Το περιπλανώμενο στην Αθήνα γλυπτό του Ζευγώλη
27/07/2025
Το 1919 ο Νάξιος γλύπτης Γρηγόριος Ζευγώλης (1886-1950) εξέθεσε στην Αθήνα γύψινο πρόπλασμα έργου του που απεικόνιζε, σε μαλακή σιγμοειδή στάση, την Εύα γυμνή, μετά από το προπατορικό αμάρτημα, να κρατάει στο δεξί χέρι της το μήλο και να συμπληρώνεται δεξιά στο κάτω μέρος της με το φίδι που την είχε εξαπατήσει. Πίσω της φαίνεται κομμάτι βράχου.
Το πρότυπο για το άγαλμα της Εύας, που η συντηρητική κριτική της εποχής το αντιμετώπισε αρνητικά, θα πρέπει να αναζητηθεί σε κλασικιστικά γυναικεία γυμνά από το φάσμα των Jean-Antoine Houdon (1741-1828), Henri Lemaire (1798-1880), Aristide Maillol (1861-1944) και Fernand Ouillon-Carrère (1879-1959).
Ο Ζευγώλης σπούδασε στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας ζωγραφική κοντά στον Νικηφόρο Λύτρα (1832-1904) και γλυπτική κοντά στον Γεώργιο Βρούτο (1843-1909). Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές του, πήγε στο Παρίσι, όπου μαθήτευσε επί τρία χρόνια δίπλα στον Raoul Verlet (1857-1923), στον Paul Maximilien Landowski (1875-1961) και στον Jules Félix Coutan (1848-1939), τιμώμενος με δύο μετάλλια.
Ποιητική ιδιοσυγκρασία
Θαυμαστής του Auguste Rodin (1840-1917), είναι από τους πρώτους Έλληνες γλύπτες που αναπροσανατολίζονται από το Μόναχο στο Παρίσι. Το 1911 άνοιξε το εργαστήριό του στην οδό Ηπείρου 29, από κοινού με τους φίλους του ζωγράφους Νίκο Λύτρα (1883-1927) ―γιο του δασκάλου του― και Όθωνα Περβολαράκη (1887-1974). Στο προαύλιο του εργαστηρίου αυτού παρέμενε, χάρη στην επιμονή του Λύτρα, το γύψινο πρόπλασμα της Εύας.
Ο Ζευγώλης παρουσίασε έργα του σε πολλές εκθέσεις, εκτός από τη μόνιμη προβολή τους στο εργαστήριό τους. Κατά τη δεκαετία του 1940 το εργαστήριό του το έχει μεταφέρει στα Εξάρχεια, στην οδό Ερεσσού 16. Η κύρια συμβολή του έγκειται στη χρήση της εύπλαστης παστελίνης που την επιχρωμάτιζε, νεωτερισμός που προξένησε επικριτικά σχόλια.
Δημιούργησε προτομές και ηρώα ―από τα οποία διακρίνονται της Κερατέας, της Μυτιλήνης και των Γιαννιτσών―, ταφικά μνημεία, ηθογραφικές συνθέσεις και διακοσμητικές παραστάσεις, όπως για το χορευτικό κέντρο της Αθήνας “Μαξίμ” το 1935, που το 1949 έδωσε τη θέση του στον ομώνυμο κινηματογράφο και το 1971 στο θέατρο “Αλίκη”.
Ιδιοσυγκρασία ευαίσθητη, ποιητική, είχε εξομολογηθεί προς τον δημοσιογράφο της εφημερίδας “Η Βραδυνή” Δημήτριο Καλλονά (1907-1965), στις 26 Ιανουαρίου 1935, ότι, αν ήταν οικονομικά ανεξάρτητος, θα στοίβαζε τα έργα του σε αποθήκη και θα τα άφηνε να τα καταστρέψει η υγρασία…
Το άγαλμα και οι περιπέτειές του
Κατά τη δεκαετία του 1930 ο δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Γ. Κοτζιάς (1892-1951) ζήτησε από τον γλύπτη να το μεταφέρει σε μάρμαρο, προκειμένου να κοσμεί πλατεία που πήρε και το όνομά της στην κηπούπολη Κυπριάδου, στη στροφή της προς το Γαλάτσι. “Κυπριάδου” επονομάστηκε ο συνοικισμός μετά από το 1923, παίρνοντας ένα από τα επώνυμα των μετόχων της ιδρύτριας εταιρείας “Κυπριάδης, Κυριαζής και Σία”. Σύμφωνα με άλλη πηγή, η οικογένεια του αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη (1887-1968), σε σχέδια του οποίου έγινε ο συνοικισμός Κυπριάδου, ήταν εκείνη που ζήτησε από τον Ζευγώλη να περάσει το έργο από τον γύψο στο μάρμαρο.
Όπως μαθαίνουμε από άρθρο του Κύπριου δημοσιογράφου Παύλου Κριναίου (Χαρίλαου Μιχαηλίδη, 1903-1986) στην εφημερίδα “Η Βραδυνή”, στις 24 Μαΐου 1952, κατά τη δεκαετία του 1950 νεαροί έγραφαν με μελάνι τα ονόματά τους πάνω στην Εύα, ενώ διέκρινε κανείς και σπίλους στην ήβη της. Αργότερα προστέθηκαν αποκρούσεις, αποκοπές, σε σημεία του σώματός της. Δεν είναι βεβαίως το μόνο γλυπτό στην Αθήνα που υπέστη τις συνέπειες κάθε είδους φθοροποιών επεμβάσεων. Έχουμε σε άλλη ανάρτησή μας μνημονεύσει βανδαλισμούς αθηναϊκών αγαλμάτων ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα.
Είκοσι χρόνια μετά, το 1972, μεσούσης της Απριλιανής Δικτατορίας, στο πλαίσιο της σεμνοπρέπειας που εκείνη με ζέση ευαγγελιζόταν, χάρη σε ενέργειες κληρικού της περιοχής, το έργο απομακρύνθηκε. Όμως δεν καταχωνιάστηκε σε κάποιαν αποθήκη ούτε τοποθετήθηκε σε κάποιο απόμερο σημείο της Αθήνας αλλά στην Πλατεία Κυψέλης, απέναντι από τον ανδριάντα του Κωνσταντίνου Κανάρη (1793-1877), που τον δημιούργησε ο γλύπτης Λάζαρος Φυτάλης (1831-1909) το 1876.Η σημερινή θέση του έργου
Στην Κυψέλη έμεινε έως το 1995, οπότε ο Πολιτιστικός Σύλλογος “Η Αναγέννηση”, με έδρα του στην Κυπριάδου, κατόρθωσε το άγαλμα της Εύας να βρει τη θέση του πάλι στην Κυπριάδου, στο πάνω μέρος της Πλατείας Κωνσταντίνου Νικολοπούλου/Ροστάν, όπως μετονομάστηκε η Πλατεία Εύας. Αλλά πώς και πότε έγινε η μετονομασία της;
Ο Κωνσταντίνος Νικολόπουλος (1890-1972) ήταν δικηγόρος, πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Αθηναίων, όταν έφυγε από τη ζωή ο δήμαρχος Κώστας Γ. Κοτζιάς, το 1951, και υπήρξε ο διάδοχός του στη Δημαρχία Αθηναίων. Φρόντισε για τον ηλεκτροφωτισμό της οδού Πατησίων και της ευρύτερης περιοχής της, για τη φύτευση πλατειών της και για δενδροστοιχίες της. Δόθηκε το ονοματεπώνυμό του στην Πλατεία Εύας μετά από τον θάνατό του, ενώ το 1973 χρονολογείται η μαρμάρινη προτομή του, έργο της μικρανιψιάς του Χαλεπά Κατερίνας Χαλεπά-Κατσάτου (1925-2004), προτομή η οποία ανιδρύθηκε στο κάτω μέρος της πλατείας. Ο Εδμόνδος Ροστάν (1868-1918) υπήρξε Γάλλος ποιητής και θεατρικός συγγραφέας.