Η επίσκεψη του Σταϊνμάιερ στο Κίεβο και το “νέο σχέδιο Μάρσαλ”
25/10/2022Ο Γερμανός πρόεδρος Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ έφτασε σήμερα το πρωί στο Κίεβο, πραγματοποιώντας την πρώτη του επίσκεψη στην Ουκρανία μετά την εισβολή της Ρωσίας στις 24 Φεβρουαρίου. Η επίσκεψη δεν είχε ανακοινωθεί εκ των προτέρων για λόγους ασφαλείας. O πρόεδρος της Γερμανίας, άλλοτε υπουργός Εξωτερικών, είχε δεχθεί επικρίσεις από το Κίεβο για την πολιτική που είχε ασκήσει στο παρελθόν έναντι της Ρωσίας το Βερολίνο.
Προηγούμενη επίσκεψή του είχε ακυρωθεί, με πρωτοβουλία της ουκρανικής Προεδρίας. Ο Σταϊνμάιερ θα συναντηθεί με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι και στην ατζέντα των συνομιλιών θα είναι η περαιτέρω ενίσχυση της Ουκρανίας με οπλικά συστήματα από τη Γερμανία, όπως έχει ανακοινώσει η κυβέρνηση Σολτς, αλλά και ένα “σχέδιο Μάρσαλ” που είχε προαναγγείλει την προηγούμενη Πέμπτη ο Γερμανός καγκελάριος στην Ομοσπονδιακή Βουλή.
To πρώτο ταξίδι Σταϊμάιερ επρόκειτο να γίνει τον Απρίλιο, από κοινού με τον Πολωνό πρόεδρο Ντούντα και τους αρχηγούς κρατών των χωρών της Βαλτικής. Όμως, η ουκρανική κυβέρνηση είχε ακυρώσει την επίσκεψη Σταϊνμάιερ, γεγονός που είχε προκαλέσει διπλωματική αντιπαράθεση μεταξύ Βερολίνου και Κιέβου. Σύμφωνα με το γραφείο του Σταϊνμάιερ, θα απευθύνουν κοινή έκκληση με τον Ζελένσκι στους γερμανικούς δήμους και τις γερμανικές τοπικές κυβερνήσεις να συνάψουν συνεργασίες με τους ουκρανικούς δήμους και να βοηθήσουν τους Ουκρανούς, ιδιαίτερα τώρα τον χειμώνα με την καταστροφή των ενεργειακών υποδομών από τις ρωσικές επιθέσεις.
Το Μάρσαλ και ο Μέλνικ
Η ιδέα Σολτς για ένα «μεγάλο σχέδιο ανασυγκρότησης της Ουκρανίας μετά τον πόλεμο», έχει γίνει αποδεκτή από την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Αρθρογράφησε μάλιστα περί αυτού στην κυριακάτικη έκδοση της FAZ, από κοινού με τον Όλαφ Σολτς και ήδη έχουν αρχίσει οι συζητήσεις για την κατάρτιση ενός οδικού χάρτη στις Βρυξέλλες.
Η προαναγγελία του “σχεδίου Μάρσαλ” διαμορφώνει ευνοϊκότερες συνθήκες για τη συνάντηση Ζελένσκι-Σταϊνμάιερ, ενώ από την άλλη ως θετικό βήμα εκτιμήθηκε στο Βερολίνο η πρόσφατη αντικατάσταση του πρέσβη της Ουκρανίας στη Γερμανία Αντρίι Μέλνικ, ο οποίος είχε επικρίνει πολλές φορές την γερμανική ηγεσία, για τις σχέσεις που είχε στο παρελθόν με το Κρεμλίνο, αλλά και την διστακτικότητα να δώσει άμεσα σύγχρονο οπλισμό στην Ουκρανία για τον πόλεμο με τη Ρωσία. O Mέλνικ έφυγε από το Βερολίνο στις 15 Οκτωβρίου για να επιστρέψει στις κεντρικές υπηρεσίες του υπουργείου Εξωτερικών της Ουκρανίας στο Κίεβο.
Η επίσκεψη Σταϊνμάιερ στο Κίεβο και η συνάντηση με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, σηματοδοτεί την έναρξη μίας νέας περιόδου στις σχέσεις του Βερολίνου με το Κίεβο, όπως σημειώνουν τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης και παράλληλα την επίσημη λήξη της προηγούμενης σχέσης της γερμανικής ηγεσίας με την Ρωσία.
Το γερμανικό σχέδιο
Σύμφωνα με το σχέδιο Σολτς-Φον ντερ Λάιεν, που παρουσιάστηκε στη FAZ, εμπειρογνώμονες και εκπρόσωποι ευρωπαϊκών κρατών, των G7, των G20, διεθνών οργανισμών, της κοινωνίας των πολιτών και της Ουκρανίας θα συζητήσουν μεταξύ άλλων «πώς μπορεί να οργανωθεί και να χρηματοδοτηθεί ένα τόσο τεράστιο και μακρόπνοο σχέδιο;» και «ποιες δομές απαιτούνται προκειμένου να διασφαλιστεί η αναγκαία διαφάνεια και η ζωτικής σημασίας εμπιστοσύνη των επενδυτών;».
»Τα δεινά των Ουκρανών είναι αμέτρητα, ενώ καθημερινά θρηνούν τεράστιο αριθμό θυμάτων. Ο πόλεμος του Πούτιν επηρεάζει βαθιά τις ζωές εκατομμυρίων Ουκρανών. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε ως κοινότητα –και το έχουμε κάνει από την πρώτη μέρα του πολέμου– είναι να στηρίξουμε ενεργά και αξιόπιστα την Ουκρανία. Έχουμε επιβάλει αυστηρές κυρώσεις στη Ρωσία. Προμηθεύουμε όπλα, στηρίζουμε την ουκρανική οικονομία και βοηθάμε τους ανθρώπους στην καθημερινή τους ζωή. Διευκολύναμε την πρόσβαση των ουκρανικών εξαγωγών στην εσωτερική μας αγορά και αναστείλαμε τους εισαγωγικούς δασμούς.
»Προς το παρόν, πάνω από 8.000.000 Ουκρανοί έχουν βρει καταφύγιο στην Ευρώπη για να προστατευτούν από τις βόμβες και τους πυραύλους του Πούτιν. Η Ευρώπη τους παρείχε άμεση πρόσβαση στην αγορά εργασίας, στα σχολεία, στην ιατρική περίθαλψη και στη στέγαση. Στο πλαίσιο της G7, αλλά και με τους εταίρους μας στην G20, δίνουμε μάχη απέναντι στις παγκόσμιες συνέπειες του πολέμου, συμπεριλαμβανομένης της παγκόσμιας πείνας, της ενεργειακής και της οικονομικής κρίσης.
»Η διεθνής κοινότητα έχει παράσχει σημαντική χρηματοδοτική στήριξη. Μόνο για βοήθεια έκτακτης ανάγκης, οι χώρες της G7, η ΕΕ και τα μέλη της έχουν μέχρι στιγμής διαθέσει στην Ουκρανία πάνω από 35 δισ. ευρώ. Τα χρήματα αυτά προορίζονται να βοηθήσουν την Ουκρανία να ανταποκριθεί στις άμεσες χρηματοδοτικές της ανάγκες, ώστε η διοίκησή της να μπορέσει να συνεχίσει να λειτουργεί παρά τον πόλεμο, να μπορέσουν να καταβληθούν οι αμοιβές των εκπαιδευτικών, των αστυνομικών, των γιατρών και των στρατιωτών, και να συνεχιστεί η παροχή ιατρικής περίθαλψης.
«Εκτός απ’ αυτή τη βοήθεια έκτακτης ανάγκης, πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε από σήμερα την ανασυγκρότηση της χώρας, παρόλο που η ειρήνη φαντάζει μακρινή. Πρέπει άμεσα να αρχίσουμε να ξαναχτίζουμε τα κατεστραμμένα σπίτια, τα σχολεία τους δρόμους και τις γέφυρες και να αποκαταστήσουμε τις υποδομές και τον ενεργειακό εφοδιασμό, ώστε η χώρα να μπορέσει γρήγορα να ανακάμψει. Το κλειδί είναι να αναλάβουμε από κοινού αυτό το μείζον εγχείρημα. Η G7 και τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα συμφωνούν ότι πρόκειται για ένα τεράστιο έργο. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι οι ζημιές που έχει μέχρι στιγμής προξενήσει ο πόλεμος ανέρχονται σε 350 δισ. ευρώ. Και η καταστροφή συνεχίζεται, όπως αποδεικνύεται από τις επιθέσεις των τελευταίων ημερών.
»Ούτε η Ουκρανία ούτε ο κάθε εταίρος από μόνος του μπορούν να επωμιστούν το κόστος αυτό. Πρέπει όλοι να δώσουμε ένα χέρι —η ΕΕ, η G7 και οι εταίροι μας σε όλο τον κόσμο. Φυσικά, θα πρέπει να συμμετάσχουν και τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οι κορυφαίοι διεθνείς οργανισμοί. Μακροπρόθεσμα, είναι σημαντικό να επενδύσουν στην ανασυγκρότηση της Ουκρανίας και ιδιώτες επενδυτές και εταιρείες. Όσο πιο ξεκάθαρη και διαφανής είναι η χρήση των χρημάτων, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η προθυμία για παροχή βοήθειας. Συνεπώς, θα διασφαλίσουμε με τους Ουκρανούς φίλους μας ότι η στήριξη θα φτάσει εκεί όπου είναι περισσότερο αναγκαία. Μαζί με τους εταίρους μας της G7 και με άλλες χώρες, με τη στήριξη διεθνών οργανισμών και της Ουκρανίας, σκοπεύουμε να θέσουμε τα θεμέλια για μια συμπεριληπτική πλατφόρμα δωρητών που θα συντονίζει τη διαδικασία άμεσης αποκατάστασης των κατεστραμμένων υποδομών και την έναρξη της μακροπρόθεσμης ανασυγκρότησης.
«Η κοινή πλατφόρμα θα αποτελέσει το κύριο μέσο συνεργασίας και συντονισμού της ευρωπαϊκής και διεθνούς στήριξης. Θα δώσει ώθηση σε σημαντικά έργα ανασυγκρότησης και θα παρέχει τεχνική υποστήριξη. Στο πλαίσιο αυτό, θα θέσουμε τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα διαφάνειας, αποτελεσματικότητας, ελέγχου και παρακολούθησης των έργων. Η ΕΕ καλείται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο. Από το καλοκαίρι, η Ουκρανία έχει αποκτήσει καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη στην ΕΕ χώρας. Έτσι, η πορεία της Ουκρανίας προς την ανασυγκρότηση είναι ταυτόχρονα η πορεία της προς την ΕΕ.
»Αυτό, σημαίνει ότι η ουκρανική οικονομία πρέπει να καταστεί πιο βιώσιμη και πιο ψηφιακή, δεδομένου ότι αυτή είναι η οικονομία του μέλλοντος. Σημαίνει επίσης ότι πρέπει να επιβληθούν τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα για το κράτος δικαίου και να συσταθούν αποτελεσματικές αρχές καταπολέμησης της διαφθοράς. Διότι οι αξίες αυτές, τις οποίες πρεσβεύει η Ευρώπη, θα συμβάλουν στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών και των δωρητών. Όλοι συμφωνούμε ότι η στήριξη της Ουκρανίας δεν είναι μόνο σωστή, αλλά και προς το συμφέρον μας. Η Ουκρανία αγωνίζεται όχι μόνο για τη δική της κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα, αλλά και κατά της απόπειρας του Πούτιν να μετατοπίσει δια της βίας τα σύνορα και να προκαλέσει πόλεμο και καταστροφή στους γείτονές του. Ταυτόχρονα, η Ουκρανία υπερασπίζεται τη βασισμένη σε κανόνες διεθνή τάξη, η οποία αποτελεί το θεμέλιο της ειρηνικής μας συνύπαρξης και της ευημερίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Έτσι, στηρίζοντας την Ουκρανία, οικοδομούμε το δικό μας μέλλον και το μέλλον της κοινής μας Ευρώπης».