Η 70χρονη διαδρομή της Ελισάβετ στο θρόνο
08/09/2022Σε πένθος βυθίστηκε η Μεγάλη Βρετανία , καθώς πριν λίγο έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 96 ετών η Βασίλισσα Ελισάβετ. Την ανακοίνωση έκανε το παλάτι του Μπάκιγχαμ. Η Βασίλισσα Ελισάβετ, η μακροβιότερη μονάρχης που πέρασε από το Μπάκιγχαμ και βρέθηκε στον θρόνο για 70 χρόνια πέθανε στα 96 της χρόνια, ύστερα από προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε τον τελευταίο καιρό.
Η Βασίλισσα Ελισάβετ, είχε καταπέσει από τότε που πέθανε ο σύζυγός της Φίλιππος, όμως εν συνεχεία παρουσίασε βελτίωση. Επιδεινώθηκε όμως το τελευταίο διάστημα. Είχε κάνει μάλιστα εντύπωση το γεγονός ότι μετά την κηδεία του, η Ελισάβετ άρχισε να παρίσταται και σε εκδηλώσεις, κάτι που τότε ανησύχησε το περιβάλλον της. Σήμερα το Μπάκινγχαμ ανακοίνωσε ότι «μετά από περαιτέρω αξιολόγηση, οι γιατροί της Βασίλισσας πρότειναν να παραμείνει υπό ιατρική παρακολούθηση» σύμφωνα με το BBC. Η ίδια ανακοίνωση προσθέτει ότι «τα μέλη της οικογένειας έχουν ενημερωθεί».
Η 96χρονη Ελισάβετ εκπληρώνει τέλεια τον ρόλο της σιδερένιας μονάρχη εδώ και δεκαετίες. Προ διμήνου νοσηλεύθηκε και εν συνεχεία, παρότι πήρε εξιτήριο, ακυρώθηκαν όλες οι προγραμματισμένες εμφανίσεις της. Έμεινε εκτός εκδηλώσεων για ένα μήνα. «Η Βασίλισσα Ελισάβετ αυτή τη στιγμή εργάζεται από το κάστρο του Ουίνδσορ, ύστερα από την σύσταση των ιατρών της ότι χρειάζεται ξεκούραση», ανέφερε τότε η σχετική ανακοίνωση του παλατιού. Ακύρωσε εκείνες τις ημέρες το προγραμματισμένο ταξίδι της στη Βόρεια Ιρλανδία και τη συμμετοχή της στη σύνοδο κορυφής για το κλίμα στη Γλασκόβη.
«Μια νέα εποχή ανατέλλει στον Οίκο των Ουίνδσορ, η εποχή της Βασίλισσας φτάνει σιγά σιγά στο τέλος της. Πρέπει να προετοιμαστούμε όλοι για τη διαδοχή της στο θρόνο», έλεγαν τον τελευταίο καιρό γνώστες της κατάστασης. Κληρονόμος της Ελισάβετ είναι ο μεγαλύτερος γιος της, ο 73χρονος Κάρολος, πρίγκιπας της Ουαλίας. Στη συνέχεια της γραμμής διαδοχής ακολουθεί ο πρίγκιπας Ουίλιαμ, Δούκας του Κέιμπριτζ, ο μεγαλύτερος γιος του πρίγκιπα της Ουαλίας, 39 ετών. Τρίτος στη σειρά είναι ο γιος του Ουίλιαμ, ο 7χρονος Γεώργιος του Κέιμπριτζ, ακολουθούμενος από την 5χρονη αδελφή του, την πριγκίπισσα Σάρλοτ και τον 4χρονο μικρότερο αδερφό τους, πρίγκιπα Λούις. Έκτος γραμμής διαδοχής τέθηκε ο 37χρονος πρίγκιπας Χάρι, Δούκας του Σάσσεξ, ο νεότερος γιος του πρίγκιπα της Ουαλίας.
Η Ελισάβετ Αλεξάνδρα Μαρία ήταν η πρωτότοκη κόρη του Αλβέρτου, Δούκα της Υόρκης (μετέπειτα Γεωργίου ΣΤ΄), και της συζύγου του Ελισάβετ, Δούκισσας της Υόρκης. Τέσσερα χρόνια μετά γεννήθηκε η αδελφή της Μαργαρίτα. Η Ελισάβετ γεννήθηκε με καισαρική, την 21η Απριλίου του 1926 στις 2.40 τη νύχτα, στο σπίτι των παππούδων της στο Λονδίνο. Όταν ήταν παιδάκι, την φώναζαν Λίλιμπετ. Την περιέγραφαν ως ένα έξυπνο, κεφάτο, ζωηρό κορίτσι, αλλά ιδιαίτερα λογικό και καλότροπο.
Η γραμμή διαδοχής
Μολονότι η γέννησή της προκάλεσε δημόσιο ενδιαφέρον, δεν αναμενόταν να γίνει βασίλισσα, καθώς ο θείος της ήταν νέος και πολλοί υπέθεταν ότι αυτός θα παντρευόταν και θα αποκτούσε παιδιά. Το 1936, όταν ο παππούς της Γεώργιος Ε΄ πέθανε και ο θείος της τον διαδέχτηκε στο θρόνο ως Εδουάρδος Η΄, η Ελισάβετ πέρασε στη δεύτερη θέση στη γραμμή της διαδοχής, καθώς ο πατέρας της βρισκόταν στην πρώτη θέση. Όμως ο Εδουάρδος παραιτήθηκε γιατί ερωτεύθηκε την διαζευγμένη Αμερικανίδα Ουώλλις Σίμπσον και βασιλιάς έγινε ο πατέρας της Ελισάβετ. Αν οι γονείς της αποκτούσαν γιο, η Ελισάβετ θα έχανε την πρώτη θέση της διαδοχής.
Όταν πλησίαζαν τα 18α γενέθλιά της, η Ελισάβετ έγινε μέλος του Συμβουλίου του Κράτους, ώστε σε περίπτωση ανικανότητας ή απουσίας του πατέρα της στο εξωτερικό να μπορούσε να αναλάβει επίσημα καθήκοντα. Τον Φεβρουάριο του 1945 εντάχθηκε στη βοηθητική υπηρεσία γυναικών, ως επίτιμη ανθυπολοχαγός. Εκπαιδεύτηκε ως οδηγός και μηχανικός και προήχθη πέντε μήνες αργότερα σε σε επίτιμη λοχαγός.
Στα 21α γενέθλιά της, έκανε την ακόλουθη δέσμευση: «Δηλώνω ενώπιον όλων σας ότι ολόκληρη τη ζωή μου, είτε πρόκειται να είναι μεγάλη ή σύντομη, θα την αφιερώσω στην φροντίδα σας και την φροντίδα της μεγάλης αυτοκρατορικής οικογένειάς μας στην οποία όλοι ανήκουμε.»
Ο γάμος
Η Ελισάβετ συνάντησε το μέλλοντα σύζυγό της, Φίλιππο. πρίγκιπα της Ελλάδας και της Δανίας το 1934, ως παιδί. Ήταν τρίτα ξαδέλφια. Μετά από μία δεύτερη συνάντηση στο Βασιλικό Ναυτικό Κολλέγιο του Ντάρτμουθ τον Ιούλιο του 1939, η Ελισάβετ, αν και μόλις 13 ετών, δήλωσε ότι είχε ερωτευθεί τον Φίλιππο. Άρχισαν να ανταλλάσσουν επιστολές για τα επόμενα επτά έτη. Ο αρραβώνας τους ανακοινώθηκε επίσημα στις 9 Ιουλίου 1947.
Επειδή ο Φίλιππος ήταν φτωχός αλλά και οι αδελφές του είχαν παντρευτεί Γερμανούς ευγενείς με ναζιστικές διασυνδέσεις, ενώ παράλληλα ο πατέρας του Ανδρέας είχε κριθεί συνένοχος από στρατοδικείο στην Ελλάδα για πράξεις που προκάλεσαν τη Μικρασιατική Καταστροφή, ο γάμος κρίθηκε προβληματικός η δε μητέρα της Ελισάβετ, τον αποκαλούσε “Ούνο”. Τελικά ο Φίλιππος ξέκοψε από το αμαρτωλό του παρελθόν καθώς αποποιήθηκε τους ελληνικούς και δανέζικους τίτλους ευγενείας που κατείχε, άφησε την Ορθοδοξία και προσηλυτίστηκε στον Αγγλικανισμό, και υιοθέτησε τον τίτλο Υπολοχαγός Φίλιπ Μαουντμπάττεν, λαμβάνοντας έτσι το επώνυμο της βρετανικής οικογένειας της μητέρας του.
Παντρεύτηκαν το 1947 στο Αββαείο του Ουέστμινστερ. Οι τρεις αδελφές του Φιλίππου, ως συγγενείς Γερμανών, δεν προσκλήθηκαν. Στον γάμο δεν προσκλήθηκε ούτε ο θείος της Ελισάβετ και πρώην βασιλιάς της χώρας, Εδουάρδος Η΄. Το 1951 η υγεία του Γεωργίου ΣΤ΄ επιδεινώθηκε και άρχισε να τον αντικαθιστά η Ελισάβετ στις δημόσιες εκδηλώσεις. Στις αρχές του 1952 η Ελισάβετ και ο Φίλιππος βρίσκονταν στην Κένυα όταν πέθανε ο βασιλιάς. Της προτάθηκε να επιλέξει όνομα ως βασίλισσα, όμως εκείνη προτίμησε να κρατήσει το όνομα Ελισάβετ.
Η βασιλεία
Με την άνοδο της Ελισάβετ συζητήθηκε ο βασιλικός οίκος να φέρει το όνομα του συζύγου της Μαουντμπάττεν, όπως είναι το έθιμο αλλά ο τότε πρωθυπουργός, ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, και η γιαγιά της Ελισάβετ, ήταν υπέρ της διατήρησης του ονόματος Ουίνδσορ ως προσδιοριστικού του βασιλικού οίκου. Η Ελισάβετ δέχτηκε την εισήγησή τους και ο Φίλιππος διαμαρτυρήθηκε καθώς δεν μπορούσε να δώσει το επώνυμό του στα ίδια του τα παιδιά. Του έκανε το χατήρι 8 χρόνια αργότερα, όταν αποφάσισε το επώνυμο Μαουντμπάττεν-Ουίνδσορ να δίνεται στους αρσενικούς απογόνους του Φίλιππου και της Ελισάβετ που δεν έφεραν βασιλικούς τίτλους.
Η Βασίλισσα έγινε μάρτυρας, κατά τα πρώτα χρόνια που ήταν στο θρόνο, του μετασχηματισμού της Βρετανικής Αυτοκρατορίας στην Κοινοπολιτεία των Εθνών. Όμως, τη στιγμή της ανόδου της στο θρόνο η μετάβαση είχε ήδη ξεκινήσει. Τον Νοέμβριο του 1956, η Βρετανία και η Γαλλία εισέβαλαν στην Αίγυπτο σε μια εν τέλει αποτυχημένη προσπάθεια να καταλάβουν την Διώρυγα του Σουέζ. Η Ελισάβετ τότε είχε διαφωνήσει με το εγχείρημα.
Ο πρωθυπουργός παραιτήθηκε μετά από αυτό το φιάσκο και ελλείψει μηχανισμού διαδοχής στο Συντηρητικό Κόμμα, κλήθηκε η Ελισάβετ να αποφασίσει σε ποιον θα ανέθετε το σχηματισμό κυβέρνησης. Ο Ήντεν της συνέστησε να συμβουλευτεί το Λόρδο Σόλσμπερι, που μαζί με τον Λόρδο Μάξγουελ συμβουλεύτηκαν με τη σειρά τους το Βρετανικό Υπουργικό Συμβούλιο και τον Ουίνστον Τσώρτσιλ και κατέληξαν στον Χάρολντ Μακμίλαν, τον οποίο και η Ελισάβετ διόρισε.
Η κρίση στο Σουέζ και η επιλογή του Μακμίλαν προκάλεσαν επικρίσεις εις βάρος της. Έξι χρόνια αργότερα, ο Μακμίλαν παραιτήθηκε και συμβούλευσε τη βασίλισσα να ορίσει πρωθυπουργό τον κόμη Άλεκ Ντάγκλας-Χομ, όπως και έκανε. Πάλι την επέκριναν όμως. Το 1965 οι Συντηρητικοί υιοθέτησαν ένα επίσημο μηχανισμό για την εκλογή του νέου αρχηγού και έτσι έπαψαν πλέον να αναμιγνύουν τα ανάκτορα στη Βουλή.
Νέες πρακτικές
Η Ελισάβετ δημιούργησε νέες πρακτικές για τη μοναρχία της χώρας, όπως την καθιέρωση περιπάτων για να συναντά και να συζητά με πολίτες. Το 1965, υπό την ηγεσία του Ίαν Σμιθ, η Ροδεσία, ανακήρυξε μονομερώς την πλήρη ανεξαρτησία της από τη Βρετανία, ενώ παράλληλα εξέφρασε πίστη και αφοσίωση στην Ελισάβετ. Η Ελισάβετ απέπεμψε τον Σμιθ με επίσημο ανακοινωθέν.
Το 1975, προκλήθηκε συνταγματική κρίση στην Αυστραλία, καθώς ο πρωθυπουργός της αποπέμφθηκε από τον Γενικό Κυβερνήτη Τζον Κερ. Ακολούθησε έκκληση προς την Βασίλισσα να ανακαλέσει την απόφασή του Κερ, αλλά εκείνη αρνήθηκε, δηλώνοντας ότι δεν παρεμβαίνει σε αποφάσεις που προβλέπονται στο Σύνταγμα της Αυστραλίας. Η κρίση αυτή τροφοδότησε έντονα αντιμοναρχικά αισθήματα στην Αυστραλία.
Το 1982 η Βασίλισσα ξύπνησε στην κρεβατοκάμαρά της στα Ανάκτορα του Μπάκιγχαμ διαπιστώνοντας ότι είχε εισέλθει εκεί ένας εισβολέας, ο Μάικλ Φέιγκαν, ο οποίος ήταν ένας άνεργος πατέρας. Κάθισε μαζί του περίπου δέκα λεπτά μέχρι να καταφέρει να καλέσει την αστυνομία των ανακτόρων. Το 1983 ο Αμερικανός πρόεδρος Ρόναλντ Ρήγκαν εξαπέλυσε επίθεση στη Γρενάδα για να ανατρέψει τον κομμουνιστή ηγέτη της, κάτι που ενόχλησε ιδιαίτερα την Ελισάβετ, αφού ήταν μονάρχης της Γρενάδας που αυτή αποτελούσε μέρος της Κοινοπολιτείας. Αργότερα η γενική συνέλευση του ΟΗΕ έκρινε την πράξη των ΗΠΑ ως παραβίαση του διεθνούς δικαίου.
Το 1987, στον Καναδά, η Ελισάβετ δήλωσε δημόσια την υποστήριξή της σε διατάξεις που αφορούσαν την αναθεώρηση του Συντάγματος του Καναδά, προκειμένου να αμβλυνθούν οι αποσχιστικές τάσεις στο Κεμπέκ. Η δήλωσή της όμως προκάλεσε έντονες επικρίσεις από τους αντιτιθέμενους στις συνταγματικές τροποποιήσεις, συμπεριλαμβανομένου του γαλλόφωνου πρώην πρωθυπουργού του Καναδά Πιερ Τριντό.
Σε ομιλία της στις 24 Νοεμβρίου 1992, με την ευκαιρία της 40ης επετείου της ανόδου της στο θρόνο, η Ελισάβετ χαρακτήρισε φρικτό έτος τη χρονιά εκείνη, καθώς χώρισε και ο γιος της Ανδρέας και η κόρη της Άννα, ενώ η ίδια δέχτηκε στη Δρέση επίθεση με αυγά. Παράλληλα υπέστη πολλές ζημίες από πυρκαγιά και το κάστρο Ουίνδσορ. Την ίδια χρονιά, λόγω των πολλών εξόδων της αυλής, ο Πρωθυπουργός Τζον Μέιτζορ ανακοίνωσε μεταρρυθμίσεις των οικονομικών της βασιλικής οικογένειας, όπως την πληρωμή φόρου εισοδήματος.
Τον Δεκέμβριο, ο Κάρολος, Πρίγκιπας της Ουαλίας και η σύζυγός του, Νταϊάνα, Πριγκίπισσα της Ουαλίας, χωρίζουν, χωρίς να πάρουν διαζύγιο κατ΄αρχάς. Η επεισοδιακή χρονιά έκλεισε με μια αγωγή που απέστειλε η βασίλισσα στην εφημερίδα The Sun, λόγω παραβίασης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, όταν η εφημερίδα δημοσίευσε το κείμενο του χριστουγεννιάτικου μηνύματος της βασίλισσας δύο μέρες πριν από την προγραμματισμένη εκπομπή του. Η εφημερίδα αναγκάστηκε να πληρώσει τα νομικά έξοδα, ενώ δώρισε £200.000 για φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Στα τέλη του Δεκεμβρίου του 1995, σε συνεννόηση με τον σύζυγό της, τον πρωθυπουργό, τον αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρυ και τον προσωπικό της γραμματέα, έδωσε στον Κάρολο και την Νταϊάνα την άδειά της για την έκδοση διαζυγίου. Ένα χρόνο μετά την έκδοση του διαζυγίου, το οποίο εκδόθηκε το 1996, η Νταϊάνα σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στο Παρίσι στις 31 Αυγούστου 1997. Εξαιτίας του εχθρικού κλίματος των μέσων ενημέρωσης, η βασίλισσα εξέδωσε διάγγελμα στις 5 Σεπτεμβρίου, μια ημέρα πριν από την κηδεία της Νταϊάνα.
Η Νταϊάνα
Στο διάγγελμα εξέφρασε τον θαυμασμό της για την Νταϊάνα και τα συναισθήματά της ως γιαγιά για τους πρίγκιπες Ουίλλιαμ και Χάρρυ. Τον Μάιο του 2007 η εφημερίδα The Daily Telegraph ανέφερε σε άρθρο της από ανώνυμες πηγές ότι η βασίλισσα ήταν «εξοργισμένη και απογοητευμένη» από τις πολιτικές του Βρετανού Πρωθυπουργού Τόνι Μπλαιρ, σχετικά με την παρουσία των Βρετανικών Ενόπλων Δυνάμεων στο Ιράκ και το Αφγανιστάν, αλλά και με άλλα εσωτερικά θέματα.
Στις 28 Αυγούστου του 2019 η Βασίλισσα έκανε δεκτό το αίτημα του πρωθυπουργού της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον να κλείσει η Βουλή των Κοινοτήτων μέχρι τις 14 Οκτωβρίου 2019, κίνηση που προκάλεσε γενική κατακραυγή από την αντιπολίτευση. Η βουλευτής του Εργατικού Κόμματος, Κέιτ Οσάμορ, προειδοποίησε τη βασίλισσα ότι θα μπορούσε να έχει την τύχη του ξαδέρφου της, Κωνσταντίνου Β’ της Ελλάδα, ο οποίος εξέπεσε του αξιώματός του.
Πολλοί ωστόσο σχολίασαν ότι η Ελισάβετ δεν είχε άλλη επιλογή, μιας και οι εξουσίες της είναι ντε φάκτο περιορισμένες και ο ρόλος της περισσότερο συμβολικός. Τελικά η Βουλή άνοιξε μετά από απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου την Τετάρτη, 25 Σεπτεμβρίου 2019, γεγονός που θεωρήθηκε πολιτική ήττα του Μπόρις Τζόνσον. Ορισμένοι βουλευτές τον κατηγόρησαν ότι παραπλάνησε τη βασίλισσα.
Η ανακοίνωση στις 8 Ιανουαρίου 2020 μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης του Πρίγκιπα Χάρρυ και της συζύγου του, Μέγκαν, ότι σκοπεύουν να αποποιηθούν τον ρόλο των ανώτερων μελών της βασιλικής οικογένειας, απασχόλησε ιδιαίτερα την Ελισάβετ. Ο τότε 98χρονος Φίλιππος αντιμετωπίζοντας ο ίδιος προβλήματα υγείας, κατηγόρησε το ζευγάρι ότι με τη στάση του δείχνει ασέβεια απέναντι στη βασίλισσα. Τελικά η Ελισάβετ δήλωσε ότι σέβεται την απόφαση του ζευγαριού «να ξεκινήσει μια καινούρια ζωή ως νέα οικογένεια». Μετά από 73 χρόνια γάμου, στις 9 Απριλίου 2021, ο Πρίγκιπας Φίλιππος απεβίωσε.
.
Δεδομένου ότι η Ελισάβετ δίνει σπάνια συνεντεύξεις, λίγα είναι γνωστά για τα προσωπικά της αισθήματα. Ως συνταγματική μονάρχης, δεν έχει εκφράσει προσωπικές πολιτικές απόψεις σε κάποιο δημόσιο χώρο. Θεωρείται ότι φέρει μια βαθιά αίσθηση των θρησκευτικών και των πολιτικών της καθηκόντων, ενώ λαμβάνει υπόψη της με σοβαρότητα τον όρκο που έδωσε κατά τη στέψη της. Έχει υποστηρίξει τις διαθρησκευτικές σχέσεις και έχει συναντηθεί με ηγέτες άλλων εκκλησιών. Στα προσωπικά της ενδιαφέροντα περιλαμβάνονται η ιππασία και η φροντίδα των σκυλιών. Η διαχρονική αγάπη της για τη ράτσα Κόργκι ξεκίνησε το 1933 με την «Ντούκι», το πρώτο Κόργκι σκυλί που απέκτησε η οικογένειά της.
Το Νοέμβριο του 1999, ένα δημοψήφισμα για το μέλλον της μοναρχίας στην Αυστραλία κατέληξε σε μεγάλη νίκη για την Ελισάβετ. Δημοσκοπήσεις στη Βρετανία το 2006 και το 2007 αποκάλυψαν ισχυρή λαϊκή υποστήριξη για την μοναρχία, ενώ το 2012, το έτος του Διαμαντένιου Ιωβηλαίου, η αποδοχή του θεσμού έφθασε μέχρι το 90%.Τα δημοψηφίσματα στο Τουβαλού το 2008 και στον Άγιο Βικέντιο και τις Γρεναδίνες το 2009 απέρριψαν αμφότερα την επιλογή να γίνουν αβασίλευτες δημοκρατίες.