Μακεδονικό Ζήτημα: Σε αναζήτηση λύσης
05/02/2018του Γιάννη Μαντζουράνη –
Μετά από μακροχρόνιες αναποτελεσματικές διαπραγματεύσεις διαφαίνεται μία ευκαιρία διευθέτησης των προβλημάτων Ελλάδας και FYROM, δηλαδή του ονοματολογικού ζητήματος και του αλυτρωτισμού. Οι επιλογές είναι είτε αναζήτηση συμβιβαστικής λύσης, ή διαιώνιση της εκκρεμότητας εν αναμονή της Δευτέρας Παρουσίας σε άλλη συγκυρία.
Τα δεδομένα είναι τα εξής:
Πρώτον: Η εδαφική έκταση, που από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα ονομάζεται Μακεδονία, ανέκαθεν υπήρξε πολυφυλετική και πολυεθνική και με μεταβαλλόμενα σύνορα, με αδιάκοπη κυριαρχία των Ελλήνων στο νότιο τμήμα, στα παράλια και στα αστικά κέντρα ολόκληρης της εδαφικής έκτασης, ενώ από τον 7ο μ.Χ. αιώνα εμφανίζονται σλαβικά φύλα, που στους νεώτερους χρόνους κυριαρχούν στο βορειοδυτικό τμήμα.
Δεύτερον: Η λέξη «Μακεδονία» ως γεωγραφικός όρος για πρώτη φορά εμφανίζεται στους χάρτες Γερμανών και Ρώσων χαρτογράφων από τον 19ο αιώνα για λόγους, που ανάγονται στα γεωστρατηγικά συμφέροντα Γερμανών και Ρώσων στα Βαλκάνια. Μετά τους βαλκανικούς πολέμους (1912-13) η νότια Μακεδονία, ήτοι το 51,5% της συνολικής γεωγραφικής περιοχής, έγινε ελληνική, η βορειοδυτική Μακεδονία, ήτοι το 38,5% του εδαφικού συνόλου, προσαρτήθηκε στη Σερβία και η βορειοανατολική Μακεδονία, ήτοι 8% της συνολικής έκτασης, προσαρτήθηκε στη Βουλγαρία.Τα παραπάνω γεωγραφικά δεδομένα ισχύουν ακόμη και μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.
Τρίτον: Από το 1946 και μέχρι το 1991 υπάρχει η «Ομόσπονδη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας», με πρωτεύουσα τα Σκόπια, όπου η Ελλάδα διατηρούσε Προξενείο, χωρίς οποιαδήποτε ένσταση για τη χρήση της λέξης «Μακεδονία» στην ονομασία του ομόσπονδου κράτους από καμία Κυβέρνηση της μετεμφυλιακής και μεταπολιτευτικής Ελλάδας.
Τέταρτον: Το 1977 ο ΟΗΕ αναγνωρίζει ύπαρξη «μακεδονικού κυριλλικού αλφαβήτου» παρά τις αντιρρήσεις Ελλάδας και Κύπρου.
Πέμπτον: Το 1991 διαλύεται η Γιουγκοσλαβία χωρίς στο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών της ΕΟΚ να ακουσθεί αντίρρηση της Ελλάδας για την ονομασία του πρώην ομόσπονδου και πλέον ανεξάρτητου κράτους με χρήση της λέξης «Μακεδονία».
Έκτον: Το 1992 το Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών διαμορφώνει εθνική γραμμή άρνησης της χρήσης της λέξης «Μακεδονία» καθώς και παραγώγων αυτής από την FYROM και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό .
Έβδομον: Το 1993 η Ελλάδα αποδέχεται την ένταξη αυτού του κράτους στον ΟΗΕ ως «Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας». Έκτοτε η Ελλάδα συναλλάσσεται με το γειτονικό κράτος με την προειρημένη ονομασία, ήτοι στην πράξη εγκαταλείφθηκε η άκαμπτη εθνική γραμμή του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών το 1992.
Όγδοον: Το 1995, μετά το ελληνικό εμπάργκο, Ελλάδα και FYROM υπογράφουν την Ενδιάμεση Συμφωνία, όπου περιέχονται σημαντικές ρυθμίσεις, όπως λχ το άρθρο 6, όπου ρητά αναφέρεται ότι τίποτα στο Σύνταγμα της FYROM δεν μπορεί ή δεν θα έπρεπε να ερμηνευθεί ότι αποτελεί ή ότι θα αποτελέσει ποτέ τη βάση οποιασδήποτε διεκδικήσεως οποιασδήποτε περιοχής που δεν συμπεριλαμβάνεται στα σημερινά του σύνορα είτε βάση για επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις άλλου Κράτους καθώς και ότι οι ερμηνείες, που δίνονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 6, δεν θα υποκατασταθούν από οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία του Συντάγματός του.
Ένατον: Τον Αύγουστο του 2001, μετά την Συμφωνία της Αχρίδας, η Ελληνική Κυβέρνηση επιχειρεί λύση με σύνθετη ονομασία «Άνω Μακεδονία» που αποτυγχάνει λόγω αδιαλλαξίας των Σκοπιανών.
Δέκατον: Το 2008 στο Βουκουρέστι η Ελληνική Κυβέρνηση δέχεται την erga omnes σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό και έτσι ολοκληρώνεται η εγκατάλειψη της ατελέσφορης ελληνικής θέσης του 1992, που οδηγούσε σε αδιέξοδο.
Ενδέκατον: Μετά την απομάκρυνση του Κίρο Γκλιγκόροφ από την εξουσία, το 1999, και την επικράτηση εθνικιστικών κομμάτων, όπως είναι το VMRO-DPMNE, ενισχύεται ο αλυτρωτισμός, που δεν περιορίζεται μόνο σε διατάξεις του Συντάγματος αλλά εκδηλώνεται και σε άλλες εκφάνσεις του δημόσιου βίου, όπως λχ αγάλματα του Μ. Αλεξάνδρου, ονοματοδοσία λεωφόρων και αεροδρομίου, σχολικά εγχειρίδια κλπ. Με την πρόσφατη κυβερνητική αλλαγή στα Σκόπια διαφαίνεται αλλαγή στάσης σε συμβιβαστική κατεύθυνση.
Δωδέκατον: Στην παρούσα συγκυρία ο κίνδυνος νέας «βαλκανιοποίησης» επιστρέφει, αναδύεται με μορφή εθνικιστικού παροξυσμού και απειλεί εύθραυστα κράτη. Ο εξ ανατολών διογκούμενος κίνδυνος δεν επιτρέπει στην Ελλάδα σπατάλη διπλωματικού και πολιτικού κεφαλαίου σε δονκιχωτισμούς. Το συμφέρον της Ελλάδας επιβάλλει τη συμβολή στη σταθεροποίηση μιας περιοχής όπου η Ελλάδα έχει ηγεμονικό ρόλο.
140 κράτη τη λένε “Μακεδονία”
Από τα προεκτεθέντα συνάγεται ότι:
Πρώτον: Ελλάδα και FYROM διαπραγματεύονται από το 1992, ενώ έχουν μεσολαβήσει η χρήση της προσωρινής ονομασίας FYROM στους διεθνείς οργανισμούς, δύο Αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, η Ενδιάμεση Συμφωνία Ελλάδας και FYROM, η από 5-12-2011 Απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης σε βάρος της Ελλάδας και η χρήση της ονομασίας «Δημοκρατία της Μακεδονίας» στις διμερείς σχέσεις του γειτονικού κράτους με άλλα 140 κράτη.
Δεύτερον: Από το 1992 έως σήμερα η Ελλάδα έχει προσέλθει στις διαπραγματεύσεις με προτάσεις για χρήση σύνθετων ονομασιών με χρήση είτε έναντι όλων είτε μόνον στις διεθνείς σχέσεις όπως λχ Σλαβομακεδονία, Άνω Μακεδονία, Μακεδονία – Σκόπια κ.ο.κ.
Τρίτον: Η σημερινή διαπραγματευτική προσπάθεια δεν αρχίζει εκ του μηδενός και άρα η Ελλάδα δεν μπορεί να προσέλθει με απαιτήσεις για το optimum, ήτοι ουδεμία αναφορά στη λέξη Μακεδονία και τα παράγωγά της, γιατί στις διεθνείς σχέσεις τα προηγούμενα παράγουν συνέπειες για τα επόμενα και ανεξαρτήτως αποτελέσματος κάθε διαπραγματευτική προσπάθεια αφήνει κατάλοιπα, που περιορίζουν τα περιθώρια ελιγμών όλων των συμβαλλόμενων μερών.
Βόρειος αλυτρωτισμός
Με βάση τα προαναφερθέντα, εφικτά είναι τα ακόλουθα:
Πρώτον: Όνομα με γεωγραφικό (Βόρεια Μακεδονία) ή και χρονικό προσδιορισμό (Νέα Μακεδονία) με ισχύ έναντι όλων τόσον στο εσωτερικό όσον και στο εξωτερικό. Επειδή οι γεωγραφικοί προσδιορισμοί υπονοούν διαιρεμένη χώρα, όπως λχ Βόρεια και Νότια Ιρλανδία ή Βόρεια και Νότια Κορέα, και δημιουργούν δυναμικές ενοποίησης με αλυτρωτικά συνεπακόλουθα προτιμότερος είναι ο χρονικός προσδιορισμός.
Δεύτερον: Απάλειψη των αλυτρωτικών συνταγματικών διατάξεων και εφαρμογή πολιτικών προς αυτή την κατεύθυνση. Εδώ έγκειται η δυσκολία, γιατί αλυτρωτισμός δεν δημιουργείται από κανόνες δικαίου, υπάρχει και καλλιεργείται στην κοινωνία, αφού στο δίκαιο αποκρυσταλλώνονται υφιστάμενες τάσεις και συμφέροντα στην κοινωνία, ενώ, σύμφωνα με το άρθρο 131 του Συντάγματος, η αλλαγή των προαναφερομένων συνταγματικών διατάξεων απαιτεί κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες των 2/3 και πολύπλοκες ποσοστώσεις μεταξύ των εθνοτήτων, που σήμερα ελλείπουν.
Τρίτον: Η κατάργηση διατάξεων, όπως είναι το Προοίμιο, τα άρθρα 7, 49, κλπ. του Συντάγματος, αποτελεί αναγκαία όχι όμως και ικανή προϋπόθεση για την εξαφάνιση του αλυτρωτισμού, αφού πρέπει να συνοδευθεί και από άλλες ενέργειες, που άπτονται πραγματικών προβλημάτων, όπως λχ τα σχολικά εγχειρίδια, και δεν ανάγονται στη σφαίρα της μεταφυσικής, όπως πχ η ταυτότητα.
Τέταρτον: Η αποφυγή σαλαμοποίησης των διαδικασιών αναζήτησης ενός έντιμου συμβιβασμού.
Εξάρσεις και πατριωτισμός
Στην Ελλάδα με τις γνωστές θέσεις των κομμάτων και –τις τροφοδοτούμενες από εθνικιστικές εξάρσεις αλλά και πατριωτικά συναισθήματα– λαϊκές αντιδράσεις πυροδοτείται μία δυναμική εναντίον συμβιβασμού με αμοιβαίες υποχωρήσεις. Τα λαϊκά συλλαλητήρια δεν πρέπει να ποδηγετούν τις ηγεσίες. Οι ηγέτες αφουγκράζονται την κοινωνία, ακούουν αλλά δεν υπακούουν τους ψηφοφόρους τους. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά του Θουκυδίδη στον Περικλή, ο οποίος «αποτολμούσε και αντιλογία προς το δήμο, έστω και μέχρι να τον εξοργίσει».
Η επικράτηση μετριοπαθών πολιτικών δυνάμεων στα Σκόπια υπό τον Ζοράν Ζαεφ και η πολιτική κυριαρχία του Αλέξη Τσίπρα στην Ελλάδα, με αποδεδειγμένη ικανότητα ελιγμών, συγκρούσεων και συμβιβασμών όπου και όταν χρειάζεται, σε συνδυασμό με τις γεωστρατηγικές επιλογές των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ στα Βαλκάνια, δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες για μία παραγωγική προσπάθεια.Το αποτέλεσμα δεν είναι ούτε προδιαγεγραμμένο ούτε βέβαιον, πλην όμως η ιστορία διδάσκει ότι οι μόνες μάχες, που είναι εκ των προτέρων χαμένες, είναι όσες δεν δόθηκαν ποτέ.
Πηγή: Documento