Ο τραμπισμός δεν αντιμετωπίζεται με το FBI…
14/08/2022Η “εισβολή” του FBI στη βίλα του Τραμπ στη Φλόριντα είναι πρωτοφανής, με την έννοια ότι δεν έχει ξανασυμβεί το FBI να πραγματοποιεί έρευνα σε οικία πρώην προέδρου. Αλλά πρωτοφανής περίπτωση στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα είναι και ο ίδιος ο Τραμπ. Και ενώ το πολιτικό κατεστημένο έκανε αμάν και πως για να ξεφορτωθεί τον ιδιότυπα αντισυστημικό πάμπλουτο στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου 2020, ο 76χρονος σήμερα Τραμπ δεν περιθωριοποιήθηκε μετά την ήττα του, ο δε τραμπισμός εδραιώνεται ως πολιτικό ρεύμα.
Αυτό προκύπτει όχι μόνο από τις δημοσκοπήσεις, αλλά και από το γεγονός ότι στις προκριματικές του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για το Κογκρέσο, πολλοί τραμπικοί υποψήφιοι σε αρκετές Πολιτείες είχαν τον αέρα και πήραν το χρίσμα. Όταν το 2020 είχε ηττηθεί, είχα προβλέψει ότι ο Τραμπ θα φύγει, αλλά ο τραμπισμός θα μείνει και θα παίξει βαρύνοντα ρόλο. Τελικώς, όπως δείχνουν τα πράγματα, παρά το γεγονός ότι το 2024 θα είναι 78 ετών, ούτε ο Τραμπ φεύγει από τη σκηνή. Δηλώνει αποφασισμένος να διεκδικήσει και πάλι την προεδρία κι όλα δείχνουν πως έχει αρκετές πιθανότητες να εκλεγεί.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης στις ΗΠΑ δηλώνει ότι δρα ανεξάρτητα με βάση τη νομοθεσία, αλλά πείθει ελάχιστους. Είναι σαφές πως εάν το πολιτικό φαινόμενο Τραμπ είχε σβήσει, το FBI δεν θα ασχολιόταν μαζί του. Πολλοί είχαν προεξοφλήσει τον πολιτικό θάνατο όχι μόνο του ιδίου, αλλά και του τραμπισμού μετά την εισβολή στο Καπιτώλιο. Όλα δείχνουν, όμως, ότι διαψεύδονται. Και η έρευνα του FBI, που πιθανώς να στηρίζεται νομικά, συνιστά μία αμήχανη κι αναποτελεσματική προσπάθεια του αμερικανικού βαθέος κράτους να “κάψει” πολιτικά και τον Τραμπ και τον τραμπισμό.
Η αποχώρηση του Τραμπ από τον Λευκό Οίκο στις αρχές του 2021 είχε όλα τα χαρακτηριστικά της πείσμονος και τυχοδιωκτικής προσωπικότητάς του. Καλώντας τους οπαδούς του να διαδηλώσουν έξω από το Καπιτώλιο για να εμποδίσουν την τυπική θεσμική επικύρωση της εκλογής Μπάιντεν, ήταν εξαρχής σαφές πως έπαιζε με φωτιά δίπλα σε δυναμίτη. Και βεβαίως προέκυψε η “έκρηξη”. Τότε, όμως, ο τραμπισμός μετετράπη από πολιτικό κίνημα της τηλεόρασης σε πολιτικό κίνημα του δρόμου, όποιο πολιτικό πρόσημο κι αν του βάλει κανείς. Και παρά το επικοινωνιακό μπαράζ καταδίκης του “πραξικοπήματος”, ο τραμπισμός όχι μόνο επέζησε, αλλά και δείχνει ικανός να πάρει ρεβάνς.
Όχι χωρίς αιτία ο τραμπισμός
Οι ΗΠΑ δεν έφθασαν σ’ αυτό το σημείο ούτε από τη μία στιγμή στην άλλη, ούτε χωρίς αιτία. Κάτι συμβαίνει στην αμερικανική κοινωνία – κι όχι μόνο σ’ αυτή. Αυτό που συμβαίνει έφερε τον Τραμπ στο Λευκό Οίκο το 2016, αυτό το έχει μετατρέψει σε σημείο αναφοράς για ένα ολόκληρο ιδεολογικό-πολιτικό ρεύμα. Είναι οι οικονομικές-κοινωνικές διαφοροποιήσεις της τελευταίας 20ετίας που διαμόρφωσαν το αμερικανικό πολιτικό τοπίο της τελευταίας 8ετίας. Πριν 20 χρόνια θα ήταν αδιανόητο ο Σάντερς, ένας σοσιαλιστής από το ασήμαντο Βερμόντ, να διεκδικούσε το 2016 επί ίσοις όροις το χρίσμα των Δημοκρατικών από την Χίλαρι Κλίντον. Και βεβαίως θα ήταν αδιανόητο ένας τύπος όπως ο Τραμπ να έπαιρνε το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών και πολύ περισσότερο να εκλεγόταν πρόεδρος.
Δεν πρόκειται για αμερικανική ιδιοτροπία. Το Brexit μπορεί να πάτησε στον παραδοσιακό βρετανικό ευρωσκεπτικισμό, αλλά πήγασε από την ίδια μήτρα της αντισυστημικής ψήφου που αλλάζει τον πολιτικό χάρτη σ’ όλη τη Δύση. Τα παραδείγματα είναι αρκετά. Σημασία έχει το γεγονός ότι η παραδοσιακή πολιτική ηγεμονία του διδύμου της φιλελεύθερης κεντροδεξιάς και κεντροαριστεράς αμφισβητείται εντόνως από τους πολίτες.
Τα μικρομεσαία στρώματα, που στρέφουν μαζικά την πλάτη στις παραδοσιακά κυρίαρχες πολιτικές παρατάξεις, δεν έχουν, βεβαίως, προσβληθεί από κάποιον ιδεολογικό ιό που τα ωθεί στα άκρα. Η κύρια αιτία που αμφισβητούν την κατεστημένη τάξη πραγμάτων είναι ότι αυτή περισσότερο ή λιγότερο ανατρέπει τις σταθερές του βίου τους σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη του Δυτικού Κόσμου.
Προστέθηκε και το Ουκρανικό
Πρόκειται για τεκτονικές αλλαγές που συνεχίζει να προκαλεί στις δυτικές κοινωνίες η οικονομική κρίση του 2008 και που τα τελευταία χρόνια επιδείνωσε η πανδημία και τώρα ο πόλεμος στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση και ο πληθωρισμός. Η οικονομική κρίση, όμως, δεν έπεσε από τον ουρανό. Είναι αυθεντικό προϊόν της απληστίας της ολιγαρχίας του χρήματος και της ανισοκατανομής του πλούτου που έχει προσλάβει τρομακτικές διαστάσεις. Ούτε η ενεργειακή κρίση έπεσε από τον ουρανό. Προϋπήρχε, λόγω και των κυρώσεων που είχε επιβάλει η Δύση σε Ιράν και Βενεζουέλα, αλλά παροξύνθηκε από τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, λόγω της εισβολής στην Ουκρανία.
Μπορεί για την Ευρώπη το Ουκρανικό να μετατρέπεται σε ενεργειακό και οικονομικό εφιάλτη, αλλά και για την προεδρία Μπάιντεν μετατρέπεται σε πολιτικό εφιάλτη. Μπορεί οι ΗΠΑ να μην έχουν πρόβλημα τροφοδοσίας με πετρέλαιο και φυσικό αέριο, αλλά οι υψηλές τιμές τους ροκανίζουν την πολιτική εμβέλεια του Μπάιντεν. Η δε στρατιωτική κατάσταση στην Ουκρανία, σε συνδυασμό με τις διεθνείς εξελίξεις και στο γεωπολιτικό και στο γεωοικονομικό επίπεδο, έχουν οδηγήσει σε αδιέξοδο την αμερικανική στρατηγική. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, προσεχώς να εκδηλωθούν και τα ρήγματα στο προς το παρόν αρραγές αντιρωσικό μέτωπο της Δύσης.
Όπως διαφαίνεται και από τις δημοσκοπήσεις, η προεδρία Μπάιντεν απαξιώνεται ολοένα και περισσότερο πολιτικά-εκλογικά. Σύμφωνα με όλες τις εκτιμήσεις, οι ενδιάμεσες εκλογές του ερχόμενου φθινοπώρου για το Κογκρέσο θα είναι πολύ δύσκολες για τους Δημοκρατικούς. Η εξόφθαλμη αποτυχία του Μπάιντεν στο Ουκρανικό έρχεται να προστεθεί στην κοινωνική δυσαρέσκεια που προκαλεί το γεγονός ότι μεγάλο τμήμα του αμερικανικού πληθυσμού δυσκολεύεται να επιβιώσει αξιοπρεπώς. Δεν πρόκειται μόνο για τις μειονότητες και τους παραδοσιακά περιθωριοποιημένους. Η παγκοσμιοποίηση πετάει έξω από το “τρένο” μικρομεσαίους νοικοκυραίους και ειδικά την παραδοσιακή λευκή εργατική τάξη της “βαθιάς Αμερικής” που έχει πληγεί καίρια από την αποβιομηχάνιση που έφερε η παγκοσμιοποίηση.
Ο “βάλτος” της Ουάσινγκτον
Η εκλογή Τραμπ, λοιπόν, ήταν το προϊόν αυτής ακριβώς της κοινωνικής δυναμικής. Μία ματιά στον αμερικανικό εκλογικό χάρτη του 2016 δείχνει ότι η Χίλαρι ψηφίσθηκε κατά κανόνα από την ανώτερη τάξη και τα μεσαία στρώματα που έχουν ενσωματωθεί στο πλαίσιο του οικονομικού φιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης. Επίσης, από τις μειονότητες (μαύροι, ισπανόφωνοι, μουσουλμάνοι κ.α.) που φοβήθηκαν από την αντιμεταναστευτική ρητορική του υποψηφίου τότε Τραμπ. Η εικόνα δεν άλλαξε ποιοτικά το 2020.
Όταν ο Τραμπ υποσχόταν το 2016 πως με την επιβολή δασμών θα φέρει πίσω μεγάλες εταιρείες και θέσεις εργασίας άγγιζε ευαίσθητες χορδές εκατομμυρίων Αμερικανών που άμεσα ή έμμεσα έχουν πληγεί από την αποβιομηχάνιση. Προς την ίδια κατεύθυνση λειτούργησε και η ρητορική του για λήψη δραστικών μέτρων εναντίον του μεταναστευτικού ρεύματος. Η είσοδος μεταναστών παροξύνει το ένστικτο αυτοσυντήρησης κοινωνιών που νοιώθουν ότι απειλούνται με φτωχοποίηση. Γι’ αυτά τα τμήματα του πληθυσμού, ο ανταγωνισμός από τη φθηνή εργασία των μεταναστών βιώνεται σαν πρόσθετη απειλή.
Στη συντηρητική λευκή “βαθιά Αμερική” επικρατεί ένα αίσθημα νοσταλγίας για τις παλιές καλές ημέρες και ένα κράμα απόγνωσης και οργής για το σήμερα. Αυτά ακριβώς εξέφρασε ο Τραμπ, υποσχόμενος ότι θα καθαρίσει τον “βάλτο” της Ουάσιγκτον. Είναι από τις ειρωνείες της ιστορίας ότι τον ρόλο αυτό τον έπαιξε ένας δισεκατομμυριούχος, δημιουργώντας ένα ολόκληρο πολιτικό ρεύμα.
Τραμπ και τραμπισμός
Οι επαγγελίες του Τραμπ απέκτησαν αξιοπιστία στα μάτια των οπαδών του περισσότερο από τον τρόπο που τον αντιμετώπισε το κατεστημένο και λιγότερο από αυτή καθ’ αυτή τη ρητορική του. Κι αυτό το κλίμα οξύνεται με την έρευνα του FBI. Το 2016, τα μεγάλα Μίντια και τα παρακλάδια του αμερικανικού και διεθνούς κατεστημένου είχαν στηρίξει με πάθος τη Χίλαρι και ταυτοχρόνως είχαν προσπαθήσει με κάθε τρόπο να γελοιοποιήσουν τον Ρεπουμπλικάνο υποψήφιο και στη συνέχεια πρόεδρο. Ακόμα και η ηγεσία του ίδιου του κόμματός του όχι μόνο είχε προσπαθήσει να τον σαμποτάρει στην κούρσα για το χρίσμα, αλλά κι όταν το κέρδισε αρκετά μέλη της είχαν ταχθεί υπέρ της Κλίντον! Το ίδιο και πιο έντονα συνέβη στις εκλογές του 2020.
Προφανώς, ο Τραμπ είναι και λαϊκιστής και πολλαπλά τοξικός. Το απέδειξε και πριν κι αφού εγκαταστάθηκε στον Λευκό Οίκο κι όταν ηττήθηκε –έστω και οριακά– και έπρεπε να παραδώσει την εξουσία. Οι κύριοι λόγοι, ωστόσο, που έγινε “κόκκινο πανί” για το φιλελεύθερο κατεστημένο ήταν δύο:
- Πρώτον, ότι έθιξε –τουλάχιστον στα λόγια– “τα ιερά και τα όσια”, την παγκοσμιοποίηση.
- Δεύτερον, ότι επεδίωξε μία προσέγγιση με τη Ρωσία με στόχο την περικύκλωση της Κίνας. προσκρούοντας στον ριζωμένο αντιρωσισμό του αμερικανικού βαθέος κράτους.
Το γεγονός, όμως, ότι οι αμερικανικές άρχουσες ελίτ επιδεικνύουν βαθιά περιφρόνηση προς το “πόπολο”, σε συνδυασμό με την κατάχρηση –σχεδόν πλύση εγκεφάλου– της πολεμικής κατά του Τραμπ, έχει φέρει το αντίθετο αποτέλεσμα. Όταν τα κατεστημένα Μίντια επιτίθενται με πάθος εναντίον του, ένα μεγάλο μέρος της αμερικανικής κοινωνίας αντανακλαστικά ταυτίζεται πολιτικά με τον “αντισυστημικό” δισεκατομμυριούχο.
Ο Τραμπ έχει καταφέρει να μεταλλάξει την παραδοσιακή διαχωριστική γραμμή Δημοκρατικοί-Ρεπουμπλικάνοι. Ανέδειξε ένα διαχωρισμό που αναδύεται από τα σπλάχνα της αμερικανικής κοινωνίας και πηγάζει από την οικονομική-κοινωνική πραγματικότητα. Η ρητορική του στόχευσε τους Αμερικανούς που η παγκοσμιοποίηση πετάει έξω από το “τρένο” και τους οποίους η Κλίντον είχε αποκαλέσει ωμά «θλιβερούς ανθρώπους». Στην πραγματικότητα, ο τραμπισμός είναι μία συγκρουσιακή ιδιότυπα αντισυστημική και συχνά ανορθολογική πολιτική τάση που είχε αρχίσει να αναπτύσσεται σε απλούς Ρεπουμπλικάνους ψηφοφόρους. Μέσω αυτών, μάλιστα, ο Τραμπ έχει σε σημαντικό βαθμό αποκτήσει έλεγχο στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα.
Η προεδρική θητεία του Τραμπ μπορεί να ήταν μόνο τέσσερα χρόνια, αλλά, όπως αποδεικνύεται από τα γεγονότα, άφησε πολύ πιο βαθύ ίχνος στην αμερικανική ιστορία από άλλους προέδρους με δύο θητείες. Ο τραμπισμός αποτελεί πλέον απτή πολιτική πραγματικότητα. Για την ακρίβεια, εκφράζει στο πολιτικό επίπεδο τον βαθύ διχασμό της αμερικανικής κοινωνίας, ο οποίος έχει συγκρουσιακή τάση σε βαθμό που δεν είναι υπερβολή να μιλήσουμε για άτυπο ψυχρό εμφύλιο πόλεμο.