Η μυστική διπλωματία Ριάντ-Τεχεράνης
01/06/2021Κατά την διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων εξελίσσεται στην Μέση Ανατολή μία σειρά αλλόκοτων κινήσεων και μια διπλωματία που αφορούν εμφανώς τις ΗΠΑ, την Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα και άμεσα ή έμμεσα εστιάζονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στο Ιράν. Αρχικά στα τέλη Απριλίου, ο ισχυρός άνδρας της Σαουδικής Αραβίας, ο πρίγκηπας Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν δηλώνει δημόσια πως αναζητά μία αγαστή και αναβαθμισμένη συνεργασία με την Τεχεράνη, προσθέτοντας πως η χώρα του δεν επιθυμεί να παραμένει το Ιράν σε δυσχερή θέση, αλλά αντίθετα προσδοκά να αναπτυχθεί και να ωθήσει ολόκληρη την περιοχή και ευρύτερα τον κόσμο προς την ευημερία.
Οι δηλώσεις αιφνιδιάζουν τους πάντες από την στιγμή που αντιτίθενται σε όλα τα σημεία από έναν ηγέτη που μέχρι πρόσφατα θεωρεί ως απόλυτο εχθρό της χώρας του το Ιράν, εκτοξεύοντας μέχρι πρότινος βαρύτατες κατηγορίες για το γεγονός ότι αποτελεί τον πρωταρχικό παράγοντα αποσταθεροποίησης και υποστήριξης της τρομοκρατίας στην περιοχή.
Όμως η απότομη και αιφνίδια στροφή έπεται μίας μυστικής σύσκεψης στην Βαγδάτη ανώτατων αξιωματούχων του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας, με την διαμεσολάβηση του Ιρακινού πρωθυπουργού Μουσταφά Αλ-Καντίμι. Οι συνομιλίες επιβεβαιώνονται από τον Ιρακινό εκπρόσωπο τύπου του υπουργείου Εξωτερικών Σαΐντ Χατιμπζαντέχ σε διάφορα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αν και ούτε το Ριάντ, ούτε η Τεχεράνη προβαίνουν σε επίσημη αναγνώριση των μυστικών διπλωματικών επαφών.
Ο εκπρόσωπος τύπου του ιρανικού υπουργείου Εξωτερικών επίσης επιβεβαιώνει τις μυστικές διαβουλεύσεις, υποστηρίζοντας πως η αποκλιμάκωση των εντάσεων μεταξύ των δύο χωρών στον Περσικό Κόλπο κινείται προς το συμφέρον και των δύο πλευρών. Από την πλευρά του ο Ιρακινός εκπρόσωπος τονίζει πως η επίλυση των προβλημάτων μεταξύ των δύο χωρών κρίνεται επιβεβλημένη και πως το Ιράκ θα καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή.
Διπλωματικές προσπάθειες
Το πρώτο επίσημο σχόλιο των Σαουδαράβων για τις συνομιλίες έρχεται με την λήξη της πρώτης εβδομάδας του Μαΐου, όταν ο αξιωματούχος του υπουργείου Εξωτερικών Ράϊεντ Κρίμλι, εξηγεί στο πρακτορείο Reuters, πως καταβάλλονται προσπάθειες για την εξεύρεση λύσεων που θα μειώσουν τις εντάσεις στην περιοχή του κόλπου. Οι προσπάθειες εστιάζονται στο πρόβλημα της Υεμένης και στις απόπειρες αναβίωσης της διεθνούς συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν του 2015 (Joint Comprehensive Plan of Action).
Οι δύο χώρες έχουν πάντως διακόψει τις διπλωματικές τους σχέσεις από το 2016, ενώ επιπλέον η Σαουδική Αραβία αντιτίθεται ενεργά στην Συμφωνία το 2018 και υποστηρίζει τον τότε Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ στην απόφαση αποχώρησης των ΗΠΑ από την συμφωνία. Σε αδρές γραμμές οι επί σειράν ετών κλιμακούμενες εντάσεις μεταξύ Ιρανών και Σαουδαράβων, με βασικό τους χαρακτηριστικό την υποστήριξη αντίθετων πλευρών σε διάφορες περιφερειακές συγκρούσεις, με τελευταία την περίπτωση της Υεμένης, δεν είχαν προδικάσει μία σύγκλιση αυτής της μορφής.
Μάλιστα η κατάσταση εντείνεται κατά το 2019, όταν οι Αμερικανοί διευρύνουν ασφυκτικά τις κυρώσεις εναντίον της Τεχεράνης, πέραν των ορίων της JCPOA και του πυρηνικού προγράμματος, ακολουθούμενοι κατά πόδας από το Ριάντ, που επίσης υπερθεματίζει κατά της Τεχεράνης και της εμπλοκής της σε τρομοκρατικού χαρακτήρα επιθέσεις.
Αλλαγή φρουράς και Ιράν
Με την αλλαγή φρουράς στον Λευκό Οίκο, δίδονται τα αρχικά σήματα μίας νέας προσέγγισης των Αμερικανών στην συμφωνία JCPOA, με συνέπεια να αναδυθούν κάποιες πρώτες ελπίδες για επάνοδο της νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ σε διαπραγματεύσεις για την αναβίωση της συμφωνίας με επίκεντρο του πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης.
Όμως για τα τεκταινόμενα στην Σαουδική Αραβία σε σχέση με την αμερικανική αλλαγή στάσης επικρατεί παγερή σιωπή, έως ότου στις 5 Μαΐου, ο Ιρακινός πρόεδρος Μπαρχάμ Σαλίχ αποκαλύπτει πως ήδη έχουν διεξαχθεί μερικοί γύροι μυστικών διαβουλεύσεων μεταξύ Ιρανών και Σαουδαράβων και μάλιστα ένα τετραήμερο αργότερα, στις 9 Μαΐου, διεξάγεται ακόμα ένας.
Εντελώς συμπτωματικά (;) τα θετικά σχόλια του πρίγκηπα Μοχάμεντ Μπιν Σάλμαν για το Ιράν συμπίπτουν με μία άλλη σειρά διαπραγματεύσεων που διεξάγονται μεταξύ κινεζικού χρηματοδοτικού σχήματος που περιλαμβάνει επενδυτικά κεφάλαια και ομίλους πετροχημικών και του τεραστίου ομίλου ARAMCO, με αντικείμενο την πώληση του 1% των μετοχών του. Οι διαπραγματεύσεις έπονται περίπου ενός μηνός της επίσημης υπογραφής της εικοσιπενταετούς συμφωνίας (ουσιαστικά μνημονίου) στρατηγικής συνεργασίας μεταξύ Ιράν και Κίνας, που φέρει ουσιαστικά την Τεχεράνη υπό τον έλεγχο του Πεκίνου.
Επιδιώξεις του Πεκίνου
Ο συνδυασμός των δύο εντελώς διαφορετικής υφής και παράλληλων διαπραγματεύσεων (διπλωματικές και οικονομικές) προδίδουν πως το Πεκίνο επιχειρεί να λειτουργήσει με την ιδιότητα ενός υποκατάστατου, για να αναδειχθεί στο κυρίαρχο κέντρο ισχύος στην Μέση Ανατολή. Διπλωματικές πηγές διοχετεύουν στο πρακτορείο Reuters πληροφορίες για διακοπή της υποστήριξης των Ιρανών προς τις πολιτοφυλακές των Χούθι στην Υεμένη Το αντάλλαγμα είναι η συνδρομή της Σαουδικής Αραβίας στις απόπειρες αναβίωσης της διεθνούς συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν του 2015 (Joint Comprehensive Plan of Action-JCPOA).
Η επιβεβαίωση της διεξαγωγής μυστικών διαβουλεύσεων μεταξύ Τεχεράνης και Ριάντ, αντιμετωπίζεται με αρκετές επιφυλάξεις στην αμερικανική πρωτεύουσα, χωρίς να σχολιάζεται η απόπειρα αναθέρμανσης των σοβαρά τραυματισμένων σχέσεων μεταξύ των δύο σημαντικών δυνάμεων την περιοχής του κόλπου.
Με δεδομένο ότι το Πεκίνο ασκεί δυναμική πλέον επιρροή στο Ιράν σε συνδυασμό με την επικείμενη συμφωνία του ομίλου ARAMCO, προβάλλει το ερώτημα του εάν και κατά πόσον η Σαουδική Αραβία απομακρύνεται από τις ΗΠΑ, για να προσεγγίσει την Κίνα. Αναμφίβολα πάντως στις ΗΠΑ αυξάνεται η δυναμική μίας αντίληψης του αντιμετωπίζει την αντιπαράθεση με την Κίνα με την μορφή ενός παιγνιδιού με μηδενικό άθροισμα (τα κέρδη της μίας πλευράς ισούνται με τις ζημίες της άλλης).
Πετρέλαιο και Σαουδική Αραβία
Μία απόρροια αυτής της αντίληψης αφορά την αδιαφορία τους στους διπλωματικούς ελιγμούς που επιχειρούν οι Σαουδάραβες μεταξύ των δύο πλευρών, όπως αντιλαμβάνονται οι πολιτικοί κύκλοι της αμερικανικής πρωτεύουσας. Συνεπακόλουθα οι πρόσφατες δηλώσεις του πρίγκηπα Μοχάμεντ Μπιν Σάλμαν που επιμένουν για την αδιασάλευτη θέση των ΗΠΑ με την ιδιότητα του στρατηγικού εταίρου της Σαουδικής Αραβίας, αλλά δεν αποδέχονται παρεμβάσεις των Αμερικανών στα εσωτερικά ζητήματα της χώρας του, τυγχάνουν μάλλον ψυχρής υποδοχής στην αμερικανική πρωτεύουσα. Ο πρίγκηπας πάντως γνωρίζει τα όρια πίεσης προς τις ΗΠΑ, χωρίς να δεχθεί σοβαρά αντίποινα, από τις 2 Απριλίου του 2020, όταν ο τότε πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, απειλεί ανοικτά την Σαουδική Αραβία για την κομβική εμπλοκή της στον πόλεμο τιμών του αργού πετρελαίου.
Εκείνη την περίοδο οι Σαουδάραβες πρωταγωνιστούν επί ένα μήνα σε πόλεμο τιμών στην αγορά αργού πετρελαίου, με όπλα την υπερπαραγωγή και την συνεπακόλουθη κατάρρευση των τιμών, ώστε να καταστραφεί η παραγωγή σχιστολιθικού αργού στις ΗΠΑ, όπου οι παραγωγοί αντιμετωπίζουν ένα ολικό κόστος (άντληση, μεταφορά, αποθήκευση, ανάλωση κεφαλαίου, φόροι), 2,3 φορές μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Σαουδαράβων.
Σε άμεση τηλεφωνική του επικοινωνία με τον πρίγκηπα Μοχάμεντ Μπιν Σάλμαν, ο τότε πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απειλεί με άμεση αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων με ψήφιση εκτάκτου ειδικού νόμου από την περιοχή. Απαιτεί άμεση περικοπή της παραγωγής του OPEC για την αποκατάσταση των ισορροπιών προσφοράς και ζήτησης και σε περίπτωση που η απόπειρα επαναληφθεί τότε θα ενταφιασθεί οριστικά βασική συμφωνία του 1945 μεταξύ του Ριάντ και της Ουάσινγκτον (Σύμφωνο Quincy), που εκπνέει το 2005, αν και διατηρείται σιωπηρά μεταξύ των δύο χωρών, εγκαταλείποντας την Σαουδική Αραβία στην τύχη της.
Σφαίρες επιρροής
Με βάση αυτά τα δεδομένα οι πρόσφατες κινήσεις της Σαουδικής Αραβίας συμβαδίζουν με μία νέα αμερικανική πολιτική που επιχειρεί να διατηρήσει τους φίλους σε μικρή απόσταση και τους εχθρούς σε ακόμα μικρότερη. Οι άστοχες κινήσεις του Μαΐου του 2018, με την αποχώρηση από την συμφωνία JCPOA και τις σκληρές κυρώσεις εναντίον του Ιράν, μία διετία αργότερα οδηγούν στον σφικτό εναγκαλισμό της Τεχεράνης από την Μόσχα και το Πεκίνο, που τελικά συμπαρασύρει και το Ιράκ προς το σινο-ρωσικό δίπολο.
Μάλιστα η μεγάλη επιρροή του Ιράν κυρίως στον Λίβανο και στην Συρία, επιτρέπει στους προστάτες του να ανασχεδιάσουν σε μεγάλη κλίμακα την στρατηγική τους στην Μέση Ανατολή. Η προσέγγιση του νέου προέδρου Τζο Μπάιντεν προς την κατεύθυνση κάποιας μορφής αναβίωσης του συμφώνου JCPOA που χαιρετίζεται από τον Ιρανό πρόεδρο Χασάν Ρουχανί, αποβλέπει εμφανώς σε μία σχέση με κριτήριο την παρακολούθηση του ιρανικού προγράμματος του Ιράν και σε κάποιο σημαντικό βαθμό την διαχείρισή του.
Με βάση αυτή την λογική η Σαουδική Αραβία εμφανίζεται να προωθεί σχέσεις συμφιλίωσης, ώστε επιτευχθούν ευχερέστερα σημαντικοί συμβιβασμοί και να ολοκληρωθεί η διαδικασία. Ενδεχόμενα στο βάθος αυτών των κινήσεων να ελλοχεύει η πρόθεση των ΗΠΑ να παρασύρουν προς την δική τους σφαίρα επιρροής το Ιράν και συνεπακόλουθα το Ιράκ μέσω της Σαουδικής Αραβίας ή των Εμιράτων.
Κοίτασμα φυσικού αερίου
Μάλιστα τον Απρίλιο, το Ιράκ ανακοινώνει πρόγραμμα ύψους 6 δισ. δολαρίων με την συμμετοχή των Εμιράτων και της Σαουδικής Αραβίας με σκοπό νέες επενδύσεις στην χώρα στους τομείς της ενέργειας και των ανανεώσιμων πηγών, υπό την αιγίδα του Ιρακινού-Σαουδικού Συμβουλίου Συντονισμού. Η συνεργασία εντάσσεται στα πλαίσια των OPEC και OPEC+ με τρόπο που να εγγυάται την σταθερή πορεία και τις ισορροπίες της παγκόσμιας αγοράς αργού πετρελαίου.
Πάντως δύο εβδομάδες αργότερα μία σαουδαραβική εταιρεία με σημαντική αμερικανική τεχνογνωσία στους τομείς της διαχείρισης πληροφοριών και υποστήριξης διαδικασιών επιμελητείας και διοικητικής μέριμνας, η Delta Oil Company εγκαινιάζει τις διαπραγματεύσεις για την αξιοποίηση του στρατηγικής σημασίας τεραστίου κοιτάσματος φυσικού αερίου Akkas με την υποστήριξη του γιγαντιαίου αμερικανικού ομίλου παροχής εξειδικευμένων υπηρεσιών στον τομέα της ενέργειας Schlumberger.
Μέχρι πρότινος η Ρωσία εποφθαλμιά το κοίτασμα, κρίνοντας πως πρόκειται για το ιδανικό στοιχείο σχηματισμού ενός τριγώνου που στρατηγικά διασχίζει το Ιράκ και την Συρία. Το κοίτασμα κείται στην περιοχή της σουνιτικής μειοψηφίας του Ιράκ και αποτελεί ζωτικό στοιχείο αναβάθμισης των πηγών φυσικού αερίου της χώρας και περιορισμού της εξάρτησής του στους τομείς παροχής φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας από το Ιράν.