Σημαντική έρευνα: Ο λόγος που τα παιδιά νοσούν σπανίως “δείχνει” εμβόλιο
12/11/2020Μήπως παλιότερες λοιμώξεις από ήπιους κορονοϊούς (τους έως πέρσι, συνήθεις, και συνυφασμένους με απλά κρυολογήματα) προσφέρει ανοσία ή πάντως αντιστάσεις και στο νέο, επιθετικό κορονοϊό; Αυτό σκέφτηκε να ερευνήσει ομάδα επιστημόνων από το Ινστιτούτο Francis Crick και το University College του Λονδίνου.
Επικεφαλής της ομάδας που τελικά βρήκε κάτι πολύ σημαντικό, είναι οι ελληνικής καταγωγής Γεώργιος Κασσιώτης και Ελένη Ναστούλη, οι οποίοι και μελέτησαν το φαινόμενο της προϋπάρχουσας χυμικής (δηλ. μέσω αντισωμάτων) ανοσίας έναντι του νέο κορονοϊού σε άτομα που δεν είχαν ποτέ μολυνθεί από αυτόν.
Ερεύνησαν την ανοσολογική κατάσταση παιδιών και εφήβων αλλά και ενηλίκων και διαπίστωσαν ότι παιδιά / έφηβοι ηλικίας 1 έτους έως 16 ετών που δεν είχαν ποτέ μολυνθεί από τον τρέχοντα ιό, διέθεταν πολλά αντισώματα από προηγούμενες ήπιες λοιμώξεις από άλλους, άκακους κορονοϊούς. Οι ηλικιωμένοι απεναντίας δεν διέθεταν αντισώματα από παλιότερες λοιμώξεις από αυτούς τους αθώους κορονοϊούς.
Όπλο και για τον “κακό κορονοϊό”
Αυτό ερμηνεύει γιατί τα παιδιά νοσούν σπανίως αλλά ίσως υποδεικνύει και κάτι ακόμα σημαντικότερο: ότι μια τεχνητή λοίμωξη από τους αβλαβείς κορονοϊούς, πιθανόν να οικοδομεί στον οργανισμό σημαντική ασπίδα για τον τρέχοντα. Οι τέσσερις κορονοϊοί που προκαλούν ήπιες λοιμώξεις με συμπτώματα τύπου κοινού κρυολογήματος στον άνθρωπο είναι οι άλφα κορονοϊοί 229Ε και NL63, και οι βήτα κορονοϊοί OC43 και HKU1.
Άλλοι τρεις κορονοϊοί προκαλούν πολύ πιο σοβαρές λοιμώξεις, και είναι ο MERS-CoV (βήτα κορονοϊός που προκαλεί το αναπνευστικό σύνδρομο της Μέσης Ανατολής ή MERS), ο SARS-CoV (βήτα κορονοϊός που προκαλεί το σοβαρό οξύ αναπνευστικό σύνδρομο ή SARS) και ο SARS-CoV-2, ο νέος κορονοϊός που προκαλεί τη νόσο COVID-19. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι άνθρωποι συνήθως μολύνονταν μέχρι τώρα από τους κορονοϊούς 229E, NL63, OC43 και HKU1, δηλαδή τους σχετικά αβλαβείς.
Οι ανοσολογικές αντιδράσεις που βρέθηκαν
Οι ερευνητές ήλεγξαν σειρά δειγμάτων από άτομα που δεν είχαν μολυνθεί ποτέ από το νέο κορωνοϊό SARS-CoV-2. Διαπίστωσαν ότι 16 από τους 302 ενήλικες (5,3%) είχαν ήδη στο αίμα τους αντισώματα της τάξης G (IgG) τα οποία αντιδρούσαν με την υπομονάδα S2 της πρωτεΐνης-ακίδας του SARS-CoV-2 και πιθανότατα δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια προηγούμενων εποχιακών λοιμώξεων από άλλους κορονοϊούς, σαν αυτούς που προκαλούν το κοινό κρυολόγημα.
Η παρουσία αυτών των αντισωμάτων IgG ήταν πολύ πιο συχνή στην ομάδα των παιδιών και εφήβων (ηλικίας 1 έως 16 ετών) που δεν είχαν μολυνθεί από τον SARS-CoV-2: τα 21 από τα 48 παιδιά / εφήβους (ποσοστό 43,8%) είχαν στο αίμα τους ανιχνεύσιμα αντισώματα IgG που αντιδρούσαν με την υπομονάδα S2 του SARS-CoV-2. Εχει μεγάλη σημασία να τονίσουμε ότι αυτήν ακριβώς την υπομονάδα χρησιμοποιεί ο SARS-CoV-2 για να εισέλθει και να μολύνει τα ανθρώπινα κύτταρα, και η υπομονάδα S2 φαίνεται να έχει μεγαλύτερες δομικές ομοιότητες μεταξύ των διαφορετικών κορονοϊών απ΄ό,τι η υπομονάδα S1 της πρωτεΐνης-ακίδας.
Υπολογίσιμη εξουδετέρωση του νέο κορονοϊού
Αυτό σημαίνει ότι όποιος έχει αντισώματα από απλούς κορονοϊούς “μπλοκάρει” ένα βασικό όπλο του νέου κορονοϊού. Τα προϋπάρχοντα αντι-SARS-CoV-2 αντισώματα στα μη μολυσμένα άτομα ήταν κυρίως IgG και όχι IgM ή IgA –τα τελευταία συνυπάρχουν με τα IgG στα άτομα που έχουν μολυνθεί από το νέο κορονοϊό. Επιπλέον, οι οροί από τα μη μολυσμένα άτομα (ενήλικες και παιδιά) παρουσίασαν σημαντική και ειδική ικανότητα εξουδετέρωσης του νέου κορωνοϊού SARS-CoV-2.
Το σημαντικό αυτό γεγονός επιβεβαιώθηκε και σε πειράματα καλλιέργειας κυττάρων μολυσμένων με ψευδοτύπους του νέου κορονοϊού, όπου και φάνηκε καθαρά η εξουδετερωτική ικανότητα των προϋπαρχόντων IgG αντισωμάτων στο ορό μη μολυσμένων ατόμων. Αντίθετα, οροί από μη μολυσμένα άτομα που δεν είχαν όμως προϋπάρχοντα αντισώματα, δεν μπόρεσαν να εξουδετερώσουν τον SARS-CoV-2.
Εμβόλιο;
Τα αποτελέσματα αυτά υποδεικνύουν ότι η υπομονάδα S2 της πρωτεΐνης-ακίδας που είναι παρόμοια (αν και όχι ταυτόσημα) μεταξύ των διαφόρων κορονοϊών και είναι ευάλωτη στα ήδη υπάρχοντα εξουδετερωτικά αντισώματα, θα μπορούσε να αποτελέσει έναν πολύ καλό στόχο για τη δημιουργία ενός καθολικού εμβολίου που θα μας προστατεύει από τους υπάρχοντες, αλλά και από μελλοντικούς κορονοϊούς.
Η διασταυρούμενη ανοσία δεν φαίνεται να είναι μακροχρόνια, αλλά η προϋπάρχουσα ανοσολογική μνήμη τόσο από τα Τ όσο και από τα Β λεμφοκύτταρα μπορεί ενδεχομένως να επηρεάσει τη φυσική λοίμωξη, και εφ’ ενός μεν να συμβάλει στην εκδήλωση ηπιότερων συμπτωμάτων στα μολυνθέντα άτομα με COVID-19, αφ’ ετέρου να μειώσει σημαντικά τη μετάδοση και διασπορά του νέου κορονοϊού SARS-CoV-2.
Η εργασία της ομάδας των Κασσιώτη και Ναστούλη με τίτλο “Preexisting and de novo humoral immunity to SARS-CoV-2 in humans” (Προϋπάρχουσα και νεότερη χυμική ανοσία έναντι του SARS-CoV-2 στον άνθρωπο), δημοσιεύθηκε πρόσφατα το έγκριτο διεθνές περιοδικό Science.
Τα εμβόλια δεν είχαν πετύχει
Παλιότερες απόπειρες για τους ήπιους κορονοϊούς δεν είχαν καταλήξει σε αποτελεσματικό εμβόλιο υπολογίσιμης διάρκειας. Ομως θα μπορούσε να επιδιώκεται η άμεση λοίμωξη από αυτά τα παθογόνα, ώστε ο οργανισμός να αναπτύσσει αντισώματα σε αυτά. Πιθανόν η λοίμωξη με διαφορετικούς από αυτούς τους τέσσερις σχετικά ήπιους κορονοϊούς σε τακτά διαστήματα θα μπορούσε να κάνει τον οργανισμό να παράγει αντισώματα επαρκή και για τον τρέχοντα ιό έστω και για μικρό διάστημα.