ΑΝΑΛΥΣΗ

Κι όμως, υπήρχαν τα σημάδια της κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ…

Κι όμως, υπήρχαν τα σημάδια της κατάρρευσης του ΣΥΡΙΖΑ... Σταύρος Λυγερός

Όποιος παρακολουθεί το SLpress.gr θα έχει συγκρατήσει κάποιες έννοιες που έχω εισαγάγει για να ερμηνεύσω το φαινόμενο της μετατόπισης του κέντρου βάρους στον χώρο της Κεντροαριστεράς – από το ΠΑΣΟΚ στον ΣΥΡΙΖΑ, πριν 10 χρόνια ως αποτέλεσμα της πολιτικής και εκλογικής κατάρρευσης του πρώτου λόγω του Μνημονίου. Είχα, λοιπόν, από τότε αποκαλέσει “εκλογικούς πρόσφυγες” τους “πράσινους” ψηφοφόρους που μετέτρεψαν το σχεδόν περιθωριακό κόμμα του Τσίπρα, αρχικά σε αξιωματική αντιπολίτευση και στη συνέχεια σε κυβέρνηση.

Η έννοια “εκλογικοί πρόσφυγες” δεν είναι ευφημισμός. Δηλώνει ότι αυτοί οι πολίτες δεν έπαψαν να είναι κεντροαριστεροί, δεν ασπάστηκαν ξαφνικά και μαζικά τις βαθιά μειονοτικές αντιλήψεις της Κουμουνδούρου. Κατέφυγαν εκλογικά στον ΣΥΡΙΖΑ, προσελκυόμενοι από την αντιμνημονιακή ρητορική του Τσίπρα. Είχαν θεωρήσει ότι το μνημονιακό ΠΑΣΟΚ τους “πρόδωσε”, ότι δεν τους εξέφραζε πλέον πολιτικά.

Αυτός είναι ο λόγος που μιλούσα για “μικρό ΣΥΡΙΖΑ” και “μεγάλο ΣΥΡΙΖΑ“. Ως “μικρό ΣΥΡΙΖΑ” εννοούσα τον παραδοσιακό ΣΥΡΙΖΑ του 3-4%, ενώ ως “μεγάλο ΣΥΡΙΖΑ” τους “εκλογικούς πρόσφυγες” που είχαν προσέλθει από το ΠΑΣΟΚ και είχαν εκτοξεύσει το ποσοστό στο 36%. Ανάμεσα στους “δύο ΣΥΡΙΖΑ” υπήρχαν εξαρχής βασικές διαφορές και ιδεολογικά και πολιτικά. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ρίζωσε στην κοινωνία. Αυτό φαινόταν ξεκάθαρα από το γεγονός ότι τα ερείσματά του σε Τοπική Αυτοδιοίκηση και συνδικαλισμό παρέμειναν δυσανάλογα μικρά, σε σύγκριση με το ποσοστό του στις βουλευτικές εκλογές. Οι “εκλογικοί πρόσφυγες” δεν είχαν μεταλλαχθεί σε συριζαίους.

Στις 29/5/2019, λίγες ημέρες πριν τις εθνικές εκλογές, στο άρθρο μου με τον εύγλωττο τίτλο “Εκτός από την εξουσία θα χάσει και το στρατηγικό στοίχημα ο ΣΥΡΙΖΑ;” έγραφα ότι το στρατηγικό διακύβευμα εκείνων των εκλογών για τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν εάν θα χάσει την κυρίαρχη θέση του στον ευρύτερο αντιδεξιό χώρο, προσθέτοντας: «Είναι προφανές πως το άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ στην Κεντροαριστερά εκείνη την περίοδο θα άλλαζε τον πολιτικό χάρτη μόνο αν ήταν στρατηγική επιλογή και υλοποιείτο με την ανασυγκρότηση του κόμματος σε νέες βάσεις. Ο Τσίπρας είπε κατά καιρούς πολλά γι’ αυτό το ζήτημα, αλλά αυτό που συνέβη στην πράξη ήταν η λογική ενός πολιτικού face control, με αποτέλεσμα το άνοιγμα τελικώς να εκφυλισθεί σε κάποιες μετεγγραφές στελεχών… Είναι προφανές, τώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ απαξιώνεται πολιτικά και συρρικνώνεται εκλογικά, ακόμα και εάν ανοίξει διάπλατα τις πόρτες του, ακόμα και εάν εγγυηθεί όρους ισοτιμίας, δεν θα βρει πολλούς πρόθυμους».

Σημάδια κατάρρευσης

Κατά τη διάρκεια της κυβερνητικής θητείας Σεπτέμβριος 2015-Ιούλιος 2019 προκλήθηκαν σοβαρά ρήγματα στον “μεγάλο ΣΥΡΙΖΑ”, κυρίως λόγω της υπερφορολόγησης της μεσαίας τάξης και της Συμφωνίας των Πρεσπών. Όταν ήλθε η ώρα της κάλπης το 2019 το έμπειρο μάτι έβλεπε ότι η κοινωνική συμμαχία σε εκλογικό επίπεδο που είχε συγκροτηθεί γύρω κυρίως από τον Τσίπρα, εμφάνιζε σημάδια κατάρρευσης.

Στις 10/5/2019 δημοσίευσα άρθρο με τον εύγλωττο τίτλο “Τι κρατάει στο παιχνίδι τον ΣΥΡΙΖΑ – Παροχές, αντιδεξιοί και ΄νεοπληβείοι΄“. Στην πραγματικότητα, ο Τσίπρας είχε στρατηγική μικρής ήττας. Με επιδόματα, μάλιστα, προς τους “νεοπληβείους”, οι οποίοι είχαν αυξηθεί αριθμητικά λόγω της κρίσης, έχτισε μία σχέση πολιτικής εκπροσώπησής τους από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε την εξουσία και δεν είχε δυνατότητα επιδοματικής πολιτικής, αυτή η σχέση ατόνησε. Το 2019, όμως, συνέβαλε στο να μην καταρρεύσει ο ΣΥΡΙΖΑ.

Ο σημαντικότερος λόγος, όμως, που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε αποσπάσει τότε 31,5% είναι άλλος. Στις 8/7/2019 σε άρθρο μου με τον επίσης εύγλωττο τίτλο “Η αντισυσπείρωση στην κυριαρχία Μητσοτάκη κράτησε ψηλά τον ΣΥΡΙΖΑ” έγραφα: «Η αντισυσπείρωση στον αντιδεξιό χώρο με σκοπό να περιορισθεί η πολιτική κυριαρχία των “γαλάζιων” και να μην δοθεί “λευκή επιταγή” στον Μητσοτάκη, αύξησε το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ σχεδόν οκτώ μονάδες, από το 23,75% στο 31,53%».

Από τότε έχω επανειλημμένως επαναλάβει πως ο φόβος της παντοδυναμίας του Μητσοτάκη, η ανάγκη να υπάρχει απέναντί του ένα αντίβαρο, μία ισχυρή αντιπολίτευση, είχε εξ αντιδιαστολής σώσει τον ΣΥΡΙΖΑ από την εκλογική κατάρρευση. Ισχυριζόμουν, μάλιστα, ρητορικά ότι το 31,5% ήταν πλασματικό κι ότι η πραγματική εκλογική επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ ήταν 23-24% και αυτή θα ήταν η βάση εκκίνησης στις επόμενες εκλογές (δηλαδή στις τωρινές).

Η δομική αστάθεια του “μεγάλου ΣΥΡΙΖΑ”

Στο άρθρο με τίτλο “Η αμφίθυμη σχέση ΣΥΡΙΖΑ-Κεντροαριστεράς – Εκλογική κυριαρχία όχι πολιτική ηγεμονία” (28/9/2019) έγραφα ότι παρά το μεγάλο ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές «στη λεγόμενη Κεντροαριστερά είναι ορατό δια γυμνού οφθαλμού ότι υπάρχει κενό πολιτικής εκπροσώπησης. Μπορεί προς το παρόν να το κάλυψε σε μεγάλο βαθμό ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά το κάλυψε μάλλον επιδερμικά… Το γεγονός ότι (οι πράσινοι “εκλογικοί πρόσφυγες”) είναι πολιτικά δυσαρεστημένοι και κυρίως ότι δεν είναι ιδεολογικά ταυτισμένοι μαζί του (με τον ΣΥΡΙΖΑ), προσδίδει μία αμφιθυμία και δομική αστάθεια στη σχέση αυτής της κατηγορίας των ψηφοφόρων με το κόμμα του Τσίπρα. Πολύ περισσότερο που ο “μικρός ΣΥΡΙΖΑ” έχει κατά κανόνα τη δική του αμφιθυμία έναντι των αντιδεξιών της Κεντροαριστεράς: θέλει την ψήφο τους, αλλά τους θεωρεί ανάξιους να έχουν πολιτικό λόγο στην παράταξη».

Σε άλλο άρθρο “Διεύρυνση στην Κεντροαριστερά με υλικά ΄μικρού ΣΥΡΙΖΑ΄” (12/5/2021) έγραφα ότι ο “μικρός ΣΥΡΙΖΑ” τορπίλισε στην πραγματικότητα τη μετάλλαξη του ρευστού κι αβαθούς “μεγάλου ΣΥΡΙΖΑ” σε μία στιβαρή κεντροαριστερή παράταξη. Και δεν αναφερόμουν μόνο σε όσους στην Κουμουνδούρου ήταν αντίθετοι στο άνοιγμα προς την Κεντροαριστερά, αλλά και στον ίδιο τον Τσίπρα, ο οποίος ουσιαστικά ως “παιδί του κομματικού σωλήνα” ήταν πολιτικά εγκλωβισμένος. Εν κατανοούσε την ανάγκη της μετάλλαξης, απεδείχθη ανίκανος να την δρομολογήσει.

«Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η πολιτική και κατ’ επέκταση δημοσκοπική καθήλωση του ΣΥΡΙΖΑ να σταθεροποιεί την κυβέρνηση Μητσοτάκη. Ρόλος κάθε αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι να διεκδικεί πειστικά την κυβέρνηση στο πλαίσιο της εναλλαγής στην εξουσία. Εάν δεν τα καταφέρνει εξ αντιδιαστολής σταθεροποιεί την κυβέρνηση. Κι αν αυτό κρατήσει για πολύ χρόνο αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα τεθεί θέμα να βρεθεί εναλλακτική λύση για τον ρόλο… Οι συνθήκες και το ρεύμα που είχε εκτοξεύσει το 2015 τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία δεν υφίστανται».

Στο ίδιο άρθρο υπενθύμιζα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε το 31,5% το 2019, επειδή «εισέπραξε την αντιδεξιά ψήφο, με σκοπό να υπάρξει ένα αντίρροπο δέος στον πανίσχυρο Μητσοτάκη. Αντί, λοιπόν, να διδαχθεί από την ίδια την αρνητική πείρα του, παραμένει εγκλωβισμένος στα ίδια ιδεολογικά στερεότυπα που απωθούν τη συντριπτική πλειονότητα των αντιδεξιών ψηφοφόρων… Το γεγονός εμποδίζει την ανάπτυξη από τον ΣΥΡΙΖΑ ενός οργανικού δεσμού πολιτικής εκπροσώπησης αυτών των στρωμάτων. Με άλλα λόγια, στην πλειονότητά τους οι κεντροαριστεροί ψηφοφόροι παραμένουν “εκλογικοί πρόσφυγες”».

Ο ιδανικός αντίπαλος

Στο άρθρο “Γιατί ο Μητσοτάκης προσεύχεται που έχει αντίπαλό του τον ΣΥΡΙΖΑ” (25/7/2021) έγραφα για τη σχέση κυβέρνησης-αξιωματικής αντιπολίτευσης: «Η πολιτική αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ τον καθηλώνει εκλογικά, με αποτέλεσμα να ευνοείται εξ αντιδιαστολής η ΝΔ και κατ’ επέκταση να σταθεροποιείται πολιτικά η κυβέρνηση. Με άλλα λόγια, το αποτελεσματικότερο πολιτικό στήριγμα του Μητσοτάκη είναι εκ των πραγμάτων ο Τσίπρας και το κόμμα του. Στην Κουμουνδούρου αρέσκονται να υπεκφεύγουν από το πολιτικό τους πρόβλημα, επικαλούμενοι το πραγματικό γεγονός ότι κατά κανόνα τα συστημικά ΜΜΕ όχι μόνο υποστηρίζουν αμέριστα την κυβέρνηση, αλλά είναι και σαφώς εχθρικά προς τον ΣΥΡΙΖΑ…

»Ο ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να δημιουργήσει πολιτικά γεγονότα όχι μόνο επειδή έχει απέναντί του κατά κανόνα εχθρικά ΜΜΕ, αλλά και επειδή δεν έχει πείσει πως αποτελεί αξιόπιστη εναλλακτική λύση στο ζήτημα της διακυβέρνησης… Αυτό συμβαίνει, επειδή για κρίσιμα ζητήματα υψηλής πολιτικής, όπως π.χ. είναι τα εθνικά θέματα, οι στρατηγικές επιλογές στον ενεργειακό τομέα και το σχέδιο για την αξιοποίηση των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης, η αξιωματική αντιπολίτευση ή συμφωνεί με την κυβέρνηση, ή σιωπά, ή έστω ψελλίζει… Η πολιτική αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ ρίχνει νερό στο μύλο του Μητσοτάκη».

Στο άρθρο μου με τον επίσης εύγλωττο τίτλο “Μήλον της έριδος η Κεντροαριστερά – Η ανεπάρκεια του ΣΥΡΙΖΑ ευκαιρία για το ΠΑΣΟΚ” (20/12/2021) έγραφα ότι «δεν πρόκειται ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνει ο διάδοχος του μεγάλου ΠΑΣΟΚ, όπως ελπίζει ο Τσίπρας… Οι κεντροαριστεροί πρώην “πράσινοι” ψηφοφόροι που πήγαν στο κόμμα του Τσίπρα σαν εκλογικοί πρόσφυγες και το εκτόξευσαν, ελάχιστα επηρέασαν την πολιτική του… Όταν το καλοκαίρι του 2019 ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε στην αξιωματική αντιπολίτευση και τα ανώτατα στελέχη του επέστρεψαν στην Κουμουνδούρου, παλινδρόμησαν στα γνωστά ιδεολογικά-πολιτικά καταγωγικά στερεότυπά τους...

»Είναι ξεκάθαρο ότι ένα ποσοστό ψηφοφόρων που είχαν εγκαταλείψει το ΠΑΣΟΚ, καταφεύγοντας κυρίως στον ΣΥΡΙΖΑ και δευτερευόντως στη ΝΔ του Μητσοτάκη, “επαναπατρίζεται” εκλογικά ή τουλάχιστον το σκέφτεται σοβαρά. Το νέο δίπολο ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ δεν είναι ακόμα παγιωμένο… Ένα σημαντικό τμήμα των κεντροαριστερών ψηφοφόρων βρίσκεται σήμερα σε κατάσταση εκλογικού μετεωρισμού. Έχει περισσότερο ή λιγότερο κριτική στάση προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τώρα με την εκλογή Ανδρουλάκη έχει αρχίσει να ελπίζει και να ξανακοιτάζει προς το ΠΑΣΟΚ. Όπως προανέφερα, το εάν η τάση “επαναπατρισμού” θα μετατραπεί σε ρεύμα και πολύ περισσότερο σε ρεύμα ικανό να αλλάξει τις ισορροπίες στο πολιτικό σύστημα, θα κριθεί κατά κύριο λόγο από το πως θα πολιτευθεί η νέα “πράσινη” ηγεσία».

Τα σημάδια και η “βουβαμάρα”

Παρέθεσα όλα τα παραπάνω για να αποδείξω ότι τα σημάδια για την κυοφορούμενη κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ υπήρχαν εδώ και χρόνια. Αν και τα σημάδια υπήρχαν, όμως, το αποτέλεσμα ήταν και για μένα μία μεγάλη έκπληξη, παρότι δεν θα έπρεπε, αφού τα είχα επισημάνει και καταγράψει. Οι άνθρωποι, όμως, έχουν την τάση να τα υποτιμούν, όταν αυτά δεν συνάδουν με τις τρέχουσες κυρίαρχες αντιλήψεις.

Η “βουβαμάρα” που επικρατούσε όλο το προηγούμενο διάστημα στην κοινωνία έκρυβε ένα ισχυρό ρεύμα πολιτικής-εκλογικής εγκατάλειψης του ΣΥΡΙΖΑ από τμήματα της κοινωνίας που στα χρόνια των Μνημονίων (2012-15) είχαν στραφεί με ελπίδα προς αυτόν. Προφανώς, τον εγκατέλειψαν, επειδή τους απογοήτευσε. Και τους απογοήτευσε, επειδή η Κουμουνδούρου ήθελε τις κεντροαριστερές ψήφους, αλλά ήταν απρόθυμη να ακούσει τα “θέλω” των κεντροαριστερών ψηφοφόρων. Κυριαρχούμενη από τη σταλινική νοοτροπία πίστευε ότι αυτή σαν “πρωτοπορία” θα επιβάλει τα ακραία μειονοτικά ιδεολογήματά της στην κεντροαριστερή εκλογική βάση.

Ήταν, λοιπόν, ζήτημα χρόνου το ρήγμα να εκδηλωθεί και να προκαλέσει την κατάρρευση. Οι μαζικές διαρροές του ΣΥΡΙΖΑ ήταν προς όλες τις κατευθύνσεις και –κατά την εκτίμησή μου– τώρα που η δυναμική εκλογικής αποδόμησης αποτυπώθηκε, στις εκλογές της 25ης Ιουνίου θα προσλάβει μεγαλύτερες διαστάσεις προς όφελος κυρίως του ΠΑΣΟΚ. Η 21η Μαΐου θα μείνει στην πολιτική ιστορία όχι μόνο για τον θρίαμβο της ΝΔ του Μητσοτάκη, αλλά κυρίως για την διαφαινόμενη ανατροπή στον κεντροαριστερό χώρο.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι