Είναι “τέκνο της δικτατορίας” το άρθρο 16 του Συντάγματος;
15/02/2024Στο προηγούμενο άρθρο μας, θέσαμε κριτικά, με τη μορφή ερωτημάτων, την επιλογή της κυβέρνησης να προχωρήσει σε νομοθετικές πρωτοβουλίες, χωρίς να περιλαμβάνονται κατά τρόπο σαφή στο πρόγραμμά της στις πρόσφατες διπλές εκλογές του 2023, προκαλώντας διχασμό στην ελληνική κοινωνία. Στη συνέχεια, εστιάζοντας στη νομοθετική πρωτοβουλία για τη δυνατότητα ίδρυσης-λειτουργίας ιδιωτικών-μη κρατικών πανεπιστημίων και επιχειρώντας να αντικρούσουμε τη θέση έγκριτων καθηγητών συνταγματικού δικαίου και αρμόδιων κυβερνητικών στελεχών, ότι το άρθρο 16 του Συντάγματος είναι χουντικής προέλευσης, ξεκινήσαμε μια ιστορική αναδρομή στις διατάξεις των Ελληνικών συνταγμάτων που αφορούν την οργάνωση της εκπαίδευσης, αναφερόμενοι αρχικά στα Συντάγματα της Ελληνικής Επανάστασης.
Στη συνέχεια τα Συντάγματα του 1844 (άρθρο 11) και του 1864 (άρθρο 16), επαναλαμβάνουν τη διαλεκτική ένταση μεταξύ δημοκρατικής/δημόσιας και φιλελεύθερης/ιδιωτικής εκπαίδευσης, με την προσθήκη της διάκρισης των βαθμίδων, καθώς εμφανίζεται για πρώτη φορά ο όρος “ανώτερη εκπαίδευση”, δεδομένης της ίδρυσης του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1837, χωρίς στην πράξη να υφίστανται ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Η τομή που επέφερε η πολύ σημαντική συνταγματική αναθεώρηση του 1911, απηχώντας τον βενιζελικό κοινωνικό φιλελευθερισμό και την παρουσία του σοσιαλιστικού χαρακτήρα αριστερού βενιζελισμού στα ζητήματα της εκπαίδευσης (άρθρο 16) είναι η συνταγματική καθιέρωση του υποχρεωτικού και δωρεάν χαρακτήρα της βασικής εκπαίδευσης, η οποία θα ολοκληρωθεί με την καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας στη συγκεκριμένη εκπαιδευτική βαθμίδα το 1917. Παράλληλα διατηρήθηκε η διαλεκτική ένταση μεταξύ δημοκρατικής/δημόσιας και φιλελεύθερης/ιδιωτικής εκπαίδευσης, δηλαδή η υποχρέωση του κράτους να παρέχει οργανωμένη, δημόσια και δωρεάν (βασική) εκπαίδευση και παράλληλα η δυνατότητα ιδιωτών να ιδρύουν εκπαιδευτικούς οργανισμούς.
Έχει σημασία εδώ να επισημανθεί ποιος ο ρόλος της ελληνικής αστικής τάξης, τα πρώτα 100 χρόνια του πολιτικού βίου του ελεύθερου ελληνικού κράτους και ποιος ο ρόλος της τα επόμενα 100 χρόνια, μέχρι και σήμερα. Εκεί βρίσκεται ένα από τα κλειδιά στην απάντηση της διατήρησης της διαλεκτικής σχέσης δημοκρατικής/δημόσιας και φιλελεύθερης/ιδιωτικής εκπαίδευσης και στη διακοπή αυτής στο επίπεδο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στο Σύνταγμα του 1975.
Η αποστολή της παιδείας στα ελληνικά Συντάγματα
Στα Συντάγματα της Β΄ Ελληνικής Δημοκρατίας (αβασίλευτης) του 1925 (άρθρο 21) και 1927 (άρθρο 23), επαναλαμβάνονται τα κεκτημένα της αναθεώρησης του 1911 αναφορικά με την εκπαίδευση, που ορίζεται ως υποχρεωτική δημόσια και δωρεάν στο στάδιο της βασικής, τη σχέση μεταξύ δημόσιας-ιδιωτικής εκπαίδευσης. Προστίθενται όμως, υπό την επιρροή των σοσιαλιστικών ιδεών (Αλέξανδρος Παπαναστασίου), οι σκοποί κοινωνικού-δημοκρατικού χαρακτήρα της εκπαίδευσης (ιδίως σ’ εκείνο του 1925) αλλά και η, συγκεντρωτική-αποφασιστικού χαρακτήρα του κράτους, αρμοδιότητα αναφορικά με τα εκπαιδευτικά προγράμματα.
Τόσο το σχέδιο του Συντάγματος του 1948 (άρθρο 9), όσο και το Σύνταγμα του 1952 (άρθρο 16), διατηρούν τη διαλεκτική ένταση δημοσίου-ιδιωτικού χαρακτήρα της εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες. Στο κλίμα της εποχής, ορίζουν το σκοπό της εκπαίδευσης, αντικαθιστώντας όμως την κοινωνιοκεντρική αποστολή σοσιαλιστικής προέλευσης, με το σχήμα του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού. Ο ελληνοχριστιανισμός στον Σπυρίδωνα Ζαμπέλιο, δημιουργό του σχήματος, στα μέσα του 19ου αιώνα, έχει το νόημα της αντίθεσης στην αποικιακού χαρακτήρα αντίληψη του δυτικού ιμπεριαλισμού, μέσα από την ανάδειξη της ελληνορθόδοξης πολιτισμικής ταυτότητας των Ελλήνων, ήδη διαμορφωθείσα την περίοδο του ύστερου Βυζαντίου, οπότε και έχει την αφετηρία του ο Νέος Ελληνισμός σύμφωνα με τον ιστορικό Νίκο Σβορώνο.
Στη μετεμφυλιακή Ελλάδα, το σχήμα του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού, σε μια τελείως διαφορετική συγκυρία – έχοντας ως προηγούμενο τις διανοητικές αντιπαραθέσεις ήδη από την περίοδο του Μεσοπολέμου – διαστρεβλώνεται το ιστορικό νόημά του, λαμβάνοντας το χαρακτήρα του απολογητισμού του “κράτους των εθνικοφρόνων” και της αντίθεσης στον μαρξισμό-ιστορικό/διαλεκτικό υλισμό.
Η χούντα στη συνέχεια ως σκληρός πυρήνας των μηχανισμών του μετεμφυλιακού κράτους και της εσωτερίκευσης του γεωπολιτικού ελέγχου της χώρας, ολοκλήρωσε τον εκφυλισμό και του συγκεκριμένου σχήματος. Αποτέλεσμα ήταν η αντικατάσταση του φθαρμένου σχήματος του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού στο ισχύον Σύνταγμα με την «ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τoυς [των Ελλήνων] σε ελεύθερoυς και υπεύθυνoυς πoλίτες», ως αποστολή της παιδείας (αρ. 16 παρ. 2 του Συντάγματος).
Περαιτέρω στο άρθρο 16 του Συντάγματος του 1952, για πρώτη φορά προβλέπονται ξεχωριστές παράγραφοι για την ανώτατη-τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αυτή παρέχεται με τη μορφή ιδρυμάτων, αυτοδιοικούμενων (όχι πλήρως), υπό την εποπτεία του κράτους, οι καθηγητές αυτών είναι δημόσιοι υπάλληλοι (όχι δημόσιοι λειτουργοί). Δεν προβλέπεται ακαδημαϊκή ελευθερία. Επιτρέπεται ακόμα η ίδρυση-λειτουργία και τριτοβάθμιων μορφών εκπαίδευσης (καθώς δεν γίνεται διάκριση στη σχετική διάταξη) από ιδιώτες «μη στερημένους των πολιτικών δικαιωμάτων» με ό,τι αυτό συνεπάγεται στη μετεμφυλιακή Ελλάδα ή από νομικά πρόσωπα. Στην προδικτατορική περίοδο υπήρχαν Πανεπιστήμια-Σχολές, μη κρατικές (Πάντειος, Βιομηχανική), όπως άλλωστε είχε αποφανθεί σχετικά και το Συμβούλιο Επικρατείας το 1961 και οι οποίες εντάχθηκαν στην πορεία στο χώρο της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Τα “Συντάγματα” της δικτατορικής περιόδου (1968, 1973) στο άρθρο 17 παρ. 4, ορίζουν τα ΑΕΙ ως αυτοδιοικούμενα (όχι πλήρως), λαμβάνοντας τη μορφή – για 1η φορά- των Ν.Π.Δ.Δ. (όχι αποκλειστικά). Οι καθηγητές είναι δημόσιοι υπάλληλοι (όχι δημόσιοι λειτουργοί). Δεν προβλέπεται ακαδημαϊκή ελευθερία. Απεναντίας, ορίζεται συγκεκριμένο όργανο κρατικής εποπτείας (Κυβερνητικός Επίτροπος). Στην παρ. 5 του ίδιου άρθρου προβλέπεται η δυνατότητα ίδρυσης-λειτουργίας και τριτοβάθμιων μορφών εκπαίδευσης (καθώς δεν γίνεται διάκριση στη σχετική διάταξη) από ιδιώτες «μη στερημένους των πολιτικών δικαιωμάτων» ή από νομικά πρόσωπα, επαναλαμβάνοντας τη διατύπωση του Συντάγματος του 1952, προσθέτοντας ότι τόσο οι ιδρύοντες, όσο και οι διδάσκοντες στις δομές αυτές της εκπαίδευσης, θα πρέπει να έχουν τα απαιτούμενα «ηθικά και λοιπά προσόντα» δημοσίων υπαλλήλων.
Στις διατάξεις των χουντικών συνταγμάτων το κρίσιμο δεν είναι η διατήρηση ή μη της δυνατότητας ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων, ασχέτως αν για λόγους αυταρχικού ελέγχου οι δικτάτορες ως διάθεση να μην ήταν θετικοί. Η δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων φαίνεται να παραμένει τυπικά, καθώς η μορφή ΝΠΔΔ δεν τίθεται ως αποκλειστική. Το κρίσιμο για τους δικτάτορες είναι ο έλεγχος της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και η μετατροπή της σε Κρατική, ολοκληρώνοντας την κατεύθυνση του αυταρχικού κρατισμού του Συντάγματος του 1952, για να «δανειστούμε» έναν κλασικό όρο του Νίκου Πουλαντζά.
Έννοια Δημοσίου Πανεπιστημίου
Το Σύνταγμα του 1975, στο άρθρο 16 προβλέπει ότι : «Η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν ΝΠΔΔ με πλήρη αυτοδιοίκηση», υπό την εποπτεία (όχι έλεγχο) του κράτους (παρ. 5). Δεν υπάρχει Κυβερνητικός Επίτροπος. Οι καθηγητές, όπως και το υπόλοιπο διδακτικό προσωπικό, είναι δημόσιοι λειτουργοί (όχι δημόσιοι υπάλληλοι). Τα σχετικά με την κατάσταση αυτών των προσώπων καθορίζονται από ειδικό νομικό καθεστώς, όχι δηλαδή από τον δημοσιοϋπαλληλικό κώδικα (παρ. 6 εδαφ. α). Το σύνολο του καθηγητικού προσωπικού καλύπτεται από το καθεστώς της ακαδημαϊκής ελευθερίας (παρ. 1). Ειδικώς οι καθηγητές προσιδιάζουν ως προς τις εγγυήσεις ισοβιότητας με το καθεστώς των δικαστών (παρ.6 εδαφ. β΄ και γ΄). Στην παρ. 8 εδαφ. β΄ ορίζεται δε ρητώς : «Η σύσταση ανωτάτων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται».
Από τη συγκεκριμένη διάταξη προκύπτει ότι η διαλεκτική ένταση μεταξύ δημοκρατικού/δημόσιου και φιλελεύθερου/ιδιωτικού στο επίπεδο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, που συνεχιζόταν και με τα “συντάγματα” της χούντας ως δημόσιο/κρατικό και ιδιωτικό κατά τη γραμματική ερμηνεία αυτών, διακόπτεται με τη ρητή απαγόρευση σύστασης ανώτατης σχολής από ιδιώτες σε συνδυασμό με τη χρήση του επιρρήματος «αποκλειστικά» πριν τα ΝΠΔΔ. Αυτό συνιστά ρητή αποδοκιμασία-απαγόρευση σύστασης-λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων, που δεν υπήρχε στα “συντάγματα” της χούντας.
Το άλλο στοιχείο που αλλάζει σε σχέση με τα Συντάγματα του 1952 και της χούντας του 1968 και του 1973, είναι ότι τα πανεπιστήμια από Κρατικά (καθηγητές δημόσιοι υπάλληλοι, μη ύπαρξη ακαδημαϊκής ελευθερίας, ύπαρξη κυβερνητικού επιτρόπου ειδικώς σ’ εκείνα του 1968 και 1973), γίνονται Δημόσια (καθηγητές και διδακτικό προσωπικό δημόσιοι λειτουργοί, κατοχύρωση ακαδημαϊκής ελευθερίας, ιδρύματα πλήρως αυτοδιοικούμενα). Αυτόν τον συγκεκριμένα δημόσιο (όχι κρατικό) χαρακτήρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης του άρθρου 16 του Συντάγματος του 1975, οργάνωσε ο κοινός νομοθέτης στη συνέχεια με το ν-π 1268/1982. Στη χώρα μας, όπως και στα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ε.Ε., η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, σύμφωνα με το άρθρο 16 του Συντάγματος, είναι Δημόσια και όχι Κρατική. Κρατική – και όχι Δημόσια με την έννοια αυτή – είναι η οργάνωση της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα, αλλά όχι αποκλειστικά κρατική, όπως άλλωστε και στα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ε.Ε.
Δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση
Αυτά είχε στο νου του ο συνταγματικός νομοθέτης του 1975 (η Ν.Δ. διέθετε 220 βουλευτές), αλλά και τα κόμματα της αντιπολίτευσης που δεν ψήφισαν μεν το Σύνταγμα, αλλά μετείχαν ενεργητικά και δραστήρια στις αρμόδιες επιτροπές και στη διαμόρφωση των σχετικών άρθρων του Συντάγματος, όπως και οι καθηγητές των πανεπιστημίων της χώρας που είχαν παρέμβει τότε στη σχετική συζήτηση.
Τα κόμματα δε της αντιπολίτευσης (ΕΚ-ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, ΚΚΕ εσωτ, ΕΔΑ), στο κλίμα της εποχής τόσο με όρους εγχώριας εξέλιξης (ριζοσπαστικά δημοκρατικό κλίμα της Μεταπολίτευσης), όσο και ευρωπαϊκής (μεταπολεμική άνοδος και κυριαρχία κοινωνικού κράτους, από-εμπορευματοποίηση υπηρεσιών και μετατροπή τους σε δημόσια αγαθά, στα οποία ο πολίτης έχει πρόσβαση- κοινωνικό δικαίωμα με την ιδιότητά του ως πολίτης, όχι ως πελάτης-καταναλωτής), πλειοδοτούσαν σε προτάσεις απαγόρευσης της ιδιωτικής πρωτοβουλίας της εκπαίδευσης και καθιέρωσης του αποκλειστικά δημόσιου χαρακτήρα της. Η πλειοψηφία δε των μετεχόντων στη σχετική συζήτηση, είτε ως εκπρόσωποι κομμάτων, είτε ως διανοούμενοι, ήταν άνθρωποι με εξαιρετικά αυξημένη δημοκρατική συνείδηση και ευαισθησία, εκφρασμένη με πράξεις και με λόγια, καταβάλλοντας το σχετικό προσωπικό κόστος.
Η ιστορική λοιπόν και η γραμματική ερμηνεία των διατάξεων που αφορούν την οργάνωση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην Ελλάδα, το περίφημο άρθρο 16, συγκρίνοντάς το με τις διατάξεις τόσο του Συντάγματος του 1952, αλλά και των χουντικών του 1968 και 1973, οδηγεί σ’ ένα καταληκτικό συμπέρασμα. Δεν έχουν καμία σχέση. Εκείνες των Συνταγμάτων του 1952, 1968, 1973- που δεν αποκλείουν την ίδρυση-λειτουργία ιδιωτικών/μη κρατικών- κινούνται στο πλαίσιο του αυταρχικού κρατισμού. Εκείνες του ισχύοντος Συντάγματος του 1975 – που αποκλείουν την ίδρυση-λειτουργία ιδιωτικών/μη κρατικών- κινούνται στο πλαίσιο της δημοκρατίας, του δημοσίου, της ελευθερίας και της ισότητας.