Από τη Μέρκελ στον Μερτς: Η διαχρονική εξάρτηση της Γερμανίας από την Τουρκία
30/10/2025
Οι Τούρκοι πολίτες αποτελούν τη μεγαλύτερη ομάδα μεταναστών στη Γερμανία. Ωστόσο, οι πολιτικές σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες παραμένουν εδώ και χρόνια τεταμένες.
Ο Φρίντριχ Μερτς πραγματοποιεί την πρώτη του επίσημη επίσκεψη στην Τουρκία από τότε που ανέλαβε καθήκοντα καγκελαρίου. Ο Γερμανός ηγέτης είχε ήδη συναντηθεί με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν τον περασμένο Μάιο στα Τίρανα, στο περιθώριο διεθνούς συνάντησης ηγετών στα Δυτικά Βαλκάνια. Η Γερμανία και η Τουρκία διατηρούν εδώ και χρόνια μια σύνθετη σχέση – σχεδόν σαν να πρόκειται για μια «παραδοσιακή» ένταση.
Τι μπορεί να αποκομίσει η επίσκεψη του καγκελαρίου στην Άγκυρα; «Το επίκεντρο είναι η διμερής συνομιλία με τον κ. Ερντογάν», δήλωσε λακωνικά ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Μάγερ, όταν ρωτήθηκε για το πρόγραμμα του καγκελαρίου κατά τη διάρκεια της εβδομαδιαίας συνέντευξης Τύπου στο Βερολίνο. Ο ίδιος χαρακτήρισε την επίσκεψη «εθιμοτυπική» και πρόσθεσε ότι θα «πλαισιωθεί από ένα μικρό πρόγραμμα».
Ιστορία διμερών επισκέψεων
Ο πρώην καγκελάριος Όλαφ Σολτς είχε πραγματοποιήσει την πρώτη του επίσημη επίσκεψη στην Τουρκία τον Μάρτιο του 2022, μόλις τρεις μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, περιοριζόμενος σε μια ημερήσια επίσκεψη στην Άγκυρα. Η προκάτοχός του, Άνγκελα Μέρκελ, είχε μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη και στην Άγκυρα το 2006, έντεκα μήνες μετά την έναρξη της θητείας της.
Και στις τρεις περιπτώσεις, οι Γερμανοί καγκελάριοι βρέθηκαν να εξαρτώνται πολιτικά από την Τουρκία, σε διαφορετικά όμως πλαίσια και συγκυρίες: Για τη Μέρκελ, καθοριστικός ήταν ο ρόλος της Τουρκίας στην προσφυγική κρίση του 2015, για τον Σολτς, ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας το 2022 και για τον Μερτς, η μεσολαβητική θέση της Άγκυρας τόσο στον πόλεμο της Ουκρανίας όσο και στη σύγκρουση στη Γάζα.
Μια ματιά στο παρελθόν δείχνει πόσο έχουν αλλάξει οι ισορροπίες. Ο Χέλμουτ Κολ, καγκελάριος από το 1982 έως το 1998, χρειάστηκε σχεδόν τρία χρόνια για να πραγματοποιήσει την πρώτη του επίσκεψη στην Τουρκία. Ο διάδοχός του, Γκέρχαρντ Σρέντερ, καγκελάριος από το 1998 έως το 2005, καθυστέρησε ακόμη περισσότερο — περίπου πεντέμισι χρόνια.
Η αναδρομή αυτή υπογραμμίζει και ένα ζήτημα που παραμένει άλυτο: την υποψηφιότητα της Τουρκίας για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αν και αποτελεί σημαντικό σύμμαχο του ΝΑΤΟ, η Άγκυρα απέχει από την ενταξιακή προοπτική. Η Τουρκία υπέβαλε αίτηση ένταξης το 1999, όμως η Γερμανία αντιμετώπισε εξαρχής την προσπάθεια αυτή με επιφυλακτικότητα — γεγονός που προκάλεσε την απογοήτευση της Άγκυρας. Οι επίσημες ενταξιακές διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν το 2005, αλλά παραμένουν εδώ και χρόνια σε τέλμα.
Ισχύς και πραγματισμός
Ο πολιτικός επιστήμονας Γιασάρ Αϊντίν, ερευνητής στο Κέντρο Εφαρμοσμένων Μελετών για την Τουρκία (CATS) του Γερμανικού Ινστιτούτου Διεθνών και Ασφαλείας (SWP), θεωρεί ότι η στάση της Γερμανίας απέναντι στην Τουρκία έχει μεταβληθεί σημαντικά.
Όπως επισημαίνει, τα τελευταία χρόνια έχει διαμορφωθεί μια «πραγματιστική και συναλλακτική σχέση» ανάμεσα στο Βερολίνο και την Άγκυρα, βασισμένη σε γεωπολιτικούς και στρατηγικούς υπολογισμούς.
Κατά τον Αϊντίν, το σημείο καμπής υπήρξε η συμφωνία για το προσφυγικό που υπέγραψε η Άνγκελα Μέρκελ με τον Ερντογάν το 2016, η οποία βοήθησε στη μείωση των εσωτερικών εντάσεων στη Γερμανία. Έκτοτε, οι σχέσεις των δύο χωρών αντιμετώπισαν νέες γεωπολιτικές προκλήσεις.
«Πρόκειται για μια σχέση δοσοληψίας», σημειώνει ο Αϊντίν, εξηγώντας πως η ισορροπία των δύο πλευρών έχει μεταβληθεί «προς μια μορφή συμμετρίας». Σε αντίθεση με την εποχή Κολ, όταν η Γερμανία διατηρούσε αυστηρή πολιτική περιορισμών στις εξαγωγές όπλων προς την Τουρκία, σήμερα η προσέγγιση είναι πολύ πιο ανοιχτή και ευέλικτη.
Τι μπορεί να αποκομίσει ο Ερντογάν από την επίσκεψη Μερτς;
Ο Αϊντίν θεωρεί ότι το πρώτο όφελος για τον Τούρκο πρόεδρο είναι η συμβολική επίδειξη ισχύος. Μόλις τη Δευτέρα, ο Βρετανός πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ επισκέφθηκε επίσης την Άγκυρα. Ενδεικτικό του κλίματος ήταν το γεγονός ότι αρνήθηκε να συναντηθεί με εκπροσώπους του αντιπολιτευόμενου Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) — του αδελφού κόμματος των Εργατικών στη Βρετανία. Αντίθετα, υπέγραψε μαζί με τον Ερντογάν μια συμφωνία για την αγορά 20 μαχητικών Eurofighter από το Ηνωμένο Βασίλειο, σε κλίμα υψηλού συμβολισμού.
Ο Αϊντίν υπογραμμίζει επίσης τη σημασία της Γερμανίας ως του μεγαλύτερου κράτους-μέλους της ΕΕ, με πληθυσμό άνω των 80 εκατομμυρίων, που φιλοξενεί πάνω απο τρία εκατομμύρια Τούρκους μετανάστες και αποτελεί τον σημαντικότερο προορισμό των τουρκικών εξαγωγών.
Για τον Ερντογάν, ένας από τους βασικούς στόχους είναι ο εκσυγχρονισμός της τελωνειακής ένωσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στα ζητήματα που αφορούν την ευρωπαϊκή πολιτική και την επιρροή της Άγκυρας στους Τούρκους μετανάστες της Γερμανίας, τα κεντροδεξιά κόμματα CDU και CSU διατηρούν παραδοσιακά μια επικριτική στάση απέναντι στην πορεία της Τουρκίας. Οι περιορισμοί στα δημοκρατικά δικαιώματα και η καταστολή της αντιπολίτευσης έχουν εντείνει τον σκεπτικισμό τους.
Στο επίκεντρο: οικονομία, μετανάστευση και ασφάλεια
Σύμφωνα με το Βερολίνο, η επίσκεψη του Μερτς στην Τουρκία επικεντρώνεται σε τρεις βασικούς άξονες: οικονομία, μετανάστευση και ασφάλεια — τομείς που αντικατοπτρίζουν τις σημαντικότερες προκλήσεις της τρέχουσας περιόδου.
Μόλις έντεκα ημέρες πριν από τον καγκελάριο, ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Γιόχαν Βάντεπουλ είχε πραγματοποιήσει την πρώτη του επίσημη επίσκεψη στην Άγκυρα. Τόσο ο ίδιος όσο και ο Μερτς ανήκουν στο CDU, το ηγετικό κόμμα της γερμανικής κεντροδεξιάς συμμαχίας, και θεωρείται ότι ο Βάντεπουλ προετοίμασε το έδαφος για την άφιξη του καγκελαρίου.
Κατά τη διάρκεια των συνομιλιών του στην Άγκυρα, ο υπουργός Εξωτερικών τόνισε τη σημασία της Τουρκίας ως βασικού εταίρου και συμμάχου στο ΝΑΤΟ. Τα κύρια θέματα που συζητήθηκαν ήταν η κατάσταση στη Γάζα και ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, με ελάχιστη δημόσια κριτική προς την τουρκική κυβέρνηση.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του δημόσιου δικτύου ARD, ο Βάντεπουλ δήλωσε ότι η Γερμανία επιδιώκει πρόοδο στις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας:
«Θέλουμε επικαιροποίηση της τελωνειακής ένωσης, θέλουμε απελευθέρωση θεωρήσεων εισόδου. Πάνω απ’ όλα, θέλουμε μια θετική ατζέντα», είπε.





