Ξανά στο τραπέζι η πυρηνική απειλή
01/03/2024Τις τελευταίες μέρες, η συζήτηση για αποστολή νατοϊκού στρατού στην Ουκρανία, ουσιαστικά για να εμποδίσει την κατάρρευση των δυνάμεων του Κιέβου, υποχρέωσε το Κρεμλίνο να επαναφέρει στο τραπέζι τη ρωσική πυρηνική ισχύ. Πολλοί υποστηρίζουν ότι το πυρηνικό σενάριο είναι κούφιες απειλές, δεδομένου ότι υπάρχει η περιβόητη “Αμοιβαία Εξασφαλισμένη Καταστροφή” (MAD) και κανείς δεν θα σκεφτεί ποτέ να πατήσει το κουμπί των πυρηνικών, άρα δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Κι αυτό, υποτίθεται, πως επιβεβαιώνεται από το αναίμακτο τέλος του Ψυχρού Πολέμου.
Όπως έχουμε αναφέρει σε παλαιότερα άρθρα στο SLpress.gr αυτή η άποψη είναι υπεραπλουστευτική και αισιόδοξη στα όρια της αφέλειας. Το ευτυχές τέλος του Ψυχρού Πολέμου δεν ήταν σε καμία περίπτωση νομοτελειακά αναπόφευκτο και πολύ εύκολα θα μπορούσαμε να έχουμε οδηγηθεί σε ολοκαύτωμα κατά τη διάρκειά του. Η δε “Αμοιβαία Εξασφαλισμένη Καταστροφή” δεν ήταν μια ευχάριστη κατάσταση για κανέναν από τους δύο μεγάλους μονομάχους, οι οποίοι προσπαθούσαν διαρκώς να επιτύχουν πυρηνικό πλεονέκτημα έναντι του αντιπάλου τους καθ’ όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Επίσης, είχαμε επισημάνει ότι πυρηνικός πόλεμος, ακόμη και μεγάλης κλίμακας, δεν θα σημαίνει κυριολεκτικά το τέλος του κόσμου, όπως πιστεύεται ευρέως, αν και πολύ εύκολα μπορεί να οδηγήσει στην εξαφάνιση της Ευρώπης. Άρα, ενώ θα έπρεπε να είναι ένα αδιανόητο σενάριο, δεν είναι αδιανόητο για όλους. Εκτιμάται, λοιπόν, ότι η απειλή πυρηνικού πολέμου, αποτελεί στοιχείο της ρωσικής υψηλής στρατηγικής, όπως και κάθε πυρηνικής δύναμης. Ως εκ τούτου, ο πόλεμος στην Ουκρανία και ειδικά η συζήτηση για συμμετοχή σ’ αυτόν στρατιωτικών δυνάμεων από χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, φέρνει πιο κοντά μια πυρηνική κρίση. Για αυτό ακριβώς μία σειρά από δυτικές χώρες, μεταξύ άλλων οι ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία και η Γερμανία, τήρησαν αποστάσεις από την ιδέα Μακρόν.
Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων δεν υποστηρίζουμε πως η Ρωσία θα επιδιώξει έναν πυρηνικό πόλεμο. Όμως, μπορούμε να πιθανολογήσουμε ότι μπορεί να προτάξει ένα σενάριο “ασύμμετρης αμοιβαίας καταστροφής” (asymmetrical mutual destruction) εάν απειληθεί άμεσα και κυριολεκτικά η εθνική της ασφάλεια. Το ίδιο ισχύει και για κάθε πυρηνική δύναμη. Η Ρωσία, εξάλλου, είναι σε θέση να απορροφήσει καλύτερα πυρηνικά πλήγματα από τις ΗΠΑ και κυρίως από την Ευρώπη και να προσαρμοστεί καλύτερα σε μια μεταπυρηνική πραγματικότητα – για την ακρίβεια μετά από μία πρωτοφανή στην ιστορία της ανθρωπότητας καταστροφή.
Ο καθηγητής του πανεπιστημίου Georgetown και πρώην ειδικός της CIA και του Πενταγώνου για θέματα πυρηνικού πολέμου, Matthew Kroenig, έχει διατυπώσει τη θεωρία της “nuclear superiority brinkmanship synthesis”. Σύμφωνα με αυτήν, το Κρεμλίνο μπορεί να επιδιώξει να ασκήσει εναντίον της Δύσης μια πυρηνική στρατηγική υψηλού ρίσκου (nuclear brinkmanship). Στόχος μιας στρατηγικής υψηλού ρίσκου είναι να θέσεις τον αντίπαλο ενώπιον ενός σεναρίου, το οποίο αν υλοποιηθεί θα καταστρέψει και τους δύο, αλλά προσμένοντας ότι ο αντίπαλος θα υποχωρήσει πιο γρήγορα από εσένα.
Chicken game
Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Paul Bracken, αυτή η μεθοδολογία ονομάζεται “στρατηγική δια της κρίσης” (strategy by crisis) και «στόχος της είναι να αυξήσει την αίσθηση του κινδύνου στον αντίπαλο». Παρόμοιες στρατηγικές, υπό τις νέες συνθήκες του πολέμου στην Ουκρανία, μπορεί να εξελιχθούν σε κομβικό στοιχείο ολόκληρης της υψηλής στρατηγικής της Ρωσίας. Η σημασία της πυρηνικής ισχύος στη ρωσική στρατηγική φαίνεται και από την έμφαση που δίνει σε τακτικά πυρηνικά όπλα και τον αυξανόμενο αριθμό των ασκήσεων που διεξήγαγε με αυτά, πολύ πριν την εισβολή στην Ουκρανία.
Κατά την ίδια θεωρία, δια μιας παρόμοιας στρατηγικής, η Ρωσία επιδιώκει να είναι σε θέση να επιτύχει “κυριαρχία της κλιμάκωσης” (escalation dominance) σε έναν πιθανό πυρηνικό πόλεμο. Δι’ αυτού του πλεονεκτήματος να υπερισχύσει σε έναν ανταγωνισμό αποφασιστικότητας στο “παιχνίδι του δειλού” (chicken game), ενόψει της απειλής ενός πυρηνικού πολέμου μεγάλης κλίμακας. Είναι σημαντικό να επισημάνουμε, όπως γράφουν οι Keir A. Lieber και Daryl G. Press, ότι «η κυριαρχία της κλιμάκωσης προβλέπει ότι πρέπει να υπάρχουν ικανότητες που θα επιτρέπουν τη νίκη σε κάθε στάδιο της πυρηνικής σύγκρουσης. Μια βασική πεποίθηση αυτής της στρατηγικής είναι ότι η στρατιωτική νίκη είναι δυνατή, ακόμη και σε πυρηνικούς πολέμους»!
Οι αξιόπιστες απειλές για κλιμάκωση πρέπει να βασίζονται στις πραγματικές δυνατότητες κάποιου να επικρατήσει σε πυρηνικό πόλεμο σε επίπεδο θεάτρου, ή σε ολοκληρωτικό πυρηνικό πόλεμο. Αυτή η στρατηγική, που αρχικά διατυπώθηκε από τον Herman Kahn, συνεπάγεται την ικανότητα να υπάρχει ισοδυναμία ισχύος, ή ακόμη και να υπερτερεί κάποιος έναντι του αντιπάλου του σε κάθε πιθανό επίπεδο της κλιμάκωσης. Μόνο αυτή η ικανότητα –υποστηρίζουν οι οπαδοί αυτής της στρατηγικής– καθιστά τις πυρηνικές επιλογές πραγματικά “χρήσιμες” και επομένως αξιόπιστες. Εν ολίγοις, «ο αντίπαλος πρέπει να κατανοήσει ξεκάθαρα ότι δεν μπορεί να κερδίσει και θα ηττηθεί σε οποιοδήποτε πιθανό σενάριο».
Όλα αυτά μπορεί να είναι περισσότερο ασκήσεις επί χάρτου, αλλά ας μην βιαστούμε να ξεγράψουμε την πυρηνική απειλή με βάση αντιλήψεις του τύπου “κανείς δεν πρόκειται να πατήσει το κουμπί γιατί τότε θα έλθει το τέλος του κόσμου για όλους”. Η πυρηνική στρατηγική ήταν, έτσι και αλλιώς, ιδιαίτερα πολύπλοκη, σύνθετη και με πολλές ασάφειες. Ποτέ δεν προέβλεπε έτοιμες συνταγές που θα εξασφάλιζαν νομοτελειακά την ειρήνη. Και σήμερα, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ευρύτερη γεωπολιτική πραγματικότητα στην Ευρασία, μέσα στην οποία λαμβάνει υπόσταση και η πυρηνική στρατηγική, καθίσταται ολοένα και πιο ασαφής και απρόβλεπτη.