Ο Κυριάκος απέναντι στο δίλημμα “Τραμπ ή Βρυξέλλες”!
22/01/2025Οι σχέσεις Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών είναι και θα παραμείνουν σε άριστο επίπεδο λόγω των παραδοσιακών κοινών αξιών και συμφερόντων τους, αλλά τους προσεχείς μήνες ίσως υπάρξουν αναταράξεις και διλήμματα στην Αθήνα για τη στάση της σε θέματα που η Ουάσιγκτον θα αντιπαρατεθεί με την ΕΕ και τα ισχυρότερα μέλη της.
Άλλωστε, υπάρχει και – σχετικά πρόσφατο – προηγούμενο. Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, είχε αιφνιδιαστεί κατά τους πρώτους μήνες της θητείας του από την προσεκτική τακτική του επιτελείου του τότε – και πάλι – προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Η πρόσκληση που ανέμενε ο Πρωθυπουργός για επίσημη επίσκεψη στην Ουάσιγκτον, μόλις λίγες εβδομάδες μετά τις εκλογές του Ιουλίου 2019, δεν ερχόταν.
Οι δε διπλωματικές και “λομπίστικες” επαφές (και σκόπιμες διαρροές στον ελληνικό Τύπο), για συνάντηση με τον Τραμπ με την ευκαιρία της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, κατέληξαν σε μια απλή χειραψία δευτερολέπτων και φωτογράφηση στην προεδρική δεξίωση για όλους τους ξένους ηγέτες που βρίσκονταν στη Νέα Υόρκη.
Όταν πια δρομολογήθηκαν οι διαδικασίες για συνάντηση στο Οβάλ Γραφείο τον Ιανουάριο του 2020, κατέστη σαφέστατο στην ελληνική πλευρά ότι υπήρχε μια προϋπόθεση για την οριστικοποίησή της. Η κυβέρνηση όφειλε να εγκαταλείψει τα σχέδια για την ανάθεση των δικτύων 5G στην Κίνα που αβασάνιστα – μαζί με άλλα ανοίγματα προς το Πεκίνο – προωθούσε ο κ. Μητσοτάκης.
Χωρίς, προφανώς, να δίνει σημασία στην ασφάλεια τηλεπικοινωνιών των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων στην Ελλάδα (Σούδα κ.λπ.) και τη γενικότερη αντιπαράθεση του προέδρου Σι Τζινπίνγκ με την Ατλαντική Συμμαχία.
Ο Μητσοτάκης σχοινοβατεί
Σήμερα, τα πράγματα είναι περισσότερο περίπλοκα και οι ισορροπίες πιο ευαίσθητες. Ο πρόεδρος Τραμπ – είτε σαν άσκηση πίεσης είτε ως πραγματικά προωθούμενη πολιτική – έχει πλήθος διαφωνιών του με την Ευρώπη με έμφαση στην Ουκρανία, τις αμυντικές δαπάνες των μελών του ΝΑΤΟ και σειρά εμπορικών θεμάτων.
Η ασάφεια και ρευστότητα θα διατηρηθούν για αρκετούς μήνες μέχρι να εγκριθούν από το Κογκρέσο οι διορισμοί όλων των αξιωματούχων της διοίκησης Τραμπ και να εξεταστεί η προοπτική μιας συνόδου ΕΕ-ΗΠΑ τον προσεχή Ιούνιο, όταν θα συγκληθεί και η σύνοδος κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη.
Σύμφωνα με Έλληνες και ξένους διπλωμάτες, οι χθεσινές δηλώσεις της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλας φον ντερ Λάιεν («πολλά διακυβεύονται και για τις δύο πλευρές» και «είμαστε έτοιμοι να διαπραγματευτούμε») είναι αποτέλεσμα διεργασιών που άρχισαν μόλις λίγες ημέρες μετά την εκλογή του Τραμπ.
Η επικεφαλής της Κομισιόν φέρεται να έχει καταρτίσει μια “short list” ευρωατλαντικών προτεραιοτήτων (Ουκρανία, εμπόριο, ενέργεια) και να εκφράζει αισιοδοξία περί συγκλίσεων. Ωστόσο, η αμερικανική πλευρά δεν έχει καταλήξει αν – πέραν των επαφών μεταξύ τεχνοκρατών – προτιμά οι “σκληρές” πολιτικές διαπραγματεύσεις να διεξαχθούν με την Κομισιόν ή, διμερώς, μόνο με ορισμένα κράτη-μέλη της ΕΕ. Και, με τη σειρά τους, είναι άγνωστο αν το Παρίσι (υπό την ασταθή διακυβέρνηση Μακρόν-Μπαϊρού), το Βερολίνο (όποτε σχηματιστεί νέα κυβέρνηση) και η Ρώμη (με την – προσκείμενη στον Τραμπ – Τζόρτζια Μελόνι) θα επιλέξουν τη διμερή ή συλλογική διαπραγμάτευση με τις ΗΠΑ.
Το Μαξίμου ετοιμάζεται για την θύελλα Τραμπ
Σε αυτό το πλαίσιο, η διαμόρφωση πολιτικής εκ μέρους του Έλληνα πρωθυπουργού είναι δύσκολη και θα καταστεί ακόμα δυσκολότερη, αφού θα πρέπει να είναι προσεκτικός τόσο έναντι του Τραμπ, όσο και έναντι των πολλών Ευρωπαίων “παικτών”.
Ταυτόχρονα, αν και ασφαλώς δεν ομολογείται από το Μαξίμου, υπάρχει αγωνία ως προς τη μικρή ή μεγάλη σημασία που θα αποδώσει ο Λευκός Οίκος στην αντι-Τραμπ ατζέντα του κ. Μητσοτάκη μέχρι και λίγες εβδομάδες πριν από τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ.
Ενδεικτικό της σταδιακής αλλαγής κλίματος είναι ότι η Αμερικανική Πρεσβεία πρόσφατα συζήτησε με την ελληνική πλευρά (σε σοβαρό υπηρεσιακό επίπεδο και όχι στο light δημοσιοσχετίστικο του άρτι απελθόντος Τζορτζ Τσούνη) τρία σημαντικά θέματα: Την ετήσια Έκθεση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για την Ελλάδα, την ποιοτική αναβάθμιση της υποστήριξης προς την Ουκρανία και την προσέγγιση της Αθήνας ως προς την πρόσβαση αμερικανικών εταιριών στη νέα αμυντική-βιομηχανική στρατηγική της ΕΕ.