Η ευθανασία στα δεσμά του νόμου
02/06/2025
«Ζητώ συγγνώμη από την οικογένειά μου. Ήθελα μόνο να βοηθήσω τη Μαρία, να μην πονάει και να μην υποφέρει. Ευχαριστώ όλο το προσωπικό για τη βοήθεια που της πρόσφερε. Ζητώ συγγνώμη για την αναστάτωση που σας προκάλεσα»…«Κρείσσον το μη ζην ή ζην αθλίως», έγραψε ο Μένανδρος και παρότι, τότε, η σημασία ήταν τελείως διαφορετική, η ουσία παραμένει η ίδια εν έτει 2025.
Επ’ αφορμή της οικογενειακής τραγωδίας, που γράφτηκε στο Νοσοκομείο του Ρεθύμνου, κατά την οποία ένας άνδρας πυροβόλησε και σκότωσε τη σύζυγό του (καρκινοπαθή στο τελικό στάδιο) και έπειτα αυτοκτόνησε, επανέρχεται η – πρώιμη για την ελληνική κοινωνία – συζήτηση για το δικαίωμα στο θάνατο, ως την άλλη όψη του απόλυτου δικαιώματος στη ζωή, και εν προκειμένω το ερώτημα, εάν πρόκειται για μία ακόμη δολοφονία – ή γυναικοκτονία, όπως έχει κυριαρχήσει πλέον ως όρος – ή για μία ύψιστης μορφής πράξη αγάπης και αυτοθυσίας (στην εισαγωγή παραθέσαμε το σημείωμα που άφησε ο αυτόχειρας).
Είναι γνωστό ότι στην Ελλάδα η ευθανασία απαγορεύεται. Το δικαιϊκό μας σύστημα δεν αναγνωρίζει το δικαίωμα στο θάνατο (και δη στον καλό θάνατο, σύμφωνα με την ετυμολογία της λέξης “ευ-θνήσκειν”), προβλέποντας και προλαμβάνοντας κάθε πιθανή πράξη, τυποποιεί και τιμωρεί την ανθρωποκτονία με πρόθεση κατ’ αρ. 299 ΠΚ, την ανθρωποκτονία με συναίνεση κατ’ αρ. 300 ΠΚ και τη συμμετοχή σε αυτοκτονία κατ’ αρ. 301 ΠΚ.
Σε αντίθεση με την αυτοκτονία, η ευθανασία προϋποθέτει την σύμπραξη τρίτου ατόμου και έχει ως αποτέλεσμα να αναχθεί η εν λόγω πράξη σε αδίκημα και να απασχολεί τη ποινική δικαιοσύνη ως ένα κοινό έγκλημα. Ποινικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η ενεργητική ευθανασία, δηλαδή η τέλεση πράξης που επιφέρει ως αποτέλεσμα το θάνατο, ενώ κατοχυρώνεται ή άλλως παραμένει ποινικά αδιάφορη, η παθητική ευθανασία, δηλαδή η βούληση του ασθενούς να αρνηθεί ή να διακόψει τη θεραπεία του, λόγω της οποίας ο θάνατος επέρχεται ως φυσικό επακόλουθο.
Οφείλουμε όμως να σημειώσουμε ότι υπό τις πολύ αυστηρές προϋποθέσεις του αρ. 300 ΠΚ, εκτιμάται από το νομοθέτη, η “σπουδαία και επίμονη” απαίτηση του θύματος, το οποίο πρέπει να πάσχει από “ανίατο ασθένεια”, και το “αίσθημα οίκτου”, από το οποίο πρέπει να εμφορείται ο φυσικός αυτουργός της πράξης, προσδίδοντας στην ανθρωποκτονία με συναίνεση μικρότερο βαθμό απαξίας, συγκριτικά με την ανθρωποκτονία εκ προθέσεως του αρ. 299 ΠΚ.
Τί συμβαίνει διεθνώς
Σε διεθνές επίπεδο, με πρώτη την Ολλανδία, ολοένα και περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, όπως το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, η Ισπανία, η Αυστρία, η Πορτογαλία κατοχυρώνουν την ευθανασία ή/και την υποβοηθούμενη αυτοκτονία, με την Ελβετία να αποτελεί, μάλιστα, κατ’ εξοχήν προορισμό για τον “τουρισμό αυτοκτονίας”.
Πιο πρόσφατο παράδειγμα, αυτό της Μεγάλης Βρετανίας, ενώ προ ολίγων ημερών και η Γαλλία προχώρησε στην έγκριση δύο νομοσχεδίων για την παρηγορητική φροντίδα και τη βοήθεια στο θάνατο, αποφεύγοντας, ωστόσο, τεχνηέντως να συμπεριλάβει τους όρους ευθανασία και υποβοηθούμενη αυτοκτονία. Έντονη πολιτική αντιπαράθεση έχει προκαλέσει το ζήτημα και στην Κύπρο, κατόπιν σχετικής πρότασης νόμου, που κατατέθηκε στην κυπριακή Βουλή την περασμένη εβδομάδα.
Η Ελλάδα φαίνεται πως δεν είναι ακόμα έτοιμη για μία τέτοιας έκτασης κοινωνική μεταρρύθμιση, καθώς αυτού του είδους οι συζητήσεις διχάζουν βαθιά την κοινωνία. Η στάθμιση από τη μία πλευρά του απόλυτου δικαιώματος στη ζωή και από την άλλη της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και αυτοδιάθεσης, όταν ο βίος καθίσταται αβίωτος, παραμένει ένα πολύπλοκο ηθικά και νομικά ζήτημα. Μένει να παρακολουθήσουμε και να ακολουθήσουμε – ή όχι – τις διεθνείς εξελίξεις.
H Εύα Γιαλίδη είναι δικηγόρος