Απαγορευμένες λέξεις έχουν τα τραγούδια μας – Μεταπολεμική λογοκρισία για χάρη Γερμανίας και Τουρκίας

Απαγορευμένες λέξεις έχουν τα τραγούδια μας – Μεταπολεμική λογοκρισία για χάρη Γερμανίας και Τουρκίας, Αθανάσιος Μπούνταλης

Είμαστε ήδη στο 2021, την χρονιά που θα γιορτάσουμε τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821. Πώς θα κυλήσουν οι εορτασμοί από πλευράς πολιτικής ηγεσίας; Μήπως το παρελθόν μας προϊδεάζει για μια προδιαγεγραμμένη απογοήτευση; Ουσιαστικώς, το διάγγελμά της κας Σακελλαροπούλου για την 25η Μαρτίου του 2020 είχε αποτελέσει το ντεμπούτο της στην Προεδρία της Δημοκρατίας. Και ήταν ξεχωριστό, αλλά για λάθος λόγους.

Με νωπή την τουρκική υβριδική επίθεση στον Έβρο, σχεδόν δεν κατονόμαζε την Τουρκία ως κατακτητή, και για την ακρίβεια μετά βίας περιείχε την λέξη “Τουρκία”. Αυτό, μαζί με άλλα στραβοπατήματα, ευστόχως είχε σημειώσει ο Μ. Κωττάκης (Περίεργη διγλωσσία της νέας Προέδρου). Αλλά και ο κος Μητσοτάκης κατάφερε τον δικό του άθλο: όχι μόνον να κάνει διάγγελμα χωρίς να προφέρει την λέξη “Τουρκία”, αλλά και να υποβιβάσει την εθνική επέτειο σε απλό πρόλογο για την αναφορά του στην πανδημία.

Κατά την επέτειο της ποντιακής γενοκτονίας, Σακελλαροπούλου και Μητσοτάκης δεν ψέλλισαν ούτε μια φορά την λέξη “Τουρκία” ή “Τούρκοι”, και την εθνική μας αξιοπρέπεια διέσωσαν το tweet του Νίκου Αναστασιάδη (η εικόνα, όχι το κείμενο) και η ανακοίνωση του Φώτη Φωτίου. Το χατ τρικ έγινε με την επέτειο του ολοκαυτώματος των Καλαβρύτων, τα οποία η κα Σακελλαροπούλου δεν επεσκέφθη–μάλλον κείνται μακράν. Η επιστολή της προς τον Δήμαρχο της πόλης δεν περιείχε το επίθετο “γερμανικός”, αναφερόμενη μόνον σε “ναζιστική θηριωδία”.

Περιέργως, με όλην της την ανησυχία για την “ανελεύθερη δημοκρατία“, η κα Σακελλαροπούλου, μαζί με τον κ. Μητσοτάκη, συνεχίζει μια παράδοση λογοκρισίας του μετεμφυλιακού κράτους, η οποία επιβίωσε στην Δικτατορία, και που τους παραδόθηκε αναμορφωμένη ως αυτολογοκρισία από διαδοχικές μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις.
Στην Τέχνη, η μεταξική λογοκρισία στόχευε έργα τέχνης βάσει περιεχομένου είτε πολιτικού (π.χ. θεωρούμενα κομμουνιστικά) είτε ηθικού (π.χ. χασικλίδικα). Η μετεμφυλιακή λογοκρισία θα ενσωμάτωνε και γεωπολιτικές παραμέτρους.

Κομμένοι στοίχοι με γερμανική παρέμβαση

Η αρχειακή έρευνα του Γιάννη Γκλαβίνα αποκαλύπτει πως «οι σχέσεις με τη Δυτική Γερμανία, παρά τις νωπές μνήμες της Κατοχής, έπρεπε να ήταν φιλικές στο πλαίσιο των επιδιώξεων του Ψυχρού Πολέμου. Το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών το 1952 ζητούσε από τις επιτροπές ελέγχου κινηματογραφικών ταινιών να μετριάσουν τον αντιγερμανικό τόνο των αντιστασιακών ταινιών, γιατί οι ελληνογερμανικές σχέσεις “υπαγορευόμεναι εκ σκληρών οικονομικών λόγων“, έπρεπε να ήταν ομαλές, ενώ για την Αθήνα η γερμανική συνεργασία με τις “δημοκρατικές χώρες” ήταν απαραίτητη για την άμυνα της Ευρώπης».

Έτσι, η λογοκρισία έπρεπε να τετραγωνίζει τον κύκλο για κάθε αναφορά στην Γερμανία, καθώς η τελευταία είχε συμφωνήσει να παράσχει δάνεια και να απορροφήσει μεγάλο αριθμό Ελλήνων ανέργων–κατόπιν βεβαίως τακτοποιήσεως της υπόθεσης Μέρτεν. Η συγκριτικά υπανάπτυκτη Ιταλία δεν είχε αντίστοιχο βάρος, και οι νίκες εναντίον των Ιταλών του Ντούτσε ήταν επιτρεπτό υποκατάστατο για τον εορτασμό του Έπους του ’40.

Στη μουσική, χαρακτηριστική περίπτωση ο δίσκος του 1971 Μίλα μου για τη λευτεριά των Μίμη Πλέσσα-Λευτέρη Παπαδόπουλου, κανένα τραγούδι του οποίου δεν αναφέρει “Γερμανούς” ή “Ιταλούς”. Μόνο στο Οκτώβρης ήταν, βρίσκουμε τον στίχο “δε θα περάσει ο φασισμός”. Ένας φασισμός απρόσωπος, άυλος, χωρίς σάρκα και οστά. Ωσάν οι φαντάροι να έπαιρναν τα τρένα για να πολεμήσουν μια ιδέα, και όχι Ιταλούς ή Γερμανούς. Ομοίως, στο ο “Ο Σταμούλης ο λοχίας” (Κατσαρός-Πυθαγόρας, 1970), τα εικοσάχρονα παιδιά τρέχανε «για λευτεριά» και ο εχθρός ήταν «ο καιρός». Απρόσωπες έννοιες, και η λογοκρισία τα πέρασε.

Αλλά στην τέχνη το μήνυμα περνάει και μέσω αλληγορίας. Μήπως ο Λ. Παπαδόπουλος έκανε μια αισθητική επιλογή; Ίσως η απάντηση, δίνεται με το Σαββατόβραδο στην Καισαριανή (1970) και την λογοκριμένη του στροφή:

«Γνώριζες τα βήματα, ξέκρινα τους ήχους
και μπογιές ’τοιμάζαμε με σβηστή φωνή
τις βραδιές συνθήματα γράφαμε στους τοίχους
πέφταμε φωνάζοντας κάτω οι Γερμανοί»

Πολυάριθμες ζωντανές εκτελέσεις σε τηλεοπτικές εκπομπές και συναυλίες περιέχουν αυτούς τους κομμένους στίχους, από τους Νταλάρα, Μητσιά, Μακεδόνα, Μητροπάνο, Μποφίλιου κ.ά.. Αλλά πέρα από αυτά τα ηχητικά σαμιζντάτ, σχεδόν καμιά επίσημη ηχογράφηση, σε 45άρι, LP, ή CD, δεν περιλαμβάνει αυτήν την στροφή, λες και η λογοκρισία δεν έφυγε ποτέ!

Χούντα: Όχι κακές αναφορές στους Τούρκους

Η πανουργία της ιστορίας το ήθελε επί Χούντας να εορτάζονται τα 150 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, και να βρισκόμαστε στα πενηντάχρονα της Μικρασιατικής Καταστροφής. Έτσι, η Απριλιανή λογοκρισία θα πρέπει να ελάμβανε αυξημένο αριθμό τραγουδιών που, λόγω συγκυρίας, αναφέρονταν σε “Τούρκους”, τους “συμμάχους” μας στο ΝΑΤΟ, που αποτελούσαν ανάχωμα στην σοβιετική απειλή, και με τους οποίους ο Γεώργιος Παπαδόπουλος έβλεπε σύμπηξη ελληνοτουρκικής ομοσπονδίας.

Το Να ‘τανε το ’21 των Σταύρου Κουγιουμτζή και Σώτιας Τσώτου κυκλοφόρησε το 1969, στα απαγορευμένα 45άρια των Γ. Μπιθικώτση και Γ. Νταλάρα, με την στροφή: «να πολεμάω τις νύχτες στα κάστρα/και το σπαθί μου να πιάνει φωτιά και να κρατάω τις νύχτες με τ’ άστρα/μια Τουρκοπούλα αγκαλιά». Ως γνωστόν, το “Τουρκοπούλα” μετετράπη σε “ομορφούλα” λόγω τουρκικών διαμαρτυριών, τις οποίες η Χούντα άκουσε με ευαισθησία.

Η Μικρά Ασία των Καλδάρα-Πυθαγόρα, κυκλοφόρησε το 1972 αναφερόμενη στην Μικρασιατική καταστροφή, αλλά οι αναφορές στους καταστροφείς είναι ελλειπτικές: “όμως μαχαίρια έβλεπα στης Πόλης τα καντούνια” (Τι να θυμηθώ τι να ξεχάσω) και “ώσπου να λεφτερωθούμε άπ’ τον Κεχαγιά” (Γιορτή ζεϊμπέκηδων). Αλλά και αυτό το τελευταίο λογοκρίθηκε από την Χούντα στην επίσημη έκδοση του τραγουδιού, πάλι κατ’ απαίτηση του τουρκικού προξενείου. Και αυτό το “απαγορευμένο” έχει εκ των υστέρων τραγουδηθεί με την κομμένη στροφή από τους Νταλάρα, Ασλανίδου-Χριστίδου, και πολλούς άλλους.

Η μόνη ονομαστική αναφορά σε “Τούρκους” την οποία επέτρεψε η Απριλιανή λογοκρισία, είναι γλυκανάλατα συμφιλιωτική, και ταυτοχρόνως απροσδόκητα διεθνιστική και ταξική για ένα αντικομμουνιστικό καθεστώς: «Τούρκος εγώ κι εσύ Ρωμιός/κι εγώ λαός κι εσύ λαός, εσύ Χριστό κι εγώ Αλλάχ/όμως κι οι δυο μας αχ και βαχ» (Μες του Βοσπόρου τα στενά). Παρομοίως, λείπει κάθε ονομαστική αναφορά σε “Τούρκους” από τον “Άγιο Φεβρουάριο” του Δήμου Μούτση (1972) παρότι η θεματολογία είναι η ίδια. Και πάλι τίθεται το ερώτημα: (αυτο)λογοκρισία ή αισθητική άποψη;

Μεταπολίτευση και “Σειρήνες στο Αιγαίο”

Με την Μεταπολίτευση, οι συντελεστές της Μικράς Ασίας, Κατσαρός-Πυθαγόρας, θα κυκλοφορούσαν με τον Γιάννη Ντουνιά τον δίσκο “Τα αισθηματικά (1974), που περιελάμβανε το “Άσε με κυρ Λοχαγέ“:
«Με καλαματιανό σουγιά/Διμούτσουνο πιστόλι
Θα πάω στην Αγιά Σοφιά/Θα μπω μέσα στην Πόλη
Άσε με κυρ λοχαγέ/Γιατί μου την έχει δώσει
Το κορίτσι μου ποτέ/Τούρκος δε θα ζυγώσει»

Οι διευκρινήσεις περιττεύουν. Η παράδοση λογοκρισίας μεταλαμπαδεύθηκε και στις μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις. Π.χ., το “1922” του Νίκου Κούνδουρου απαγορεύθηκε το 1978 από την κυβέρνηση Κ. Καραμανλή και οι κόπιες της μπήκαν στο συρτάρι του Εθνικού Κέντρου Κινηματογράφου. Το 1982 προβολή λαθραίας κόπιας στο Διεθνές Φεστιβάλ Βουδαπέστης απαγορεύθηκε από την κυβέρνηση Α. Παπανδρέου.

Με παρέμβαση του ο Γιάννη Καψή οι κόπιες θα αποδίδονταν στον σκηνοθέτη, αλλά με την συμφωνία η ταινία να μην προβληθεί ποτέ στην ελληνική Θράκη (Βλάσης Αγτζίδης, “Μικρά Ασία και αμφισβήτηση της Ιστορίας”, Καθημερινή της Κυριακής, 16-9-2001). Και όλα αυτά παρά την αποκατάσταση της Δημοκρατίας που εορτάζουμε κάθε 24 Ιουλίου. «Χούντα δε θυμάμαι, μα ούτε ελευθερία, της μεταπολίτευσης καημένη γενιά» θα τραγουδούσε ο Ν. Πορτοκάλογλου.

Αντιθέτως ο νοσταλγικός συναισθηματισμός του “Πολίτικη Κουζίνα” (ελληνοτουρκική παραγωγή 2003) ανταμείφθηκε με κρατική χρηματοδότηση από το Εθνικό Κέντρο Κινηματογράφου και με θερμές κριτικές. Όπως και το αφελές ελληνοτουρκικό τακίμιασμα “Λούφα και Παραλλαγή”, “Σειρήνες στο Αιγαίο” (2006) συμπαραγωγής ΕΡΤ. Ήταν η χρυσή εποχή των κουμπαριών, των ζεϊμπέκικων και του σχεδίου Ανάν.

Ο Κελαηδόνης σπάει τα ταμπού

Αποτελεί ιστορικό παράδοξο ότι, στο πλαίσιο του ευρωατλαντικού αντικομμουνισμού, η Χούντα της εθνικοφροσύνης βρέθηκε να λογοκρίνει τους μεγαλύτερους εθνικούς αγώνες και εθνικές καταστροφές, με διεθνιστική θέρμη που θα ζήλευε κι η ίδια η Κομιντέρν. Και είναι διπλό παράδοξο ότι βρισκόταν, με τον δικό της τρόπο, απέναντι σε αυτό που η κα Πρόεδρος καταδικάζει ως “εθνοκεντρικό προστατευτισμό”. Και βεβαίως είχε ξεμπερδέψει, πάλι με τον δικό της τρόπο, με την «τυραννία της πλειοψηφίας».

Μετά την Μεταπολίτευση ο Λουκιανός Κηλαηδόνης γράφει τον Μικρό ήρωα, και σπάει το ταμπού ήδη από τον πρώτο στίχο του τραγουδιού:
«Από τη μια οι Ιταλοί κι οι Γερμανοί
για να σε βρουν αναστατώνουν την Αθήνα
κι από την άλλη του πατέρα μου η φωνή:
“Νομίζω πως τον κρύβει στην κουζίνα”».

Από την μία οι εχθροί που κατονομάζονται ανοιχτά, και από την άλλη ο “πατέρας” που ψάχνει να σκίσει τα τεύχη του περιοδικού. Ένας συμβολισμός των εθνικών ελίτ, που πασχίζουν να λογοκρίνουν και να απονευρώσουν την ιστορία μας, αντικαθιστώντας εχθρούς και ήρωες με άυλες ιδέες (“φασισμός”, “δημοκρατία”), με τις οποίες η συναισθηματική εμπλοκή είναι δυσκολότερη. Μετατρέποντας τις σφαγές σε “συνωστισμούς”, τους εθνικούς ηγέτες σε “δικτάτορες” και τους εθνικούς ήρωες σε βωμολόχους σεξομανείς.

Ένα επικίνδυνο ταμπού παραμένει

Στην τέχνη, η λογοκρισία τερματίσθηκε επισήμως το 1994, όμως στην πολιτική ζωή το ταμπού παραμένει, με τις ελίτ μας να συνεχίζουν να μιλούν για “Οθωμανικό δεσποτισμό” και για “ναζιστικές θηριωδίες”, ωσάν κατά την σφαγή της Χίου να διέπραξαν Οθωμανοί της Παταγονίας και την σφαγή των Καλαβρύτων Ναζί από την Οκινάουα.

Η νοοτροπία που θέτει ως προϋπόθεση της ειρηνικής συνεννόησης την λοβοτομή είναι πολύ επικίνδυνη, καθώς τα κράτη έχουν διαχρονικά γεωστρατηγικά συμφέροντα που υπερβαίνουν τον χρόνο ζωής “κακών” ηγετών, “κακών” κομμάτων εξουσίας ή “κακών” πολιτικών συστημάτων. Και ιδίως όταν τα συμφέροντα χωρών όπως της Γερμανίας και της Τουρκίας έχουν τόσο συχνά ευθυγραμμιστεί εναντίον εκείνων της Ελλάδας.

Η θητεία της κας Προέδρου θα συμπέσει με τον εορτασμό των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821, και της επετείου των 100 χρόνων από την Μικρασιατική Καταστροφή. Θα την δούμε άραγε να συνεχίζει –με πιο ήπιο ύφος– την μετεμφυλιακή (αυτο)λογοκρισία, και να προσπαθεί να μας σκίσει λίγα ακόμη τεύχη του Μικρού Ήρωα;

«Εσύ να παίζεις με τον θάνατο κρυφτό
κι αυτοί να σκίζουνε τα τεύχη τα κρυμμένα,
μη σε τρομάζει το διπλό κυνηγητό,
εσύ τους Γερμανούς κι αυτοί εμένα».

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι

Kαταθέστε το σχολιό σας. Eνημερώνουμε ότι τα υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται.

0 ΣΧΟΛΙΑ
Παλιότερα
Νεότερα Με τις περισσότερες ψήφους
Σχόλια εντός κειμένου
Δες όλα τα σχόλια
0
Kαταθέστε το σχολιό σαςx