Η πανδημία, η Γερμανία και η κοινή λογική
02/04/2020Για να αποφευχθεί η παγκόσμια ύφεση που θα εκτοξεύσει την ανεργία, απαιτούνται κοινά μέτρα σε όλες τις χώρες του κόσμου. Μπορεί μια δυνατή οικονομικά χώρα να αντέξει μόνη της; Όταν οι καταναλωτές των άλλων χωρών, στις οποίες εξάγει τα προϊόντα της και μεγαλώνει έτσι τον πλούτο της, απολέσουν την αγοραστική τους δύναμη, τι θα γίνουν τα αζήτητα προϊόντα της ισχυρής χώρας; Ας το δούμε με ένα παράδειγμα.
Ο γερμανικός όμιλος της VolksWagen είναι διεθνώς ο μεγαλύτερος κατασκευαστής αυτοκινήτων. Διαθέτει 124 εργοστάσια ανά τον κόσμο, με τα 72 στην Ευρώπη, αλλά μόνο 28 στη Γερμανία! Συνολικά απασχολεί 671.000 εργαζόμενους και στην ιδιοκτησία του περιλαμβάνονται επίσης οι φίρμες Audi, Porsche, Seat, Skoda, Bentley, Bugatti, Lamborghini και Ducati.
Καθώς η κρίση της πανδημίας εντείνεται, ο όμιλος ανακοινώνει συνεχώς μειώσεις παραγωγής και αναστολή εργασιών σε αρκετά εργοστάσια. Θα μπορούσε να πει κανείς, ότι καλά κάνει για να προστατεύσει τους εργαζόμενους. Μόνο που ο λόγος, δεν είναι μόνο ή κυρίως η υγεία των εργαζομένων που θα απολυθούν, όσο ο δραματικός περιορισμός της ζήτησης αυτοκινήτων σήμερα.
Τα υπερκέρδη του ομίλου προέρχονται από εξαγωγές και η επιβίωση του, εξαρτάται από την οικονομική δυνατότητα και τη διάθεση των νοικοκυριών σε όλο τον κόσμο, να αγοράσουν αυτοκίνητο και να προτιμήσουν κάποιο από αυτά που παράγει. Και καθώς φως στο τούνελ αυτής της κρίσης δεν φαίνεται, με εκτιμήσεις ότι θα αργήσει πολύ να ομαλοποιηθεί η καταναλωτική διάθεση και η δυνατότητα των ανθρώπων να δαπανήσουν από το περίσσευμά τους, η γερμανική ιδιοκτησία θα παγώσει την παραγωγή της, όσο χρειάζεται.
Επιβεβλημένα τα κορονοομόλογα
Το ίδιο θα συμβεί με όλες σχεδόν τις βιομηχανίες που παράγουν συσκευές. Μόνο που το μέλλον τους, δεν θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της Γερμανίας να ξεπεράσει τις συνέπειες από τον κορονοϊό, όσο από την ικανότητα και δυνατότητα όλων των χωρών να προστατεύσουν την εργασία και τα εισοδήματα των πολιτών τους.
Υπό κανονικές συνθήκες κοινής λογικής, οι γερμανικές ελίτ θα έπρεπε να πιέσουν την κυβέρνηση της Μέρκελ να εγκρίνει τα ζητούμενα κορονοομόλογα, ανάβοντας το πράσινο στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να ρίξει στην αγορά της Ευρώπης φρέσκο χρήμα, ώστε οι πελάτες προϊόντων όλων των βιομηχανιών (και των γερμανικών), να μπορούν να τα αγοράσουν, αν όχι σήμερα, τουλάχιστον σύντομα.
Επιπλέον, οι γερμανικοί κολοσσοί, έχουν κάθε λόγο και συμφέρον να προστατεύσουν την εταιρική ευθύνη τους και την εικόνα της χώρας τους, που εξελίσσεται σε καταπιεστή όλης τη ΕΕ. Που θυμίζει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τον επικίνδυνο βάρβαρο εθνικισμό που προκάλεσε δύο παγκόσμιους πολέμους. Διότι αν συνεχίσουν έτσι, ακόμα και όταν η αγορά ομαλοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό, η συντριπτική πλειονότητα των ενδιαφερόμενων για απόκτηση αυτοκινήτου, θα έχει πολλούς λόγους να αποφύγει τα γερμανικά προϊόντα.
Η σκυτάλη στην πανδημία της ανεργίας
Όφειλαν να ξέρουν πως η κρίση αυτή, δεν έχει μεγάλη σχέση με τις φούσκες που έσκασαν από την απληστία των τζογαδόρων του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Η κρίση αυτή, θα βγάλει από την αγορά εργασίας, άγνωστο για πόσο, εκατομμύρια τρομαγμένους και απελπισμένους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Ανθρώπους με εκμηδενισμένη την δυνατότητα αποταμίευσης και περιορισμένη δυνατότητα αλλά και ψυχολογική διάθεση για αγορές.
Η ΕΕ, χωρίς υπερβολή, κινδυνεύει με διάλυση. Μόνο εννέα από τις 27 χώρες μέλη απαίτησαν την έκδοση του κορονοομολόγου! Η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ελλάδα, το Βέλγιο, η Ιρλανδία, η Σλοβενία και το Λουξεμβούργο. Οι άλλες δεκαοκτώ; Και δεν αναφερόμαστε στη Γερμανία, την Ολλανδία και την Αυστρία που πρωτοστάτησαν στο όχι. Μπορεί κάποιες, όπως η Σουηδία, η Φινλανδία, και η Δανία, να εκτιμούν όπως και οι Γερμανοί, ότι αντέχουν.
Οι άλλες; Η Τσεχία, η Σλοβακία, η Ουγγαρία, η Λιθουανία, η Εσθονία, η Λεττονία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Κροατία, η Πολωνία, η Κύπρος (!) και η Μάλτα; Αισθάνονται τόσο ασφαλείς; Όχι βέβαια. Νομίζουν ότι μπορούν ως βαγονάκια στην ατμομηχανή της Γερμανίας να διασωθούν; Δυστυχώς οι πολιτικές τους ηγεσίες είναι εξαρτημένες από διεθνή κέντρα, πολιτικά και οικονομικά, για να επιβιώνουν και πουλάνε εθνικισμούς για να ξεγελάσουν τους πολίτες τους.
Τελικά αν η νεοφιλελεύθερη συνταγή που επέβαλε ως μονόδρομο το μεγάλο κεφάλαιο, υποδουλώνοντας, με το χρήμα και τα μιντιακά μέσα που ελέγχει, τις πολιτικές εξουσίες, σε ρόλο υπηρέτη των συμφερόντων του, συνεχιστεί επί μακρόν, οι διαφορές θα είναι αδύνατο να επιλυθούν με ειρηνικά μέσα. Και σίγουρα αν η ΕΕ παραλύσει, αν δεν κάνει το μεγάλο βήμα για την οικονομική της ολοκλήρωση, η επιστροφή όλων των χωρών σε εθνικά νομίσματα, μοιάζει αναπόφευκτη.