ΘΕΜΑ

Γιατί ο Πούτιν έχει ανάγκη την Wagner

Γιατί ο Πούτιν έχει ανάγκη την Wagner, Γιώργος Μαργαρίτης

Επιτρέψτε μου, όπως συχνά συνηθίζω, να ξεκινήσω το παρόν σημείωμα με κάποιες αναφορές σε ιστορικά προηγούμενα, φαινομενικά άσχετα με το θέμα μας, χρήσιμα όμως στην κατανόησή του. Στα 1897 η Ελλάδα ξεκίνησε τον πόλεμο ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, παρατάσσοντας στα πεδία των μαχών, στην Θεσσαλία, την Ήπειρο ή την Κρήτη, δύο διαφορετικά είδη στρατού.

Το ένα ήταν ο εθνικός στρατός. Αυτός δηλαδή που οι μηχανισμοί του κράτους είχαν συγκεντρώσει, εξοπλίσει και συντάξει και που, λογικά, είχε προετοιμαστεί για την αναμέτρηση με τον εχθρό. Το δεύτερο ήταν οι “εθελοντικοί” σχηματισμοί, με προεξάρχοντα τον “ιδιωτικό” στρατό της Εθνικής Εταιρείας, ή έστω την “Φοιτητική Φάλαγγα” και άλλα παρόμοια σχήματα. Τα προβλήματα αυτής της διαίρεσης των μάχιμων δυνάμεων της χώρας παρουσιάστηκαν πριν ακόμα οι δυνάμεις αυτές έρθουν σε σύγκρουση με τον εχθρό. Στην επιμελητεία για παράδειγμα.

Ο εθνικός στρατός με έκπληξη διαπίστωσε ότι τα αρτοποιεία της Λάρισας – που θα τροφοδοτούσαν τον στρατό με την βασική κουραμάνα – ή τα παντοπωλεία που θα πουλούσαν τα υπόλοιπα, είχαν “επιταχθεί” ή απλά λεηλατηθεί από τους ελάχιστα πειθαρχημένους “εθελοντές” της Εθνικής Εταιρείας. Για να τραφούν, οι επίστρατοι, έπρεπε και αυτοί να υιοθετήσουν ανάλογες πρακτικές ή απλά, να επιδοθούν σε αναζήτηση τροφής. Ο νηστικός στρατιώτης δεν έχει πρώτη του προτεραιότητα τον πόλεμο.

Ας μεταφερθούμε σε ένα άλλο παράδειγμα. Στα 1918 μπροστά στην βιομηχανική ανωτερότητα των αντιπάλων του που εμφάνιζε νέα όπλα στα πεδία των μαχών του δυτικού μετώπου –τα άρματα μάχης– το Γενικό Επιτελείο του γερμανικού στρατού αποφάσισε με εισήγηση του Λούντεντορφ να δημιουργήσει ένα στρατό “δύο ταχυτήτων”. Η πρώτη θα ήταν οι “ειδικές δυνάμεις”, όπως θα τις λέγαμε σήμερα. Εκλεκτοί στρατιώτες, που είχαν διακριθεί στον πόλεμο και που είχαν την απαραίτητη φυσική κατάσταση θα πλαισίωναν επιλεγμένες μονάδες και θα δέχονταν επιπρόσθετη σκληρή εκπαίδευση. Αυτά τα στρατεύματα ονομάστηκαν Sturmtruppen και αποτέλεσαν την αιχμή του δόρατος στην μεγάλη θερινή επίθεση του γερμανικού στρατού στο δυτικό μέτωπο.

Τα Sturmtruppen έγιναν Freikorps

Ως προς το αρχικό αποτέλεσμα η ιδέα της δημιουργίας ειδικής ποιότητας στρατιωτικών μονάδων υπήρξε αποδοτική. Οι στρατιώτες αυτοί πέτυχαν διασπάσεις του εχθρικού μετώπου σε έκταση αδιανόητη σε προηγούμενες περιόδους. Στρατηγικά όμως αυτό δεν απέδωσε τίποτα. Ο “κανονικός” στρατός δεν μπορούσε να ακολουθήσει τους ρυθμούς των “εκλεκτών” με αποτέλεσμα να ακυρώνεται η όποια αρχική επιτυχία.

Αντίθετα, ετούτη η κατηγοριοποίηση των στρατιωτών λειτούργησε διαλυτικά το φθινόπωρο. Οι κανονικοί στρατιώτες, παραμερισμένοι από την διεξαγωγή των ουσιαστικών επιχειρήσεων και συκοφαντημένοι ως δεύτερης ποιότητας στρατιώτες, απλά έφυγαν για τα σπίτια τους. Ο πόλεμος δεν ήταν δική τους υπόθεση πλέον. Και η Γερμανία κατέρρευσε. Πολιτικά όμως και κοινωνικά η διαίρεση του γερμανικού στρατού σε εκλεκτούς και μη, απέδωσε τραγικά αποτελέσματα. Τα Sturmtruppen εύκολα μεταβλήθηκαν σε Freikorps και αυτά με τη σειρά τους –ενίοτε πολεμώντας ενάντια στους απλούς στρατιώτες στην γερμανική επανάσταση– τροφοδότησαν τα Τάγματα Εφόδου των ναζί, τα SA (Sturm Abteilung) και τα SS. Ας σταματήσουμε εδώ, όμως, με την αναδρομή στην ιστορία και ας έρθουμε στον σημερινό ρωσικό στρατό.

Σήμερα στη Ρωσία

Ο στρατός της Ρωσίας του Πούτιν, όπως σήμερα παρουσιάζεται στα πεδία μαχών της Ουκρανίας, έχει άμεση σχέση με τα δύο παραπάνω παραδείγματα. Για την ακρίβεια πάσχει και από τις δύο προαναφερθείσες “ασθένειες” και μερικές ακόμη. Ο ρωσικός στρατός παρουσιάζεται πολυδιασπασμένος στα πεδία των επιχειρήσεων, με διακριτές αποστάσεις να χωρίζουν το κάθε ένα από τα τμήματα που τον αποτελούν.

Για την ακρίβεια, τα στρατιωτικά σώματα που πολεμούν με την ρωσική πλευρά στην Ουκρανία θα μπορούσαν να αποτελέσουν διδακτικά παραδείγματα για τα είδη στρατών που εμφανίστηκαν στην ιστορία του πολέμου. Το δειγματολόγιο περιλαμβάνει επαγγελματικά στρατεύματα, μισθοφορικά στρατεύματα, μονάδες τυπικού εθνικού στρατού με στρατεύσιμους, εθελοντικά σώματα –ειδικά από τους ρωσόφωνους– και ιδιωτικούς στρατούς.

Είναι αμφίβολο εάν όλα αυτά τα διαφορετικά και ετερώνυμα μπορούν να υπαχθούν κάτω από ενιαίο κέντρο αποφάσεων, κάτω από μια ενιαία στρατιωτική ηγεσία και, ως εκ τούτου, να ακολουθήσουν το όποιο ενιαίο σχέδιο. Ο απόμακρος παρατηρητής των ρωσικών επιχειρήσεων στην Ουκρανία οπωσδήποτε θα ευχόταν να μην βρεθεί ποτέ σε μια από τις δύο κρίσιμες ηγετικές θέσεις του ρωσικού στρατοπέδου: στη θέση του γενικού διοικητή των επιχειρήσεων και δεύτερο, στην θέση του επικεφαλής της επιμελητείας.

Στην πρώτη περίπτωση αναλογίζεται κανείς την δυσκολία έκδοσης και εκτέλεσης διαταγών –βάσει σχεδίου– σε ομάδες εθελοντών του Ντονμπάς, επίστρατους του Ντονμπάς, Τσετσένους “εθελοντές” (ιδιωτικοί στρατοί τοπαρχών), μισθοφόρους της Wagner, καθεστωτικούς Σπέτσνατζ, ειδικά επαγγελματικά σώματα του ρωσικού στρατού (αερομεταφερόμενα κλπ.), μονάδες του τακτικού στρατού κλπ. Σε πολλές περιπτώσεις έχει κανείς την εντύπωση ότι κάθε διαφορετικό σώμα ακολουθεί δικά του σχέδια, πράγμα που αποτυπώνεται εύλογα με τις ασυνάρτητες κινήσεις των δυνάμεων αυτών στις επιχειρήσεις.

Στην δεύτερη περίπτωση η ύπαρξη διαφορετικών –ενίοτε ημικρατικών ή παρακρατικών– πηγών εφοδιασμού για το καθένα από τα διαφορετικά αυτά σώματα είναι προφανής: δεν είναι οπωσδήποτε ο ρωσικός στρατός που εφοδιάζει με αυτοσχέδια τεθωρακισμένα τύπου MAD MAX τις μονάδες της Wagner. Ο δε οπλισμός των ρωσόφωνων, ακόμα και οι εξαρτύσεις και οι στολές τους διαφέρουν τόσο από σχηματισμό σε σχηματισμό, όσο και γενικά ανάμεσα σε αυτούς και στις άλλες μονάδες του ρωσικού στρατού.

Κάθε σώμα τον δικό του πόλεμο

Θα ήταν καλό να παρατηρήσει κανείς την υψηλή ποικιλία στην υπόδηση των διαφορετικών τμημάτων. Και δεν μπαίνω στον κόπο να σχολιάσω τους Τσετσένους. Πίσω από τους αυτοσχεδιασμούς και τις διαφορές υποκρύπτεται μάλλον ένας ανταγωνισμός ανάμεσα στους σχηματισμούς για την πρόσβαση σε πηγές εφοδιασμού. Όπως δε γίνεται σε αυτές τις περιπτώσεις η σπατάλη και η διαφθορά παραμονεύουν.

Οι έντονες διακυμάνσεις στην μαχητική επίδοση των επιμέρους αυτών σχημάτων οφείλονται σε αυτές τις διαφορές: ο οπλισμός δεν είναι ο ίδιος, η υποστήριξη επίσης ο δε εφοδιασμός είναι εμφανώς άνισος. Πολλά τμήματα μαστίζονται από ελλείψεις, το πυροβολικό δεν υποστηρίζει όλους το ίδιο και ο τρόπος πολέμου είναι απελπιστικά διαφορετικός. Ολόκληροι δε κλάδοι της ρωσικής πολεμικής μηχανής φαίνεται να απέχουν της “ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης”.

Οι έξοδοι της αεροπορίας στον πόλεμο αυτόν είναι μάλλον λιγότεροι των αντίστοιχων εξόδων των ρωσικής αεροπορίας στον πόλεμο της Συρίας – όπου τα εμπλεκόμενα αεροπλάνα ήταν μόλις 20 ως 30 στην καλύτερη περίπτωση. Εξαιρετικά σπάνια ακούμε για κατάρριψη ρωσικού βομβαρδιστικού αεροσκάφους –Su-24 ή Su-34 και ούτε λόγος για Tu-22– στον τρέχοντα πόλεμο.

Η ρωσική πολεμική προσπάθεια δεν φαίνεται να είναι ενιαία. Το κάθε σώμα κάνει τον δικό του πόλεμο, ενίοτε ανεξάρτητα από τους συμπολεμιστές του. Οι συχνές αλλαγές στην ρωσική στρατιωτική ηγεσία φαίνεται ότι έχουν ως κοινό ζητούμενο την σχετική ομογενοποίηση των δυνάμεων σε τρόπο, ώστε να γίνει δυνατή η εφαρμογή του όποιου σχεδίου. Οργανωτικές ανακατατάξεις όπως η πλαισίωση των τμημάτων των Ρωσόφωνων με ρωσικά τεχνικά όπλα (πυροβολικό κυρίως) έχουν εμφανή στόχο την μείωση των αποστάσεων που χωρίζουν τους μεν από τους δε.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες η απελπιστική αδυναμία των ρωσικών δυνάμεων να οργανώσουν μια μεγάλης εμβέλειας επίθεση γίνεται σχεδόν απίστευτη. Ακόμα και οι Ουκρανοί, σε μερικές περιπτώσεις (π.χ. στο Χάρκοβο) μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν βαθιές διεισδύσεις, 20-30 χλμ πέρα από τις ρωσικές προφυλακές. Στην ρωσική πλευρά, παρά την πληθώρα των μηχανοκίνητων μέσων, τέτοιες κινήσεις απουσιάζουν.

Μέχρι να αναπτυχθούν λαβίδες, πολύ δε περισσότερο μέχρι να κλείσουν, ο αντίπαλος έχει όλον τον καιρό να μπει και να βγει από τον υποτιθέμενο κλοιό όσες φορές θέλει. Για το λόγο αυτό, μετά από ένα χρόνο πολέμου, δεν συναντούμε πουθενά κύκλωση και καταστροφή κάποιας μεγάλης μονάδας, κάτι το οποίο θα μπορούσε να τελειώσει τον πόλεμο, στρατιωτικά τουλάχιστον. Εξαίρεση σ’ ό,τι αφορά στην κύκλωση είναι οι ασήμαντι αριθμητικά φανατικοί στο Αζοφστάλ που πίστεψαν στην ουκρανική αντεπίθεση.

Πρόβλημα καθεστωτικό

Το πρόβλημα του ρωσικού στρατού δεν είναι στρατιωτικό. Είναι κυρίως πολιτικό και κοινωνικό. Οι κοινωνικές ομάδες που κυβερνούν την Ρωσία σήμερα, δεν επιθυμούν να επενδύσουν σε εθνικό στρατό. Διατηρούν το στρατιωτικό δυναμικό της Ρωσίας σε κατάσταση πολυτεμαχισμού και “ιδιωτικοποίησης”. Πρωτοβουλία του Πούτιν, μόλις ανέλαβε την εξουσία ήταν η ενίσχυση και η μετονομασία του Στρατού Εσωτερικής Ασφάλειας σε Εθνοφρουρά, κάτω από τον άμεσο έλεγχο και τις διαταγές της Προεδρίας.

Προφανώς ετούτη η κίνηση δημιουργίας ενός ειδικού σώματος στην διάθεση του καθεστώτος, ενός παράλληλου στρατού, εξασθένιζε αυτό που θα ονομάζαμε “εθνικό στρατό”. Είναι δε ενδεικτικό ότι εκείνοι οι χωρίς διακριτικά στρατιώτες που “διακρίθηκαν” στις επιχειρήσεις του 2014 στην Κριμαία, σε αυτό το καθεστωτικό σώμα κυρίως ανήκαν. Τα σώματα αυτά είναι καθεστωτικά, δηλαδή απαραίτητα για το καθεστώς, δηλαδή δεν είναι δυνατό να εμπλακούν σε κανονικό πόλεμο, που εμπεριέχει φθορά, καθότι η φθορά τους θα εξασθένιζε το καθεστώς.

Ως εκ τούτου όταν χρειάστηκε να γίνει κλασσικός πόλεμος έγιναν και γίνονται έντονες προσπάθειες για να εντοπισθούν αυτοί που όντως θα πολεμήσουν. Οι τελευταίοι δεν θα μπορούσε να είναι ο κλασσικός εθνικός στρατός της Ρωσίας αποκλειστικά. Ο πόλεμος αυξάνει κατακόρυφα το πολιτικό βάρος της στρατιωτικής ηγεσίας, όπως και τις δυνατότητές της. Το καθεστώς στην Μόσχα δεν θα ήθελε να αποκτήσει ανταγωνιστή με τέτοιες δυνατότητες στην διαχείριση της εξουσίας. Για τον λόγο αυτό όχι μόνο χρησιμοποιεί ένα μωσαϊκό σωμάτων, αλλά αναδεικνύει σε “ισότιμους” με το Γενικό Επιτελείο στρατιωτικούς ηγέτες τύπου Καντίρωφ των Τσετσένων ή του ιδιοκτήτη της Wagner. Αυτοί, εξάλλου, προβάλλονται περισσότερο απ’ ό, τι οι στρατηγοί.

Ο πόλεμος όμως δεν μπορεί να γίνει και, προπαντός, δεν μπορεί να κερδηθεί με αυτές τις συνθήκες. Για το λόγο αυτό οι στρατηγοί αλλάζουν στην αναζήτηση κάποιου θαύματος. Προς το παρόν οι προσπάθειές τους επικεντρώνονται στο να δέσουν –κατά κάποιο τρόπο– τα διάφορα σώματα, σε τρόπο όμως που να μην διακυβεύεται η πολιτική ισορροπία. Mission Impossible που θα έλεγαν στον κινηματογράφο…

Ο φόβος ότι ο στρατός θα αποτελέσει αντίπαλο δέος για την εξουσία του Κρεμλίνου έχει επιστρέψει τις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις στην εποχή των πολεμάρχων του Κουονμιτάνγκ της Κίνας ή, για να μείνουμε στην ρωσική ιστορία, στην πριν το 1612 εποχή, όταν κυβερνούσαν την χώρα οι Βογιάροι. Φυσικά στην Δύση εξακολουθούν να συγκρίνουν την σημερινή κατάσταση με τον Κόκκινο Στρατό – ο καθένας μόνο τα δικά του φαντάσματα βλέπει…

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι