Η σύγκρουση Ρωσίας-Δύσης και η 4η Βιομηχανική Επανάσταση
15/03/2022Η στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία (καταδικαστέα ως προς την παραβίαση του διεθνούς δικαίου και την ανθρωπιστική διάσταση) και η κλίμακα της αντίδρασης της Δύσης σε αυτήν φαίνεται ότι δεν ήταν κεραυνός σε έναν αίθριο ουρανό, όπως υποδηλώνει η έκταση της ετοιμότητας των δύο πλευρών, της Ρωσίας, για να αναλάβει ένα πολεμικό εγχείρημα τέτοιου μεγέθους, και της Δύσης, για να εκδηλώσει συσπειρωμένα και άμεσα -σαν έτοιμη από καιρό- ένα χωρίς προηγούμενο γενικευμένο και σαρωτικό κύμα κυρώσεων στην πρώτη.
Από μια πρώτη ανάγνωση, γεωπολιτική, το έδαφος για μια αντιπαράθεση τέτοιας κλίμακας είχε επιμελώς καλλιεργηθεί και λιπανθεί από τις διαδοχικές προσβολές και κατάφωρες παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου από τους εμπλεκόμενους και ιδίως από τους Δυτικούς εταίρους που είχε ως αποτέλεσμα την υπονόμευση της μεταπολεμικής τάξης πραγμάτων και στην Ευρώπη.
Ειδικότερα, η μετασοβιετική πρόκληση της δημιουργίας μιας νέας αρχιτεκτονικής ασφάλειας στην Ευρώπη για την συμπερίληψη σε αυτήν των χωρών που προέκυψαν από τη διάλυσή της, αντιμετωπίστηκε από τη Δύση με το δόγμα της φιλελεύθερης ηγεμονίας στον κόσμο, που μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης υπαγόρευε την ένταξή τους στις βορειοατλαντικές δομές στο πλαίσιο μιας μονοπολικής προσέγγισης για την παγκόσμια κυριαρχία.
Από την άποψη αυτή, η εν εξελίξει σύγκρουση ενδεχόμενα υποδηλώνει το τέλος του 30-ετή κύκλου της φιλελεύθερης ηγεμονίας, ως δόγματος μονοπολικής παγκόσμιας κυριαρχίας της Δύσης και την επίσημη είσοδο σε μια νέα εποχή Ψυχρού Πολέμου και πολυπολικής κυριαρχίας. Εντούτοις σε μια δεύτερη ανάγνωση, ο ολοκληρωτικός χαρακτήρας που έχει προσλάβει η σύγκρουση, καθώς μόνο τυπικά δεν είναι πολεμική λόγω του άμεσου κινδύνου να μετατραπεί σε πυρηνική σύρραξη, υποδηλώνει ως θρυαλλίδα της την υποβόσκουσα οικονομική και ειδικότερα την ενεργειακή διάσταση της ασφάλειας.
Οι νέες τεχνολογίες
Το ερώτημα που τίθεται από την άποψη αυτή, από τη σκοπιά της γεωπολιτικής, είναι ποια ριζοσπαστική αλλαγή έχει επέλθει στη σημασία της γεωγραφίας ώστε η επίδρασή της στη διεθνή πολιτική και στις διεθνείς σχέσεις να οδηγεί σε τέτοια ρήξη και σύγκρουση; Πως έχει διαφοροποιηθεί η φύση των στρατηγικών συμφερόντων των χωρών ώστε, η μεν Ρωσία να προκρίνει τώρα την υπεράσπισή τους, ακόμη και με πολεμικό τίμημα και σε βάρος του διεθνούς δικαίου, η δε Δύση να αντιδρά με τη λήψη τόσο σφοδρών οικονομικών μέτρων που πλήττουν καίρια ακόμη και την δικής της έμπνευσης παγκοσμιοποίηση των αγορών χρήματος και κεφαλαίου;
Η σημασία των γεωγραφικών παραγόντων και η φύση των στρατηγικών συμφερόντων των χωρών που απορρέουν από αυτούς, έχει πράγματι αλλάξει σε σχέση με τη μεταπολεμική συγκυρία, κυρίως λόγω της έλευσης της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης. Οι τεχνολογικές επαναστάσεις επανακαθορίζουν πάντα με ένα θεμελιώδη τρόπο το φάσμα των διαθέσιμων φυσικών πόρων και το μίγμα της αποδοτικής αξιοποίησής τους στην οικονομία. Για το λόγο αυτό οι συνέπειές τους επιδρούν πάντοτε καταλυτικά στις διεθνείς σχέσεις και στις ιστορικές εξελίξεις.
Η 4η Βιομηχανική Επανάσταση ειδικότερα, με την εμφάνιση των νέων τεχνολογιών βελτίωσης της αποδοτικότητας των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων τόσο ως προς τις εκπομπές επιβλαβών αερίων της παραγωγής στο περιβάλλον, όσο και ως προς την ποσοτική συμβολή τους στην παραγωγική διαδικασία, επιτρέπει την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα σε ένα βάθος χρόνου. Αναδιατάσσεται έτσι η οικονομική σημασία των φυσικών πλουτοπαραγωγικών πόρων μιας χώρας, όπως π.χ. το απόθεμά της σε μη ανανεώσιμους φυσικούς πόρους, και κατά συνέπεια η ανταγωνιστική θέση της στη διεθνή οικονομία.
Οι τεχνολογίες αυτές επιτρέπουν την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως π.χ. ο άνεμος και ο ήλιος. Εντούτοις αυτές οι νέες πηγές ενέργειας, αφενός, είναι έντασης κεφαλαίου και απαιτούν μεγάλα κεφάλαια για την ανάπτυξή τους. Αφετέρου, δεν επαρκούν από μόνες τους για την κάλυψη των παραγωγικών αναγκών ακόμη και στη σημερινή τους διάσταση. Έτσι διαγράφεται ευδιάκριτα η προοπτική οι χώρες που είχαν φυσικό συγκριτικό πλεονέκτημα (όπως π.χ. η Ρωσία) ως πλούσιες σε μη ανανεώσιμους φυσικούς πόρους (π.χ. πετρέλαιο) να το απωλέσουν σταδιακά υπέρ των πλούσιων σε κεφάλαια και τεχνογνωσία(π.χ. των βιομηχανικών χωρών της Δύσης).
Πράσινη οικονομία και 4η Βιομηχανική Επανάσταση
Η προοπτική αυτή είναι ισχυρά θεμελιωμένη στον ευρύτερο καρπό που απέφερε η 4η Βιομηχανική Επανάσταση: την οικονομία της γνώσης. Μια νέα ριζοσπαστικά καινοτομική παραγωγική πρακτική έντασης γνώσης που αναδύεται και παίρνει τη θέση της βιομηχανικής ως η πιο προηγμένη. Το νέο μοντέλο ανάπτυξης στηρίζεται στις τεχνολογίες της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης, θεωρούμενων τώρα ως κύριου πυλώνα της μεγέθυνσης, και αποσκοπεί στην εδραίωση της πράσινης οικονομίας, μέσω ενός επιχειρούμενου μεγάλου μετασχηματισμού της βιομηχανικής οικονομίας.
Η πράσινη οικονομία επιφέρει μείζονες αλλαγές στη σημασία που έχουν οι παραγωγικοί συντελεστές για την ανάπτυξη, αναβαθμίζοντας το κεφάλαιο έναντι της εργασίας και την τεχνολογική γνώση έναντι των μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων. Κάθε τέτοια ιστορικών διαστάσεων μετατόπιση στη βαρύτητα που έχουν οι παραγωγικοί συντελεστές για την αναπτυξιακή διαδικασία, έχοντας καθοριστική επίδραση στα παραδοσιακά συγκριτικά πλεονεκτήματα και την οικονομική οργάνωση των χωρών, αλλάζει δραματικά τις υφιστάμενες ισορροπίες ισχύος και τους συσχετισμούς στη διεθνή οικονομία και στη συγκεκριμένη περίπτωση στο πεδίο της ενέργειας.
Στο πλαίσιο αυτό, η πολιτική της απεξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, στη διαδικασία της μετάβασης στο νέο πράσινο ενεργειακό μοντέλο που έχει ήδη ξεκινήσει στη Δύση, καθιστά την ενέργεια σπάνιο παραγωγικό πόρο, όπως εύγλωττα υποδηλώνει ο πυρετός και η έκρηξη των τιμών στις διεθνείς ενεργειακές αγορές. Με την έννοια αυτή η παραγωγή και η εξόρυξη ενέργειας που θεωρείται πράσινη (κατά την ΕΕ και η πυρηνική και το φυσικό αέριο) αλλά και ο έλεγχος της διέλευσής της από αγωγούς μέσω των χωρών, αποκτά μια αναβαθμισμένη σημασία για την ενεργειακή τους ασφάλεια και είναι κρίσιμη για τη θέση τους στο υπό διαμόρφωση νέο διεθνές οικονομικό σύστημα.
Συνεπώς, οι παρατηρούμενες σήμερα διεθνώς τάσεις αναθεωρητισμού των μεταπολεμικών συνθηκών και συνόρων έχουν κατά κύριο λόγο ως υπόβαθρο τις γεωγραφικές συνέπειες που επιφέρει η ριζοσπαστική ενεργειακή αναδιάταξη σε παγκόσμια κλίμακα, όπως υπαγορεύεται από την 4η Βιομηχανική επανάσταση. Σε αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να αναζητηθεί η θεμελιώδης αιτία, για την τρέχουσα διαφοροποίηση των στρατηγικών συμφερόντων της Ρωσίας που επιβάλλει τον αναθεωρητισμό της (παρεμπιπτόντως όπως και στην περίπτωση της Τουρκίας) όπως και για την αναπτυσσόμενη, ως αντίδραση σε αυτόν, ακόμη και γεωγραφική αναζωογόνηση του ΝΑΤΟ.