Ο Ελληνισμός μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ…
05/08/2025
Στον άξονα Υπερκαυκασίας-Μέσης Ανατολής-Βόρειας Αφρικής λαμβάνει χώρα μια ριζική αναδιάταξη ισορροπίας ισχύος με ταυτόχρονη αναδιαμόρφωση του πολιτικού χάρτη. Το σημαντικότερο χαρακτηριστικό του νέου γεωπολιτικού τοπίου, στην εποχή μετάβασης στον πολυπολικό κόσμο, είναι η διαδικασία ανάδυσης δύο περιφερειακών δυνάμεων, του Ισραήλ και της Τουρκίας.
Οι δυο τους ανταγωνίζονται για την αύξηση της επιρροής τους σε μια τεράστια περίμετρο, στην οποία συμπεριλαμβάνεται και ολόκληρος ο Ελληνισμός (Ελλάδα και Κύπρος). Σε αυτήν την κούρσα ανταγωνισμού προκύπτουν σημεία αντιπαράθεσης, όπως είναι η μαζική εξόντωση των δύσμοιρων Παλαιστινίων στη Γάζα και το εύρος επιρροής της κάθε μιας επί της τραγικής Συρίας. Υπάρχουν, όμως, και σημεία σύγκλισης, όπως στο Αζερμπαϊτζάν εις βάρος της επίσης τραγικής Αρμενίας.
Κομβικό στοιχείο της εν λόγω εξέλιξης είναι ότι οι δύο χώρες δεν δρουν ως εκπρόσωποι παγκόσμιων υπερδυνάμεων, αλλά λειτουργούν σε περιβάλλον διευρυμένης αυτονομίας αποφάσεων, με κριτήριο την εφαρμογή των δικών τους επεκτατικών επιδιώξεων. Και οι δύο προβάλλουν επιθετική εθνικιστική ιδεολογία, παρά τις εσωτερικές αντιθέσεις (νεοοθωμανισμός και κεμαλισμός στην Τουρκία, ακροδεξιός και προοδευτικός σιωνισμός στο Ισραήλ), ενώ κατέχουν αξιοσημείωτη στρατιωτική ισχύ που δεν διστάζουν να τη χρησιμοποιήσουν. Προφανώς το Ισραήλ υπερέχει κατά πολύ τεχνολογικά, αλλά η Τουρκία διαθέτει σημαντικό πληθυσμιακό πλεονέκτημα, παράλληλα με τα αξιοσημείωτα βήματα που έχει κάνει στους στρατιωτικούς της εξοπλισμούς.
Από μόνες τους, ωστόσο, οι παραπάνω προϋποθέσεις δεν θα έφθαναν για την μεταπήδηση των δύο αυτών χωρών στο επίπεδο των μεγάλων δυνάμεων. Σε αυτό συντελούν σε σημαντικό βαθμό και άλλοι παράγοντες, με κυριότερο τις εφεδρείες τους. Η τουρκική ισχύς επιχειρεί να εμφανιστεί ως προβολή του τουρκοϊσλαμικού κόσμου που τέμνει την Ευρασία από την κινεζική επαρχία Ξιν Γιάνγκ και τις τουρκογενείς φυλές της Σιβηρίας και καταλήγει στα προάστια των δυτικοευρωπαϊκών πόλεων με τα γκέτο των μουσουλμάνων μεταναστών. Το δε Ισραήλ, παρά την περιορισμένη του εδαφική επικράτεια και τον μικρό πληθυσμό του ενισχύεται καθοριστικά από κρίσιμα κέντρα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και την σημαντική επιρροή του στις πολιτικές ηγεσίες της Δύσης, με πρώτιστη αυτή των ΗΠΑ.
Πυραμίδα ισχύος
Επιπλέον, όμως, η αναρρίχηση και του Ισραήλ και της Τουρκίας στην πυραμίδα ισχύος, οφείλεται στην παρατεταμένη κρίση και ραγδαία υποχώρηση της Ευρώπης. Στην ουσία μιλούμε για την αποτυχία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η οποία επιχειρήθηκε στον μεταπολεμικό κόσμο και θα μπορούσε, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, να εξελιχθεί σε έναν συμπαγή πόλο του διεθνούς συστήματος. Κάτι, όμως, που τελικά δεν συνέβη λόγω του Ατλαντισμού.
Ο αμερικανικός παράγων έβλεπε στην Ευρώπη έναν χώρο της άμεσης επιρροής του, και γι’ αυτό δεν επέτρεψε να ανατραπούν τα δεδομένα που δημιούργησε η αμερικανική στρατιωτική παρουσία στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι, το ευρωπαϊκό όραμα, στην πορεία, εξετράπη σε μονοπάτια που εξυπηρετούσαν τα υπερατλαντικά κέντρα και τις συνεργαζόμενες με αυτά πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης. Το ευρωπαϊκό πολιτισμικό υπόστρωμα απωθήθηκε για να αντικατασταθεί με ιδεολογήματα που αδυνάτιζαν τις εθνικές αλλά και την ευρωπαϊκή συνείδηση, την ώρα που άλλαζε ταυτόχρονα η πληθυσμιακή σύνθεση και η κοινωνική διαστρωμάτωση των ευρωπαϊκών κρατών υπό το βάρος εσκεμμένων επιλογών.
Η ατλαντική “σφήνα” ήταν αυτή που απέτρεψε και τη σύγκλιση του δυτικού και ανατολικού ευρωπαϊκού χώρου, που θα άλλαζε καταλυτικά το παγκόσμιο γίγνεσθαι, προσδίδοντας μια νέα δυναμική όχι μόνον στις οικονομικές λειτουργίες της Ευρώπης αλλά και στη χριστιανική της ταυτότητα. Η ενδοευρωπαϊκή σύγκρουση εξυπηρετεί παροδικά τον Ατλαντισμό, που κατ’ αυτόν τον τρόπο καθυστερεί την εκδήλωση της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης του που οδηγεί –μεταξύ άλλων– και στην απώλεια της αμερικανικής παγκόσμιας ηγεμονίας. Οι ΗΠΑ μετακυλίουν το υπέρογκο κόστος αυτής της αναβολής στους ευρωπαϊκούς λαούς.
Μεγάλο θύμα της ευρωπαϊκής αποτυχίας είναι ο Ελληνισμός. Σε μακρά δομική κρίση, λόγω δημογραφικής απίσχνασης, αντιπαραγωγικών οικονομικών μοντέλων, ετεροκαθορισμού και υποτέλειας στην εξωτερική πολιτική, αδιέξοδων πολιτικών αντιθέσεων και αναχρονιστικών εμμονών με μακρό ιστορικό βάθος, ο Ελληνισμός αδυνατεί να στηριχθεί στο φυσικό στρατηγικό του βάθος. Διότι ο ευρωπαϊκός χώρος, στο σύνολό του, είναι η φυσική συνέχεια του σύγχρονου Ελληνισμού, επί του οποίου, παρά τις ανισοβαρείς και εκμεταλλευτικές σχέσεις που υπέστη, βάσισε την ύπαρξή του.
Η διάψευση από την ΕΕ
Σήμερα, ωστόσο, η ΕΕ, η πολιτική οντότητα στην οποία η Ελλάδα εντάχθηκε όχι μόνον για την εδραίωση του δημοκρατικού της πολιτεύματος και την ομαλή οικονομική της ανάπτυξη, αλλά πρωτίστως ως ασπίδα προστασίας από τον εξ ανατολών κίνδυνο, κινείται προς κατευθύνσεις που δεν εξυπηρετούν την ελληνική κυριαρχία. Αντιθέτως, όλο και λιγότερο σιωπηρά, εκδηλώνονται φυγόκεντρες τάσεις κρατών-μελών που επιδιώκουν προνομιακές σχέσεις με την αναθεωρητική Τουρκία, παραβλέποντας και αδιαφορώντας για τους δικαιολογημένους ελληνικούς φόβους.
Στενότατη, βεβαίως, είναι η σχέση της ΕΕ και των πλείστων ευρωπαϊκών κρατών με το Ισραήλ. Παρά τις αντιδράσεις που εκδηλώνονται εσχάτως για την προώθηση της “τελικής λύσης” του Νετανιάχου στη Γάζα και σ’ ολόκληρη την Παλαιστίνη, οι Ευρωπαίοι βλέπουν στο εβραϊκό κράτος ένα δυτικό προκεχωρημένο φυλάκιο στη Μέση Ανατολή. Παράλληλα, παραμένουν ισχυρά τα αισθήματα συλλογικής ενοχής για το Ολοκαύτωμα, που τροφοδοτούν ακόμα την ευνοϊκή μεταχείριση του Ισραήλ, ακόμη και όταν καταπατά κάθε έννοια της διεθνούς νομιμότητας και των ανθρωπιστικών αξιών.
Ταυτόχρονα, η σκληρή αντιρωσική πολιτική των ευρωπαϊκών ηγεσιών βαθαίνει το ρήγμα στον Ορθόδοξο Κόσμο, που η ενότητά του, έστω και σε επίπεδο θρησκευτικό-πολιτισμικό, θα προσέδιδε στον Ελληνισμό ένα ανεκτίμητο αντίβαρο απέναντι στις πιέσεις που δέχεται στον ανατολικό μεσογειακό χώρο από τον Τουρκισμό και τον Εβραϊσμό. Ο κατακερματισμένος Ορθόδοξος χώρος πλήττει την ίδια την ευρωπαϊκή ενότητα, και ωθεί στην εκτροπή των εθνικών προτεραιοτήτων των ορθοδόξων κρατών.
Πρόκειται αναμφίβολα για μια συνθήκη που δεν έχει ιστορικό προηγούμενο. Ο ελληνικός κόσμος, ακόμη και υπό την τουρκική και ενετική κατοχή, είχε ένα ευρύτατο πολιτισμικό εκτόπισμα που κατόρθωνε να επηρεάζει εκ των έσω τις αυτοκρατορίες της εποχής. Σήμερα, παρά το γεγονός ότι υφίστανται δύο ελληνικά κράτη, τα οποία καταλαμβάνουν έναν από τους κρισιμότερους παγκοσμίους γεωπολιτικούς χώρους, ο Ελληνισμός βιώνει μια υπαρξιακή αγωνία.
Μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ ο Ελληνισμός
Στη νέα γεωπολιτική εξίσωση που διαμορφώνεται, και απέναντι στον έκδηλο τουρκικό επεκτατισμό, ο Ελληνισμός αναζητά στηρίγματα επιβίωσης. Ωστόσο, η εθνική υπαρξιακή κρίση δεν έχει βρει ανάλογου εύρους ηγετικές προσωπικότητες για να την διαχειριστούν. Οι ιθύνουσες ομάδες του τελούν εν συγχύσει, αναζητώντας λύσεις μέσα από έναν λαβύρινθο αντιφάσεων. Αφενός, επιζητούν με σχεδόν ταπεινωτικούς συμβιβασμούς και παραχωρήσεις, τον κατευνασμό της Άγκυρας, αναγνωρίζοντας τον αναβαθμισμένο της ρόλο. Αφετέρου, κηρύττουν μια άνευ όρων συμμαχία με το Ισραήλ, παραβλέποντας ή σε αρκετές περιπτώσεις επιδοκιμάζοντας την καταστροφική του πολιτική έναντι των Παλαιστινίων. Κι αυτό, επειδή προσβλέπουν στην προστασία του απέναντι στο νεοοθωμανισμό, αν και βεβαίως ουδείς αναμένει σε μία στιγμή σύγκρουσης μια άμεση ισραηλινή στήριξη.
Και οι δύο γραμμές της πολιτικής των Αθηνών δεν μένουν στη θεωρία. Ήδη παράγουν αποτελέσματα. Τέτοια είναι η διεύρυνση των απαιτήσεων της Τουρκίας στο Αιγαίο, η σταδιακή εξάρτηση των νησιών του ανατολικού Αιγαίου από τον τουρκικό τουρισμό και οι μαζικές αγορές ακινήτων από τουρκικά συμφέροντα στην παραμεθόρια ζώνη. Ακόμη πιο εκτεταμένη είναι η αγορά ελληνικών ιδιοκτησιών από εβραϊκά συμφέροντα. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα ήδη διαμοιράζεται σε πεδία επιρροής μεταξύ του Ισραήλ (οικειοθελώς) και της Τουρκίας (από φόβο).
Η διαδικασία αυτή, εφόσον εξακολουθήσει, θα έχει, μοιραία, σημαντικές επιπτώσεις και στην ιδεολογική μετάλλαξη του Ελληνισμού, ο οποίος ήδη έχει υποστεί τεράστια πλήγματα από τις εθνομηδενιστικές αντιλήψεις που προωθήθηκαν στον ευρωπαϊκό χώρο τις προηγούμενες δεκαετίες. Αυτό μπορούμε ήδη να το αντιληφθούμε στον τρόπο υπεράσπισης των δύο στρατοπέδων που έχουν σχηματιστεί με αφορμή τα δραματικά γεγονότα στη Γάζα. Στο βάθος του χρόνου, υπό την πίεση της αρνητικής πραγματικότητας οι σημερινές τοποθετήσεις μπορούν να εξελιχθούν σε κεκαλυμμένες θέσεις υποταγής, ανάλογες αυτής του περίφημου Νοταρά στα στερνά χρόνια του Βυζαντίου.
Βεβαίως, η ιστορία κινείται πάντοτε μέσω μεγάλων αντιφάσεων και απρόβλεπτων εκπλήξεων, πόσω δε μάλλον όταν ολόκληρος ο πλανήτης έχει εισέλθει σε μια εποχή καταλυτικών ανακατατάξεων. Ωστόσο, για να ωφεληθεί κάποιος από, πιθανώς, θετικές για τον ίδιο εξελίξεις πρέπει να έχει δημιουργήσει τις ανάλογες προϋποθέσεις. Αυτό για τον Ελληνισμό σημαίνει επαναπροσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής σε συνδυασμό με την παραγωγική ανασυγκρότηση που θα τη στηρίξει και, ίσως το σπουδαιότερο, με την ενίσχυση της ελληνικής ταυτότητας.