Η βυθιζόμενη Ελλάδα και η ανάγκη νέου πολιτικού προτάγματος
20/09/2025
Μετά την ολοκλήρωση της καθιερωμένης “παρέλασης” της κυβερνητικής εξουσίας, αλλά και της αντιπολίτευσης στη ΔΕΘ, η αντικειμενική κυρίαρχη αίσθηση οδηγεί ολοένα και περισσότερο στην υφιστάμενη πραγματικότητα της κυριαρχίας ενός σαθρού πολιτικού εποικοδομήματος και της απουσίας στοιχειώδους αντιμετώπισης των προβλημάτων της χώρας.
Την ίδια ώρα σε παγκόσμιο επίπεδο συντελούνται καθοριστικές, κορυφαίες μεταβολές από την ανάδυση του νέου πολυπολικού κόσμου, που θα καθορίσει την παγκόσμια τάξη για τον επόμενο αιώνα και άρα και την θέση της χώρας μας. Συνθήκες που απαιτούν ισχυρές πολιτικές ηγεσίες με στρατηγική και όραμα για μία μικρή μεν χώρα σε πληθυσμό και ΑΕΠ, όπως είναι η Ελλάδα, πλην όμως σημαντικής, λόγω της γεωγραφικής θέσης στον αναδυόμενο νέο πολυπολικό κόσμο και εν δυνάμει παγκόσμιου πολιτιστικού “γίγαντα”.
Δυστυχώς, όμως, για τη χώρας μας, αντί αυτού έχουμε πολιτικές ηγεσίες που περνούν πολύ κάτω από τον πήχη των αναγκών αυτής. Αυτό πρωτίστως, αφορά την κυβέρνηση της ΝΔ, που πελαγοδρομεί μεταξύ των παραδοσιακών πελατειακών κανόνων και λογικών, τις οποίες μάλιστα έχει αναβαθμίσει σε ένα “οιονεί καθεστώς κλεπτοκρατίας” και της διεθνούς ανυπαρξίας της χώρας, αφού έχει επιλέξει να είναι ετερόφωτη και το “παρακολούθημα” των δυτικών συμμάχων της.
Μάλιστα στην περίπτωση του Ρωσο-ουκρανικού πολέμου, η στάση της έχει τον χαρακτήρα αυτού του χρήσιμου “ηλιθίου” της ιστορίας. Οι πολιτικές αυτές οδηγούν σταδιακά και ανεπαισθήτως σε μία ιδιότυπη “φινλανδοποίηση” της χώρας απέναντι στον τουρκικό αναθεωρητισμό. Ευθύνες όμως, υπάρχουν και στον χώρο της κατακερματισμένης αντιπολίτευσης που αδυνατεί, τουλάχιστον ο ευρύτερος χώρος των λεγόμενων προοδευτικών δυνάμεων, να παρουσιάσει τη δημιουργία ενός πολιτικού υποκειμένου με εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης έναντι του επικίνδυνου, ασθενούς μονοπολισμού της ΝΔ.
Είναι βέβαιον ότι δεν αρκούν κάποιες καλύτερες διαχειριστικές προτάσεις ή διάσπαρτες μαξιμαλιστικές θέσεις, αλλά απαιτείται ορθολογικός, ριζοσπαστικός και ολιστικός πολιτικός λόγος, που θα συνθέτει “το εθνικό” (υγιής πατριωτισμός) και “το κοινωνικό” (δημιουργία ισχυρών πολιτικών θεσμών κοινωνικής αλληλεγγύης και κοινωνικό κράτος-κράτος δικαίου).
Η πρόσφατη σταδιακή αποκάλυψη του τεράστιου σκανδάλου του ΟΠΕΚΕΠΕ, όπου τα πάσης φύσεως αρπακτικά και τρωκτικά της κομματοκρατικής εξουσίας κατασπάραξαν ένα βασικό θεσμό για την ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής μας, αποκαλύπτει τον οχετό και τη δυσωδία αυτού του “δύσμορφου τέρατος”, που αναπτύχθηκε και ανδρώθηκε από τον συνδυασμό του οικονομικού παρασιτισμού και της νοσηρής κομματοκρατίας, που οδηγούν στον κλεπτοκρατισμό και την πλήρη παρακμή της χώρας.
Αυτό βεβαίως δεν είναι το μοναδικό “φαγοπότι”, αλλά αποτελεί σίγουρα την κορυφή του παγόβουνου πολλών αντίστοιχων κλεπτοκρατικών μηχανισμών, που έχουν στήσει διάφοροι διαπλεκόμενοι “χρυσοκάνθαροι” με τις ευλογίες ή την ανοχή της σημερινής κυβέρνησης και της παρασιτικής, “οικονομικής ολιγαρχίας”, που λυμαίνονται ξεδιάντροπα το δημόσιο χρήμα, την ώρα που οι οικονομικές ανισότητες των Ελλήνων πολιτών γιγαντώνονται και η ελληνική οικονομία συνεχίζει την πορεία της στα βράχια, χωρίς κανένα ανταγωνιστικό παραγωγικό πλαίσιο.
Πρόκειται για το μείζον ζήτημα των φανερών ή αφανών κλεπτοκρατικών μηχανισμών οικονομικής διασπάθισης σε κρίσιμους τομείς (γεωργικές ενισχύσεις, ΕΣΠΑ, Ταμείο ανάκαμψης, που θα έπρεπε αντί να ενισχύσει τον παρασιτισμό να αποτελέσει τη βάση του απαραίτητου νέου παραγωγικού, οικονομικού μοντέλου, δημόσιοι πόροι κλπ.) που καταλήγουν με αδιαφάνεια στα χέρια μίας μικρής διαπλεκόμενης μερίδας της παρασιτικής, οικονομικής ολιγαρχίας, που λυμαίνεται τη χώρα και ενισχύεται από διάφορους διαπλεκόμενους – κρατικοδίαιτους “χρυσοκάνθαρους”, που έχουν δημιουργήσει ένα νέο κοινωνικό στρώμα, αυτό των “εισοδηματιών από δημόσιο χρήμα”.
Οδυνηρές συνέπειες
Οι συνέπειες αυτής της απύθμενης γενικευμένης κλεπτοκρατίας, που φαίνεται να αποτελεί οργανικό στοιχείο της σημερινής κυβέρνησης και του επιτελικού κράτους Μητσοτάκη είναι οδυνηρές, τόσο σε οικονομικό επίπεδο, όσο και στο επίπεδο των κοινωνικών αξιών, αφού μέσω αυτών των μηχανισμών όλο και περισσότερα κοινωνικά στρώματα οδηγούνται προς τον εκμαυλισμό, διογκώνοντας έτσι την παρακμιακή πορεία της Ελλάδας που συνεχίζεται αμείωτη και παράλληλα μειώνουν τις απαιτούμενες κοινωνικές αντιστάσεις, που αποτελούν προϋπόθεση για την αναγέννηση της χώρας.
Παρά την τραυματική χρεωκοπία της χώρας το 2010 και τον δεκαετή “μνημονιακό χειμώνα”, επί της ουσίας τίποτα δεν άλλαξε ως προς το εύθραυστο της ελληνικής οικονομίας, με κίνδυνο ότι στην πρώτη σοβαρή κρίση θα πέσει η χώρα ξανά στα “βράχια”. Ενώ η κεντρική στόχευση της πολιτικής εξουσίας, του Κράτους και των ενδιάμεσων θεσμών θα έπρεπε να είναι η θεμελίωση με κάθε τρόπο μιας σοβαρής ενδογενούς ανάπτυξης και ενός ανταγωνιστικού παραγωγικού μοντέλου, ενισχύεται αδιάκοπα ο παρασιτικός χαρακτήρας της οικονομίας και η παρασιτική ολιγαρχία με τις μεγάλες ρίζες της διαπλοκής της με την εξουσία και το πελατειακό κράτος. Καθημερινά η χώρα συστηματικά μετατρέπεται σε μια ιδιότυπη “τουριστική αποικία”, όπου ξένα συμφέροντα αγοράζουν αντί πινακίου φακής τις ελληνικές περιουσίες (βιομηχανίες, κατοικίες, ξενοδοχεία και μεγάλες δημόσιες επιχειρήσεις).
Κανένα σχέδιο συνολικής αλλαγής του καταστρεπτικού παρασιτικού οικονομικού μοντέλου, που οδηγεί τη χώρα σε ενδεχόμενη νέα χρεωκοπία, υφίσταται καν ως συζήτηση στο κυβερνητικό αφήγημα και στα επικοινωνιακά φληναφήματα της σημερινής κυβέρνησης. Έτσι, οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες μεγεθύνονται δραματικά υπέρ μιας μικρής κάστας συμφερόντων, που απαρτίζουν την ελληνική παρασιτική οικονομική ολιγαρχία, η οποία συνεχίζει να αυξάνει προκλητικά τον πλούτο της.
Η περιώνυμη μεσαία τάξη υφίσταται για μια ακόμα φορά την πλήρη απαξίωση λόγω της δραματικής αύξησης του πληθωρισμού, του ενεργειακού κόστους, αλλά και της επιβληθείσας κεφαλικής φοροεπιδρομής, συνθήκες που σταδιακά οδηγούν την χώρα σε ένα μόνιμο στασιμοπληθωρισμό, ιδιαίτερα υπονομευτικό για την ευάλωτη ελληνική οικονομία με το τεράστιο δημόσιο χρέος και τα μεγάλα ελλείμματα.
Ως προς, δε, τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα η κατάσταση έχει ξεφύγει πλήρως, καθόσον οδηγούνται ολοένα και περισσότερο στο περιθώριο, αναμένοντας όπως οι “ναρκομανείς” τα κυβερνητικά επιδόματα (που τείνουν και αυτά να περιοριστούν), η μονιμότητα των οποίων ως βασική οικονομική πολιτική, πέραν του γεγονότος ότι καταρρίπτει κάθε οικονομική θεωρία, συνιστά ένα κυνικό χειραγωγικό μηχανισμό συνειδήσεων.
Αν σε όλα αυτά υπολογίσει κανείς και το εκρηκτικό πρόβλημα των κόκκινων δανείων και της στέγης που απειλείται από τα παραμονεύοντα οικονομικά funds, να επιπέσουν επ’ αυτής και το τοκογλυφικό τραπεζικό σύστημα, το οποίο ενώ δεν συμβάλει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, έχει τεράστια υπερκέρδη από τις μεγαλύτερες χρεώσεις σε επίπεδο Ευρώπης όλων των συναλλαγών και με την τεράστια διαφορά επιτοκίων μεταξύ δανεισμού και καταθέσεως, μετατρεπόμενο και αυτό σε ένα ιδιότυπο “παρασιτικό τέρας” στα πλευρά της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, οδηγείται εύκολα στο συμπέρασμα, ότι η κατάσταση ολοένα και περισσότερο μετατρέπεται σε γάγγραινα.
Ολιστικό πρόγραμμα ανασυγκρότησης της χώρας
Η έλλειψη ενός ολιστικού προγράμματος ανασυγκρότησης της χώρας με ενίσχυση της ενδογενούς παραγωγικής βάσης, την εξάπλωση μηχανισμών κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά και ελπίδας για τη ζωή των ασθενέστερων οικονομικά στρωμάτων και κυρίως της νέας γενιάς, που πολλαπλασιάζονται συνεχώς εξαιτίας της διεύρυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων (σχεδόν τα 2/3 του πληθυσμού κινούνται σήμερα στα όρια ή κάτω από τα όρια της φτώχειας εξαιτίας και του πληθωρισμού απληστίας που φέρνει την Ελλάδα πρώτη στην ΕΕ), η μη οριστική λύση της γάγγραινας του εσωτερικού δανεισμού (κόκκινα δάνεια, funds κλπ., που έχουν μετατρέψει ένα μεγάλο κοινωνικό τμήμα σε σύγχρονους πληβείους).
Η μη χάραξη εθνικής στρατηγικής για τα μείζονα εθνικά ζητήματα και τη θέση της χώρας στον υπό διαμόρφωση πολυπολικό κόσμο δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση και το κόμμα της ΝΔ, που αναδεικνύονται σε ιδανικούς καρπαζοεισπράκτορες, αλλά εν πολλοίς όλο το πολιτικό φάσμα που κινείται εντός του στενού διαχειριστικού παρασιτικού πλαισίου και των επιμέρους κομματικών συμφερόντων. Απουσιάζει στη σημερινή κρίσιμη εποχή η διαμόρφωση ενός νέου συλλογικού ορίζοντα μέσα στον οποίο το σύνολο του Ελληνισμού θα πρέπει να ενεργοποιηθεί προκειμένου να τεθούν οι βάσεις για τον ρόλο και τη θέση της Ελλάδος στον υπό διαμόρφωση πολυπολικό παγκόσμιο χώρο.
Πρόκειται αναμφισβήτητα για ένα μακρόπνοο στρατηγικό όραμα. Μία νέα Μεγάλη Ιδέα με στόχευση η Ελλάδα, αξιοποιώντας τη γεωγραφική της θέση, την τεράστια ιστορική και πολιτισμική παράδοσή της, που την καθιστά εν δυνάμει πολιτισμική υπερδύναμη, καθώς και την ανεκμετάλλευτη δυναμική του απόδημου Ελληνισμού, να εξελιχθεί σε μία από τις σημαντικότερες χώρες παγκοσμίως τις επόμενες δεκαετίες. Αφετηριακά σημεία ενός τέτοιου μεγάλου στόχου αποτελούν, αφενός η αποφασιστική αντίσταση για την υπεράσπιση της γεωπολιτικής αξίας της στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο έναντι του τουρκικού ηγεμονισμού και αφετέρου η αλλαγή του παραγωγικού υποδείγματος με σημείο αναφοράς τον ενδογενή χαρακτήρα, το χτύπημα του παρασιτισμού και τη δόμηση σταθερών θεσμών κοινωνικής αλληλεγγύης για την υποστήριξη των ασθενέστερων οικονομικά κοινωνικών τάξεων.
Για την πραγματοποίηση ενός τέτοιου ισχυρού, ριζοσπαστικού προγράμματος εθνικής πνοής, απαιτείται η αλλαγή του σημερινού μυωπικού προσανατολισμού της χώρας. Η ενδογενής ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας, η ουσιαστική εμβάθυνση και ανάταξη της παιδείας, η προστασία των μεσαίων και χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων, η ανακοπή της δημογραφικής κατάρρευσης, η εμβάθυνση και προστασία του δημοκρατικού πολιτεύματος και των ατομικών και συλλογικών εγγυήσεων κάθε Έλληνα πολίτη και η αντιμετώπιση του τουρκικού επεκτατισμού μέσω μιας νέας εθνικής στρατηγικής αποτροπής αποτελούν αναμφισβήτητα τους τίτλους ενός τέτοιου νέου ολιστικού πολιτικού προτάγματος.
Θα μπορούσε μάλιστα κάποιος να πει ότι αυτό θα αντιστοιχούσε στο περιεχόμενο μίας ανάλογης διακήρυξης, όπως αυτή της 3ης Σεπτέμβρη του 1974, από τον Ανδρέα Παπανδρέου, για τη σημερινή συγκυρία. Αυτό όμως είναι η μια πλευρά του εκκρεμούς, καθώς απαιτείται η αντιστοίχηση της με τη δημιουργία ενός νέου πολιτικού υποκείμενου αλλαγής, που θα αναλάβει να την εφαρμόσει. Και εδώ βρίσκεται το μείζον πολιτικό πρόβλημα της χώρας, δηλαδή η ανάγκη κάλυψης του μεγάλου πολιτικού κενού, που συνεχίζει να διευρύνεται, με τη δημιουργία ενός νέου δημοκρατικού πατριωτικού προοδευτικού πολιτικού κινήματος από τις υγιείς διάσπαρτες κοινωνικές δυνάμεις, που δεν είναι εγκλωβισμένες στην κυριαρχούσα νοσηρή κομματοκρατία και όσων εξ αυτών είναι καθηλωμένες από αυτήν, αλλά όχι διαβρωμένες και το οποίο θα θέσει προς επίλυση τα μεγάλα υπαρξιακά ζητήματα της χώρας.
Ένα τέτοιο νέο πολιτικό υποκείμενο ανατροπής θα εκφράζει πραγματικά την ελληνική κοινωνία, τους πόθους και τις χαμένες ελπίδες της και θα αποτελείται από ενεργούς πολίτες που δεν θα έχουν ως κυρίαρχη πολιτική λογική την κατάληψη της εξουσίας ως αυτοσκοπό και “λάφυρο”, αλλά την υλοποίηση ενός ριζοσπαστικού και παράλληλα ρεαλιστικού πολιτικού προγράμματος για την αναγέννηση της Ελλάδος και την ανατροπή της συνεχούς βύθισής της.