Ο ζωγράφος Άγγελος: Ένα διαρκές σκάνδαλο! – Τέχνη, αγορά και…κιτς
10/11/2025
Ο ζωγράφος Άγγελος (γεννημένος το 1943) προκάλεσε αληθινό σκάνδαλο με την πρώτη κιόλας εμφάνισή του. Πριν από μισόν αιώνα ακριβώς! Τον απέρριψαν μετά βδελυγμίας οι ψαγμένοι και οι “γνώστες” του χώρου, κατηγορώντας τον για ανεπίτρεπτο κιτς και παλαιομοδίτικη, αναχρονιστική θεματογραφία. Τον απέρριψαν επίσης και οι συνάδελφοι του, αποδίδοντας του τεχνική ανεπάρκεια, κυρίως επειδή χρησιμοποίησε πρώτος(;) για τις συνθέσεις του πρότζεκτορα.
Κατ’ ουσίαν, όμως, γιατί έκανε από την πρώτη στιγμή τεράστια αίσθηση και γιατί άλλαξε τους όρους της ελληνικής αγοράς τέχνης. Μέχρι τότε σ’ αυτήν κυριαρχούσαν ο Βασιλείου, ο Τσαρούχης, ο Γαΐτης κ.λπ. Τον υπερασπίστηκε τότε μόνο ο κορυφαίος ιστορικός τέχνης καθηγητής Στέλιος Λυδάκης. Σήμερα δεν υπάρχει σπίτι τόσο στα βόρεια όσο και τα νότια προάστια, από Εκάλη έως Βουλιαγμένη, που να μην έχει έναν τουλάχιστον Άγγελο στο καθιστικό του, διπλά συνήθως σ’ έναν Φασιανό, έναν Τσόκλη ή έναν Μποκόρο.
Φαίνεται ότι η τέχνη του σταμάτησε προς στιγμήν αυτό τον ακήρυκτο πλην σοβούντα πόλεμο μεταξύ Βορείων και Νοτίων κι ότι ο Άγγελος κατάφερε να συμφιλιώσει τους ορεινούς με τους παραλιακούς νεόπλουτους, σπάζοντας έτσι το μονοπώλιο της γενιάς του τριάντα. Την μονοκρατορία λ.χ. του Μυταρά και του Τέτση. Την δεκαετία του ’90 ο αείμνηστος Χάρης Καμπουρίδης χρησιμοποίησε την περίπτωση του Άγγελου ως καθοριστικού παραδείγματος ως προς το πόσο συνιστά ιστορικό κριτήριο η αποδοχή ενός καλλιτέχνη από το ευρύτερο κοινό. Υπογράμμισε ποσό ερεθιστική είναι για έναν κριτικό το φαινόμενο Άγγελος σε σχέση με τους βαρετούς και προβλέψιμους μοντέρνους.
Η πρώτη του επεισοδιακή εμφάνιση στην ιστορική “Ώρα” του Ασαντούρ Μπαχαριάν το 1975 είχε θρησκευτικά θέματα à la Caravaggio. Στον “Ζυγό” αργότερα είχε διευρυμένη θεματολογία, πάντα όμως “αναχρονιστική” εν μέσω του κυρίαρχα επιθετικού, ιδεολογικοποιημένου μοντερνισμού. Πενήντα χρόνια μετά, ο Άγγελος συνεχίζει να προκαλεί και να διχάζει. Να έχει φανατικούς θαυμαστές αλλά κι ορκισμένους εχθρούς. Κι αν ήταν απλά θέμα γούστου, τότε απλά δεν θα υπήρχε θέμα. Επειδή de gustibus et coloris non disputandum est. Καμιά αστυνομία της τέχνης δεν μπορεί να επιβάλει στον οποιοδήποτε τι θα του αρέσει και τι όχι.
Σκάνδαλο ανάμεσα στους “ειδικούς”
Ένας ιστορικός τέχνης οφείλει να λάβει υπ’ όψη όχι τα ιδιωτικά γούστα όσο την πραγματικότητα που διαμορφώνει η κοινωνία η ίδια. Γι’ αυτό μίλησα για κοινωνικό φαινόμενο. Αφού ο Άγγελος ξεπερνάει τα στενά όρια της τοπικής ιστορίας της τέχνης μας και λειτουργεί ως ένα ευρύτερο, πολιτιστικό φαινόμενο, ένα σκάνδαλο ανάμεσα στους “ειδικούς” και τους “ανίδεους”, ανάμεσα στο τι επιτρέπεται να μας αρέσει και τι όχι. Θέματα δηλαδή που άπτονται μιας κοινωνιολογίας της συμπεριφοράς, ή ακόμα κι ενός ιδιότυπα πολιτικού μπιχεβιορισμού.
Κυρίως γιατί ο Άγγελος πεισματικά επιμένει σε θέματα που εξ ορισμού η σύγχρονη τέχνη έχει εξορίσει από το ρεπερτόριο της σαν passé. Εκεί ακριβώς όμως έγκειται και η γοητεία του. Επειδή επιμένει σ’ έναν, διαμεσολαβημένο έστω, ιστορισμό, στην προάσπιση εκείνης της αθωότητας και πνευματικότητας, οι οποίες λείπουν δραματικά σήμερα από τον καθημερινό άνθρωπο. Στην αισθητική των old masters. Έστω κι αν κάτι τέτοιο μοιάζει αφελές ή και πονηρό στις μέρες μας.
Ο Άγγελος παρουσιάζεται σήμερα, μισόν αιώνα μετά από την πρώτη εμφάνιση του, εξελιγμένος μεν αλλά και θεματικά αναλλοίωτος όσο και απόλυτα δικαιωμένος. Έχει μιλήσει, σε χρόνο ανύποπτο, με τους ποικίλους κύκλους της έρευνας του (τα συμπαντικά τοπία, την Ιερά Σινδόνη, το Μανδήλιο, τους αρχαίους ναούς, τα περιστέρια στο διάστημα) για τα αόρατα ρούχα του βασιλιά των ακαδημαϊκών του μοντέρνου και έχει φτιάξει σταθερά εικόνες που ν’ αντέχουν στον χρόνο συνομιλώντας με το παρελθόν.
Εδώ και μισόν αιώνα, τέλος, ακολουθώντας το ένστικτό του αποδεικνύει με τα έργα του ότι η συζήτηση ανάμεσα σε κατά φαντασίαν επαναστάτες και υπαλλήλους της αγοράς τέχνης για το καλό ή το κακό γούστο, είναι ιδεολογικοποιημένη, δηλαδή φαλκιδευμένη από μία κανονιστική προκατάληψη και ως εκ τούτου ύποπτη. Μισόν αιώνα τώρα, παρά τις ακραίες αλλαγές που έχουν παρουσιαστεί στον χώρο των εικαστικών τεχνών, αλλά και του θεάτρου ή του κινηματογράφου, αυτός συνειδητά προχώρησε αντίθετα στο ρεύμα, κόντρα στις εκάστοτε μόδες και κατάφερε, με το να αξιοποιεί τα πράγματα του παρελθόντος με ιδιαίτερη ζέση και προσωπική ματιά να καταστεί κλασικός στο είδος του με χιλιάδες έργα(!) σε εκατοντάδες συλλογές και εντός και εκτός.
Είναι σήμερα ο Έλληνας που πουλάει περισσότερο στις ΗΠΑ παρά στην πατρίδα του, καθώς οι εκεί συλλέκτες λατρεύουν τα διαστημικά, τα κοσμολογικά, κυρίως, θέματά του, δηλαδή αυτή την εικαστική ποιητική του σύμπαντος. Κατάφερε μέσα από το έργο και το όραμα του, οι ζωγραφικές του να γίνονται προφητείες ή προσευχές για το μέλλον, έτσι ώστε αυτό το σκοτεινό και απρόβλεπτο πράγμα που λέγεται τέχνη, να βγάζει τη γλώσσα σε όσους καμώνονται ότι κατέχουν την απόλυτη αλήθεια.
Άγγελος, ο κορυφαίος του λυρικού ρεαλισμού
Ο Άγγελος έχει, το είπα ήδη, κατηγορηθεί ως παλαιοημερολογίτης της εικόνας και εκπρόσωπος του κιτς –κυρίως λόγω της επιτυχίας και της δημοφιλίας του– αλλά και maître του εύκολου εντυπωσιασμού του κοινού. Όμως το κιτς ορίζεται ως η λατρεία του κοινότοπου, ενώ η δουλειά του Άγγελου, με την συνεχώς ανανεούμενη θεματολογία της και το ανυποχώρητο, πνευματικό της αίτημα, μόνο κοινότοπη δεν είναι. Ιδιαίτερη ή κλασικότροπη ναι, κοινότοπη όχι.
Όσο για την αγάπη του για τις φόρμες και τα θέματα των παλιών δασκάλων, των λεγόμενων grands maîtres, ένα είναι βέβαιο: τους προσεγγίζει και τα προσεγγίζει με σύγχρονο, δηλαδή υποψιασμένο, βλέμμα. Επίσης, έχει κατηγορηθεί για συντηρητισμό, επειδή εμπνέεται από την ιστορία της τέχνης, την αναγέννηση, το μπαρόκ ή τον νεοκλασικισμό και δεν υποκύπτει στη σαγήνη της πρόκλησης για την πρόκληση, στον αξιωματικό διδακτισμό του μοντερνισμού ή στην ιδεοληψία του τίποτα που καμώνεται πως είναι κάτι.
Προσωπικά θα τον τοποθετούσα στους κορυφαίους εκπροσώπους της συμβολικής ζωγραφικής και του λυρικού ρεαλισμού στον τόπο μας, πολύ καλύτερο εικαστικά από τον πολυδιαφημισμένο Ιταλό Carlo Maria Mariani (1931) εκπρόσωπο του κινήματος Anachronismo, τον οποίο οι Αμερικανοί κριτικοί τον περιγράφουν ως χαρακτηριστικό postmodernist. Ενώ ο Charles Jencks πάλι, πατέρας του μεταμοντέρνου, χρησιμοποιεί τον Mariani ως βασικό παράδειγμα της θεωρίας του.
Μιας θεωρίας της “επιστροφής” και της ελεύθερης χρήσης όλων των “γλωσσών” του παρελθόντος. Της ευχαρίστησης, τέλος, του κοινού από το προσφερόμενο έργο τέχνης. Μια ευχαρίστηση που είχε εξορίσει το προτεσταντικά πούρο μοντέρνο. Που θα πει απλά πως ό,τι κυρίως καταλογίζουν στον Άγγελο είναι απλά ό,τι… αρέσει!
Σημ. Μια εύκολη έρευνα θα απεδείκνυε ότι οι σπουδαιότεροι Έλληνες συλλέκτες –ακόμη κι αυτοί που αργότερα έγιναν διεθνείς και επικεντρώθηκαν μόνο σε ξένους καλλιτέχνες– ξεκίνησαν τις συλλογές τους με Άγγελο, Μανωλίδη ή Πανταλέοντα. Επίσης θυμάμαι την αντίδραση των “ειδικών” στις αρχές του ’80 –εμού συμπεριλαμβανομένου– όταν ο αείμνηστος Ίων Βορρές είχε στήσει στο νεόδμητο Μουσείο του στην Παιανία έναν Άγγελο δίπλα σ’ έναν Σπυρόπουλο. Mea culpa! Εικόνα που έγινε γνωστή στο πανελλήνιο μέσω του διάσημου τότε περιοδικού Ζυγός.
Άλλη μια απόδειξη πως τον Άγγελο μπορείς να τον απορρίψεις αισθητικά, αλλά όχι να τον αγνοήσεις ιστορικά. Αυτά και άλλα ανάλογα θέματα σκεφτόμασταν να αντιμετωπίσουμε με τον συνάδελφο καθηγητή κ. Θανάση Μουτσόπουλο στο Μουσείο Κατσίγρα όταν συμμετείχαμε στην καλλιτεχνική του επιτροπή και σκεφτόμασταν μια μεγάλη αναδρομική του Θεσσαλού Άγγελου Παναγιώτου. Πλην οι εκεί “μενδωνίτσες” δεν ηυδόκησαν…
- Την Τρίτη 11 Νοεμβρίου τα εγκαίνια της έκθεσης του Άγγελου στην γκαλερί Καπόπουλος του Κολωνακίου.





