Από την εκτόξευση στην εξουσία στην ανώμαλη προσγείωση του 2023
30/06/2023Η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα σηματοδοτεί τέλος εποχής για τον ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα που από το 3% έφτασε στην εκτόξευση στην εξουσία, με σύνθημα “πρώτη φορά Αριστερά”. Η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι ο Τσίπρας ανακοίνωσε την παραίτηση του την ημερομηνία που είχαν κλείσει οι τράπεζες, το αποτέλεσμα μιας επεισοδιακής διαπραγμάτευσης με την Τρόικα που οδήγησε στο νικηφόρο δημοψήφισμα και στον οδυνηρό μνημονιακό συμβιβασμό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ με τον Τσίπρα ξεκίνησε ένα ταξίδι στην εξουσία «με παγίδες, αλλά και συναρπαστικό», όπως ανέφερε ο ίδιος. Πάντως, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ συγκέντρωνε μικρά μονοψήφια ποσοστά, τουλάχιστον τα μέλη του ήταν υπερήφανοι για την κουλτούρα τους. Aπό το 2012 και έπειτα, όμως, ο οικείος και ελιτίστικος πολιτικός μικρόκοσμος της Κουμουνδούρου έγινε γλυκιά ανάμνηση.
Η συντριπτική ήττα στις τελευταίες διπλές εκλογές μπορεί να μην επανέφερε τον ΣΥΡΙΖΑ εκεί που ήταν στη δεκαετία του 2000, αλλά ξύπνησε μνήμες από την εποχή του άλλοτε “μικρού βασιλείου” της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Το πιο ανησυχητικό για την Κουμουνδούρου είναι ότι όλα δείχνουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πάρει την κάτω βόλτα. Και βεβαίως, το πρόβλημα δεν είναι ο Τσίπρας, ώστε η παραίτησή του να ανοίξει τον δρόμο για πολιτική-εκλογική ανάκαμψη. Το πρόβλημα είναι ο πυρήνας του κομματικού μηχανισμού, “παιδί” του οποίου ήταν και ο Τσίπρας και οι επίδοξοι διάδοχοί του.
Η ιστορία “συνωμότησε για να μετατρέψει ένα –βολεμένο παλαιότερα στον ρόλο του– κόμμα διαμαρτυρίας, αρχικά σε αξιωματική αντιπολίτευση και στη συνέχεια σε κυβερνητικό κόμμα. Όπως είναι γνωστό, ο μεγάλος πολιτικός χορηγός του ΣΥΡΙΖΑ ήταν το Μνημόνιο. Αυτό ξήλωσε πολιτικοεκλογικά το ΠΑΣΟΚ. Αυτό έστειλε στην αγκαλιά του Τσίπρα πλήθη απεγνωσμένων και μισοκατεστραμμένων μικρομεσαίων.
Πριν προσγειωθεί ανωμάλως με το συμβιβασμό τον Ιούλιο του 2015, ο μικρός “αγνός και πρόβειος” ΣΥΡΙΖΑ πίστευε τότε ότι με την τότε κατακόρυφη εκλογική άνοδό του επιτέλους δικαιωνόταν η μακρόχρονη μοναχική πορεία του, ότι επιτέλους οι μάζες είδαν το φως το αληθινό κι ασπάστηκαν τις ιδέες του! Γι’ αυτό και σαν βλοσυρός πορτιέρης υπέβαλε τότε σε αυστηρό face control αριστεροσύνης τους πρώην πασόκους που συνωθούνταν στις πύλες του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ του 3%
Όσοι παραδοσιακά κόλλαγαν “ένσημα” στην Κουμουνδούρου είχαν την τάση να βλέπουν τον “πράσινο” σαν μικροαστό βουτηγμένο στην πολιτική αμαρτία. Του έκαναν τη χάρη, βέβαια, να δέχονται την ψήφο του! Αλλά μέχρις εκεί. Ήθελαν την ψήφο των κεντροαριστερών, αλλά όχι τους ίδιους ως πολιτικές οντότητες. Σαράντα τόσα χρόνια περίμεναν υπομονετικά στη στάση το λεωφορείο της εξουσίας και όταν το είδαν το 2014 να έρχεται θα άφηναν τους νεοφερμένους να ανέβουν μαζί τους; Με αυτά και με εκείνα ήταν τότε πιο εύκολο να σε δέχονταν στο Χάρβαρντ, παρά σε τοπική οργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ!
Ο Τσίπρας συνήθιζε να κρατά τις ισορροπίες μεταξύ του “κοινωνικού ΣΥΡΙΖΑ” και του παλαιού κομματικού 3-4%: Με τις τοπικές επιτροπές να είναι αυτοδιοικούμενες, υπήρχε δυσκολία στην εγγραφή νέων μελών, καθώς οι μικρογραφειοκράτες της Κουμουνδούρου διακατέχονταν από το σύνδρομο του οικοπεδούχου. Βαθιά μέσα τους θεωρούσαν τον ΣΥΡΙΖΑ ιδιοκτησία τους, παραγνωρίζοντας πως στο “οικόπεδο” δεν υπήρχε πλέον το ταπεινό “μπακάλικο” του 3-4% και πως η πολιτική πλημμυρίδα το είχε μετατρέψει σε μεγάλο σουπερμάρκετ.
Αυτό δεν μπορούσε να συμβεί, χωρίς τις μαζικές εκλογικές εισροές από την Κεντροαριστερά και όχι μόνο. Είναι χαρακτηριστικό πως μέχρι τον Μάρτιο του 2022, τα μέλη του κόμματος ήταν μόλις πάνω από 60.000, περιορισμένα για ένα κόμμα εξουσίας. Ήταν η περίοδος που ο Τσίπρας είχε επιλέξει το πρώτο άνοιγμα του κόμματος στην ευρύτερη κοινωνία, που οδήγησε τελικώς να ψηφίσουν περίπου 150.000 άτομα στις εκλογές για την ανάδειξη του προέδρου και της νέας Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος. Το συγκεκριμένο άνοιγμα έγινε τρία χρόνια μετά την ήττα του 2019, αργοπορημένα και ανολοκλήρωτα, καθώς ο Τσίπρας απέφυγε να συγκρουστεί με τις αντιστάσεις της Κουμουνδούρου, η οποία αγωνιζόταν να διατηρήσει τον έλεγχο του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι συνιστώσες του Αλαβάνου
Ποια ήταν όμως η διαδρομή του κόμματος; Στη δεκαετία του 2000, επί “βασιλείας” Αλέκου Αλαβάνου, η συγκατοίκηση με τις ολιγομελείς συνιστώσες της σκόρπιας και πολύχρωμης Αριστεράς (περιλάμβανε από ριζοσπάστες σοσιαλιστές, μέχρι αριστεριστές και αναρχικούς) είχε στόχο την κοινοβουλευτική επιβίωση. Οι συνιστώσες, όμως, δεν απειλούσαν την παραδοσιακή τάξη πραγμάτων στην Κουμουνδούρου.
Υπήρχαν, άλλωστε, παρεμφερείς πολιτικές διαδρομές και συγγενείς ιδεοληψίες. Γι’ αυτό και γρήγορα επήλθε όσμωση που ανακάτεψε την εσωκομματική τράπουλα. Με τους “πράσινους” εκλογικοούς πρόσφυγες, όμως, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Αυτοί δεν ήταν από την ίδια γειτονιά. Και ήταν πολλοί, άρα και απειλή για την πρωτοκαθεδρία των “οικοπεδούχων”. Γι’ αυτό και η συμβίωση ήταν εξαρχής σχεδόν καταναγκαστική.
Στο πρώτο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, τον Φεβρουάριο του 2014, οι πασοκογενείς βουλευτές, που είχαν πρωτεύσει σε σταυρούς στις εκλογές του 2012, ούτε καν είχαν τολμήσει να θέσουν υποψηφιότητα. Και όσοι το τόλμησαν πετσοκόφτηκαν από τα κομματικά δρεπανηφόρα. Σε αντίθεση με τον παραδοσιακό συριζαίο, ο πασοκογενής ήταν ζυμωμένος με την εξουσία. Η μικρογραφειοκρατία της Κουμουνδούρου φοβόταν τότε ότι μετά την απόφαση για διεύρυνση, οι “πρόσφυγες” πασόκοι θα αποκτούσαν ισχυρά ερείσματα στην επόμενη Κοινοβουλευτική Ομάδα.
Ιδεολογική παρουσία
Αν και η λεγόμενη Ανανεωτική Αριστερά παρέμεινε εκλογικά ισχνή καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, διατήρησε ισχυρή ιδεολογική παρουσία στη δημόσια σφαίρα με δεσπόζουσα θέση στα Μίντια και στους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους. Μπορεί, λοιπόν, τα στελέχη της να μη γεύτηκαν την εξουσία στα ανώτερα της επίπεδα, όπως οι της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, αλλά η συγκυρία έθρεψε τον ιδεολογικό και πολιτιστικό ναρκισσισμό τους, συχνά σε βαθμό αλαζονείας. Ναι μεν μιλούσαν εξ ονόματος και για τα συμφέροντα των λαϊκών τάξεων, αλλά κατά κανόνα κρατούσαν απόσταση από τον λαϊκό άνθρωπο και τις λαϊκές παραδόσεις.
Για δεκαετίες, από τις ταβέρνες των Εξαρχείων, αλλά και από κομψά ακριβά εστιατόρια, πολιτικολογούσαν και επί χάρτου έλυναν προβλήματα με την κατηγορηματικότητα του κατόχου της μοναδικής αλήθειας. Υπερασπίζονταν με πάθος τη δημόσια παιδεία, αλλά έστελναν τα παιδιά τους σε ακριβά ιδιωτικά σχολεία. Ενώ με υπερηφάνεια τόνιζαν την αριστεροσύνη τους, απολάμβαναν τη συμπάθεια των ισχυρών και συχνά, λόγω καλών σπουδών, είχαν άνετη πρόσβαση στους κρατικούς μηχανισμούς και στις μεγάλες εταιρείες. Γι’ αυτό ο Ανδρέας Παπανδρέου τους αποκαλούσε περιφρονητικά «Αριστερά των σαλονιών».
Η παράδοση αυτή του ΚΚΕ εσωτερικού μεταλαμπαδεύτηκε στην ΕΑΡ, στον Συνασπισμό και στη συνέχεια στον ΣΥΡΙΖΑ, αν και όχι σ’ όλες τις φυλές του. Όταν ήταν προ των πυλών της εξουσίας, ο Τσίπρας είχε επισκεφτεί το Άγιο Όρος και είχε παρευρεθεί σε δύο θρησκευτικούς γάμους! Τον Αύγουστο του 2022 είχε κάνει ανάρτηση για την ημέρα του Δεκαπενταύγουστου, για την Παναγία, με αποτέλεσμα να δεχθεί ειρωνικές επιθέσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Στην πλειονότητά του ο ΣΥΡΙΖΑ του 3% απεχθάνεται κάθε τι που αφορά όχι μόνο τη θρησκεία, αλλά και το έθνος. Λατρεύει να αποδομεί οτιδήποτε εθνικό και αντίθετα υπερασπίζεται με πάθος κάθε είδους μειονότητα.
Από κομπάρσος πρωταγωνιστής
Όσο η Ανανεωτική Αριστερά ήταν ένα καθωσπρέπει μικρό κόμμα διαμαρτυρίας, οι ιδεοληψίες της, (π.χ. ότι τα Σκόπια μπορούν να λέγονται Μακεδονία), δεν προκαλούσαν αντιδράσεις. Αντιμετωπίζονταν από το σύστημα με κατανόηση σαν ιδεολογικές εκκεντρικότητες. Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν όταν ο ΣΥΡΙΖΑ απέκτησε λόγω Μνημονίου δυναμική μεγάλου κόμματος. Οι όποιες επικρίσεις, μάλιστα, μετατράπηκαν σε ανοιχτή εχθρότητα, όταν η κρίση μετέτρεψε το κόμμα του Τσίπρα από κομπάρσο σε πρωταγωνιστή.
Ο συριζαίος ήταν ανέκαθεν ερωτευμένος με τον εαυτό του. Όταν άρχισε να χαϊδεύει την εξουσία δεν πιανόταν. Όταν εγκαταστάθηκε στους θώκους της εξουσίας άρχισε να σιγά-σιγά να συνειδητοποιεί ότι πια δεν μπορούσε να κάνει πολιτική μόνο με συνθήματα και καταγγελίες. Ως κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάστηκε συχνά με επώδυνο τρόπο και με κόστος για την οικονομία και κοινωνία να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο του και να κάνει ιδεολογικοπολιτικές υπερβάσεις.
Το γεγονός αυτό είχε φέρει την παλιά φρουρά αντιμέτωπη με τον εαυτό της. Από τη μία ορκιζόταν στα παραδοσιακά ιερά και όσια. Από την άλλη, όμως, η πλανεύτρα εξουσία τον έκανε να υπογράψει το τρίτο μνημόνιο και να αποδειχθεί ο πιο καλός ο μαθητής στην εφαρμογή του. Είναι αλήθεια ότι το καλοκαίρι του 2015 η “μεγάλη στροφή” είχε προκαλέσει διάσπαση. Αλλά και όσοι παρέμειναν στον ΣΥΡΙΖΑ θα σε έκαναν εχθρό εάν αμφισβητούσες την αριστεροσύνη τους: Κατάφεραν να συνδυάζουν την υψωμένη αριστερή σημαία τους με την κυβερνητική πολιτική, ένα μυστήριο που για να απαντηθεί απαιτεί υψηλές δόσεις διαλεκτικού υλισμού!
Θυμόμαστε η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είχε υπερψηφίσει χωρίς διαρροές τα εκάστοτε οδυνηρά μέτρα που επέβαλλαν οι δανειστές, στα πλαίσια του τρίτου Μνημονίου, μέτρα που έφεραν την υπερφορολόγηση της μεσαίας τάξης που ακόμα “στοιχειώνει” τον ΣΥΡΙΖΑ. Ακολούθησε η Συμφωνία των Πρεσπών που έφερε για δεύτερη φορά τον ΣΥΡΙΖΑ αντιμέτωπο με την λαϊκή ετυμηγορία, συμφωνία που ο Τσίπρας υπερασπίστηκε στην δήλωση παραίτησης του. Ο παραιτηθείς πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, κινήθηκε μετά το 2019 από την θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στην λογική ότι ήταν δεδομένο το 32% που είχε κατακτήσει στην τότε αναμέτρηση. Αποτέλεσμα που αποδείχτηκε πως μόνο δεδομένο δεν ήταν…