Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης και το βρακί της Κατερίνας
28/03/2022Σχετικά με την ένοπλη μάχη, οι αρχαίοι Αθηναίοι είχαν δύο βασικές αρχές: Πρώτον, κάθε πολίτης στρατευόταν υποχρεωτικά για κάποιον χρόνο. Δεύτερον, τα όπλα που έφερε ήταν δική του ιδιοκτησία που μπορούσε να κρατήσει στην οικία του και να χρησιμοποιήσει ανά πάσα στιγμή ενάντια σε κάθε απειλή, εσωτερική ή εξωτερική. Αυτά ίσχυαν για όλους ανεξαιρέτως, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης.
Διότι οι Αθηναίοι είχαν αρκετή αυτογνωσία, ώστε να καταλαβαίνουν ότι ήταν μεγάλο αγαθό ένα καθεστώς που θα εξασφάλιζε σύμπνοια ενάντια σε εξωτερικές απειλές και συνομωσίες, ώστε εκείνοι να μπορούν να εξασκούν το χούι τους. Δηλαδή να “σκοτώνονται” ελεύθερα και με ασφάλεια στον εσωτερικό πολιτικό στίβο. Για όσους απειλούσαν αυτήν την ιδιόμορφη ελευθερία, είχαν εφεύρει μια ψυχολογική τεχνική ώστε να τους οδηγούν σε αυτό-εξοστρακισμό.
Διάλεγαν όσους με διάφορες προφάσεις αρνούνταν να στρατευτούν, τους φορούσαν γυναικεία ρούχα και τους περιέφεραν σε όλες τις συνοικίες της πόλης. Μετά από τέτοια διαπόμπευση, αυτοί και τα τέκνα τους κουβαλούσαν το βάρος του στίγματος, όντας ηθικά εκμηδενισμένοι και δίχως πολιτικά δικαιώματα. Με τέτοια ντροπή, οι περισσότεροι από αυτούς προτιμούσαν να αυτό-εξοριστούν από την Αθήνα και να μην επιστρέψουν ποτέ.
Περίπου 2.300 χρόνια αργότερα, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης όταν στρατολογούσε έφερε μαζί του ένα γυναικείο εσώρουχο, που λέγεται ότι το είχε πάρει από την Κατερίνα, μια γνωστή γυναίκα χαλαρών ηθών της εποχής. Αυτό ήταν το “βρακί της Κατερίνας”. Όσους κρύβονταν, τους ξετρύπωνε και τους ανάγκαζε να φορέσουν το βρακί μπροστά σε όλο το χωριό.
Όσοι φορούσαν το βρακί ντροπιάζονταν τόσο πολύ που συνήθως εξαφανίζονταν για να γλιτώσουν τον περίγελο του κόσμου – και κυρίως των γυναικών της οικογένειάς τους.
Τέτοια ήταν η φούρια του Καραϊσκάκη που κόντεψε να αλληλοσκοτωθεί με τον Βασίλη Μπούσγο από την Λειβαδιά, ο οποίος απελευθέρωσε την Θήβα στις αρχές του Αγώνα και ήταν πρωτοπαλίκαρο του Αθανάσιου Διάκου…
Το βρακί της Κατερίνας και ο διάλογος
Μια ημέρα ο Καραϊσκάκης έστειλε έναν αγγελιοφόρο να φωνάξει τον Μπούσγο, που στρατοπέδευε στο Κακόσι, να έρθει προς συνδρομή σε μια αψιμαχία που είχε με τους Τούρκους. Ο αγγελιοφόρος όμως φοβήθηκε να περάσει από τις γραμμές και δεν παρέδωσε το μήνυμα. Όταν το βράδυ ο Καραϊσκάκης έφτασε στην Ράχη είδε τον Μπούσγο να κάθεται αμέριμνος και νόμισε πως δείλιασε.
– «Το βρακί της Κατερίνας! Φέρτε μου το βρακί της Κατερίνας»! Άρχισε να φωνάζει.
– «Για ποιόν το θες καπετάνιε»; Τον ρωτά ο Μπούσγος.
– «Για σένα κιοτή! Σε φώναξα να τρέξεις στον πόλεμο κι εσύ κάθεσαι εδώ χαζεύοντας»!
Ο Μπούσγος γίνεται θηρίο ανήμερο, τα μάτια του αστράφτουν από οργή, τραβάει την πιστόλα του και σημαδεύει τον Καραϊσκάκη.
– «Στην άναψα κερατά! Πότε ωρέ με φώναξες και δεν ήρθα»;
Ακόμη κι ο Καραισκάκης τα χάνει. Φωνάζει τον αγγελιοφόρο που του ομολογεί την αλήθεια και τον ξυλοφορτώνει. Μετά απευθύνεται στον Μπούσγο:
– «Συμπάθα με ώρε Μπούσγο που σε κατηγόρησα εγώ ο χαμένος! Έλα να φιλιώσουμε αδελφέ»!
Τα στοιχεία της ελληνικής ιδιοσυγκρασίας από την αρχαιότητα είναι καταφανή στους αγωνιστές. Τα ίδια στοιχεία που στην πιο αγνή τους εκδήλωση επιδίωκαν την επαναφορά της ελληνικής πολιτείας μέχρι και τις χειρότερες εξάρσεις του θυμικού τους που έφεραν την Επανάσταση στο χείλος της καταστροφής. Το «εθνικόν είναι το αληθές» και είναι η πρόκληση του σημερινού Έλληνα να γυμνάσει τα πιο ευγενή στοιχεία της ελληνικής κοσμοθέασης, προκειμένου να υπερβεί τον φαύλο κύκλο των μεταπτώσεών του.