Μεταναστευτικό: Οι δασμοί του Τραμπ και τα μπαξίσια στον Ερντογάν
09/06/2019Λιγότερες από τρεις ημέρες, επιθετικής ομολογουμένως πολιτικής, χρειάστηκε ο Τραμπ για να λύσει το ζήτημα των μεταναστευτικών ροών στα νότια σύνορά του.Την ίδια ώρα, αν και οι περιπτώσεις δεν είναι ακριβώς ίδιες, η «ενωμένη» Ευρώπη αναζητά, τουλάχιστον τα τελευταία πέντε χρόνια, μια κοινή λύση για την μετανάστευση και το άσυλο, που ακόμη δεν βρήκε.
Ο Τραμπ, μετά τα καραβάνια που έφτασαν στα σύνορα με το Μεξικό και τις περιπέτειες που είχε σχετικά με το τείχος, αποφάσισε να παίξει το χαρτί των δασμών. Απειλώντας το Μεξικό με επιβολή πρόσθετων φόρων στα προϊόντα που εξάγει προς τις ΗΠΑ, έσυρε τον σοσιαλιστή πρόεδρο Ομπραδόρ σε συνομιλίες.
Το τελεσίγραφο του Αμερικανού προέδρου έπιασε τελικά τόπο και μέσα σε τρεις ημέρες μαραθώνιων διαπραγματεύσεων οι δύο πλευρές κατέληξαν σε συμφωνία, βάση της οποίας το Μεξικό θα λάβει «μέτρα χωρίς προηγούμενο» για να αντιμετωπιστεί η παράτυπη μετανάστευση προς τις ΗΠΑ . Στο πλαίσιο αυτών των μέτρων η μεξικανική εθνοφρουρά θα αρχίσει να αναπτύσσεται από την Δευτέρα στα σύνορα με την Γουατεμάλα και σε αντιστάθμισμα ο Τραμπ αναβάλλει επ’ αόριστον την επιβολή δασμών στο Μεξικό.
Φύλαξη συνόρων
Σύμφωνα με τον υπουργό Εξωτερικών του Μεξικού, Μαρσέλο Εμπράρδ, ο οποίος ήταν επικεφαλής της πολυμελούς μεξικανικής αποστολής στην Ουάσινγκτον, η συμφωνία δεν περιλαμβάνει δύο βασικές απαιτήσεις του Τραμπ. Πρόκειται για την αξίωση του Αμερικανού προέδρου να ορισθεί το Μεξικό ως «ασφαλής τρίτη χώρα» και οι αιτούντες άσυλο από τη Γουατεμάλα να επαναπροωθούνται στο Μεξικό, ενώ οι αιτούντες άσυλο από την Ονδούρα και το Ελ Σαλβαδόρ να επαναπροωθούνται στη Γουατεμάλα.
Αντιθέτως η συμφωνία προβλέπει ότι οι μετανάστες που ζητούν άσυλο στις ΗΠΑ θα επαναπροωθούνται στην μεξικανική επικράτεια και θα είναι υποχρεωμένοι να παραμείνουν εκεί για όσο διάστημα τα αμερικανικά δικαστήρια θα εξετάζουν τις αιτήσεις τους. Η συμφωνία χαρακτηρίστηκε σημαντική και από τις δύο πλευρές, με τον πρόεδρο Ομπραδόρ να διαμηνύει από την συνοριακή πόλη Τιχουάνα ότι «τη Δευτέρα δεν θα υπάρξουν δασμοί και φόροι, ούτε οικονομική ή χρηματοπιστωτική κρίση στη χώρα».
Ο πρόεδρος του Μεξικού είπε επίσης ότι δεν θα έδινε στον Τραμπ «μια γερή γροθιά, αλλά ένα ανοιχτό χέρι», αν και προειδοποίησε ότι δεν αρκεί μόνον η ασφάλεια των συνόρων, προτρέποντας τις ΗΠΑ να επενδύσουν στην ανάπτυξη της Κεντρικής Αμερικής. Για τον Τραμπ, ωστόσο, προέχει η φύλαξη των συνόρων και έπεται η οικονομική ανάπτυξη των χωρών προέλευσης των παράτυπων μεταναστών.
Η ευρωπαϊκή περιπέτεια
Εντελώς διαφορετική είναι όμως η κατάσταση στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Πρόκειται άλλωστε για διαφορετικές περιπτώσεις. Ενώ στις ΗΠΑ είναι ξεκάθαρο ότι πρόκειται για οικονομικούς μετανάστες, η πίεση στην Ευρώπη ασκήθηκε και από πρόσφυγες, εξαιτίας του πολέμου στην Συρία και της ρευστής πολιτικής κατάστασης σε αρκετά κράτη της Βόρειας Αφρικής. Το πρόβλημα, όμως, δεν βρίσκεται εκεί.
Η Ευρώπη αντιμετώπιζε μεταναστευτικές ροές και πριν τον πόλεμο της Συρίας, αλλά το ποτήρι ξεχείλισε, όταν η Μέρκελ αποφάσισε να ανοίξει τα σύνορα και να υποδεχθεί “πρόσφυγες”. Η απόφαση αυτή δεν οφειλόταν βεβαίως σε κάποια έξαρση ανθρωπισμού της καγκελαρίου, αλλά στο αίτημα της γερμανικής βιομηχανίας για φτηνό εργατικό δυναμικό. Αυτό που δεν υπολόγισαν, ωστόσο, η Μέρκελ και οι Γερμανοί βιομήχανοι ήταν η εκλογή του Τραμπ, ο οποίος με το πρόγραμμα “Πρώτα η Αμερική” έβαλε πάγο στα σχέδια τους.
Η συνέχεια είναι λίγο-πολύ γνωστή. Η ΕΕ βρέθηκε να πανηγυρίζει για την συμφωνία της με την Τουρκία και να πληρώνει την Άγκυρα για να κρατήσει τους πρόσφυγες σε τουρκικά εδάφη. Αντί να φυλάξει τα σύνορά της ή να επιβάλει στην Τουρκία να λάβει, όπως το Μεξικό, τα δικά της «μέτρα χωρίς προηγούμενο», η ΕΕ επέλεξε να δώσει “μπαξίσι” στον Ερντογάν. Ο “σουλτάνος” όμως ξέρει καλύτερα από τους Ευρωπαίους από “μπαξίσια” και έτσι κάθε φορά ζητά περισσότερα, ενώ με την πρώτη ευκαιρία αρχίζει και τις απειλές ότι θα ανοίξει τα σύνορα σε όσους θέλουν να φύγουν προς την Ευρώπη.
Ταμπού τα κλειστά σύνορα
Το τραγικό είναι ότι ακόμη και σήμερα, χωρίς κοινή θέση και με διαφορετικά συμφέροντα, τα κράτη μέλη της ΕΕ δεν έχουν καταφέρει να υιοθετήσουν μια κοινή πολιτική για το άσυλο και τη μετανάστευση. Η ΕΕ δεν κατάφερε καν να φυλάξει τα σύνορά της, αν και το αποφάσισε μετά από τρεις κυβερνητικές κρίσεις στην Γερμανία που απείλησαν ακόμη και την ίδια την Μέρκελ.
Τραγική είναι άλλωστε και η σημερινή ομολογία του επικεφαλής της Frontex (ευρωπαϊκή δύναμη φύλαξης των συνόρων) Φαμπρίς Λεγκερί, ο οποίος, σε δηλώσεις του στην γερμανική εφημερίδα WELT AM SONNTAG, υποστηρίζει ότι η ευρωπαϊκή συνοριοφυλακή είναι «στα χαρτιά». Ο ίδιος αποκαλύπτει ότι λείπουν «περίπου 5.000 συνοριοφύλακες» και καλεί όλους να συνειδητοποιήσουν ότι η ΕΕ διαθέτει πολύ μικρό αριθμό συνοριοφυλάκων.
Η ευρωπαϊκή ελίτ δεν δείχνει ιδιαίτερη ζέση για την φύλαξη των συνόρων, ίσως γιατί οι πρώτοι που το πρότειναν ήταν ο συντηρητικός Αυστριακός, πρώην καγκελάριος, Κούρτς και ο «ακροδεξιός» και «λαϊκιστής» ηγέτης της ιταλικής Λέγκας, Ματέο Σαλβίνι. Έτσι όμως δίνει την εντύπωση ότι υποθάλπει αυτόν τον ιδιότυπο “εποικισμό”, δίνοντας χώρο δράσης στους ευρωσκεπτικιστές και την ακροδεξιά, όπως έδειξαν και τα αποτελέσματα των πρόσφατων ευρωπαϊκών εκλογών.
Δύο μέτρα δύο σταθμά
Η συμφωνία Τραμπ – Ομπραδόρ, υπό την απειλή της επιβολής δασμών, επικρίθηκε ως μια συμφωνία που επέβαλαν οι ισχυρές ΗΠΑ στο αδύναμο Μεξικό. Μάλιστα πρώην γενικός διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) υπαινίχθηκε ότι ο τρόπος που ενεργεί ο Αμερικανός πρόεδρος αντίκειται προς το πνεύμα του διεθνούς δικαίου.
Πρόκειται για μια μεγάλη νίκη της πρακτικής του «να παίρνεις ομήρους» επί των διεθνών κανόνων, είπε χαρακτηριστικά ο Πασκάλ Λαμί, ο οποίος έχει επικρίνει αρκετές φορές τον Τραμπ για τον τρόπο που χρησιμοποιεί τους τελωνειακούς δασμούς.
Ο Λευκός Οίκος δεν σχολίασε όσα είπε ο Λαμί. Ο Τραμπ πάντως έδειξε ότι ήθελε να φυλάξει τα σύνορα των ΗΠΑ και το έκανε. Ανάλογα αποτελεσματική θα μπορούσε να είναι και η ΕΕ σε ό,τι αφορά την Λιβύη, το Μαρόκο και ενδεχομένως την Τουρκία. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει όμως κοινή ευρωπαϊκή πολιτική και αυτή για την ώρα παραμένει ζητούμενο.