ΑΠΟΨΗ

Για ποιους λόγους ο πυρηνικός πόλεμος είναι πιθανότερος σήμερα

Για ποιους λόγους ο πυρηνικός πόλεμος είναι πιθανότερος σήμερα, Κώστας Γρίβας

Για να ξεκινήσουμε μια στοιχειωδώς σοβαρή συζήτηση για το παρόν και το μέλλον της απειλής που συνεπάγονται για την ανθρωπότητα τα πυρηνικά όπλα, αυτήν την κρίσιμη ιστορική περίοδο, πρέπει, πριν και πάνω απ’ όλα, να αφήσουμε πίσω μας ορισμένες στερεοτυπικές αντιλήψεις με τις οποίες έχουμε μάθει, ακόμη και οι ειδικοί, να εξετάζουμε το θέμα. Αρχικά, δεν ισχύει η αντίληψη ότι ένας πυρηνικός πόλεμος θα οδηγήσει στο τέλος του ανθρώπινου πολιτισμού.

Στην πραγματικότητα, το πιο πιθανό σενάριο είναι ότι ένας πυρηνικός πόλεμος θα προκαλέσει αναμφισβήτητα  μεγάλες ανθρώπινες και υλικές απώλειες στο μεγαλύτερο μέρος των χωρών του κόσμου, όχι όμως και το τέλος της ζωής στη Γη. Άρα, η άκρως απλοϊκή αντίληψη ότι πυρηνικός πόλεμος δεν γίνεται να ξεσπάσει γιατί θα καταστραφούν όλοι, άρα κανείς δεν μπορεί να “πατήσει το κουμπί”, απλά δεν ισχύει. Όχι μόνον γι’ αυτόν τον λόγο, αλλά και για πολλούς άλλους. Αλλά, προς ώρας, ας περιοριστούμε σε αυτόν.

Με άλλα λόγια, ο πυρηνικός πόλεμος, ακόμη και μεγάλης κλίμακας, δεν θα αφήσει ζωντανές μόνον τις κατσαρίδες, όπως φαίνεται να πιστεύουν πολλοί! Ο κόσμος θα συνεχίσει να υπάρχει. Ιδιαίτερα δε το περιβόητο σενάριο του “πυρηνικού χειμώνα”, όπως έχουν δείξει νεότερες έρευνες είναι υπερτιμημένο. Στην πραγματικότητα το πιο πιθανό είναι ότι θα υπάρξει ένα είδος “πυρηνικού φθινοπώρου” σαν το 1816, τη “Χρονιά χωρίς Καλοκαίρι”.

Υπενθυμίζουμε ότι αυτή είχε προκύψει μετά την τεράστια έκρηξη –τη μεγαλύτερη τα τελευταία 1300 χρόνια– τον Απρίλιο 1815 του ηφαιστείου Ταμπόρα στην Ινδονησία. Η έκρηξη εξαπέλυσε στην ατμόσφαιρα μεταξύ 160 και 210 κυβικών χιλιομέτρων τέφρας, ποσότητα που δύσκολα θα προκύψει ακόμη και από έναν μεγάλης κλίμακας πυρηνικό πόλεμο στη σημερινή εποχή. Επισημαίνεται, μάλιστα, ότι η ατμόσφαιρα ήταν ήδη επιβαρυμένη από τέφρα το 1816 ύστερα από μια διαδοχική σειρά μεγάλων εκρήξεων ηφαιστείων, με τελευταία εκείνη του ηφαιστείου Mayon στις Φιλιππίνες το 1814.

Το καλοκαίρι της “Χρονιάς χωρίς Καλοκαίρι” λέγεται ότι ενέπνευσε, με τη ζοφερή του ατμόσφαιρα, τη Μαίρη Σέλεϊ να γράψει το μνημειώδες της έργο “Φρανκεστάιν”. Ωστόσο, οι συνέπειες ήταν πολύ μεγαλύτερες από τις επιδράσεις στις καλλιτεχνικές ευαισθησίες και αναζητήσεις της Σέλεϊ. Συγκεκριμένα, υπήρξε μεγάλο πρόβλημα στη γεωργία διεθνώς, με αποτέλεσμα να προκληθεί λιμός στην Ευρώπη και την Ασία.

Η “Χρονιά χωρίς Καλοκαίρι”

Όμως, ο κόσμος έμεινε στη θέση του και το 1816 δεν άφησε καν βαθιά σημάδια στην παγκόσμια συλλογική μνήμη. Κάτι τέτοιο, λοιπόν, είναι το πιθανότερο να συμβεί μετά από πυρηνικό πόλεμο μεσαίας ή και μεγάλης κλίμακας στις μέρες μας. Βέβαια, θα υπάρξουν οδυνηρές απώλειες, αλλά ο κόσμος και ο πολιτισμός θα επιβιώσουν, έστω και με τεράστιο κόστος σε ανθρώπινες ζωές.

Στο σημείο αυτό υπενθυμίζουμε ότι τα σημερινά πυρηνικά οπλοστάσια είναι ένα μικρό κλάσμα αυτών που υπήρχαν στον Ψυχρό Πόλεμο, οπότε και η ζημιά που μπορεί να κάνουν στον πλανήτη είναι μικρότερη. Σε ό,τι αφορά την Ρωσία, θα περιοριστούμε να πούμε ότι η αντίληψη αυτή δεν λαμβάνει υπόψη της την πιθανή ύπαρξη μιας νέας κατηγορίας πυρηνικών όπλων στο ρωσικό οπλοστάσιο – συγκεκριμένα μικροσκοπικών πυρηνικών όπλων, πολύ χαμηλής ισχύος και πολύ μικρής εκπομπής ραδιενέργειας, που σχεδιάστηκαν όχι για αποτροπή, αλλά για πραγματική χρήση (με δεδομένο και το ρωσικό πυρηνικό δόγμα). Αυτή η εξέλιξη είναι που θέτει νέα δεδομένα στην πυρηνική εξίσωση και αποδομεί την καθησυχαστική αντίληψη που προαναφέραμε ότι δεν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν πυρηνικά όπλα “γιατί θα καταστραφούμε όλοι”.

Να σημειώσουμε πως την μεγάλη συνεισφορά στο φαινόμενο του “πυρηνικού χειμώνα” θα είχαν πυρηνικά πλήγματα σε εφαρμογές Counterforce: Δηλαδή, οι επιθέσεις εναντίον στρατηγικών στρατιωτικών υποδομών του αντιπάλου, πολλές εκ των οποίων είναι υψηλής προστασίας, όπως υπόγεια σιλό εκτόξευσης βαλλιστικών πυραύλων και κέντρα διοίκησης και ελέγχου.

Έτσι, τα πυρηνικά όπλα πρέπει να εκραγούν πάνω ή και μέσα στο έδαφος για να προσβάλουν αυτούς τους υπόγειους στόχους. Συνακόλουθα, θα εκτοξεύονταν στην ατμόσφαιρα μεγάλες ποσότητες ραδιενεργής τέφρας. Αντιθέτως, πλήγματα Countervalue, εναντίον πολιτικών υποδομών και κυρίως εναντίον μεγάλων αστικών κέντρων, θα είχαν πολύ μικρότερη εκπομπή τέφρας και ραδιενέργειας στην ατμόσφαιρα, γιατί οι τήξεις θα γίνονταν σε μεγάλο ύψος στην ατμόσφαιρα με σκοπό να “σκουπιστεί” μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη περιοχή.

Ο “πυρηνικός χειμώνας”

Στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου –με εξαίρεση κάποια όπλα, όπως ήταν οι περιβόητοι πύραυλοι μέσου βεληνεκούς (MRBM) Pershing II, τους οποίους έχουμε εξετάσει σε παλαιότερο άρθρο στο SLpress– η ακρίβεια πλήγματος που επετύγχαναν οι βαλλιστικοί πύραυλοι ήταν πολύ μικρή. Έτσι, απαιτείτο η χρήση πολύ ισχυρών πυρηνικών κεφαλών, ισχύος εκατοντάδων κιλοτόνων, για να καταστρέψουν τους υπόγειους στόχους, δεδομένου ότι η έκρηξη μάλλον θα γινόταν σε απόσταση εκατοντάδων μέτρων από το θαμμένο στο έδαφος σιλό ή κέντρο διοίκησης.

Σήμερα, όμως, η ακρίβεια πλήγματος έχει βελτιωθεί δραματικά, με αποτέλεσμα να απαιτούνται πολύ μικρότερες πυρηνικές κεφαλές για να προκύψουν παρόμοια αποτελέσματα. Πιθανώς δε να μην χρειάζονται καν πυρηνικά όπλα. Συγκεκριμένα, όπλα που θα μεταφέρουν στον στόχο μεγάλη κινητική ενέργεια, χάρη στην υπερυψηλή τους ταχύτητα, όπως μπορεί να είναι hypersonic οχήματα αερολίσθησης (HGV) –τα έχουμε εξετάσει σε άρθρο στο SLpress– πιθανώς θα είναι σε θέση να καταστρέψουν παρόμοιους στόχους, χωρίς να χρειάζονται πυρηνική γόμωση.

Το σενάριο του “πυρηνικού χειμώνα” που θα προκαλούσε ο πυρηνικός πόλεμος, αποτέλεσε τον μεγάλο εφιάλτη της τελευταίας περιόδου του Ψυχρού Πολέμου, από το 1983 που παρουσίασε την σχετική θεωρία ο Carl Sagan. Αναφέρεται μάλιστα ότι ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ είχε τρομοκρατηθεί από αυτό το ενδεχόμενο, γεγονός που τον ώθησε να πάρει τις τολμηρές του αποφάσεις, μαζί με τον Ρόναλντ Ρήγκαν, που οδήγησαν στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου, ξεκινώντας από τη διάσκεψη κορυφής στο Ρέικιαβικ, μερικά χρόνια μετά…