπτά. Μαζεύουμε τα κομμάτια μας έτσι κι αλλιώς. Επιδιώκουμε να την φτιάξουμε τη ομορφιά αλλά πρέπει να ξεφύγει από τον έλεγχο μας για να ζωντανέψει και να γίνει κάτι. Ακόμα κι ένα δικό μου γλυπτό πρέπει να το σπάσω για να το δω καλύτερα.
Ο Τζον Κέιτζ ήταν ο πρώτος που το είχε κάνει αυτό. Είχε βάλει πέτρες στις χορδές του πιάνου για να παράγει νέους ήχους. Η ομορφιά δεν είναι βαρετή. Είναι ένα κίνητρο. Η ομορφιά έχει μια δύναμη να επηρεάζει και σίγουρα τροφοδοτεί την Τέχνη. Η τελειότητα όμως έχει σχέση με τον όρο τέλος. Όταν ένα έργο προσπαθείς να το τελειώσεις είναι σαν να μπαίνεις μέσα σε όλες τις συμβάσεις που υπάρχουν πάνω στη γη, σε κάθε κοινωνικό κύκλο, κι έτσι καταργείς το ότι είσαι καλλιτέχνης. Γιατί ο καλλιτέχνης εξ ορισμού θα κάνει κάποια τομή για να σπάσει την οποιαδήποτε σύμβαση, θα σπάσει τον κοινώς αποδεκτό καθωσπρεπισμό. Δουλειά του καλλιτέχνη είναι να προτείνει κάτι που θα σε πάει λίγο πάρα πέρα. Μπορεί να είναι και λάθος, ας είναι. Εκείνος αυτό υποτίθεται ότι κάνει. Προτείνει το κάτι περισσότερο που δεν είναι κοινώς αποδεκτό.