Δημογραφικό: Η αμείλικτη αλήθεια των αριθμών
06/11/2024Η οικονομική κρίση επηρέασε αρνητικά τον αριθμό των γεννήσεων στην χώρα μας, όχι μόνο λόγω της φτωχοποίησης της Ελληνικής κοινωνίας, αλλά και λόγω της μετανάστευσης προς τος εξωτερικό των, κυρίως, νέων και μορφωμένων ανθρώπων που προκάλεσε. Άλλοι παράγοντες που σχετίζονται με την όξυνση του δημογραφικού ζητήματος είναι η κρίση του θεσμού του γάμου και της οικογένειας καθώς και ο ρόλος των αμβλώσεων.
Στο Γράφημα 6 παρουσιάζονται δεδομένα της EUROSTAT που σχετίζονται με την εισερχόμενη και εξερχόμενη μετανάστευση της χώρα μας και συνδέονται με το δημογραφικό. Ως μετανάστες θεωρούνται σύμφωνα με την EUROSTAT οι άνθρωποι που μένουν ή έχουν σκοπό να μείνουν τουλάχιστον 12 μήνες στην χώρα που εισέρχονται (εσωτερική μετανάστευση) ή που αφήνουν την χώρα τους με σκοπό να μην επιστρέψουν σε αυτή για τουλάχιστον 12 μήνες (εξωτερική μετανάστευση).
Όπως φαίνεται στο Γράφημα 6, εώς το 2009 (προ κρίσης) ο αριθμός των Ελλήνων που επέστρεψαν για πάντα στην Ελλάδα ήταν μεγαλύτερος από τον αριθμό των Ελλήνων που αναζητούσαν την τύχη τους στο εξωτερικό. Από το 2010 εώς και το τέλος της εξεταζόμενης περιόδου ισχύει το αντίστροφο. Συνολικά την περίοδο 2010-2022 626.742 Έλληνες αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν από την Ελλάδα. Την ίδια περίοδο επέστρεψαν 376.963 στην πατρίδα τους. Η μεγαλύτερη φυγή των Ελλήνων σημειώθηκε τα έτη 2011-2019, όπου συνολικά 496.036 Έλληνες έφυγαν από την Ελλάδα, ενώ και το 2022 34.592 Έλληνες εγκατέλειψαν την χώρα τους. Ο αριθμός αυτός αντιστοιχεί στον πληθυσμό μιας επαρχιακής πόλης της Ελλάδας.
Ποιό είναι όμως το προφίλ του Έλληνα μετανάστη κατά την περίοδο της κρίσης; Δυστυχώς, δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία, που να μας βοηθούν να απαντήσουμε στο παραπάνω ερώτημα. Σύμφωνα όμως με την έρευνα των Λαμπριανίδη και Πρατσινάκη που επικεντρώνεται στην περίοδο 2010-2015, το 75% των Ελλήνων που μεταναστεύουν στο εξωτερικό είναι απόφοιτοι πανεπιστημίου, εκ των οποίων το ένα τρίτο αφορά είτε άτομα με μεταπτυχιακές σπουδές είτε απόφοιτους ιατρικών σχολών και του Πολυτεχνείου. Επίσης, οι μισοί από τους Έλληνες μετανάστες που έφυγαν την περίοδο αυτοί ήταν άνεργοι. Ο μέσος όρος ηλικίας τους ήταν 31 χρονών. Ενώ η συντριπτική πλειονότητα των μεταναστών ήταν κάτω των 35 χρονών, το 12% των μεταναστών έφυγε σε ηλικία μεγαλύτερη των 40.
Σιωπηρή αντικατάσταση
Επίσης, πολλοί από τους μετανάστες δεν έφυγαν για να αναζητήσουν γενικά εργασία, αλλά ειδικότερα καλύτερες εργασιακές συνθήκες και οικονομικές απολαβές. Τα στοιχεία αυτά συγκλίνουν με το προφίλ του μετανάστη, που οι περισσότεροι από εμάς έχουν στο μυαλό τους, όταν σκέφτονται την μετανάστευση των Ελλήνων από το 2010 εώς και σήμερα: είναι άνθρωποι μορφωμένοι, πολλοί γιατροί, (πολιτικοί) μηχανικοί ή μεταπτυχιακοί φοιτητές, καθώς επίσης και άνεργοι 40ρηδες. Είναι κυρίως Έλληνες που θα μπορούσαν να προσφέρουν και να μεγαλουργήσουν στην χώρα τους, εάν υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες…Είναι άνθρωποι που λείπουν από την Ελληνική κοινωνία, γεγονός που αντικατοπτρίζεται στην κατάσταση και στο επίπεδο των υποδομών στην σημερινή Ελλάδα, όπως σχολεία, πανεπιστήμια, νοσοκομεία, δημόσια κτήρια κ.α, καθώς επίσης και στις παρεχόμενες υπηρεσίες.
Όσον αφορά τους εισερχόμενους μετανάστες, φαίνεται καθαρά στο Γράφημα 6, πως συνολικά την περίοδο 2008-2022 1.201.364 άνθρωποι εισήλθαν στην χώρα μας εκ των οποίων μόνο το 35% (424.823) ήταν Έλληνες. Το υπόλοιπο 65% (776.541) ήταν αλλοδαποί. Επιπλέον, δεν υπήρξε καμία χρονιά, όπου ο αριθμός των Ελλήνων που επέστρεψαν στην πατρίδα τους να ξεπερνάει τον αριθμό των αλλοδαπών που εισήλθαν στην Ελλάδα. Μόνο το έτος 2021 ο αριθμός αυτός ήταν περίπου στο ίδιο επίπεδο: 28.292 Έλληνες έναντι 28.728 αλλοδαπών.
Όσον αφορά την ηλικιακή κατανομή των εισερχόμενων μεταναστών, με βάση τα δεδομένα της ΕUROSTAT, οι Έλληνες μετανάστες κάτω των 20 ετών που επιστρέφουν στην χώρα, υπολοίπονται σημαντικά των αλλοδαπών. Συνολικά, 61.951 Έλληνες κάτω των 20 χρονών επέστρεψαν την περίοδο 2008-2022 στην χώρα τους. Αντιστοίχως, ο αριθμός των αλλοδαπών της ίδιας ηλικιακής κατηγορίας που εισήλθαν στην Ελλάδα, ήταν σχεδόν τετραπλάσιος (234.898). Οι αριθμοί αυτοί σε συνδυασμό με την υπογεννητικότητα των Ελλήνων περιγράφουν εκκωφαντικά μία σιωπηρή αντικατάσταση του πληθυσμού της Ελλάδας από αλλοδαπούς.
Γράφημα 7. Εισερχόμενοι μετανάστες: ποσοστιαία ηλικιακή κατανομή
Η κρίση του θεσμού του γάμου και της οικογένειας
Στο Γράφημα 7 προβάλλονται τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που αφορούν τις γεννήσεις στην Ελλάδα σε σχέση με τα διαζύγια και την εξέλιξη του θεσμού του γάμου. Όπως φαίνεται στο Γράφημα 8 υπάρχει μία άμεση σχέση ανάμεσα την εξέλιξη του θεσμού του γάμου και τις γεννήσεις: Όσο μειώνεται ο αριθμός των θρησκευτικών γάμων, μειώνονται οι γεννήσεις. Επίσης, με την αύξηση του αριθμού των πολιτικών γάμων παρατηρείται μία μείωση του αριθμού των γεννήσεων. Το ίδιο συμβαίνει και με τα διαζύγια: Όσο αυξάνονται τα διαζύγια τόσο μειώνονται οι γεννήσεις. Επίσης, η αύξηση του αριθμού των διαζυγίων συνδέεται με την μείωση του αριθμού των θρησκευτικών γάμων και την αύξηση του αριθμού των πολιτικών γάμων και των συμφώνων συμβίωσης.
Σε σχέση με τον θρησκευτικό γάμο, το έτος 1991 τελέστηκαν 59.710 θρησκευτικοί γάμοι, ενώ το έτος 2023 μόλις 21.402. Αντιστοίχως, το έτος 1991 οι γεννήσεις αριθμούσαν στις 102.620, ενώ το έτος 2023 στις 71.455 (από Ελληνίδες μητέρες στις 63.831). Βεβαίως, την διετία 2008, 2009 είχαμε μία αύξηση των γεννήσεων που συνδέεται κυρίως με την αύξηση του πραγματικού κατά κεφαλήν εισοδήματος, γεγονός που συνηγορεί, πως εκτός από τον θρησκευτικό γάμο και η οικονομία επηρεάζει θετικά των αριθμό των γεννήσεων.
Σε σχέση με τον πολιτικό γάμο, αυτός θεσπίστηκε στην χώρα μας το 1982 με τον νόμο 1250 από την κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου. Ενώ το 1991 μόλις το 9% των γάμων ήταν πολιτικοί, το 2023 το ποσοστό των πολιτικών γάμων ανερχόταν στο 34%. Το έτος 2023 το ποσοστό των θρησκευτικών γάμων ανερχόταν στο 39%. Αντίστοιχως, το σύμφωνο συμβίωσης που αποτελεί μια εναλλακτική μορφή γάμου, θεσμοθετήθηκε το 2008 αρχικά για τα ετερόφυλα ζευγάρια επί κυβερνήσεως Κώστα Καραμανλή και το 2015, επί κυβερνήσεως Αλέξη Τσίπρα, επεκτάθηκε και στα ομόφυλα ζευγάρια. Το 2009 το ποσοστό των συμφώνων συμβίωσης ανερχόταν στο 0,3% (161) και το 2023 στο 27% (15.069).
Συνολικά, στο Γράφημα 8 αποτυπώνεται η κρίση του θεσμού του γάμου και της οικογένειας υπό την εξής έννοια: Με την εισαγωγή και καθιέρωση εναλλακτικών μορφών μόνιμης συμβίωσης μειώνεται η σημασία του θρησκευτικού γάμου ως θεσμού. Η σημασία, όμως, του θρησκευτικού γάμου σε σχέση με το δημογραφικό αποτυπώνεται στην αποδοχή δύο προτάσεων (εντολών) που είναι οι εξής: 1) Ούς ο Θεός συνέζευξεν, άνθρωπος μη χωριζέτω. 2) Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε.
Οι εντολές ή οι σκοποί ζωής που τονίζονται και υπενθυμίζονται στον θρησκευτικό γάμο, δεν χαρακτηρίζουν, ούτε τον πολιτικό γάμο, ούτε το σύμφωνο συμβίωσης. Οι εντολές αυτές είναι για τους τελούντες θρησκευτικό γάμο βιωματικού χαρακτήρα, αφού εμπεριέχουν την ευλογία και το θέλημα του Θεού που πρέπει να εκπληρώσουν. Επομένως, ένα ενδεχόμενο διαζύγιο στην περίπτωση του θρησκευτικού γάμου συνεπάγεται για τους πιστούς μια αμαρτία ή αποτυχία εκπλήρωσης της θελήματος του Θεού.
Πονάει, σε απλά Ελληνικά, το διαζύγιο ενός θρησκευτικού γάμου περισσότερο από ό,τι το διαζύγιο ενός πολιτικού γάμου ή ενός συμφώνου συμβίωσης. Η μόνη περίπτωση που θα μπορούσε να δικαιολογηθεί ο δρόμος του διαζυγίου, είναι απουσία των παιδιών. Η γέννηση των παιδιών, η δημιουργία οικογένειας δηλαδή, είναι συνυφασμένος με την τέλεση ενός θρησκευτικού γάμου στην χώρα μας. Αυτό φαίνεται και από την τέλεση των λεγόμενων γαμοβαφτισών, την τέλεση του γάμου και της βαπτίσεως δηλαδή την ίδια μέρα, που λαμβάνουν χώρα μετά από την γέννηση ενός παιδιού με γονείς που συνδέονται συνήθως με πολιτικό γάμο ή σύμφωνο συμβίωσης.
Η κρίση στο θεσμό της οικογένειας δεν αντικατοπτρίζεται μόνο στην μείωση των γεννήσεων και στην αύξηση των διαζυγίων. “Κληροδοτείται” και στα παιδιά των διαζευγμένων γονέων, που πολλές φορές τα παιδιά αυτά ως ενήλικες αποφεύγουν την μόνιμη δέσμευση και την δημιουργία οικογένειας, για να μην βιώσουν τα παιδιά τους τις ίδιες καταστάσεις,, που βίωσαν και οι ίδιοι ώς παιδιά.
Αμβλώσεις και δημογραφικό
Άλλος ένας πολύ σημαντικός παράγοντας που σχετίζεται με την όξυνση του δημογραφικού προβλήματος στην χώρα μας είναι οι αμβλώσεις. Στην χώρα μας η τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης επιτράπηκε για πρώτη φορά το 1978 για της εξής περιπτώσεις: μέχρι και τη 12η εβδομάδα της εγκυμοσύνης σε περιπτώσεις που υπήρχε κίνδυνος για τη ψυχική υγεία της μητέρας και το γεγονός αυτό διαπιστωνόταν από ψυχίατρο εργαζόμενο σε Νοσηλευτικό Ίδρυμα Δημοσίου Δικαίου και β) μέχρι και την 20η εβδομάδα της εγκυμοσύνης εφόσον διαπιστώνονταν με σύγχρονα μέσα προγνωστικού ελέγχου (προγεννητική διάγνωση) σοβαρές ανωμαλίες στο έμβρυο που έχουν ως αποτέλεσμα τη γέννηση παθολογικών νεογνών
Η νομιμοποίηση των αμβλώσεων ψηφίστηκε ουσιαστικά το 1986 με τον νόμο 1609/1986 που θεωρούσε μεταξύ άλλων ως μη άδικη πράξη τη τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης που ενεργείται με τη συναίνεση της εγκύου από γιατρό μαιευτήρα – γυναικολόγο με τη συμμετοχή αναισθησιολόγου σε οργανωμένη νοσηλευτική μονάδα εφόσον δεν έχουν συμπληρωθεί δώδεκα εβδομάδες εγκυμοσύνης. Με τον νέο ποινικό κώδικα του νόμου 4619/2019 επαναλαμβάνονται τα ανωτέρω περί μη άδικης πράξης . Σύμφωνα με την δικηγόρο Νεοφύτου το δικαίωμα στην άμβλωσης βρίσκει τις ρίζες του στην ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας – προσωπικής ελευθερίας, που κατοχυρώνεται από το άρθρο 5 του Συντάγματος.
Ειδικότερα δε του σωματικού αυτοκαθορισμού που προκύπτει από τη παράγραφο 2, του δικαιώματος στην ζωή και την υγεία της παραγράφου 5, καθώς και από το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του άρθρου 9 παρ. 1 που αντιστοιχεί στο άρθρο 8 της ΕΣΔΑ. Σύμφωνα με την επίκαιρη νομοθεσία, δηλαδή, η άμβλωση είναι το δικαίωμα της γυναίκας να κάνει ό,τι θέλει με το σώμα της.
Σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες δεν υπάρχουν επίσημα καταγεγραμμένα στοιχεία στην Ελλάδα όσον αφορά τις αμβλώσεις. Τα στοιχεία, επομένως, που αναφέρονται στις αμβλώσεις, προέρχονται από επιστημονικές έρευνες. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΠΟΥ το έτος 2019 ο αριθμός των αμβλώσεων στην Ελλάδα ανερχόταν στις 34.600 και αφορούσε γυναίκες ηλικίας 15-49 ετών. Αντιθέτως, στοιχεία από έρευνες Ελλήνων επιστημόνων αναφέρονται σε πολύ υψηλότερους αριθμούς. Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας του 2016 (βλέπε https://www.onmed.gr/ygeia/story/346933/ektroseis) 40.000 εκτρώσεις το χρόνο πραγματοποιούνται από κορίτσια κάτω των 18 ετών.
Ενώ για το έτος 2015 οι διοργανωτές του 1ου Πανελλήνιου Σεμιναρίου Ψυχοσωματικής στην Μαιευτική Γυναικολογία ανέφεραν, πως τουλάχιστον 80.000 εκτρώσεις γίνονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα με το 25% να πραγματοποιούνται από έφηβα κορίτσια. Οι αριθμοί αυτοί είναι σοκαριστικοί. Ακόμα και αν ισχύει η συντηρητική εκτίμηση του ΠΟΥ, η αφαίρεση του δικαιώματος στην ζωή τουλάχιστον 34.600 Ελλήνων τον χρόνο, συνιστά μια τραγωδία ανείπωτη και καταθλιπτική!
Ο ρόλος της Πολιτείας
Το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδος απασχόλησε τις εκάστοτε Ελληνικής κυβερνήσεις κυρίως ως πρόβλημα βιωσιμότητας των ασφαλιστικών ταμείων και διασφάλισης των συντάξεων. Για αυτό και τα μέτρα που λήφθηκαν ήταν κυρίως προς αυτή την κατεύθυνση. Από την άλλη μεριά το φόβητρο του δημογραφικού λειτούργησε ως άλλοθι υιοθέτησης αντιλαϊκών μέτρων όπως π.χ. η αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης. Ουσιαστικά, καμία Ελληνική κυβέρνηση δεν ασχολήθηκε σοβαρά με το μείζον αυτό πρόβλημα.
Οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις θεωρούσαν ότι συνεισφέρουν στην αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος κυρίως υιοθετώντας οικονομικά μέτρα στήριξης πολύτεκνων οικογενειών και προνομιακής μεταχείρισης των τέκνων τους όπως π.χ. την μοριοδότησή τους στους διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ. Τα μέτρα αυτά είναι μεν στην σωστή κατεύθυνση, αλλά δεν λύνουν το μείζον πρόβλημα που είναι η αυξανόμενη μείωση των γεννήσεων και κατά συνέπεια η μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας. Λειτουργούν, μάλλον, καταπραϋντικά και δεν αντιμετωπίζουν την ρίζα του προβλήματος.
Tο πρόβλημα δεν είναι, ότι οι Έλληνες δεν κάνουν πολλά παιδιά, αλλά, ότι γενικά δεν αποφασίζουν να κάνουν οικογένεια. Τα οικονομικά μέτρα θα πρέπει επομένως να επεκταθούν σε όλες τις Ελληνικές οικογένειες. Προς αυτή την κατεύθυνση υπάρχουν παραδείγματα από το εξωτερικό όπως στην Γερμανία που οι γονείς λαμβάνουν κάθε μήνα από το κράτος 250€ για κάθε παιδί. Εάν έχεις ένα παιδί λαμβάνεις 250€ μηνιαίως, εάν έχεις τέσσερα, λαμβάνεις 1.000€.
Επίσης, θα πρέπει οι Ελληνικές κυβερνήσεις να καταλάβουν πως το δημογραφικό πρόβλημα δεν συνίσταται μόνο στην βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος και την διασφάλιση των συντάξεων. Η λύση για το ασφαλιστικό δεν είναι η παράνομη μετανάστευση. Με 471.100 ανέργους το 2023, είναι παράδοξο να προμοτάρεις στην ουσία την παράνομη μετανάστευση με σκοπό να μαζευτούν οι σοδειές στην Αμαλιάδα και στην Κρήτη.
Επίσης, είναι σημαντικό να προαχθεί ο θεσμός του γάμου και της οικογένειας. Όπως είδαμε παραπάνω, από το 1982 οι Ελληνικές κυβερνήσεις δούλεψαν προς την κατάργηση της ιερότητας του θεσμού αυτού, νομοθετώντας εναλλακτικές μορφές γάμου, με αποκορύφωμα τον νόμο της κυβέρνησης Κυριάκου Μητσοτάκη στις 15 Φεβρουαρίου 2024 για τον γάμο των ομοφύλων. Σίγουρα, το δημογραφικό πρόβλημα δεν λύνεται υιοθετώντας και υπερπροβάλλοντας στείρες μορφές νόμιμης συμβίωσης.
Εάν η πολιτική δράση είναι απαραίτητη για την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης και την προαγωγή του θεσμού του γάμου και της οικογένειας, τότε η συνεισφορά της για την μείωση των αμβλώσεων πρέπει να είναι αυτοσκοπός. Στην πραγματικότητα βέβαια, ισχύει ακριβώς το αντίθετο: καμμία Ελληνική κυβέρνηση δεν ασχολείται με αυτό το θέμα. Η αντίληψη πως οι αμβλώσεις είναι δικαίωμα της γυναίκας να αυτοδιαθέτει το σώμα της όπως επιθυμεί, είναι εσφαλμένη. Σε αυτό συνηγορούν τα διάφορα ψυχολογικά προβλήματα που αποκτούν οι περισσότερες γυναίκες μετά από μία έκτρωση.
Σίγουρα, η λύση όλων των παραπάνω προβλημάτων που συνδέονται με το δημογραφικό, εξαρτάται από την θέληση της πολιτείας να τα αντιμετωπίσει. Κάποιος θα αναρωτηθεί πως αυτό δεν είναι για καθαρά αντικειμενικούς λόγους εφικτό, επειδή δεν υπάρχουν τα κατάλληλα μέσα και δυνατότητες. Η άποψη μου είναι πως περισσότερο λείπει η βούληση της πολιτείας παρά τα μέσα. Αν αναρωτηθεί κανείς, με ποιον τρόπο αντιμετωπίστηκε από την πολιτεία η κρίση του κορονοϊού, πόσες φορές την ημέρα ενημερωνόμασταν για την επικινδυνότητα της πανδημίας, τον ρόλο του παππού και της γιαγιάς στην Ελληνική κοινωνία, τους θανάτους, τους διασωληνωμένους, τον καθοριστικό ρόλο της κοινωνικής απομόνωσης στην εξάπλωση του ιού, καθώς επίσης και τα μέτρα ελέγχου και καταστολής που ακολούθησαν, τότε εύκολα καταλαβαίνει κανείς πως η λύση του δημογραφικού δεν είναι θέμα μέσων αλλά πολιτικής βούλησης…