Πώς επηρεάζει ο πόλεμος τις οικονομίες Ρωσίας και ΕΕ – Μέρος Β
20/08/2022Η ενεργειακή ανασφάλεια ωθεί τις χώρες-μέλη της ΕΕ στην αναζήτηση λύσεων για τις οικονομίες του και την επιβίωσή τους σε βάρος της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, αν και από την Κομισιόν προβάλλονται φιλόδοξα σχέδια ανακούφισης από την απίστευτη άνοδο των τιμών. Μεταξύ των άλλων προτείνεται η σύμπλευση των Ευρωπαίων με την προσπάθεια των ΗΠΑ να επιβάλλουν ανώτατο όριο πώλησης του ρωσικού πετρελαίου.
Όμως μία τέτοια κίνηση απαιτεί την συνεργασία μεγάλων αγοραστών, όπως η Ινδία και η Κίνα και συντονισμό με τα μέλη του OPEC+, ο οποίος προϋποθέτει την απομόνωση της Ρωσίας από το ολιγοπώλιο. Μέχρι στιγμής η Σαουδική Αραβία, τα Εμιράτα και τα υπόλοιπα μέλη του OPEC+ δεν εμφανίζονται διατεθειμένα να υιοθετήσουν ένα τέτοιο ακραίο μέτρο και να προχωρήσουν σε μείωση των τιμών πετρελαίου. Παλαιότερες διεθνείς προσπάθειες να επηρεαστούν οι ενεργειακές ροές και να χειραγωγηθούν οι τιμές των μεγάλων παραγωγών πετρελαίου έπεσαν στο κενό.
Τέτοιες προσπάθειες ήταν το σχέδιο “είδη διατροφής έναντι πετρελαίου” για το Ιράκ στην δεκαετία του 1990, όπως και το καθεστώς εξαίρεσης της Λιβύης από τις κυρώσεις το 2011. Αυτές οι προσπάθειες είχαν οδηγήσει σε μεγάλης κλίμακας κερδοσκοπικές ενέργειες που τελικά είχαν υπονομεύσει σχέδια αυτού του τύπου. Οι προσπάθειες για την επιβολή ανώτατου ορίου τιμής για το ρωσικό πετρέλαιο, θα αντιμετωπίσουν τα αντίμετρα του Κρεμλίνου, το οποίο αναμφίβολα θα αξιοποιήσει τα μεγάλα ρωσικά αποθέματα φυσικού αερίου για να γιγαντώσει την παγκόσμια ενεργειακή κρίση, μειώνοντας δραστικά την προσφορά.
Ο ρωσικός σχεδιασμός ευνοείται από το γεγονός ότι οι αναδυόμενες οικονομίες, επιδεικνύουν στην καλύτερη περίπτωση σοβαρό σκεπτικισμό έναντι των αμερικανικών πολιτικών επιλογών για τον υπόλοιπο πλανήτη, με συνέπεια να μειώνεται δραστικά η αποτελεσματικότητα των περισσότερων από 11.000 κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στην Ρωσία.
Τα εκατέρωθεν προβλήματα
Από την εποχή της έναρξης της κρίσης στην Ουκρανία, η Κίνα έχει αυξήσει κατά 72% τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου, αποδεικνύοντας πως η πολιτική της ήπιας ισχύος ενδυναμώνεται σε βάρος των ΗΠΑ. Παράλληλα, από τον Απρίλιο οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου από την Ινδία αυξάνονται κατά 50 φορές, αντιπροσωπεύοντας το 10% των συνολικών ινδικών εισαγωγών σε μαύρο χρυσό, έναντι μόλις 0,2% προ της ουκρανικής κρίσης.
Η Ρωσία αποτελεί πλέον, μετά την Σαουδική Αραβία, τον δεύτερο σε όγκο προμηθευτή της Ινδίας σε πετρέλαιο, με το 40% των εξαγωγών να καταλήγει στα ιδιωτικά ινδικά διϋλιστήρια Reliance Industries και Navara Energy που υποστηρίζεται από τον ρωσικό όμιλο της Rosneft. Τον Ιούνιο οι εισαγωγές αργού της Ινδίας από την Ρωσία αυξήθηκαν κατά 15,5%. Η Ινδία αγοράζει 950.000 βαρέλια ρωσικό πετρέλαιο την ημέρα και οι εισαγωγές της σε ενέργεια από τη Ρωσία ανέρχονται πλέον στο 20% του συνόλου. Στην ίδια περίοδο οι εισαγωγές της από το Ιράκ και την Σαουδική Αραβία μειώνονται αντίστοιχα στο 10,5% και 13,5% του συνόλου.
Οι υπολογισμοί μεγάλων επενδυτικών οίκων δείχνουν πως η Ρωσία δεν θα επιτύχει να αναδιαρθρώσει τις εξαγωγές στην ενέργεια κατά 100%, λόγω των περιορισμών που θέτουν οι υποδομές της, λόγω προβλημάτων σε επιμελητεία και διοικητική μέριμνα, αλλά και λόγω ορίων των αγοραστών. Πρόβλημα είναι και η αδυναμία ασφάλισης ρωσικών φορτίων, λόγω των κυρώσεων. Το αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων θα επιφέρει μείωση των ρωσικών εξαγωγών κατά δύο-τρία εκατομμύρια βαρέλια ανά ημέρα, δηλαδή το 25% περίπου της παραγωγής αργού που προορίζεται για εξαγωγή, θα εξαφανισθεί από τις αγορές κατά τα τέλη του 2022. Εάν πάντως οι τιμές διατηρηθούν με μικρές αποκλίσεις στα τρέχοντα επίπεδα και το 2023, τότε οι ρωσικές απώλειες σε έσοδα θα καλυφθούν από την αύξηση των τιμών.
Όπως οι Ρώσοι αντιμετωπίζουν προβλήματα στον αμυντικό και βιομηχανικό τους ιστό, ανάλογα προβλήματα αναδύονται στην παραγωγή και στις εφοδιαστικές αλυσίδες της Δύσης, που προσπαθούν να υποστηρίξουν την πολεμική προσπάθεια της Ουκρανίας. Τον Μάϊο τα αποθέματα διαφόρων αμερικανικών πυραύλων εδάφους-εδάφους συρρικνώθηκαν επικίνδυνα, ενώ με τον Ιούνιο οι Ολλανδοί δήλωσαν πως δεν διαθέτουν πλεόνασμα οβιδοβόλων για να συνεχίσουν τις αποστολές προς την Ουκρανία.
Ακόμα και τα συστήματα πολλαπλών εκτοξευτών (MLRS), όπως το υπερσύγχρονο αμερικανικό HIMARS, δεν διοχετεύονται σε αριθμούς, ικανούς να πλήξουν αποφασιστικά την ρωσική επιμελητεία. Στις αρχές Αυγούστου, μάλιστα, ο όμιλος της αμερικανικής Raytheon ειδοποίησε το Πεντάγωνο πως η αντικατάσταση των πυραύλων τύπου Javelin και Stinger, που έχουν αποσταλεί στην Ουκρανία, θα απαιτήσει αρκετά ίσως έτη, λόγω έλλειψης των κατάλληλων επεξεργαστών που κατασκευάζονται στην Ασία.
Συστημική η διαφθορά στην Ουκρανία
Επιπλέον η συστημική διαφθορά στην Ουκρανία παραμένει η πρωταρχική ανησυχία των Δυτικών που ενισχύουν χρηματοοικονομικά και με όπλα την χώρα. Ο κίνδυνος διασπάθισης των δισεκατομμυρίων που αποστέλλονται προς το Κίεβο, προσθέτει στην αποκαλούμενη πλέον “ουκρανική κόπωση” της δυτικής κοινής γνώμης, γεγονός που απειλεί να διαβρώσει δραστικά την δυτική υποστήριξη προς την Ουκρανία. Έως τις αρχές Αυγούστου έχουν διοχετευθεί, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Οικονομίας του Κιέλου, περισσότερα από 30 δισ. δολάρια με αφετηρία την έναρξη των εχθροπραξιών, με την μερίδα του λέοντος, 23 δισεκατομμύρια, να προέρχεται από τις ΗΠΑ και τα υπόλοιπα από χώρες της Ευρώπης.
Στις αρχές Αυγούστου το γνωστό τηλεοπτικό δίκτυο CBS News ανέστειλε την προβολή τηλεοπτικής έρευνας με αντικείμενο τον εξοπλισμό της Ουκρανίας, μετά από σφοδρές αντιδράσεις του Κιέβου. Η διεύθυνση του καναλιού επικαλέσθηκε ανάγκες επικαιροποίησης με νέα δεδομένα για να δικαιολογήσει την υπαναχώρησή του. Η έρευνα αποδεικνύει ότι από το σύνολο του εξοπλισμού που αποστέλλεται στις ουκρανικές δυνάμεις, μόλις το 30% περίπου καταλήγει στα μέτωπα των συγκρούσεων!
Στην έρευνα με τίτλο Arming Ukraine (Εξοπλίζοντας την Ουκρανία), βασική πηγή πληροφόρησης αποτελεί ο Jonas Ohman, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της οργάνωσης με βάση την Λιθουανία Blue-Yellow, που ανεφοδιάζει με πολεμικό υλικό την Ουκρανία, εξαιρουμένων των οπλικών συστημάτων. Ο Ohman παραδέχεται πως μόλις το 30-40% του δυτικού οπλισμού καταλήγει στα μέτωπα, αν και αργότερα ανασκεύασε τις αρχικές του δηλώσεις, σημειώνοντας πως η κατάσταση βελτιώνεται.
ΗΠΑ και διαφθορά
Τον Ιούλιο η πρέσβης Denise Jenkins, υφυπουργός Ελέγχου Διακίνησης Όπλων και Διεθνούς Ασφαλείας του State Department, εξέφρασε ανησυχία για το γεγονός ότι υφίσταται παράνομη διοχέτευση του δυτικού οπλισμού. Πρόσθεσε, μάλιστα, ότι το γεγονός προκαλεί σοβαρούς προβληματισμούς που εστιάζονται και στο πολιτικό-στρατιωτικό πεδίο, αλλά και σε θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πάντως εξέφρασε την εμπιστοσύνη της στην ουκρανική κυβέρνηση, εκτιμώντας πως θα διαφυλάξει την ασφάλεια των φορτίων και θα παραδώσει πλήρη στοιχεία στην Ουάσιγκτον για τη διακίνηση του αμερικανικού οπλισμού.
Από την πλευρά της η Ρωσία έχει εγκλιματισθεί από το 2014 στο καθεστώς κυρώσεων, με το Κρεμλίνο να εκτιμά πως οι αντοχές της χώρας στις οικονομικές πληγές που της προκαλούνται, αναμφίβολα είναι πολύ μεγαλύτερες από τις ανάλογες αντοχές της Δύσης. Με την χειμερινή περίοδο να πλησιάζει και την ζήτηση για ενεργειακές ροές να αυξάνεται, η ΕΕ κινδυνεύει να αντιμετωπίσει σοβαρές ρωγμές στην συνοχή της, λόγω των αφόρητων πιέσεων που θα ασκηθούν στις εφοδιαστικές αλυσίδες των χωρών-μελών της.
Μάλιστα, οι συζητήσεις για την επιβολή προγραμματισμένων διακοπών, ή ακόμα και δελτίου στην ενέργεια, κρίνονται επιεικώς ανόητες. Ο επικεφαλής του γερμανικού ομίλου χημικών Covestro προειδοποιεί την κυβέρνηση για μερική ή και ολική διακοπή της λειτουργίας των βιομηχανιών, με αποτέλεσμα την κατάρρευση των εφοδιαστικών αλυσίδων. Στην πραγματικότητα, οι Ρώσοι έχουν μεταφέρει τις επιπτώσεις των εμπολέμων συνθηκών στο εσωτερικό της Ευρώπης, προσδοκώντας να ασκήσουν διπλωματικές πιέσεις για μία διέξοδο προς όφελός τους στην σύγκρουση. Ούτως ή άλλως αντιλαμβάνονται τους περιορισμούς της ΕΕ στις προσπάθειές της να υπερκεράσει τα συμφέροντα των χωρών-μελών της και να δράσει συντονισμένα, οπότε θα αναμένουν τις εσωτερικές εξελίξεις, πριν προχωρήσουν σε οποιαδήποτε κίνηση.