Πως η πολιτική εξουσία εργαλειοποιεί την ελληνική Δικαιοσύνη
14/01/2019Ιστορικά η Ελλάδα, μετά την απελευθέρωσή της το 1830 και τη λειτουργία της ως σύγχρονο κράτος, εισήγαγε εργαλειακά τους δυτικούς κοινοβουλευτικούς θεσμούς, προσαρμοσμένους στις εδώ ισχύουσες κοινωνικές συνθήκες και προς όφελος των κοινωνικών ομάδων που είχαν την ισχύ (κοτζαμπάσηδες κλπ). Μεταξύ αυτών και τη Δικαιοσύνη.
Ως εκ τούτου, υπήρχαν πάντοτε περιθώρια υπερκέρασης αυτών από τις συγκεκριμένες ομάδες και τα κυρίαρχα συμφέροντα. Όμως, αυτοί οι θεσμοί αποτέλεσαν σταδιακά ένα πλαίσιο εμπέδωσης του κοινοβουλευτισμού στη χώρα. Ιδιαίτερα κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης, η οποία είναι η πιο ομαλή περίοδος της σύγχρονης ιστορίας μας, ενισχύθηκε σε μεγάλο βαθμό η δημοκρατική τήρηση των κανόνων λειτουργίας τους.
Η χρεοκοπία, όμως, της χώρας και η ένταξή της στη μνημονιακή κηδεμονία δεν επέφερε μόνο τη σταδιακή της μετατροπή σε σύγχρονη «αποικία χρέους», πέραν των άλλων δραματικών συνεπειών στην κοινωνία. Επέφερε, επίσης, σημαντικές αλλοιώσεις στη λειτουργία του κράτους και των θεσμών, ιδεολογικών και κατασταλτικών, μεταξύ των οποίων και αυτού της Δικαιοσύνης, που αντικειμενικά αποτελεί έναν εκ των σοβαρών πυλώνων αξιόπιστης λειτουργίας του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος.
Έτσι, οδηγηθήκαμε στο σημείο, στην Ελλάδα της βύθισης και της παρακμής, ένα εκ των ζητουμένων να είναι η εφαρμογή των αυτονόητων, που ισχύουν στις υπόλοιπες δυτικές κοινοβουλευτικές δημοκρατίες. Από τη μια, η πολιτική νομιμοποίηση και η εμπιστοσύνη που πρέπει να απολαμβάνει η εκλεγμένη εκτελεστική εξουσία και από την άλλη, ο σεβασμός των ανεξάρτητων λειτουργιών της εκτελεστικής, νομοθετικής και δικαστικής εξουσίας, όπως αυτές προσδιορίστηκαν και ισχύουν από τον Διαφωτισμό μέχρι σήμερα.
Η ανεξαρτησία των εξουσιών
Ο σεβασμός της πλήρους ανεξαρτησίας αυτών των εξουσιών, και ιδίως της δικαστικής εξουσίας, δεν μπορεί να υποχωρήσει έναντι οποιουδήποτε, ακόμα και αν επικαλείται, πραγματικά και όχι μόνο επικοινωνιακά, προσπάθεια χτυπήματος της ατιμωρησίας. Η τελευταία αποτελεί μια από τις βασικότερες πτυχές του νόθου πολιτικού εποικοδομήματος και του ιδιότυπου κλεπτοκρατισμού, που δομήθηκε κατά την περίοδο της ύστερης Μεταπολίτευσης και ευδοκιμεί έως σήμερα.
Σύστημα που ως βασικό πυρήνα έχει, αφενός, την ισχυρή διαπλοκή της παρασιτικής, οικονομικής ολιγαρχίας με το κράτος και την εξουσία, συμπεριλαμβανομένων όλων των ιδεολογικών και κατασταλτικών θεσμών, αφετέρου την πλήρη ατιμωρησία. Μια ατιμωρησία που επιβλήθηκε μέσω του νομοθετικού πλέγματος, με χαρακτηριστική περίπτωση τον νόμο περί ευθύνης υπουργών.
Βάσει αυτού παραγράφηκαν τεράστια σκάνδαλα, όπως αυτό της Siemens, του Βατοπεδίου, των δομημένων ομολόγων, της προμήθειας στρατιωτικού υλικού κλπ. Επιπλέον, όμως, η απουσία τιμωρίας επιβλήθηκε και μέσω της εξάρτησης και του επηρεασμού φορέων και εκπροσώπων της δικαιοσύνης, που λειτούργησε και λειτουργεί σε ανάλογες περιπτώσεις, ως οιονεί «ασπίδα» της παρασιτικής οικονομικής ολιγαρχίας.
Η εργαλειοποίηση της Δικαιοσύνης
Η απόπειρα πλήρους εργαλειοποίησης και χρησιμοποίησης της Δικαιοσύνης για καθαρά πολιτικούς και επικοινωνιακούς στόχους, και όχι για την πραγματική διερεύνηση υπαρκτών σκανδάλων, είναι βέβαιο ότι θα επιφέρει την πλήρη διάλυση και των τελευταίων υγιών αρμών, που υπάρχουν στο σημερινό παραλυτικό θεσμικό σύστημα της χώρας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το τεράστιο σκάνδαλο της Νοvartis και των άλλων φαρμακευτικών εταιρειών, σε συνδυασμό με τη γιγάντωση της φαρμακευτικής δαπάνης, από το 2002 έως το 2009, από 2 δισ. σε 5 δισ ευρώ.
Η ελληνική κυβέρνηση χρησιμοποίησε το σκάνδαλο της Novartis, την ίδια σχεδόν ημέρα με το μεγαλειώδες συλλαλητήριο στην Αθήνα, κατά της κατάπτυστης Συμφωνίας των Πρεσπών, η οποία απειλεί να προσθέσει ένα ακόμα «ακάνθινο στεφάνι» στον Ελληνισμό. Στόχος της κυβέρνησης ήταν η αλλαγή πολιτικής ατζέντας, μέσω του επικοινωνιακού χτυπήματος των πολιτικών της αντιπάλων.
Το παραπάνω εντάσσεται σε μια τέτοια ανεπίτρεπτη εργαλειοποίηση της Δικαιοσύνης. Μάλιστα, οι τελευταίες εξελίξεις και η μετατροπή προστατευόμενου μάρτυρα σε κατηγορούμενο δυναμιτίζουν και τα τελευταία στοιχεία αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος και τραυματίζουν την ήδη υπονομευμένη εικόνα της Δικαιοσύνης στην κοινή γνώμη.
Το προαναφερθέν γεγονός, σε συνδυασμό με τις ανοίκειες και ανόητες δημόσιες επιθέσεις υπουργών σε δικαστικούς λειτουργούς, αλλά και την ανεξέλεγκτη δράση διαφόρων τηλεοπτικών αστέρων που καθημερινά πλήττουν βάναυσα το τεκμήριο αθωότητας, πιστοποιούν τον κατήφορο και το λασπώδες πολιτικό έδαφος της χώρας. Μάλιστα, όλα αυτά συμβαίνουν, σε μια κρίσιμη περίοδο έντονων γεωπολιτικών ανακατατάξεων, από τις οποίες η χώρα απειλείται και με εθνικούς ακρωτηριασμούς.
Έτσι, στη σημερινή πολυπλόκαμη κρίση, η δικαιοσύνη αποτελεί έναν εκ των βασικών ιδεολογικών θεσμών του πελατειακού ελληνικού κράτους και, εξ αυτού του λόγου, έχει ανάλογες οσμώσεις και εξίσου μεγάλες ευθύνες. Παρ’ όλα αυτά, οφείλει να τιμήσει την αποστολή που της έχει αναθέσει το Σύνταγμα, αφενός υπερβαίνοντας τα κακώς κείμενα στο εσωτερικό της, αφετέρου αποκρούοντας τις πιέσεις και τις δεσμεύσεις των πολυποίκιλων μηχανισμών της διαπλοκής και πολιτικής εξουσίας. Εάν δεν αντισταθεί επαρκώς, τότε είναι βέβαιο ότι θα παρασυρθεί και η ίδια, πλήρως και απόλυτα, στα «βοθρολύματα» που μας κατακλύζουν καθημερινά, ενισχύοντας καταλυτικά το σύστημα παρακμής που έχει επικαθίσει σαν αιθαλομίχλη επάνω στην Ελλάδα.