H δημογραφική κατάρρευση στον Έβρο με αριθμούς – Εθνικά επικίνδυνη εξέλιξη
12/10/2024Η τελευταία απογραφή πληθυσμού (2021) αποκάλυψε το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας σε όλες του τις διαστάσεις. Εκτός από την αριθμητική μείωση και τη γήρανση του ελληνικού πληθυσμού. Μια από τις σημαντικότερες διαπιστώσεις ήταν ότι η δημογραφική κατάρρευση συντελείται με μεγαλύτερη ένταση στην περιφέρεια, από ό,τι στα μεγάλα αστικά κέντρα. Η περίπτωση του Έβρου έχει ιδιαίτερη σημασία.
Όταν λέμε περιφέρεια, δεν εννοούμε μόνο τους μεθοριακούς νομούς. Εννοούμε και τους νομούς του ηπειρωτικού κορμού, των οποίων οι πληθυσμοί μειώθηκαν σημαντικά στη δεκαετία 2011-2021: από τη Φθιώτιδα (-12,9%) και την Ευρυτανία (-13,2%) έως την Αρκαδία (-10,5%) και τη Μεσσηνία (-8,7%). Ο κύριος λόγος που η δημογραφική κατάρρευση «τρέχει πιο γρήγορα» στην περιφέρεια είναι ότι οι πληθυσμοί της είναι πιο γηρασμένοι από τον μέσο όρο της χώρας, αφού επί δεκαετίες οι νέοι εγκαταλείπουν αυτές τις περιοχές, πηγαίνοντας προς τα αστικά κέντρα ή μεταναστεύοντας στο εξωτερικό. Έτσι το ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων στον ηπειρωτικό κορμό είναι χειρότερο από εκείνο των μεγάλων αστικών κέντρων, στα οποία επί πλέον εγκαθίστανται και οι μεταναστευτικοί πληθυσμοί.
Η εγκατάλειψη της υπαίθρου και η συνεπαγόμενη αστικοποίηση είναι μια γενική τάση που τη συναντάμε όχι μόνο στον δυτικό κόσμο, αλλά και στις αναπτυσσόμενες χώρες. Στην Ελλάδα όμως που έχει την τάση να πρωτεύει στα αρνητικά, ο μαρασμός της υπαίθρου έλαβε δραματικές διαστάσεις. Πέρα από τις γενικές δημογραφικές τάσεις, σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε η διαχρονική απουσία ενός αναπτυξιακού σχεδιασμού, ο οποίος θα μπορούσε να κρατήσει ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής περιφέρειας ζωντανό. Αντ’ αυτού, με την εξαίρεση κάποιων αποσπασματικών παρεμβάσεων που στερούνταν πνοής και συνεκτικού σχεδιασμού, η ελληνική περιφέρεια αφέθηκε σε μια πορεία συνεχούς δημογραφικού και οικονομικού μαρασμού.
Έτσι σήμερα ολόκληρες περιοχές της υπαίθρου οδηγούνται πλέον σε δημογραφική εξάντληση, με προοπτική ερήμωσης σε έναν ορίζοντα το πολύ εικοσαετίας. Αυτή η εικόνα ήδη μεταφέρεται και στα περιφερειακά αστικά κέντρα, τα οποία έως τώρα άντεξαν, επειδή απορρόφησαν μέρος της «αγροτικής εξόδου». Για να αντιληφθούμε τί ακριβώς συμβαίνει, θα εξετάσουμε στη συνέχεια τις δημογραφικές εξελίξεις σε έναν χαρακτηριστικό εκπρόσωπο της περιφέρειας, ο οποίος εκ της θέσης του έχει και την ιδιαιτερότητα να αποτελεί μια εθνικά κρίσιμη περιοχή: τον νομό Έβρου.
Οι δημογραφικές μεταβολές στον Έβρο
Για τον σκοπό αυτό πήραμε τα αποτελέσματα των πέντε τελευταίων απογραφών και παρακολουθήσαμε αναδρομικά την πληθυσμιακή εξέλιξη των καλλικρατικών δήμων αλλά και όλων των επί μέρους οικισμών του Έβρου για το διάστημα 1981-2011. Με βάση λοιπόν τα στοιχεία αυτά προκύπτουν τα παρακάτω συμπεράσματα. Ο συνολικός πληθυσμός του νομού Έβρου παρέμεινε αριθμητικά σταθερός έως το 2011, αλλά την τελευταία δεκαετία εμφάνισε σημαντική κάμψη κατά -10%. Στο διάστημα 1981-2021 ο μείζον καλλικρατικός Δήμος Αλεξανδρούπολης παρουσίασε αύξηση πληθυσμού κατά 32%, αλλά από τις τρεις συνιστώσες του, μόνο εκείνη της δημοτικής ενότητας Αλεξανδρούπολης είχε αύξηση (+59%), ενώ οι υπόλοιπες παρουσίασαν μείωση (Φέρες -41%, Τραϊανούπολη -33%).
Σημαντική ήταν η μείωση που παρουσίασαν οι υπόλοιποι καλλικρατικοί δήμοι του Έβρου. Συγκεκριμένα, στο διάστημα 1981-2021 ο πληθυσμός του Δήμου Σουφλίου μειώθηκε κατά 43%, ο πληθυσμός του Δήμου Διδυμοτείχου μειώθηκε κατά 41% και ο πληθυσμός του Δήμου Ορεστιάδας μειώθηκε κατά 27%. Τα στοιχεία αυτά παρουσιάζουν τί συνέβη συγκεντρωτικά σε επίπεδο δήμων, αλλά δεν απεικονίζουν την επί δεκαετίες δημογραφική κατάρρευση των χωριών και των αγροτικών οικισμών που περιβάλλουν τα τοπικά αυτά αστικά κέντρα.
Για να απεικονίσουμε τις δημογραφικές μεταβολές της περιόδου 1981-2021, παρακολουθήσαμε την ποσοστιαία μεταβολή του πληθυσμού όλων των χωριών και οικισμών του νομού Έβρου. Έτσι στους 100 ανθρώπους που κατοικούσαν το 1981 σε κάθε οικιστική ενότητα, βρήκαμε πόσοι κατοικούν σήμερα (2021). Τα αποτελέσματα ήταν δραματικά: από τους αρχικούς 100 κατοίκους του 1981, σήμερα στα περισσότερα χωριά έχουν απομείνει από 50 έως 20 άτομα. Ενδεικτικά παραθέτουμε τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας για τους Δήμους Διδυμοτείχου και Σουφλίου.
Από τα διαγράμματα φαίνεται ότι στο διάστημα 1981-2021 η Δημοτική Κοινότητα (η πόλη) του Διδυμοτείχου διατήρησε σχετικά σταθερό τον πληθυσμό της, καθώς τροφοδοτείτο από τα γύρω χωριά, των οποίων οι πληθυσμοί έφτασαν να μειωθούν μέχρι και κατά 60 έως 80%. Προφανώς, δεν χρειάζεται να επισκεφτεί κανείς αυτά τα χωριά, για να διαπιστώσει ότι στα περισσότερα ζουν πλέον λίγοι κυρίως ηλικιωμένοι κάτοικοι και ότι τα σχολεία τους έχουν κλείσει από καιρό.
Έρχεται η σειρά των αστικών κέντρων
Αντίστοιχη είναι η εικόνα στην περιοχή του Σουφλίου, όπου εκεί ακόμη και η ίδια η Δημοτική Κοινότητα, δηλαδή η πόλη του Σουφλίου, παρουσίασε μείωση κατά 32,5%. Στην περιοχή της Ορεστιάδας τα πράγματα είναι κάπως καλύτερα για τη Δημοτική Κοινότητα (την πόλη) της Ορεστιάδας (+33%), αλλά η εικόνα της δημογραφικής κατάρρευσης επαναλήφθηκε στους γύρω οικισμούς, με τη μείωση πληθυσμού να φτάνει στο -60% στην Δημοτική Ενότητα Τριγώνου (συνολικά 13 χωριά) και στο -56% στην Δημοτική Ενότητα Βύσσας (5 χωριά).
Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν ότι η ύπαιθρος του νομού Έβρου καταρρέει δημογραφικά για τέσσερις σχεδόν δεκαετίες, με αποτέλεσμα να είμαστε πλέον προ της ορατής προοπτικής ερήμωσης πολλών περιοχών (λ.χ. Τρίγωνο, Μεταξάδες). Στην πράξη βεβαίως καμία περιοχή δεν ερημώνει μόνιμα, αφού πάντα στο τέλος κατοικείται από άλλους πληθυσμούς. Το ποιοι θα είναι αυτοί οι πληθυσμοί θα το δείξει το μέλλον. Εν τω μεταξύ, ήδη υπάρχουν σκόρπιες αναφορές εγκατάστασης Βουλγάρων και πληθυσμών Ρομά σε διάφορες περιοχές του Έβρου.
Η φυγή από τα χωριά τροφοδότησε όλο αυτό το διάστημα τα εγγύτερα αστικά κέντρα, καλύπτοντας τη δημογραφική τους αδυναμία. Έτσι η Αλεξανδρούπολη και η Ορεστιάδα αύξησαν τον πληθυσμό τους, ενώ το Διδυμότειχο τον διατήρησε σταθερό. Το Σουφλί και οι Φέρες είδαν όμως τον πληθυσμό τους να μειώνεται. Με την ύπαιθρο να είναι πλέον δημογραφικά εξαντλημένη, δεν υπάρχουν άλλες πληθυσμιακές εφεδρείες. Έτσι ολόκληρος ο νομός και σταδιακά και τα αστικά κέντρα εισέρχονται πλέον σε φάση δημογραφικής κάμψης. Αυτό το είδαμε ήδη να συμβαίνει στην πρόσφατη απογραφή, αλλά θα εκδηλωθεί με ακόμη μεγαλύτερη ένταση στην επόμενη, αν στο μεταξύ δεν καταβληθεί μια σοβαρή προσπάθεια αντιστροφής των παρατηρούμενων τάσεων.
Η στρατηγική σημασία του Έβρου
Όπως είπαμε, η παραπάνω εικόνα δημογραφικής κατάρρευσης δεν αφορά μόνο τον Έβρο. Αφορά το σύνολο του ελλαδικού κορμού. Η πληθυσμιακή εξασθένιση του Έβρου όμως έχει ιδιαίτερη σημασία λόγω της γεωγραφικής του θέσης. Να θυμίσουμε εδώ ότι ως αποτέλεσμα των ρυθμίσεων της Συνθήκης της Λωζάννης, ο Έβρος κατοικείται κατά απόλυτη πλειονότητα από χριστιανικούς πληθυσμούς, σε αντίθεση με τους δύο άλλους νομούς της Θράκης (Ροδόπης, Ξάνθης), όπου η παρουσία μουσουλμανικών μειονοτήτων είναι σημαντική.
Η μεγάλη αριθμητική υπεροχή του χριστιανικού στοιχείου στον Έβρο είναι αυτή που καθιστά πλειονοτική τη χριστιανική συνιστώσα συνολικά στη Θράκη και διακόπτει την εδαφική συνέχεια των μουσουλμανικών μειονοτήτων με την Τουρκία. Από αυτή την άποψη είναι σαφές ότι ο πληθυσμός του Έβρου είναι το στρατηγικό ανάχωμα στα αλυτρωτικά σχέδια της Τουρκίας έναντι της ελληνικής Θράκης. Αυτό το ανάχωμα όμως από ολιγωρία και από στρατηγική μυωπία του πολιτικού κατεστημένου της Αθήνας έχει αφεθεί να εξασθενήσει, γεγονός το οποίο μόνο κινδύνους μπορεί να εγκυμονεί για το μέλλον.
Εθνικό σχέδιο αναζωογόνησης του Έβρου
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι είναι αναγκαίο να εφαρμοστεί επειγόντως ένα στρατηγικό σχέδιο οικονομικής και δημογραφικής αναζωογόνησης του Έβρου, το οποίο ήδη έχει καθυστερήσει επί δεκαετίες. Στον περιορισμένο χώρο αυτής της αναφοράς, επισημαίνουμε ότι το σχέδιο αυτό θα πρέπει να έχει ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και στόχους. Αναφέρουμε ενδεικτικά:
- Σε πρώτη φάση πρέπει η περιοχή να τονωθεί με άμεσα μέτρα οικονομικής ελάφρυνσης (μείωση φορολογίας, ΦΠΑ, ΕΝΦΙΑ) και δημογραφικής ενίσχυσης (δημιουργία πανεπιστημιακών τμημάτων, μεταφορά σχολών και δημόσιων υπηρεσιών όπου και όσο αυτό είναι εφικτό).
- Έμφαση πρέπει να δοθεί στην τόνωση της τοπικής παραγωγής μέσω της αξιοποίησης των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της περιοχής. Ο Έβρος διαθέτει μερικά πολύ σημαντικά πλεονεκτήματα, όπως εύφορη γη, άφθονα νερά και την Αλεξανδρούπολη που είναι η πύλη του δρόμου που οδηγεί στην Ανατολική Ευρώπη.
- Η οικονομική και δημογραφική ανασύνταξη της περιοχής δεν μπορεί να βασισθεί μόνο σε ένα πλέγμα κινήτρων ή μέτρων προστασίας που θα αφήσουν την οικονομική ανάπτυξη αποκλειστικά στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Απαιτείται σαφής στρατηγικός σχεδιασμός, ο οποίος θα αφορά όχι μόνο τη μεταφορά οικονομικών πόρων, αλλά και τη μεταφορά τεχνογνωσίας στους τοπικούς πληθυσμούς.
- Ένας βασικός στρατηγικός στόχος αυτού του σχεδιασμού θα πρέπει να είναι η ανάπτυξη των περιφερειακών αστικών κέντρων (Διδυμότειχο, Σουφλί, Ορεστιάδα), τα οποία πρέπει στην επόμενη δεκαετία να διατηρήσουν τουλάχιστον τους πληθυσμούς τους.
- Απαιτείται η εφαρμογή στοχευμένων και εξειδικευμένων δημογραφικών μέτρων. Αναφέρουμε ενδεικτικά: παροχή στεγαστικών δανείων σε νέα ζευγάρια με πολύ ευνοϊκούς όρους, τα οποία σε μεγάλο βαθμό θα χαρίζονται αν τα ζευγάρια γεννήσουν 3 ή 4 παιδιά. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση τρίτου τέκνου που παρέχουν επί χρόνια οι μητροπόλεις της Θράκης.
- Να επιδιωχθούν γρήγορες νίκες. Η προσεκτική ανάλυση των ζητημάτων και των μικροαναγκών των διαφόρων περιοχών εύκολα μπορεί να αναδείξει μικρές παρεμβάσεις χαμηλού κόστους, οι οποίες μπορούν να βελτιώσουν τις συνθήκες ζωή των τοπικών πληθυσμών, όπως λ.χ. η δημιουργία αθλητικών εγκαταστάσεων και χώρων αναψυχής για τα νέα ζευγάρια και τους φοιτητές, η επισκευή μιας γέφυρας που επί χρόνια έχει τεθεί εκτός λειτουργίας (όπως π.χ. η γέφυρα του Ερυθροποτάμου στο Διδυμότειχο), η αναβάθμιση των τοπικών δικτύων (ύδρευσης, επικοινωνιών κ.λπ.).
- Κίνητρα εγκατάστασης πληθυσμού. Στην περιοχή θα μπορούσαν να δοθούν κίνητρα εγκατάστασης από άλλες περιοχές της χώρας. Θα μπορούσαν επίσης σε έναν μικρό βαθμό να εγκατασταθούν και οικογένειες προσφύγων από τους πολέμους της Ουκρανίας και της Αρμενίας, οι οποίοι θα μπορούσαν να ενισχύσουν το χριστιανικό στοιχείο της περιοχής.