Από τον τρίτο δρόμο του Ανδρέα στον σοσιαλφιλελευθερισμό του Σημίτη
03/09/2019«Το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν επαναστατικό κίνημα, κόμμα που υπερασπιζόταν μαχητικά την παγκόσμια περιφέρεια απέναντι στο αμερικανο-ευρωπαϊκό κέντρο, φορέας των κοινωνικοποιήσεων και της αυτοδιαχείρισης. Ήταν η ελληνική έκφραση του ρεύματος για κοινωνικό κράτος και κοινωνική δικαιοσύνη που αντιπαρατέθηκε στα συντηρητικά και φιλελεύθερα κόμματα σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Ήταν η ενσάρκωση των σοσιαλδημοκρατικών αντιλήψεων και πρακτικών προσαρμοσμένων στην ελληνική πραγματικότητα…» Κώστας Σημίτης, Δρόμοι ζωής, 2015
Τα κοινωνικά φαινόμενα, όπως το πολιτικό κόμμα, έχουν σχεσιακό και ιστορικό χαρακτήρα, όχι αμετάβλητο και δεδομένο. Το είναι ως γίγνεσθαι. Η ιστορικότητα ενός πολιτικού κόμματος, που είναι ο ιδιαίτερος τρόπος ύπαρξης του, διαμορφώνεται από τη σχέση μεταξύ αντικειμενικών συνθηκών και υποκειμενικών παραγόντων, προϊόν της συνάρθρωσης των οποίων είναι η συγκεκριμένη κίνησή του σε τόπο και χρόνο.
Μ΄αυτή την έννοια η ιστορία ενός πολιτικού κόμματος είναι η ιστορία μιας χώρας από μια συγκεκριμένη οπτική, σύμφωνα με τη διάσημη διαπίστωση του Αντόνιο Γκράμσι. Ούτε νομοτελειακοί ντετερμινισμοί ως αποτέλεσμα των αντικειμενικών δομών, ούτε ανιστόρητοι υποκειμενισμοί λόγω δράσης των πρωταγωνιστών εκτός ιστορικο-κοινωνικού πλαισίου.
Αναγκαιότητα, ενδεχομενικότητα, ετερογονία των σκοπών στην ιστορική διαδικασία, όπως αποτυπώνονται στον κινητήριο μοχλό εξέλιξης του πολιτικού σχηματισμού, την εσωκομματική του πάλη, που αποτελεί την κανονικότητα, τον συγκεκριμένο τρόπο ύπαρξης του κόμματος, σε σχέση πάντα με την πορεία του εθνικού κοινωνικού σχηματισμού.
Έτσι, λοιπόν, και το ΠΑΣΟΚ αποτέλεσε έκφραση της ιστορικής στιγμής που ιδρύθηκε, συμπυκνώνοντας μια συγκεκριμένη – και ηγεμονική όπως αποδείχθηκε- ερμηνεία της συλλογικής μνήμης του εθνικού και κοινωνικού αγώνα, το φαντασιακό του ελληνικού «κοινού νου». Το ΠΑΣΟΚ αφετηριακά αποτύπωσε δύο ιδιαίτερες εθνικές στιγμές στην πάλη των ιδεών και των πολιτικών αγώνων σε σχέση με την αντίστοιχη ευρωπαϊκή εμπειρία. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’30 και μέχρι το 1974 η αριστερά σε επίπεδο πολιτικής μαζικής οργάνωσης ταυτίστηκε με όρους αποκλειστικότητας με το Κομμουνιστικό Κίνημα.
Αυτό το μονοπώλιο διακόπτεται στην Γ’ Ελληνική Δημοκρατία, με τη συγκρότηση του χώρου της σοσιαλιστικής αριστεράς με όρους μαζικούς και ανταγωνιστικούς. Επόμενη ιδιαίτερη στιγμή, αφορά την εμπειρία ίδρυσης του ΠΑΣΟΚ, που δεν ταυτίζεται με τις αντίστοιχες εμπειρίες ίδρυσης των κομμάτων της 2ης ή της 3ης Διεθνούς. Το ΠΑΣΟΚ δεν το γεννά ένα προγενέστερο ισχυρό εργατικό κίνημα, ούτε προέρχεται από μαζική διάσπαση ενός προηγούμενου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος.
Ένα σταθερό ιδεολογικο-πολιτικά σώμα
Η διαφοροποίηση και ο διαχωρισμός από την Ένωση Κέντρου μεσούσης της δικτατορίας, που επικυρώνεται το 1974, δύσκολα μπορεί να ενταχθεί σε ανάλογες εμπειρίες. Και τα δύο στοιχεία έχουν τη σημασία τους, απορρέουν από τους συγκεκριμένους όρους κίνησης του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού και συνδιαμορφώνουν μαζί με άλλες καταστάσεις τα ιδιαίτερα ταυτοτικά χαρακτηριστικά του πολιτικού σχηματισμού.
Το ΠΑΣΟΚ αφετηριακά και λόγω των συγκεκριμένων συνθηκών ήταν μια πραγματικότητα πληθυντική, έκφραση μιας κοινωνίας σε αναζήτηση, ανοδική κοινωνική κινητικότητα και διάχυτο ριζοσπαστισμό. Ιδεολογικο-πολιτικά και όπως μορφοποιούνται οργανωτικά διαμορφώνονται διάφορες καταστάσεις όπως βενιζελογενείς-παλαιοκομματικές λόγω καταγωγής, ΕΑΜογενείς, μαρξιστικές-λενινιστικές ή και τροτσκιστικές λόγω επιρροής που ασκούσε η τριτοδιεθνιστική αριστερά σε μαζικούς χώρους κυρίως φοιτητικούς, αντιιμπεριαλιστικές-εθνικοανεξαρτησιακές-τριτοκοσμικές λόγω της επιρροής της θεωρίας της εξάρτησης στη συνάρθρωσή της με εθνικο-λαϊκές εμπειρίες και τον διάχυτο αυτοχθονισμό, σοσιαλδημοκρατικές κα.
Αν εξαιρεθούν οι τροτσκιστικές συσπειρώσεις και η σοσιαλδημοκρατική θεώρηση των στελεχών που προέρχονταν από τη Δημοκρατική Άμυνα, καταστάσεις που είχαν μια σαφή θεώρηση ιδεολογικο-πολιτικού μπλοκ, με θέσεις ελάχιστα διαπραγματεύσιμες λόγω ιστορικής διαμόρφωσης και συγκρότησης, οι υπόλοιπες καταστάσεις εμφάνιζαν μεγάλη κινητικότητα και ρευστότητα. Η συνειδητοποίηση και διαμόρφωση ενός σταθερού ιδεολογικο-πολιτικά και οργανωτικο-λειτουργικά σώματος πραγματοποιήθηκε μέσα από έντονες εσωκομματικές συγκρούσεις και διαγραφές.
Πρώτη φορά πραγματικής Αριστεράς
Στο σημείο αυτό ο ρόλος του Ανδρέα Παπανδρέου υπήρξε καταλυτικής σημασίας καθώς ήταν το πρόσωπο –και ο μηχανισμός που μορφοποιείται- που δίνει το μέτρο της αποδοχής ή απόρριψης των καταστάσεων, διαμορφώνοντας την ταυτότητα του χώρου με συγκεκριμένες παρεμβάσεις, θεωρητικές και πολιτικο-οργανωτικές. Ο αρχηγικός λοιπόν χαρακτήρας του ΠΑΣΟΚ είναι αφετηριακός, αποτελεί μια συνέχεια στην παράδοση του εγχώριου κομματικού φαινομένου και ιστορικά εξηγήσιμος.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και ως αποτέλεσμα των συγκρούσεων και καθορισμών και ενώ ήδη βρίσκεται στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το ΠΑΣΟΚ αποκτά πιο μόνιμα «χρώματα», τα οποία θα το ακολουθήσουν στην εξέλιξη τους τα επόμενα χρόνια. Στο επίπεδο της θεωρίας κυριαρχεί η εθνικο-ανεξαρτησιακή-αντιιμπεριαλιστική ιδεολογία αποτέλεσμα και του διάχυτου αντιαμερικανισμού, της κίνησης του εθνικού κοινωνικού σχηματισμού ως κυρίαρχου-κυριαρχούμενου στη διαδικασία διεθνούς ενσωμάτωσης και εσωτερίκευσης της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης, του ειδικού βάρους της γεωπολιτικής.
Στο επίπεδο του κοινωνικού μπλοκ δυνάμεων το ΠΑΣΟΚ διαμορφώνεται ως χώρος μιας ισότιμης, σχεσιακής, παρατακτικής, ταξικής συμμαχίας, που θα κωδικοποιηθεί ως Εθνική Λαϊκή Ενότητα (ΕΛΕ/2η Σύνοδος Κ.Ε./1978), αρνούμενο το σχήμα της ηγεμονίας της εργατικής τάξης και των συμμάχων της και ως αποτέλεσμα της εκτεταμένης μικροϊδιοκτητικής κοινωνικής δομής και της αυτοαπασχόλησης, αντανακλώντας την ηγεμονία των νέων μικροαστικών στρωμάτων, εσωτερικής μετανάστευσης ως προέλευση.
Παράλληλα το ΠΑΣΟΚ γίνεται πολιτικο-οργανωτικά το κόμμα της εργατικής τάξης, ακριβώς γιατί είναι η ιστορική περίοδος που έχει διαμορφωθεί και βρίσκεται σε εξέλιξη μια μονοπωλιακού τύπου συσσώρευση στο δευτερογενή τομέα της ελληνικής οικονομίας, με αποτέλεσμα να εμφανίζονται μαζικοί εργατικοί αγώνες στις βιομηχανίες.
Οι δύο τάσεις
Η εργατική τάξη και η μισθωτή εργασία ευρύτερα, όχι μόνον καταγράφεται εκλογικά στο ΠΑΣΟΚ, αλλά οργανώνεται σ’ αυτό, διαμορφώνοντας προοπτικά δύο τάσεις, μία ριζοσπαστική με πυρήνα τον βιομηχανικό συνδικαλισμό και προσεγγίσεις που αγγίζουν την προβληματική των κοινωνικοποιήσεων και της αυτοδιαχείρισης και μια ρεφορμιστική-αγωνιστική με πυρήνα το συνδικαλισμό στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Μετά τη σύγκρουση του 1985, η ρεφορμιστική τάση, που προοπτικά θ’ αποβάλει τον αγωνιστικό της χαρακτήρα, με τελευταία αναλαμπή την περίοδο 1991-1993, θα αποτελέσει βασικό πολιτικο-οργανωτικό βραχίωνα της μετεξέλιξης του ΠΑΣΟΚ και συγχρονισμού-ταύτισης του με τη νέα σοσιαλδημοκρατία της δεκαετίας του ’90.
Οργανωτικά το κόμμα επεκτείνεται μαζικά σε χώρους δουλειάς και τόπους κατοικίας, διαμορφώνεται η γραφειοκρατία του κόμματος και υιοθετείται ένα σχήμα δημοκρατικού συγκεντρωτισμού με διακριτή τη θέση του προέδρου. Αποτυπώνεται και καταστατικά η οργανική συμμαχία προέδρου και τρόικας ΕΓ, σ’ ένα μαζικό γραφειοκρατικό κόμμα με πολιτικο-οργανωτική ενότητα (5η σύνοδος Κ.Ε./1979).
Η αλλαγή της δεκαετίας ’80
Με όρους ιστορικής εξέλιξης ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας –και με όλη την πολεμική εναντίον της που διατηρείται ακόμα εκείνη την περίοδο- όταν κερδίζει τις εκλογές το 1981 γινόμενο η πρώτη αριστερή κυβέρνηση της χώρας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στο ΠΑΣΟΚ έχουν διαμορφωθεί δύο τάσεις-κατευθύνσεις.
Εκείνη της εξελικτικής σοσιαλδημοκρατίας του μεσοπολέμου (με την ιδιαιτερότητα της εργατικής τάξης, αλλά και της θεώρησης του εθνικού, που αναφέρθηκε, αλλά και επιμέρους όψεις 21/2 Διεθνούς) και εκείνη της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας του Μεταπολέμου, με διακηρυγμένο στόχο τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό, την Αλλαγή, που συνοπτικά μεταφράζεται στην κίνηση κοινωνικού εξισωτισμού-εκδημοκρατισμού και μια πορεία εθνικής αυτονομίας, σε μια ενότητα εθνικού-δημοκρατικού-κοινωνικού.
Η κυβερνητική εμπειρία της δεκαετίας του ’80, η ραγδαία κρατικοποίηση του κόμματος, η ακύρωση του εγχειρήματος σοσιαλιστικής μετάβασης, σε συνδυασμό με την καταλυτική επιρροή που ασκούν οι διεθνοπολιτικές ανατροπές και οι παραγωγικές εξελίξεις, η κρίση της Αριστεράς στο σύνολό της και η δυσκολία της να παρακολουθήσει τους πολυεπίπεδους μετασχηματισμούς, οδηγούν το ΠΑΣΟΚ στη μετεξέλιξή του σταδιακά από ένα παραδοσιακό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα σε ένα σοσιαλφιλελεύθερο κόμμα, οργανικό κομμάτι της νέας σοσιαλδημοκρατίας.
Η συλλογική ηγετική γραφειοκρατία βρίσκεται σε έντονη κινητικότητα και σχηματοποιείται σε δύο μερίδες. Η αταλάντευτα προσανατολισμένη στο νέο αναθεωρητισμό της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας θα επικρατήσει. Και η παραδοσιακή μερίδα της γραφειοκρατίας είναι υφιστάμενη της εκσυγχρονιστικής τάσης, λόγω κυβερνητισμού-κρατικοποίησης. Ο υπαρκτός δυϊσμός του ΠΑΣΟΚ, ήδη από την ύστερη ανδρεοπαπανδρεϊκή περίοδο έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Κρατικοποιημένο πλην σοσιαλφιλελεύθερο κόμμα
Το ΠΑΣΟΚ της «νέας εποχής» όπως λεγόταν στα μέσα της δεκαετίας του ’90, όπως και η σοσιαλφιλελεύθερη μετεξέλιξή του στα μέσα της επόμενης δεκαετίας κινείται σε ευρωατλαντική κατεύθυνση, ευρωκεντρική θεώρηση, υποστηριζόμενο από τμήματα της εγχώριας αστικής τάξης και μεγάλων τμημάτων των εξασφαλισμένων νέων μικροαστικών στρωμάτων, ενώ η εσωτερική του διαλεκτική καθορίζεται από την τηλεκρατία. Ο διάχυτος πασοκικός ριζοσπαστισμός κινείται εντός ή εκτός οργανωμένου ΠΑΣΟΚ, προσπαθώντας να διατηρήσει την αυτονομία απέναντι στο κρατικοποιημένο κόμμα.
Γι’ αυτό και όψεις του θα διακηρύξουν ότι «Αυτό δεν είναι ΠΑΣΟΚ» το 1999 κατά την παράδοση Οτσαλάν, θα συμμετέχουν στο κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης και του πολέμου στην Γιουγκοσλαβία και το Ιράκ, θα αντιταχθούν στο Σχέδιο Ανάν και στη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων, μαζικά και διακριτά στην αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος.
Τα πρώτα χρόνια του αντιμνημονιακού κινήματος, κυρίως μέσα από την πλατιά αδιαμεσολάβητη κινητοποίηση των πλατειών, την πάλη ενάντια στη συγκυβέρνηση Παπαδήμου, που θα ολοκληρωθεί στις διπλές εκλογές του 2012, το ΠΑΣΟΚ ως κυρίαρχος χώρος στο αντιδεξιό υποσύστημα θα πάψει να υπάρχει.
Ακολούθως, ο ηγετικός του μηχανισμός θα αλλάξει διαδοχικά την ονομασία του τρεις φορές, όπως άλλωστε μία εκδοχή του πασοκικού ριζοσπαστισμού την περίοδο των πλατειών το είχε δημοσίως προτείνει, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ (-ΕΚΜ τότε) αναδεικνύεται ως νέος χώρος πλειοψηφικής κλίσης και προοπτικής.
Από τότε σε επίπεδο σημειολογίας η επέτειος της 3ης Σεπτέμβρη σχεδόν κάθε χρόνο γίνεται πεδίο αντιπαράθεσης, με αφετηριακό σημείο την εκδήλωση της πασοκογενούς συλλογικότητας «Νέος Αγωνιστής» στη Νίκαια το 2012 και κεντρικό ομιλητή τον Αλέξη Τσίπρα.
Σήμερα, τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, όσο και το ΚΙΝΑΛ κινούνται στην κατεύθυνση του σημιτικού εκσυγχρονισμού, της νεοσοσιαλδημοκρατικής ευρωπαϊκής κανονικότητας. Για τα σύγχρονα ζητήματα των τριών ιστορικών φάσεων του ΣΥΡΙΖΑ και της θεωρίας των 3,5 ΠΑΣΟΚ θα τα πούμε σε άλλη ευκαιρία.
Πολύ συνοπτικά και καταληκτικά δεν μπορεί να υπάρξει κοινωνικό σε εχθρότητα με το εθνικό σε πραγματικότητες όπως η ελληνική, ή ευρωπαϊκή κανονικότητα ή ανάπτυξη με εχθρότητα απέναντι στην εθνική και κοινωνική ιδιαιτερότητα. Η γραμμή αυτή τον λαό τον μετατρέπει σε πλήθος και τον οδηγεί σε διαρκείς ήττες απέναντι στις δυνάμεις του υπεριμπεριαλισμού, της αυτοκρατορίας.