Οι “Πρέσπες” και οι “χρήσιμοι ηλίθιοι” της Ιστορίας
24/01/2019«Το όνομά μας είναι η ψυχή μας»
Ανδρέας Παπανδρέου
Λίγες ώρες πριν την κύρωση της καταστροφικής εθνικά Συμφωνίας των Πρεσπών από τη Βουλή των Ελλήνων με μια ιδιότυπη «παρδαλού τύπου» κοινοβουλευτική πλειοψηφία, σε πλήρη διάσταση με τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, τίθεται στον καθένα αμείλικτα το ερώτημα: Γιατί το ανεπαρκές και εξαρτημένο πολιτικό προσωπικό της Ελλάδος έφτασε στο σημείο να πυροβολεί τα πόδια της χώρας, ενώ περί του αντιθέτου κραυγάζει η πραγματικότητα, όντας η Συμφωνία αυτή εθνικά επιζήμια, τόσο για τα αμιγώς γεωπολιτικά συμφέροντα, όσο και για τις μεγάλες διαιρέσεις, που συντελούνται στο εσωτερικό;
Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα εμπεριέχει δύο σκέλη που αλληλοσυμπληρώνονται: Αφενός, η σημερινή κυβέρνηση έχει αναλάβει εργολαβικά, έναντι κάθε τιμήματος, την κύρωση αυτής της Συμφωνίας, κατ’ επιταγήν των ΗΠΑ και της Γερμανίας, προκειμένου να εισέλθει το γειτονικό κράτος στο ΝΑΤΟ και να αποτελεί μελλοντικό γεωπολιτικό εργαλείο τους στην περιοχή. Αφετέρου, λόγω αυτής της υποτελούς στάσης, ως ψυχολογικό αντιστάθμισμα προβάλλεται το πρωτοφανές και καινοφανές βάπτισμα του «εθνικού ξεπουλήματος» σαν προοδευτικότητα, που έγκειται δήθεν στο χτύπημα του ελληνικού εθνικισμού και στην υποστήριξη των δικαιωμάτων των γειτονικών χωρών.
Αυτού του είδους η παραμορφωτική εθνικά αυτοκαταστροφική τάση εκφράστηκε από τις δηλώσεις του Σπύρου Δανέλλη, ο οποίος σε πρόσφατη συνέντευξή του ανέφερε ότι: «Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι το άγιο δισκοπότηρο των προοδευτικών δυνάμεων». Επίσης, από δηλώσεις βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή, ότι «δεν μας ενοχλεί ο εθνικισμός των γειτόνων, αλλά ο εθνικισμός των Ελλήνων».
Πρόκειται για το απόγειο της εθνομηδενιστικής αντίληψης. Σύμφωνα με αυτή, τα έθνη δεν έχουν ιστορική συνέχεια, αποτελώντας σύγχρονες κατασκευές και, εξ αυτού του λόγου, το καθένα μπορεί να αυτοπροσδιορίζεται, κλέβοντας ακόμα και την ταυτότητα και την ιστορία γειτονικού κράτους όπως, εν προκειμένω, οι Σκοπιανοί, τη μακεδονική ταυτότητα και Ιστορία, που ταυτίζεται αμιγώς με την Ελλάδα.
Χαρακτηριστικές υπήρξαν, άλλωστε, επ’ αυτού, οι κατά την έναρξη των διαπραγματεύσεων, οι δηλώσεις του πρωθυπουργού ότι δεν μπορούμε να εμποδίσουμε τον αυτοπροσδιορισμό των Σκοπιανών, ακόμα και αν, κατά παράνομο τρόπο, απαιτούν τη χρησιμοποίηση του ονόματος της Μακεδονίας. Στις δηλώσεις αυτές προσέθεσε ότι απλώς οι Σκοπιανοί δεν πρέπει να επιδεικνύουν «λαιμαργία» και να διεκδικούν ολόκληρη την αρχαία Ιστορία, με την έκφραση: «Να αποδεχθούν ότι ο Φίλιππος και ο Αλέξανδρος δεν είναι μόνο δικοί τους»!
“Χρήσιμοι ηλίθιοι της Ιστορίας”
Είναι γεγονός, ότι η παγκόσμια ιστορία των λαών βρίθει από περιπτώσεις των λεγόμενων «χρήσιμων ηλιθίων», οι οποίοι, ενώ φαντασιώνονται ότι ενεργούν προς το συμφέρον της χώρας τους, την ίδια στιγμή αποτελούν τον δούρειο ίππο για την επίτευξη των στρατηγικών στόχων του αντιπάλου. Τέτοιες περιπτώσεις, δυστυχώς, συναντά κανείς πολλές φορές στην ιστορία του Ελληνισμού. Στη σύγχρονη περίοδό του οι συνεχείς εθνικοί διχασμοί και η έλλειψη ισχυρής κοινωνικής ηγέτιδος δύναμης, αποτέλεσαν το φυτώριο για να έχουμε από το 1922 τη συνεχή συρρίκνωση του ελληνικού έθνους (με την εξαίρεση των Δωδεκανήσων) και την αποδυνάμωση του νεοελληνικού κράτους.
Στην προκειμένη, όμως, περίπτωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, που για πρώτη φορά εκχωρείται οικειοθελώς από την ελληνική πλευρά, χωρίς πολεμική ήττα, εθνική ταυτότητα σε τρίτη χώρα, οι «χρήσιμοι ηλίθιοι της Ιστορίας» έχουν και τα χαρακτηριστικά των «γενίτσαρων». Και αυτό γιατί, ενώ η Ελλάδα βρίσκεται εν μέσω της επιθετικότητας και του αναθεωρητισμού της σημερινής τουρκικής ηγεσίας, μην κερδίζοντας ουσιαστικά τίποτα, προχωρά στην αναγνώριση του κράτους των Σκοπίων με το όνομα «Βόρεια Μακεδονία». Μάλιστα, χωρίς καν να διασφαλίζει τα αυτονόητα συνταγματικά και διεθνή παρεπόμενα, όπως ότι σε αυτό το κράτος κατοικούν «Βορειομακεδόνες», οι οποίοι ομιλούν τη «σλαβομακεδονική» γλώσσα.
Αντίθετα, αναγνωρίζοντας ότι οι κάτοικοι αυτού του κράτους είναι «Μακεδόνες», που ομιλούν τη «μακεδονική γλώσσα», όπως θα αναγράφεται σε διαβατήρια, ταυτότητες και ταξιδιωτικά έγγραφα -παρά τις περί αντιθέτου επικοινωνιακές κορώνες- επικυρώνεται με δραματικό τρόπο ο επικίνδυνος «μακεδονισμός». Πρόκειται για το ψευδές, αλλά υπαρκτό ιδεολόγημα, που διακινείται όλα αυτά τα χρόνια από διάφορες δυνάμεις εντός και εκτός Σκοπίων, περί δήθεν «διαμελισμένης μακεδονικής πατρίδας». Μια “διαμελισμένη μακεδονική πατρίδα” που αποτελείται από τη «Μακεδονία του Αιγαίου», που είναι υπό ελληνική κατοχή, τη «Μακεδονία του Πιρίν», υπό βουλγαρική κατοχή και τη «Μακεδονία του Βαρδάρη» (Σκόπια) που είναι το μόνο τμήμα που κατάφερε να ελευθερωθεί και να γίνει κράτος.
Συγκριτικό πλεονέκτημα στον ανταγωνισμό
Η απόδοση του σκληρού τίτλου “χρήσιμοι ηλίθιοι της Ιστορίας” και “γενίτσαροι” στους σημερινούς κυβερνώντες και στην «ερμαφρόδιτη» κοινοβουλευτική πλειοψηφία που διαπράττει αυτό το ανοσιούργημα, οφείλεται στις έντονα αρνητικές συνέπειες για την Ελλάδα, σε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο γι’ αυτήν. Καθημαγμένη από τον μνημονιακό οδοστρωτήρα βρίσκεται εν μέσω έντονων γεωπολιτικών ανακατατάξεων στην ευρύτερη περιοχή. Παράλληλα, όμως, οφείλεται και στις παρακάτω παραμέτρους:
Πρώτον, θα πρέπει να είναι κανείς τυφλός, ώστε να μην αντιλαμβάνεται, ότι η αναγνώριση από την Ελλάδα των Σκοπίων με το όνομα «Βόρεια Μακεδονία», που κατοικείται από «Μακεδόνες», που ομιλούν τη «μακεδονική γλώσσα», αποτελεί τον πυρήνα του αλυτρωτισμού, ο οποίος πιθανότατα θα εμφανιστεί με απτό πρόσωπο στο μέλλον σε βάρος της χώρας μας.
Είναι προφανές ότι αυτό το κράτος, πλέον, με την ολοκλήρωση αυτής της Συμφωνίας, θα αποκτήσει συγκριτικό πλεονέκτημα στον ανταγωνισμό, εν σχέσει με το ποιος έχει τα περισσότερα δικαιώματα στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας, το συντριπτικά μεγαλύτερο τμήμα της οποίας βρίσκεται εντός της Ελλάδος. Οι ισχυρισμοί των κυβερνώντων, ότι δήθεν με τη Συμφωνία αυτή δεν παραχωρείται εθνοτική ταυτότητα στους Σκοπιανούς είναι «προφάσεις εν αμαρτίαις».
Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι με τον όρο nationality εννοείται η υπηκοότητα. Στην πραγματικότητα, όμως, το “Μακεδόνες”, σε συνδυασμό με τη “μακεδονική” γλώσσα δίνει τη δυνατότητα στους Σκοπιανούς να κατοχυρώσουν διεθνώς “μακεδονική” εθνική ταυτότητα. Είναι ενδεικτικό ότι στο αναθεωρημένο τους Σύνταγμα, το οποίο η ελληνική κυβέρνηση πήρε από site των Σκοπίων και το κατέθεσε στην ελληνική Βουλή(!) αναφέρεται σε πολλά σημεία ο όρος “μακεδονικός λαός”.
Σφετερισμός δια της διολισθήσεως
Δεύτερον, τα Σκόπια, με τη Συμφωνία αυτή στον διεθνή χώρο, σταδιακά και με την πάροδο του χρόνου, θα ταυτιστούν απόλυτα με το όλον της Μακεδονίας ως αυτοτελή γεωπολιτική ταυτότητα. Κάτι τέτοιο θα περιλαμβάνει και την απορρόφηση και τον σταδιακό σφετερισμό της ιστορικής κληρονομιάς της αρχαίας Μακεδονίας. Η Ελλάδα μέχρι σήμερα αποδεχόταν ότι υπήρχε μία και μόνο ιστορική Μακεδονία και αυτή ήταν ελληνική, αναφερόμενη πρωτίστως στη «βαριά» ιστορική κληρονομιά του Μεγάλου Αλεξάνδρου).
Τώρα, αναγνωρίζοντας το κράτος των Σκοπίων ως «Βόρεια Μακεδονία» αποδέχεται εκ των πραγμάτων την ύπαρξη μιας μερικότερης “νότιας Μακεδονίας”. Η τελευταία, όμως, εξαιτίας του γεγονότος, ότι είναι μια περιοχή εντός της Ελλάδος και όχι κράτος, όπως αυτό των Σκοπίων, μακροπρόθεσμα θα υπολείπεται και θα τείνει σε καθεστώς πλήρους απώλειας όλων των δικαιωμάτων της (ονοματολογικό, εμπορικά σήματα, ιστορία κλπ).
Γι’ αυτό, οι αναφορές στη Συμφωνία των Πρεσπών περί ξεχωριστής ιστορίας με την αρχαία Μακεδονία, μακεδονικής γλώσσας, που ανήκει σε σλαβικές διαλέκτους κλπ, είναι βέβαιο ότι δεν μπορούν να αντισταθμίσουν τη μεγάλη εθνική ζημιά. Κι αυτό, επειδή για τη διεθνή κοινότητα θα υπάρχει μια κρατική οντότητα, αυτή της «Βόρειας Μακεδονίας», με τη «βούλα» μάλιστα της Ελλάδος.
Τρίτον, οι υποστηρικτές αυτής της Συμφωνίας, προσπαθούν να υποβαθμίσουν τους κινδύνους, με το επιχείρημα ότι το γειτονικό κράτος είναι μικρό και αδύναμο. Έχουν, όμως, κοντή ιστορική μνήμη. Και αυτό γιατί η διαμορφωθείσα κατάσταση είναι πληγή στα πλευρά της χώρας, που στο μέλλον μπορεί να ματώσει. Διότι, μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη φαρέτρα εκείνων των δυνάμεων, που επιδιώκουν να κοντύνουν τον ρόλο της Ελλάδας στην ευρύτερη γεωπολιτική σκακιέρα των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου, η οποία, λόγω των κοιτασμάτων φυσικού αερίου, αποτελεί ήδη μήλον της έριδος ισχυρών γεωπολιτικών παικτών.
Εθνικιστής όποιος αντιτίθεται
Τέταρτον, η μεθόδευση της κάκιστης για τα εθνικά συμφέροντα Συμφωνίας, η εμμονή στην ψήφισή της έναντι οιουδήποτε τιμήματος συνοδεύεται από την προσπάθεια απόδοσης του χαρακτηρισμού του «ακραίου» και του «εθνικιστή» σε όποιον αντιτίθεται. Τυχαίνει, όμως, να αντιτίθεται τουλάχιστον το 70% του ελληνικού λαού. Αυτή η πρακτική έχει ήδη ενσταλάξει το δηλητήριο της διαίρεσης στο εσωτερικό της χώρας. Αυτό, όμως, συνιστά «εγκληματική» πολιτική επιλογή έναντι των κινδύνων, που μας περιτριγυρίζουν και προϋποθέτουν την πλήρη ενότητα και ομοψυχία.
Απέναντι σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές για την πατρίδα, ο καθένας θα αναμετρηθεί με τις ιστορικές του ευθύνες: Οι στηρίζοντες τη Συμφωνία βουλευτές πρέπει να αναμετρηθούν με τη συνείδησή τους και όχι να υποκύψουν στην κομματική επιλογή ή στην προσωπική ωφελιμιστική λογική. Διαφορετικά η κρίση του λαού θα είναι αμείλικτη γι’ αυτούς τους βουλευτές και ο ιστορικός του μέλλοντος θα τους κατατάξει στην κατηγορία των «χρήσιμων ηλιθίων της Ιστορίας» και των «γενίτσαρων» του ελληνικού έθνους.
Οι βουλευτές της Αντιπολίτευσης, που δηλώνουν αντίθετοι στη Συμφωνία και προτίθενται να την καταψηφίσουν, εάν το εννοούν, ας προβούν σε πολιτική κίνηση μεγάλου συμβολισμού, παραιτούμενοι από τη βουλευτική τους ιδιότητα. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρέπει και μπορεί να αναπέμψει τη Συμφωνία, κατά την περίπτωση που κυρωθεί στη Βουλή και ακολούθως, να παραιτηθεί από το αξίωμά του, εάν είναι πράγματι αντίθετος, όπως αφήνει να εννοείται.
Τέλος, απαιτείται η άμεση ενεργοποίηση των Ελλήνων πολιτών, που οφείλουν να συγκροτήσουν ένα νέο δημοκρατικό πατριωτικό πολιτικό υποκείμενο, που θα προέλθει από τα σπλάχνα της κοινωνικής αντίδρασης και θα βρίσκεται σε αντίθεση με το υπάρχον ελλιποβαρές για τα συμφέροντα της χώρας πολιτικό προσωπικό. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση εν συνόλω αδυνατούν να υπερασπισθούν στοιχειωδώς τα εθνικά συμφέροντα, εν μέσω των σημερινών ισχυρών γεωπολιτικών ανισορροπιών και αντιθέσεων.