Η Όμικρον τελικά σκοτώνει όσο και η Δέλτα; – Τι δείχνουν οι έρευνες
05/05/2022Αν και οι ειδικοί από πολλές χώρες θεωρούν ότι κατά πάσα πιθανότητα η παραλλαγή Όμικρον είναι λιγότερο θανατηφόρα από την Δέλτα, νεότερη έρευνα δείχνει ότι, ίσως πρόκειται για “οπτική απάτη” και ότι η λανθασμένη άποψη για την ηπιότητα της συγκεκριμένης παραλλαγής οφείλεται σε βιαστικά συμπεράσματα. Η μελέτη θεωρεί ότι, κακώς εξάγονταν έως τώρα συμπεράσματα περί ηπιότητας, εξετάζοντας μόνον τον αριθμό των νεκρών και ότι, έπρεπε να λογαριάζονται οι παράγοντες της εμβολιαστικής κάλυψης αλλά και η κατάσταση των ΜΕΘ κάθε χώρας.
Οι ερευνητές συνέκριναν τις εισαγωγές στα νοσοκομεία και τον αριθμό των θανάτων, βάζοντας στην σύγκριση και τον σημαντικότατο παράγοντα του εμβολιασμού καθώς και τον αριθμό των κρουσμάτων και τα στοιχεία από κάθε “κύμα” χωριστά. Όταν “τα έβαλαν κάτω” όλα αυτά, διαπίστωσαν τελικά ότι οι θάνατοι όσων είχαν προσβληθεί από την παραλλαγή Όμικρον δεν ήταν λιγότεροι από όσους είχαν προσβληθεί από Δέλτα.
«Η παραλλαγή Όμικρον είναι ενδογενώς τόσο σοβαρή και θανατηφόρα όσο οι προηγούμενες μεταλλάξεις του κορονοϊού, παρά τις αρχικές υποθέσεις κάποιων μελετών ότι, είναι μεν πιο μεταδοτική, αλλά λιγότερο σοβαρή», αναφέρει η έρευνα που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Research Square. Οι τέσσερις ερευνητές από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ και το Γενικό Νοσοκομείο της Μασαχουσέτης που ανέλυσαν τα στοιχεία περίπου 130.000 ασθενείς με κορονοϊό κατά την τελευταία διετία διεθνώς διαπιστώνουν το εξής:
«Βρήκαμε πως οι κίνδυνοι νοσηλείας και θανάτου ήσαν σχεδόν ταυτόσημοι σε όλες τις περιόδους (της πανδημίας) σε διάφορες χώρες παρ΄ ότι εκ πρώτης όψεως τα στοιχεία φαίνεται να δείχνουν ότι οι δείκτες νοσηλειών και θνητότητας ήσαν υψηλότεροι στα προηγούμενα επιδημικά κύματα πριν την εμφάνιση της παραλλαγής Όμικρον. Στην πραγματικότητα όμως, αυτό το συμπέρασμα συνήχθη χωρίς να ληφθούν υπ΄ όψιν σημαντικοί παράγοντες, όπως δημογραφικοί, συννοσηρότητες, βαθμός εμβολιασμού του πληθυσμού κ.α. Όταν μπουν και αυτοί στην εξίσωση, διαπιστώνεται ότι ο κίνδυνος νοσηλείας και θανάτου την τελευταία περίοδο επικράτησης της Όμικρον είναι σχεδόν ίδιος με εκείνους προηγούμενων περιόδων και παραλλαγών»
Τι δείχνουν οι έρευνες
Η έρευνα είχε ουσιαστικά στόχο να καθαρίσει το τοπίο από προκαταλήψεις ή βιαστικά και αβάσιμα συμπεράσματα και προκειμένου οι ειδικοί να το επιτύχουν αυτό, χρησιμοποίησαν και ένα περίπλοκο μαθηματικό μοντέλο που τρόπον τινά “ζυγίζει” την βαρύτητα κάθε συνιστώσας, όταν καταλήγει στην συνισταμένη και το οποίο “λέγεται” IPTW (inverse probability of treatment weighting). Αυτό τους βοήθησε να αξιολογήσουν πιο αντικειμενικά και την βαρύτητα του παράγοντα “νοσηλεία”, δηλαδή τις δυνατότητες μιας ΜΕΘ να στηρίξει ασθενείς ή εν γένει τις δυνατότητες νοσηλευτικών μονάδων να φροντίσουν ασθενείς ακόμη και χωρίς ΜΕΘ.
Στην παράμετρο αυτή, προσέθεσαν όχι μόνον την εμβολιαστική κατάσταση των ασθενών, αλλά και την εν γένει εμβολιαστική κάλυψη της περιοχής στην οποία αυτοί ζούν ή ζούσαν. Επίσης “ζύγισαν” με αλγόριθμο και την φάση του επιδημικού κύματος κάθε περιοχής. Οι νοσηλείες που εξετάσθηκαν κάλυπταν την περίοδο από το Δεκέμβριο του 2020 μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου του 2022, εξετάζοντας χωριστά τις εξής τέσσερις φάσεις: την πρώτη φάση της παραλλαγής Δέλτα (με μηδενική εμβολιαστική κάλυψη και σε εποχή χειμώνα), την δεύτερη φάση της (με ελάχιστη εμβολιαστική κάλυψη και σε εποχή άνοιξης), την τρίτη φάση της Δέλτα (με καλύτερη εμβολιαστική κάλυψη και εποχή καλοκαιριού) και την φάση της Όμικρον από το φθινόπωρο του 2021 μέχρι σήμερα.
Διαπίστωσαν επίσης ότι οι ασθενείς που εισάγονταν στα νοσοκομεία στο κύμα 2020-2021 ήταν κάπως μεγαλύτερης ηλικίας από όσους εισήχθησαν στην περίοδο 2021-2022 και είχαν και περισσότερες συννοσηρότητες, που σημαίνει ότι τα πολύ βαριά περιστατικά “έχασαν τη μάχη” στα πρώτα κύματα και έμειναν για τα επόμενα κύματα συγκριτικά πιο ελαφρά περιστατικά. Βεβαίως στο κριτήριο “ελαφρά”, να διευκρινίσουμε την παράμετρο “τηρουμένων των αναλογιών”, καθώς οι ηλικιωμένοι πάντα έχουν συννοσηρότητες. Όμως, οι ηλικιωμένοι με σοβαρά προβλήματα υγείας που νοσηλεύονται σήμερα είναι κατά 2% λιγότεροι από όσοι στα πρώτα κύματα της Δέλτα.
Το βασικότερο στοιχείο ήταν πως η ανάγκη νοσηλείας ήταν 12.7 % όταν κυριάρχησε η παραλλαγή Όμικρον, ενώ με την παραλλαγή Δέλτα κυμαίνονταν μεταξύ 14.2 % και 15.8 %. Η διαφορά δηλαδή είναι πολύ μικρή παρότι στα πρώτα κύματα της Δέλτα που εξετάσθηκαν οι πληθυσμοί ήταν ανεμβολίαστοι και πιο βεβαρημένοι από προβλήματα υγείας. Με δεδομένο ότι στο πρώτο κύμα δεν υπήρχε κανένα εμβόλιο και στο δεύτερο κύμα (της Δέλτα) υπήρχαν μεν εμβόλια αλλά είχαν μόλις αρχίσει να χορηγούνται, είναι φανερό –κατά τους ερευνητές– ότι η ειδοποιός διαφορά, δηλαδή εκείνο που μείωσε την ανάγκη νοσηλείας με την Όμικρον, ήταν η εμβολιαστική κάλυψη και όχι η φερομένη ηπιότητά της.
Το γεγονός ότι το εμβόλιο (ειδικά όσο ήταν ακόμη “φρέσκο”) προστάτευσε κόσμο, έδωσε και μια ανάσα στα συστήματα υγείας όλων των χωρών και μπόρεσαν να περιθάλψουν καλύτερα τους ασθενείς. Η έρευνα αυτή αποτελεί πάντως προδημοσίευση και δεν έχει περάσει από τον συνήθη έλεγχο για τις μελέτες αυτές –έλεγχος που ουσιαστικά “τσεκάρει” την μεθοδολογία και την αξιοπιστία της έρευνας. Εν ολίγοις, χωρίς τον έλεγχο αυτό, η μελέτη έχει δίπλα στα συμπεράσματά της ένα αόρατο ερωτηματικό, που θα φύγει μόνον όταν ολοκληρωθεί ο έλεγχος από τις επιτροπές που γίνεται από διάφορες επιθεωρήσεις υγείας.