Το τζάμπα των πολλών ρίχνει τα ΜΜΕ στα χέρια των λίγων…
08/05/2023Η δεκαετία του μνημονιακού ζόφου αποκάλυψε την πραγματικότητα μιας Ελλάδας απόλυτα εξαρτημένης και ασφυκτικά ελεγχόμενης από ξένους επικυρίαρχους, οι οποίοι σε αγαστή συνεργασία με το γηγενές κυρίαρχο συγκρότημα εξουσίας ελέγχουν σε όλες τις σφαίρες την δημόσια ζωή. Σε αυτή την εικόνα δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση και η ενημέρωση σε όλες τις εκδοχές της, με άλλα λόγια τα ΜΜΕ.
Αποτελεί, λοιπόν, μια πραγματικότητα ότι η υποταγή ή συστοίχιση της συντριπτικής πλειονότητας των εντύπων και ιστότοπων στις επιταγές του κυρίαρχου συγκροτήματος είναι ένας πρόσθετος λόγος που έχει οδηγήσει μία μεγάλη μερίδα Ελλήνων που αποζητούν σοβαρή και κυρίως έντιμη ενημέρωση στην απόρριψη. Προφανώς, η συρρίκνωση της κυκλοφορίας εφημερίδων και περιοδικών οφείλεται κατά κύριο λόγο στη μετατόπιση του κέντρου βάρους προς το Διαδίκτυο. Η κρίση αξιοπιστίας, όμως, οφείλεται στο γεγονός ότι η συστημική ενημέρωση έχει γίνει απελπιστικά μονομερής και στρατευμένη.
Οι κυρίαρχοι κύκλοι έχουν κατισχύσει παντού, ποδηγετώντας, ή περιθωριοποιώντας κάθε διαφορετική φωνή. Πιο συγκεκριμένα, η κυριαρχία του μεγάλου κεφαλαίου στον χώρο της ενημέρωσης είναι καταλυτική και καταθλιπτική. Τα ΜΜΕ είναι κρίσιμης σημασίας ιδεολογικοί μηχανισμοί, αφού διαμορφώνουν σε μεγάλο βαθμό την κοινή γνώμη. Γι’ αυτό και το μεγάλο κεφάλαιο τα αντιμετωπίζει σαν “εργαλεία” εξουσίας κι όχι ως μία τυπική επιχειρηματική δραστηριότητα. Έτσι και όχι αλλιώς λειτουργεί η σύγχρονη αυταρχική δημοκρατία σε όλα της τα επίπεδα και η ενημέρωση φυσικά δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση.
Στη συντριπτική πλειονότητά τους, οι δημοσιογράφοι, ενταγμένοι μέσα σε αυτούς τους μηχανισμούς και άμεσα εξαρτημένοι από τον εργοδότη, λειτουργούν με βάση την κλασική μέθοδο: είτε απόκρυψη, είτε έντεχνη προβολή, είτε μισή αλήθεια, είτε το δια παραλείψεως έγκλημα. Το φαινόμενο δεν παρατηρείται μόνο στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς, όπου η πληροφορία φτάνει κατά κανόνα στρεβλή στον αναγνώστη, συνοδευόμενη συχνά από “πλύση εγκεφάλου”. Στην Ελλάδα της κρίσης, όμως, οι δημοσιογράφοι έχουν σε μεγάλο βαθμό προλεταριοποιηθεί και επιπλέον έχουν συνείδηση ότι εάν λειτουργήσουν με βάση τη δεοντολογία θα κινδυνεύσουν να βρεθούν άνεργοι και χωρίς προοπτική επαναπρόσληψης.
Τα ΜΜΕ και η αδέσμευτη ενημέρωση
Το ερώτημα, λοιπόν, που εγείρεται είναι εάν υπάρχει δυνατότητα για μία εναλλακτική, ως προς τα συστημικά ΜΜΕ, αδέσμευτη ενημέρωση. Μία ενημέρωση που θα σέβεται την αλήθεια, που δεν θα αποσιωπεί ή “βάζει στα ψιλά” ό,τι ενοχλεί, που δεν θα διογκώνει όσα γεγονότα βολεύουν τους κυρίαρχους κύκλους, που, τέλος θα σέβεται και υπηρετεί την πολυφωνία. Με άλλα λόγια μία ενημέρωση που δικαιούται να χαρακτηρίζεται δημοκρατική.
Η απάντηση στο ανωτέρω ερώτημα είναι ξεκάθαρη: ναι υπάρχει δυνατότητα για εναλλακτική-δημοκρατική ενημέρωση υπό την προϋπόθεση ότι οι φορείς της θα στηριχτούν από την κοινωνία. Διαφορετικά, ακόμα κι αν επιβιώσουν είναι καταδικασμένοι να φυτοζωούν. Εάν οι αναγνώστες δεν αγοράσουν μία τέτοια εφημερίδα και ένα τέτοιο περιοδικό, εάν δεν ενισχύσουν οικονομικά έναν τέτοιο ιστότοπο, καταδικάζουν κάθε σχετική προσπάθεια στην περιθωριοποίηση.
Όταν, όμως, η κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική πρακτική δεν παράγει κάτι το εναλλακτικό στην ζωή, είναι πολύ δύσκολο να επιβιώσει μία προσπάθεια για έντιμη εναλλακτική ενημέρωση. Εάν ο αναγνώστης-καταναλωτής δεν πληρώσει αυτούς που εργάστηκαν για να παραχθεί αυτό που καταναλώνει, δεν μπορεί να έχει απαίτηση για αδέσμευτη δημοσιογραφία. Το τζάμπα των πολλών μετατρέπει τα Μέσα σε όργανα στα χέρια των “λίγων”, των κυρίαρχων κύκλων. Εδώ, λοιπόν, βρισκόμαστε.
Υπάρχουν, βέβαια, και κάποιες προσπάθειες για εναλλακτική ενημέρωση, κυρίως για εναλλακτικό προβληματισμό. Οι περισσότερες εξ αυτών, όμως, αφορούν περιοδικά και ιστότοπους που είναι συνδεδεμένοι με πολιτικές κινήσεις ή ιδεολογικούς κύκλους. Κατά κανόνα, όμως –παρά τις καλές προθέσεις– το αποτέλεσμα είναι μάλλον μίζερο και η απήχηση περιθωριακή.
Εναλλακτική ενημέρωση
Το γεγονός ότι πρόκειται για κλειστές παρέες που συχνά διαθέτουν ευαισθησία, ποιότητα σκέψης και διάθεση για κριτική του υπαρκτού, δεν αλλάζει τα πράγματα. Εκτός αυτού, διαπιστώνουμε ότι κατά κανόνα αυτές οι προσπάθειες, παρ’ ότι αυτοπροβάλλονται σαν εναλλακτικές, είναι εγκλωβισμένες σε περιθωριακές λογικές και πρακτικές. Καταλήγουν, λοιπόν, να αποτελούν μονάδες ουσιαστικά αποκομμένες από την υπάρχουσα κοινωνική και πολιτιστική πραγματικότητα. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι ασήμαντη η συμβολή των “ασεβών” αυτών ΜΜΕ στην “Εκκλησία του Δήμου”.
Το στοιχείο της κοινωνικής κριτικής στα περισσότερα απ’ αυτά τα έντυπα και τους ιστότοπους, παρουσιάζεται με την μορφή μιας θεματογραφίας που θεωρείται εναλλακτική και ριζοσπαστική (π.χ. οικολογικά, μεταναστευτικά, φεμινιστικά θέματα). Ουσιαστικά, όμως, δεν είναι η αυθεντική φωνή των “από κάτω” γι’ αυτά τα ζητήματα, αλλά μάλλον ιδεολογικές κατασκευές που ερασιτεχνικά ή επαγγελματικά υπηρετούν τον χώρο του ετεροκαθοριζόμενου δικαιωματισμού.
Παράλληλο και συμπληρωματικό είναι και το στοιχείο της έλλειψης ιθαγένειας, ο ιδεολογικός μεταπρατισμός. Η παρουσίαση των θεμάτων δείχνει να αφορά καταστάσεις μεταξύ Λουξεμβούργου και Γαλλίας, ή επέκεινα του Ατλαντικού, όχι στην Ελλάδα με τον πάσχοντα καθημερινό πολίτη. Τα περισσότερα, λοιπόν, από τα έντυπα και τους ιστότοπους αυτής της κατηγορίας είναι απομιμήσεις ξένων.
Όπως προαναφέραμε αυτού του είδους τα έντυπα και ιστότοποι, επειδή κατά κανόνα δεν μπορούν να λύσουν το ζήτημα της οικονομικής επιβίωσης, σκαλώνουν ή παραμένουν μια ερασιτεχνική ιστορία, χωρίς απαιτήσεις ευρύτερης εξάπλωσης και απήχησης στο κοινωνικό σώμα. Στην καλύτερη περίπτωση, λοιπόν, να παραμείνουν μια συνεπής, εναλλακτική στην πρόθεση, αλλά κατεξοχήν μειοψηφική ιστορία.
Ένα χαμένο κεφάλαιο
Μιλώντας πάντα γι’ αυτή την κατηγορία των εντύπων και ιστότοπων, άφησα τελευταίο το κρίσιμο ζήτημα της δημοκρατίας. Δυστυχώς, κατά κανόνα δεν περνούν τις εξετάσεις σ’ αυτό το επίπεδο. Όπως η ζωή έχει δείξει, στη συντριπτική πλειονότητά τους, παρ’ ότι έχουν υψώσει τη σημαία της εναλλακτικής ενημέρωσης, δεν έχουν την αντοχή να δεχτούν τη διαφορετική άποψη, ή τέλος πάντων, η αντοχή τους είναι πολύ μικρή. Οι εξελίξεις σ’ αυτόν τον χώρο δείχνουν ότι οι φορείς της φερόμενης εναλλακτικής ενημέρωσης δεν έχουν μάθει να συνυπάρχουν με το “διαφορετικό”. Δεν έχουν δηλαδή βιώσει και ενσωματώσει τον σεβασμό της ετερογένειας, της πολυφωνίας, του πλουραλισμού, του δικαιώματος του άλλου να σκέφτεται διαφορετικά.
Το αν η δυσμενής κατάσταση που περιγράψαμε θα αλλάξει είναι κάτι που θα φανεί στο μέλλον. Αν και είναι δεδομένο πως τα συστημικά ΜΜΕ υπηρετούν –αυτή την περίοδο με μάλλον ακραίο τρόπο– τα συμφέροντα του κυρίαρχου μοντέλου κι όχι του κοινού τους, η αλλαγή δεν πρόκειται να προκύψει από έξω. Μπορεί να προκύψει μόνο αν οι πολίτες συνειδητοποιήσουν ότι η πολιτική και κοινωνική συγκομιδή είναι αποτέλεσμα της δικής τους σποράς.