Γιατί οι Ρώσοι δίνουν τα ρέστα τους στη Συρία

Γιατί οι Ρώσοι δίνουν τα ρέστα τους στη Συρία, Γιώργος Ηλιόπουλος

Κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, οι Κούρδοι εντός και εκτός της τουρκικής επικράτειας, έχουν αναβαθμισθεί στον απόλυτο εχθρό της Άγκυρας, με την φλέγουσα πλέον προτεραιότητα για το καθεστώς Ερντογάν να επικεντρώνεται στην αντιμετώπιση των Κούρδων και του άκρως επικίνδυνου αγώνα τους για την αυτονομία.

Το κουρδικό ζήτημα εξωθεί την Άγκυρα στην παρασκηνιακή χρηματοδότηση του ISIS, ενώ και στην Συρία υποστηρίζει σθεναρά την ακραία ισλαμική πολιτοφυλακή του HTS, που συνεργάζεται με την Al Quaeda και τον ISIS, προσπαθώντας να πείσει παράλληλα τους δυτικούς συμμάχους της, για την αναγκαιότητά της στην ανατροπή του συριακού καθεστώτος. Στην πραγματικότητα όμως την αξιοποιεί για να αποτρέψει τον κουρδικό έλεγχο στις παραμεθόριες περιοχές της Συρίας, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα εμπειροπόλεμους μισθοφόρους για τα μέτωπα της Λιβύης και του Καυκάσου.

Ο συριακός εμφύλιος συνιστά έναν εφιαλτικά καταστροφικό μικρόκοσμο ενός ευρύτερου περιφερειακού ανταγωνισμού δυνάμεων. Η σύγκρουση εμπεριέχει την αβυσσαλέα αντιπαράθεση Κούρδων και Τούρκων, τον ακραίο φανατικό ισλαμισμό, τον εχθρικό ανταγωνισμό Αράβων και Ιρανών, όπως και τις δυναμικές κινήσεις για την άσκηση επιρροής από τις ΗΠΑ, το Ιράν και την Ρωσία. Το πρακτικό αποτέλεσμα μετά από μία οκταετία και πλέον ανελέητων συγκρούσεων, εδράζεται στον θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων και τον εκτοπισμό του μισού σχεδόν πληθυσμού που επιβιώνει των φρικαλέων συγκρούσεων.

Μετά την πενταετή πάντως δυναμική ένοπλη επέμβαση των Ρώσων η ένταση του εμφυλίου μειώνεται απότομα και σχεδόν στο ελάχιστο, με το συριακό καθεστώς να θέτει υπό τον έλεγχό του το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειας και κυρίως την δυτική και πολυπληθέστερη πλευρά της. Παράλληλα οι κουρδικές πολιτοφυλακές του PYD ελέγχουν de facto τμήματα του βορρά και της ανατολικής πλευράς. Η Συρία αποτελεί τον ζωτικό πυλώνα των ρωσικών συμφερόντων στην ανατολική Μεσόγειο και ευρύτερα στην Μέση Ανατολή για τρείς βασικούς λόγους:

  • Ο πρώτος εδράζεται στο γεγονός ότι αποτελεί το δυτικότερο άκρο μίας σιιτικής ημισελήνου ισχύος που εκτείνεται από τον Λίβανο και την Συρία ανατολικά μέσω του Ιράκ και του Ιράν και προς τον νότο στην Υεμένη, όπου οι Ρώσοι επί σειράν ετών καλλιεργούν συστηματικά τις σχέσεις τους με τις αντιπολιτευόμενες δυνάμεις. Ο στόχος τους εστιάζεται στη δημιουργία ενός αντίβαρου στην αμερικανική σφαίρα επιρροής στην περιοχή, με επίκεντρό της στην Σαουδική Αραβία.
  • Ο δεύτερος απορρέει από γεωγραφικές παραμέτρους και ειδικά από την ύπαρξη μίας μεγάλου μήκους ακτογραμμής στην Μεσόγειο, που πρόκειται να αξιοποιηθεί για την διακίνηση αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου (των ρωσικών ομίλων και των συμμαχικών χωρών, όπως του Ιράν) προς τους μεγάλους ενεργειακούς κόμβους της Ελλάδας και της Ιταλίας ή προς την βόρειο, δυτική και ανατολική Αφρική.
  • Ο τρίτος πηγάζει από το γεγονός ότι η Συρία αποτελεί έναν ζωτικό στρατιωτικό κόμβο, με βασικές εκτενείς λιμενικές εγκαταστάσεις στην Ταρσό, μία τεράστια αεροπορική βάση στην Λατάκεια και έναν ειδικό εξελιγμένο ψηφιακό σταθμό παρακολούθησης τηλεπικοινωνιών στα περίχωρα της Λατάκειας.

Το θέμα της ενέργειας

Πέραν αυτών όμως η Συρία διαθέτει και σημαντικά ενεργειακά αποθέματα που πρόκειται να αξιοποιηθούν από το Κρεμλίνο να αποσβέσει μέρος του κόστους της πενταετούς ένοπλης επέμβασής του και των γεωπολιτικών ελιγμών του στην περιοχή. Για τον λόγο αυτό η Μόσχα προωθεί με τον χαρακτήρα του κατεπείγοντος 40 βασικά προγράμματα στον ενεργειακό τομέα, έχοντας αντιληφθεί πως η πρόσφατη 25ετής συμφωνία που αναβαθμίζει απότομα την Τεχεράνη σε στρατηγικό εταίρο του Πεκίνου, επιταχύνει τις εξελίξεις.

Η ένταξή της στην κινεζική πρωτοβουλία των μεγάλων εμπορικών διαδρόμων (Belt and Road Initiative–BRI) και η διάθεση σε πρώτη φάση 400 δισεκατομμυρίων σε πενταετή ορίζοντα (ουσιαστικά πρόκειται για πιστοληπτική γραμμή διάσωσης της καθημαγμένης ιρανικής οικονομίας), επιβάλλει άμεση επιτάχυνση των κινήσεων στον ενεργειακό τομέα.

Ήδη το Πεκίνο πιέζει για την ταχεία ανάπτυξη των ενεργειακών πηγών και πολλαπλασιασμό της παραγωγικής δυναμικότητας, που δεν συμπεριλαμβάνει μόνον το συγκρότημα των κοιτασμάτων στο δυτικό Karoun (οι Κινέζοι υποστηρίζουν ότι έως το 2022 η παραγωγή θα αυξηθεί τουλάχιστον κατά 500.000 βαρέλια ανά ημέρα), αλλά και άλλα κοιτάσματα.

Για να ανταποκριθεί η Τεχεράνη στις νέες απαιτήσεις αναβιώνει, με κινεζική χρηματοδότηση, πρόγραμμα πανεπιστημιακής εκπαίδευσης στα ακαδημαϊκά της ιδρύματα, ώστε να πολλαπλασιάσει το ανθρώπινο δυναμικό στους τομείς της εξελιγμένης τεχνολογίας άντλησης. Επιπλέον η συνδυασμένη αξιοποίηση ανθρώπινου δυναμικού, τεχνολογικά προηγμένου εξοπλισμού, αλλά και η απαιτούμενη χρηματοδότηση βασίζονται -ανάλογα με τις απαιτήσεις- στην Μόσχα και το Πεκίνο.

Η πρώτη δοκιμή του νέου εντατικού προγράμματος πραγματοποιείται στο κοίτασμα Azar, στις υπώρειες της οροσειράς Ζάγκρος, στην ανατολική πλευρά του ιρακινού κοιτάσματος Badra, που ελέγχεται από κοινοπραξία με επικεφαλής τον γνωστό ρωσικό όμιλο της GAZPROM (40%), με εγκατεστημένο από το 2014 υπερσύγχρονο διυλιστήριο. Η πρώτη εκτίμηση για τη Φάση 1 της λειτουργίας των εγκαταστάσεων θέτει την μέση ημερήσια παραγωγή στα επίπεδα των 65.000 βαρελιών. Επιπλέον στα τέλη του πρώτου εξαμήνου η Δαμασκός υπογράφει σειρά συμβολαίων με την Τεχεράνη για έρευνες κοιτασμάτων προς την ιρακινή μεθόριο, τα έσοδα των οποίων πρόκειται να εξοφληθούν από περσικές χρηματοδοτήσεις προς την Δαμασκό.

Οι κινήσεις της Μόσχας

Κατά τον Ρώσο αναπληρωτή πρωθυπουργό Yuri Borisov, η Μόσχα αγωνίζεται να αποκαταστήσει και να αναβαθμίσει τουλάχιστον 40 ζωτικές ενεργειακές εγκαταστάσεις, που αποτελούν μέρος του ευρύτερου σχεδιασμού της για μία ευρύτερη ανάπτυξη του ενεργειακού τομέα, με στόχο την επαναφορά της παραγωγικής δυναμικότητας στα επίπεδα προ του Ιουλίου του 2011.

Τότε ομάδα αποστατών του συριακού στρατού σχηματίζουν τον Ελεύθερο Συριακό Στρατό (Free Syrian Army), ενέργεια που αποτελεί και την αφετηρία της εμφύλιας σύρραξης. Πριν από την έναρξη των καταστροφικών συγκρούσεων η συριακή παραγωγή αργού φθάνει τα 400.000 βαρέλια ανά ημέρα, με αποδεδειγμένα αποθέματα της τάξης των 2,5 δισεκατομμυρίων βαρελιών. Προ της περιόδου της απότομης κάμψης της παραγωγής και λόγω έλλειψης εξελιγμένων τεχνικών άντλησης στα μεγάλα κοιτάσματα (τα περισσότερα κείνται ανατολικά προς τα σύνορα με το Ιράκ, βορειοανατολικά της Homs), η δυναμικότητα φθάνει ακόμα και τα 600.000 βαρέλια ανά ημέρα.

Όταν τα μεγάλα κοιτάσματα, συμπεριλαμβανομένων της περιοχής Deir-ez-Zour, όπως το Omar, περιέρχονται στον έλεγχο του ISIS, η παραγωγή μειώνεται δραματικά, αν και αγοράζεται από την Άγκυρα σε εξευτελιστικές τιμές και διοχετεύεται μέσω του δυτικού κουρδικού Ιράκ που κατέχεται από τότε από τον ISIS, προς τα τουρκικά διυλιστήρια. Μάλιστα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις πολλών αναλυτών της αγοράς ενέργειας, η Άγκυρα φθάνει σε ορισμένες περιπτώσεις να αγοράζει σε εξευτελιστικές τιμές που φθάνουν τα 10 δολάρια ανά βαρέλι!

Οι Ευρωπαίοι άργησαν

Οι εξαγωγές πετρελαιοειδών της Συρίας προς την Ευρώπη προ του εμφυλίου ανέρχονται σε ετήσια βάση σε 33 δισ. δολάρια σύμφωνα με την Κομισιόν (μεγέθη του 2011), ενώ και το μεγαλύτερο τμήμα της βασικής υλικοτεχνικής υποδομής παραμένει σχεδόν ανέπαφο. Πολλά ευρωπαϊκά διυλιστήρια ανασχεδιάζονται για την επεξεργασία του βαρέος συριακού Souedie, που αποτελεί και το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής.

Το υπόλοιπο και ελαφρού τύπου Syrian Light εξάγεται επίσης στην Ευρώπη, με τις συνολικές εξαγωγές να φθάνουν τότε τα 150.000 βαρέλια ανά ημέρα και να μεταφέρονται με δεξαμενόπλοια στην Ελλάδα, την Ιταλία, την Γαλλία και την Γερμανία, από τους εξαγωγικούς τερματικούς σταθμούς του Μπανιάς, της Ταρσού και της Λατάκειας.

Η σχέση αυτή συνδυάζεται και με την εγκατάσταση στην Συρία πολλών διεθνών ενεργειακών ομίλων, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται ο βρετανο-ολλανδικός ROYAL DUTCH SHELL, ο γαλλικός TOTAL, ο κινεζικός CHINA NATIONAL PETROLEUM CORPORATION-CNPC, ο ινδικός OIL AND NATURAL GAS CORPORATION, ο καναδικός SUNCOR ENERGY, οι βρετανικοί PETROFAC και GULFSANDS, οι ρωσικοί TATNEFT και STROYTRANSGAZ (μηχανολογικός και κατασκευαστικός όμιλος εξειδικευμένος σε θέματα ορυκτών καυσίμων).

Στην τρέχουσα περίοδο εγκαθίστανται στην Συρία οι ρωσικοί όμιλοι SOYUZNEFT GAZ, LUKOIL, GAZPROM NEFT και ο STROYTRANSGAZ, ελέγχοντας ουσιαστικά ολόκληρο τον ενεργειακό τομέα. Αμερικανοί και Ευρωπαίοι αντιλαμβάνονται μάλλον αργά και ίσως υποτιμούν την μεθοδολογία και τις επιδιώξεις των Ρώσων αν κα το σήμα κινδύνου δίδεται σαφέστατα στα τέλη του 2019.

Τότε το συριακό κοινοβούλιο προχωρεί σε έγκριση των αδειοδοτήσεων σε δύο άγνωστους κατά τα άλλα ρωσικούς ομίλους. Πρόκειται για τους MERCURY LLC και VELADA LLC, που προβλέπεται να αναβαθμίσουν την παραγωγή μετά από την δραστική μείωση που έχει υποστεί λόγω της πολυετούς εμφύλιας σύρραξης. Παράλληλα και ο τομέας του φυσικού αερίου έχει να επιδείξει δυναμική ανάπτυξη προ του εμφυλίου.

Με βεβαιωμένα αποθέματα ύψους 8,5 τρισεκατομμυρίων κυβικών ποδών (tcf) κατά το 2010 (τελευταίο έτος ομαλής λειτουργίας), η μέση ημερήσια παραγωγή κινείται στα επίπεδα των 316 δισεκατομμυρίων κυβικών ποδών (bcf/d). Οι υπερσύγχρονες υποδομές (έργο του ομίλου STROYTRANSGAZ) τίθενται σε λειτουργία το 2009 και αυξάνουν την παραγωγή κατά 40%, με αποτέλεσμα να μετατρέψουν την Συρία στον μεγαλύτερο παραγωγό της ανατολικής Μεσογείου με το 25% των δημοσίων εσόδων να προέρχεται από τον κλάδο της ενέργειας.

Μετά τον Ιούλιο του 2011 και την έναρξη του εμφυλίου η παραγωγή φθίνει απότομα και το 2014 με την είσοδο των δυνάμεων του ISIS, καταρρέει στα επίπεδα των 130 δισεκατομμυρίων κυβικών ποδών ανά ημέρα (bcf/d), για να ανακάμψει κατά το 2019 στα 170 δισεκατομμύρια κυβικά πόδια ανά ημέρα (bcf/d).

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι