Βραβείο Νόμπελ στην Γκλουκ που πόνεσε με το θνητό Αχιλλέα

Βραβείο Νόμπελ στην Γκλουκ που πόνεσε με το θνητό Αχιλλέα

Η Αμερικανίδα ποιήτρια Λουίζ Γκλουκ 77 ετών, τιμήθηκε σήμερα με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας 2020 για τη «χαρακτηριστική ποιητική φωνή της που με την αυστηρή ομορφιά της κάνει παγκόσμια την ατομική εμπειρία», σύμφωνα με την ανακοίνωση της σουηδικής Ακαδημίας που απονέμει το βραβείο.

Η Γκλουκ δεν είναι πρωτάρα στα βραβεία, έχει πάρει και Πούλιντζερ για έργο της. Με μεγάλη αγάπη για τα έπη και τους μύθους, όπως για την ελληνική μυθολογία ειδικότερα, το έργο της διακρίνεται για την εστίασή του στις ανθρώπινες πληγές, στον πόνο, στους πόθους και την φύση, γεμάτο θλίψη, μοναξιά και υπαρξιακή αγωνία.

Glück c. 1977

Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1943. Οι παππούδες ήταν Εβραίοι και αντιμετώπιζαν δυσκολίες στην Ουγγαρία. Πήγαν στην Αμερική και άνοιξαν στην Νέα Υόρκη μπακάλικο και απέκτησαν παιδιά και ρίζωσαν. Ο γιος τους και πατέρας της Λουίζ, είχε μεράκι να γίνει συγγραφέας αλλά για να ζήσει, έγινε έμπορος συνεργαζόμενος με τον κουνιάδο του.

Οι δύο άνδρες στάθηκαν τυχεροί γιατί εφηύραν ένα κοπίδι ακριβείας (το X-Acto knife) που έκανε θραύση. Η μητέρα της είχε τελειώσει κολλέγιο και της άρεσε η ελληνική μυθολογία και τα κλασικά έργα όπως για τη ζωή της Ζαν ντ΄Αρκ. Η μικρή άρχισε να γράφει ποίηση από το δημοτικό.

Louise-Gluck

Νευρική ανορεξία

Στην εφηβεία της παρουσίασε νευρική ανορεξία, που την τυράννησε αρκετά χρόνια, και της στέρησε το κολλέγιο. Περιέγραψε την ασθένειά της σαν αποτέλεσμα της προσπάθειάς της να ανεξαρτητοποιηθεί από τη μητέρα της. Άλλοτε συνέδεε την ασθένειά της στον θάνατο της μεγάλης της αδελφής, κάτι που είχε πάντως συμβεί προτού γεννηθεί εκείνη. Ο θάνατος της πρωτότοκης ήταν τοξικός για τους γονείς της κι ας απέκτησαν άλλο παιδί, την Λουίζ.

Άρχισε να κάνει ψυχοθεραπεία και την έβγαλαν από το σχολείο για να αποθεραπευθεί με την ησυχία της. Για αυτή την σημαντική απόφαση να αφήσει το σχολείο η ίδια έγραψε: «Κατάλαβα ότι κάποια στιγμή θα πέθαινα. Εκείνο που ήξερα ήταν πως δεν ήθελα να πεθάνω». Πέρασε επτά χρόνια με θεραπείες, στις οποίες όπως λέει οφείλει ότι ξεπέρασε το νόσημα και έμαθε πώς να σκέφτεται.

Με όλα αυτά δεν μπόρεσε να πάει στο κολλέγιο. «Η συναισθηματική μου κατάσταση, η ακαμψία μου και η φανατική εξάρτησή μου από μικρά τελετουργικά, απαγόρευαν στην πράξη την κανονική μου φοίτηση», έγραψε. Οπότε παρακολούθησε ένα εργαστήρι ποίησης στη Σχολή Γενικής παιδείας του Πανεπιστήμιου της Κολούμπια.

Απο γραμματέας καθηγήτρια

Για να ζήσει, παρά την μεγάλη εγκυκλοπαιδική και φιλολογική της παιδεία, έκανε τη γραμματέα. Το 1967 παντρεύτηκε. Σε ένα χρόνο χώρισε. Την ίδια χρονιά εξέδωσε την πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο “Ο Πρωτότοκος”, με αναφορές σε πρώτο πρόσωπο διαφόρων ηρώων, όλοι τους πονεμένοι και σκληροί. Μετά “μπλόκαρε” και ξαναπήρε μπρος μόνον όταν άρχισε να διδάσκει ποίηση στο Κολλέγιο Γκοντάρ, στο Βερμόντ. Αυτά που έγραψε περιελήφθησαν στη συλλογή “Το σπίτι στους βάλτους”, που πολλοί κριτικοί θεωρούν ότι σε αυτό το “σπίτι” πρωτοφώλιασε η διακριτή της φωνή και το προσωπικό της ύφος.

Το 1973 απέκτησε έναν γιο με τον σύντροφο και μετέπειτα σύζυγό της, Τζον Ντράνοου, συγγραφέα. Ο γιος της, Νώε, έγινε γευσιγνώστης και ασχολείται με την οινοποιία. Το 1980 άρπαξε φωτιά το σπίτι της και καταστράφηκε ό,τι είχε και δεν είχε. Τότε έγραψε και ένα από τα έργα που θεωρούνται τα καλύτερά της, με γενικό τίτλο “Ο θρίαμβος του Αχιλλέα“. Χώρισε και από τον δεύτερο σύζυγός της.

Το τρίτο της βιβλίο, με τίτλο “Αραράτ”, το 1990, γραμμένο υπό την επήρεια του θανάτου του πατέρα της, θεωρήθηκε το πιο θλιμμένο αλλά και σκληρό από όλα τα γραφτά της. Ακολούθησε το 1992 “Η άγρια Ιριδα”, που πήρε πολύ καλές κριτικές και την έκανε ευρύτατα γνωστή, όπου λουλούδια συνομιλούν με έναν κηπουρό και μια θεότητα. Γι αυτό το έργο της βραβεύθηκε με Πούλιντζερ το 1993. Το 2004 , επηρεασμένη από την 11η Σεπτεμβρίου και τους διδύμους πύργους, έγραψε ένα τεράστιο ποίημα με τίτλο “Οκτώβριος”, χωρισμένο σε έξι μέρη, με αναφορές σε αρχαιοελληνικούς μύθους μέσα από τους οποίους εξερευνά το τραύμα και τον πόνο.

Η Θλίψη της Κίρκης

Με σύστησα, εν τέλει
Στη γυναίκα σου, σα μια
Θεά, στο ίδιο της το σπίτι, στην
Ιθάκη, σα μια φωνή
Χωρίς το σώμα: άφησʼ εκείνη
Το υφαντό, γύρισε το κεφάλι
Πρώτα δεξιά, ύστερʼ αριστερά
Αν και δεν είχʼ ελπίδα φυσικά
Να αποδώσει τη φωνή σε κάποια
Υπαρκτή πηγή: Εγώ αμφιβάλλω
Αν θα γυρίσει πια στον αργαλειό της
Με όσα ξέρει τώρα. Όταν
Την δεις ξανά, πες της πως
Έτσι αποχαιρετάει μια Θεά:
Αν στο μυαλό της είμαι δια παντός
Είμαι και στη ζωή σου δια παντός.

Νόστος (Νοstos στο πρωτότυπο)

Στην αυλή ήταν μια μηλιά-
αυτό θα ήταν πριν
σαράντα χρόνια- πίσω της,
μόνο αγρολίβαδα. Σωροί
από κρόκο στο υγρό γρασίδι.
Στάθηκα στο παράθυρο:
τέλη Απρίλη. Λουλούδια ανοιξιάτικα
μες στην αυλή του γείτονα.
Πόσες φορές, αλήθεια, άνθισε το δέντρο
στα γενέθλιά μου,
τη μέρα εκείνη ακριβώς, ούτε
πιο πριν, ούτε μετά; Το αμετάβλητο
αντίβαρο στην αλλαγή, την μετεξέλιξη.
Η εικόνα αντίβαρο
στο ανυποχώρητο της γης. Τι
ξέρω εγώ γιʼ αυτό εδώ το μέρος,
τον ρόλο που το δέντρο είχε για δεκαετίες
τον πήρε ένα μπονσάι, φωνές
που ανεβαίνουν απʼ τα γήπεδα του τένις-
Λιβάδια. Άρωμα από ψηλό χορτάρι, φρεσκοκουρεμένο.
Τι περιμένεις από λυρική ποιήτρια.
Κοιτάζουμε τον κόσμο μια φορά, στα παιδικά μας χρόνια.
Τα άλλα όλα είνʼ ανάμνηση.

Μετάφραση: Σοφία Γιοβάνογλου

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι