Η αντικινεζική εκστρατεία των ΗΠΑ δοκιμάζεται στο Χονγκ Κονγκ

Η αντικινεζική εκστρατεία των ΗΠΑ δοκιμάζεται στο Χονγκ Κονγκ, Πελαγία Καρπαθιωτάκη

Η εκλογή του Τραμπ (2015), ως συνέπεια της σταδιακής μείωσης της σχετικής ισχύος των ΗΠΑ και η ταυτόχρονη άνοδος της Κίνας, είχε ως αποτέλεσμα την κλιμάκωση των γεωπολιτικών ανταγωνισμών στον πλανήτη. Την κατάσταση ήρθε να επιδεινώσει η πανδημία, η οποία λειτούργησε ως επιταχυντής των εξελίξεων. Σε αυτό το ασταθές διεθνές περιβάλλον, τα κράτη-πυλώνες της νέας παγκόσμιας τάξης “επαναπροσδιορίζουν” τα όρια της εθνικής ασφαλείας τους, καθιστώντας την προστασία της πρώτη προτεραιότητά τους.

Από το 2019 το Χονγκ Κονγκ, λόγω της ιδιαίτερης αξίας του και του ειδικού καθεστώτος (μια χώρα, δύο συστήματα), γίνεται προσπάθεια να καταστεί “εργαλείο” πίεσης προς την Κίνα, προκαλώντας με μη-παραδοσιακές απειλές την εθνική της ασφάλεια. Οι ΗΠΑ στο πλαίσιο της ανάσχεσης (εμπορικός πόλεμος, Huawei, 5G, decoupling κλπ) προσπαθεί να χρησιμοποιήσει το Χονγκ Κονγκ ως μέσο για να φθείρει τη διεθνή εικόνα της Κίνας.

Την παρουσιάζει ως χώρα που δεν σέβεται τις ελευθερίες των πολιτών μιας άλλης χώρας-περιοχής και τις διεθνείς συμφωνίες. Παράλληλα, επιδιώκει να στείλει στον υπόλοιπο κόσμο το μήνυμα πώς θα είναι η παγκόσμια τάξη αν η Κίνα καταστεί κύριος πυλώνας της. Αυτή η στρατηγική εντάσσεται στη Public Diplomacy 2.0 (Glassman) [«είναι πιο εύκολο να καταστραφεί η εικόνα του αντιπάλου (Κίνα) από το να καταφέρουμε να δημιουργήσουμε μια επιτυχημένη εικόνα για τις ΗΠΑ»].

Το Πεκίνο ανακοίνωσε την πρόθεσή της να ψηφίσει νόμο για την εσωτερική ασφάλεια του Χονγκ Κονγκ (Two Sessions 2020), ως συνέπεια της κλιμακούμενης αμερικανικής προσπάθειας να ανασχέσει την Κίνα σε όλα τα επίπεδα. Συγκεκριμένα, οι ΗΠΑ στοχεύουν την οικονομική (εμπορικός και τεχνολογικός πόλεμος, 5G κ.α.) και την πολιτική ασφάλεια της Κίνας(γενικευμένα επεισόδια στο Χονγκ Κονγκ 2019). Από την πλευρά τους τα δυτικά ΜΜΕ εγείρουν έντονες ανησυχίες για την απόφαση του Πεκίνου.

Κινεζικό έδαφος το Χονγκ Κονγκ

Η αντίδραση του Αμερικανού προέδρου ήταν άμεση. Δήλωσε ότι μετά από αυτή την απόφαση του Πεκίνου, θα τερματίσει το ειδικό καθεστώς που διέπει τις σχέσεις ΗΠΑ-Χονγκ Κονγκ. Βασικό στοιχείο της αμερικανικής προπαγάνδας είναι η προσπάθεια να παρουσιάσουν τη σχέση της Κίνας και Χονγκ Κονγκ σαν να είναι “δύο χώρες, δύο συστήματα”. Την δε Κίνα την παρουσιάζουν σαν να επιδιώκει να παρέμβει στα εσωτερικά ζητήματα μιας άλλης χώρας (Χονγκ Κονγκ), χωρίς να σέβεται τη συμφωνία μεταξύ Βρετανίας και Κίνας (Βασικός Νόμος 1997) με την οποία το Χονγκ Κονγκ περιήλθε στην Κίνα.

Αυτό επιτυγχάνεται αναφέροντας επιλεκτικά άρθρα του Βασικού Νόμου κι αποκρύπτοντας άλλα που αφορούν την ουσία. Αποσιωπάται το γεγονός ότι το Χονγκ Κονγκ είναι κινεζικό έδαφος, στο οποίο ισχύει ειδικό καθεστώς “μια χώρα, δύο συστήματα” μέχρι το 2047. Σε αυτό το μεταβατικό στάδιο περιορισμένης διάρκειας, την ευθύνη για την εθνική ασφάλεια και την εδαφική ακεραιότητα της περιοχής την έχει αποκλειστικά η Κίνα.

Αυτή η λάθος αντίληψη έχει επικρατήσει διεθνώς, καθώς κατά κανόνα η κοινή γνώμη στη Δύση γνωρίζει ελάχιστα για το ειδικό καθεστώς του Χονγκ Κονγκ. Υπάρχει ένα παράδοξο στο πώς αντιλαμβάνονται οι ΗΠΑ την εθνική ασφάλεια της Κίνας και στην προκειμένη περίπτωση του Χονγκ Κονγκ. Ενώ διαχρονικά έχουν υιοθετήσει την πλέον διασταλτική ερμηνεία της “αμερικανικής εθνικής ασφάλειας”, δεν αναγνωρίζουν στις άλλες χώρες το δικαίωμα να αυτοπροσδιορίζουν τα όρια της δικής τους εθνικής ασφάλειας.

Οι επεμβάσεις του “αποστολικού κράτους”

Μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στο όνομα της εθνικής τους ασφάλειας οι ΗΠΑ έχουν πολλές φορές περιορίσει ελευθερίες και δικαιώματα Αμερικανών πολιτών, ή έχουν παρέμβει στις εσωτερικές υποθέσεις άλλων κρατών, διακηρύσσοντας ότι οι πράξεις τους στόχο έχουν την υπεράσπιση πανανθρώπινων αξιών όπως η ελευθερία, η δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα κ.α. Αναμφισβήτητα, οι ΗΠΑ έχουν την εμπειρία, τον τρόπο και τα μέσα να “εισάγουν”, να επιβάλλουν και να εξωραΐζουν διεθνώς “νέους όρους”, ώστε να δικαιολογούν τις χειρότερες πράξεις τους.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι, η χρήση των μη επανδρωμένων αεροσκαφών Predators εκτός των γεωγραφικών συνόρων των ΗΠΑ, τα οποία ονομάζουν «ειδική δύναμη ελευθερίας» (Mark Mazzetti, “The way of the knife: The CIA, a Secret Army and a War at the ends of the Earth”). Επί προεδρίας Μπους τα βασανιστήρια μετονομάστηκαν σε «ενισχυμένες τεχνικές ανάκρισης»!

Προσδίδοντας στον εαυτό τους ειδικό ρόλο, το “αποστολικό κράτος” που προστατεύει τις πανανθρώπινες αξίες, οι ΗΠΑ θεωρούν ότι δεν υπόκεινται σε περιορισμούς όταν αφορά την προστασία της εθνικής τους ασφάλειας. Το ίδιο δικαίωμα, όμως, δεν το αναγνωρίζουν στα υπόλοιπα κράτη. Επίσης, ενώ επικαλούνται συνεχώς τη δημοκρατία, όταν εγείρουν θέματα εθνικής ασφάλειας, ο κάθε Αμερικανός πρόεδρος (δόγμα Νίξον) έχει απεριόριστη ελευθερία και δυνατότητα να ξεπερνά τις διαδικασίες που ορίζει το αμερικανικό Σύνταγμα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απόφαση του Ομπάμα, μόλις δύο χρόνια μετά την εκλογή του, να δημιουργήσει 63 νέες αντιτρομοκρατικές υπηρεσίες (Dana Priest, William Arkin, Top Secret America) που δραστηριοποιούνταν σε όλο τον κόσμο, ή η πρόσφατη απόφαση του Τραμπ να στείλει την Εθνοφρουρά για να αποκαταστήσει τη δημόσια τάξη, επικαλούμενος την προστασία της εθνικής ασφάλειας.

Στο όνομα της “εθνικής ασφάλειας”

«Για τις ΗΠΑ, η έννοια της “εθνικής ασφάλειας” δεν έχει σαφή όρια, αλλά αγκαλιάζει κάθε πτυχή της γενικής ευημερίας του έθνους. Εάν κάποιος προσπαθήσει να περιορίσει την έννοια της εθνικής ασφάλειας στις σχέσεις μεταξύ των ΗΠΑ και άλλων χωρών, τότε σχεδόν ό,τι συμβαίνει στις ΗΠΑ έχει αντίκτυπο στις εξωτερικές σχέσεις» (Yale Journal of World Public Order). Εάν εφαρμόσουμε την αμερικανική εκδοχή για την εθνική ασφάλεια, οτιδήποτε συμβαίνει στο Χονγκ Κονγκ, το οποίο είναι κινεζικό έδαφος, έχει αντίκτυπο στις εξωτερικές σχέσεις της Κίνας, αλλά και στο εσωτερικό της.

Η διατάραξη της δημόσιας τάξης αποτελεί (μη-παραδοσιακό) κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια κάθε κράτους. Ως εκ τούτου, τα εκτεταμένα επεισόδια στο Χονγκ Κονγκ το 2019, είχαν διατάραξαν τη δημόσια τάξη και προκάλεσαν σημαντικές οικονομικές απώλειες (πρόβλημα οικονομικής ασφάλειας). Ως εκ τούτου, είχαν αντίκτυπο στην εθνική ασφάλεια της Κίνας. Επιπλέον, οι ΗΠΑ κατηγορούν την Κίνα ότι με το νέο νόμο ασφαλείας στοχεύει να περιορίσει τις ελευθερίες των πολιτών.

Παρόλα αυτά, διαχρονικά οι ΗΠΑ, στο όνομα της εθνικής ασφάλειας, έχουν λάβει αποφάσεις που περιόριζαν σημαντικά τις ελευθερίες των πολιτών. Ειδικά μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, έχει μετατοπιστεί η ισορροπία μεταξύ των ατομικών ελευθεριών και της εθνικής ασφάλειας (Patriot Act, τροποποιήσεις του Foreign Intelligence Surveillance Act, η επέκταση του ορισμού της τρομοκρατίας, η διευρυμένη ικανότητα της επιβολής του νόμου στην παρακολούθηση των επικοινωνιών και του Διαδικτύου, παρακολούθηση ατόμων που δεν είναι ύποπτα για αδικήματα, αλλά και την αυξημένη διακριτική ευχέρεια των αξιωματούχων μετανάστευσης να κρατούν και να απελαύνουν άτομα που έχουν μεταναστεύσει στις ΗΠΑ).

Τι προβλέπει ο Βασικός Νόμος

Είναι σαφές ότι η 11η Σεπτεμβρίου, επηρέασε το Σύνταγμα των ΗΠΑ και τις αξίες που ενσωματώνει. Όπως επεσήμανε ο Ομπάμα, «δεν μπορείς να έχεις ασφάλεια 100% και μετά να έχεις 100% ιδιωτική ζωή με μηδενική ενόχληση». Επίσης, είναι προφανές ότι στη σύγχρονη παγκόσμια πολιτική σκηνή όταν τα ιδανικά (πολιτικές ελευθερίες) έρχονται σε σύγκρουση με την πραγματικότητα (εθνική ασφάλεια), οι πολιτικοί επιλέγουν την πραγματικότητα (εθνική ασφάλεια).

Ένα άλλο γεγονός, το οποίο δεν αναδεικνύεται επαρκώς, είναι το ότι ο Βασικός Νόμος αναγνωρίζει τη δυνατότητα στην κεντρική κυβέρνηση της Κίνας να κάνει τροποποιήσεις, όπως άλλωστε συμβαίνει στα Συντάγματα όλου του κόσμου, προκειμένου αυτά να εναρμονίζονται με τις διεθνείς εξελίξεις και τις εσωτερικές συνθήκες.

Ο Βασικός Νόμος είναι μια συμφωνία για ένα μεταβατικό στάδιο διάρκειας 50 ετών, προκειμένου να δώσει τον χρόνο σε όλα τα “εμπλεκόμενα μέρη” να προετοιμαστούν για την περίοδο που θα ακολουθήσει μετά τη λήξη της συμφωνίας. Το 1997 όταν ενεργοποιήθηκε ο Βασικός Νόμος και πριν ακόμα η Κίνα μπει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, ήταν διάχυτη η άποψη της Δύσης και κυρίως των ΗΠΑ ότι θα μπορούσαν να την “ενσωματώσουν” στην υφιστάμενη παγκόσμια τάξη, η οποία ήταν ελεγχόμενη από τις ΗΠΑ.

Όμως, μια χώρα με το μέγεθος, την ιστορία και τη δυναμική της Κίνας δεν θα μπορούσε να γίνει ένα “εξάρτημα”, ή ένας ελεγχόμενος παίκτης αυτού του συστήματος. Θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί ως βασικός πυλώνας της νέας παγκόσμιας τάξης. Σήμερα, αυτό που γίνεται σαφές είναι ότι η ανάδυση της Κίνας δεν μπορεί να ανακοπεί. Άρα η συνύπαρξη ΗΠΑ και Κίνας είναι απαραίτητη για την ισορροπία του παγκόσμιου συστήματος.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι