Ισραήλ-Ιράν: Τα εκατέρωθεν δυνατά και αδύνατα σημεία
07/08/2024Τα διεθνή τηλεοπτικά δίκτυα ανταγωνίζονται που θα στήσουν τις κάμερες για να καταγράψουν με τον πιο πετυχημένο και ζωντανό τρόπο το σύγχρονο υπερθέαμα ενός πολέμου, σε μια αποθέωση της ψυχοπαθητικής διάστασης που έχει λάβει το φαινόμενο αυτό στις μέρες μας. Κάποτε η λέξη “πόλεμος” προκαλούσε τρόμο. Σήμερα προκαλεί ενδιαφέρον και οι τηλεθεάσεις αυξάνονται. Μαζί με τις κουβέντες επιπέδου καφενείου.
Το ζήτημα είναι όμως εξαιρετικά πολύπλοκο και το ενδεχόμενο ιρανικής επίθεσης παραμένει το κυρίαρχο σενάριο… Η ισραηλινή Jerusalem Post αναμεταδίδει το άρθρο του φημισμένου αναλυτή-αρθρογράφου της Washington Post, David Ignatius, ο οποίος αναφέρει ότι οι Ιρανοί, ενδεχομένως και να επανεξετάζουν τη δέσμευσή τους για σκληρά αντίποινα στο Ισραήλ.
Σύμφωνα με το άρθρο, αυτή η υποψία στηρίζεται στην επίπτωση που είχε στην ηγεσία της Ισλαμικής Δημοκρατίας η επίδειξη ισχύος από την πλευρά των ΗΠΑ και την ανάπτυξη ισχυρότατων δυνάμεων, κυρίως αεροναυτικών, στην ευρύτερη περιοχή. Σύμφωνα με τον αναλυτή, «μπαλαντέρ» (wild card) στην υπόθεση – ταυτόχρονα και πρόβλημα – είναι τι η «αντιπρόσωπος» των Ιρανών, η σιιτική Χεζμπολάχ του Λιβάνου. Ενδείξεις, παραπέμπουν σε διαφωνίες μεταξύ της Χεζμπολάχ και των πατρόνων τους Ιρανών.
Αυτό αναμένεται να είναι ένα πραγματικό πρόβλημα. Μπορεί η Χεζμπολάχ να στηρίχθηκε στην ιρανική βοήθεια για να γιγαντωθεί και οι δυνάμεις της να θεωρούνται ισχυρότερες από τις εθνικές δυνάμεις του Λιβάνου, όμως ο φόβος ακόμα και μιας αυτόνομης επίθεσης της, αποτελεί επίκεντρο της αποτρεπτικής προσπάθειας των Ισραηλινών. Ο υπουργός Άμυνας του Ισραήλ Γκάλαντ, ανώτατος αξιωματικός εν αποστρατεία, ο οποίος λόγω συγκυριών δεν έγινε αρχηγός των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων, ξεκαθάρισε ότι σε περίπτωση επίθεσης την τρομακτική ζημιά θα την υποστεί ο Λίβανος, συνολικά.
Έχουν περάσει αρκετές μέρες από την επίθεση εξουδετέρωσης του Ισμαήλ Χανίγιε της Χαμάς. Όσο δεν εκδηλώνεται απάντηση από την πλευρά του Ιράν, οι διάφοροι μη κρατικοί “εκπρόσωποι” έχουν κάθε λόγο να ανησυχούν, ότι η Τεχεράνη κάνει πίσω. Μπορεί η αμερικανική στρατιωτική ισχύς να είναι εξαιρετικά “πειστική” και να οδηγεί σε αναθεωρήσεις. Όμως τα εσωτερικά προβλήματα στην Ισλαμική Δημοκρατία και η αδυναμία απόλυτου ελέγχου που εξέθεσε η πετυχημένη επιχείρηση κατά του Χανίγιε, προτεραιοποιεί εξ’ αντικειμένου το εσωτερικό μέτωπο. Έτσι, όμως, κινδυνεύει να χάσει βασικούς συμμάχους και να καταρρεύσει η πετυχημένη – μέχρι πρόσφατα – στρατηγική της απέναντι στο εβραϊκό κράτος.
Αποτροπή όλων εναντίον όλων
Το παιχνίδι της αποτροπής στη Μέση Ανατολής είναι περίπλοκο. Ένα χαρακτηριστικό του μέχρι σήμερα, είναι ότι όλες οι πλευρές δεν ξέρουν να κάνουν πίσω. Όλες οι πλευρές, ανεξαρτήτως ισχύος, δείχνουν να έχουν ως απόλυτη προτεραιότητα το να πείσουν τον αντίπαλο ότι δεν πρόκειται να κάνουν πίσω ό,τι κι αν συμβεί. Δεν θέλουν να δείξουν αδυναμία.
Το Ισραήλ, που έχει σαφή στρατιωτική υπεροπλία, θέλει να διαμορφώσει μια κατάσταση που θα διασφαλίζει την πρωτοκαθεδρία του. Παράλληλα, να πείσει για το αδιέξοδο της στρατιωτικής επιλογής τους αντιπάλους του, ώστε να μπορέσει να υπαγορεύσει αργότερα τους βασικούς όρους μιας συμφωνίας, στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Επί της ουσίας θέλει να επαναλάβει το πετυχημένο μοντέλο των Συμφωνιών του Αβραάμ με τα σουνιτικά κράτη της Μέσης Ανατολής, για το ενδεχόμενο κλείσιμο και των άλλων μετώπων.
Από την πλευρά τους, Χαμάς, Χεζμπολάχ και τα τελευταία χρόνια οι Χούθι, επιθυμούν να καθιερωθούν ως κομβικοί “παίκτες” στην περιοχή, επιτυγχάνοντας να επιβιώνουν την επαύριον ισραηλινών επιθέσεων, ανεξαρτήτως σφοδρότητας. Ο πόλεμος Ισραήλ-Χεζμπολάχ το 2006 – στον οποίο το εβραϊκό κράτος δεν πέτυχε τους αντικειμενικούς του σκοπούς, με αποτέλεσμα ο αντίπαλος να διακηρύσσει ότι νίκησε – αποτέλεσε σημείο καμπής. Σημασία είχε ότι η Χεζμπολάχ δεν ηττήθηκε. Τα περί “νίκης” ή “ήττας” αποτελούσαν απλουστευτικά σχήματα που άπτονταν της επικοινωνιακής διαχείρισης.
Οι αδυναμίες του Ισραήλ
Μια εναλλακτική ερμηνεία της καθυστέρησης του αντεκδικητικού πλήγματος των Ιρανών, θα μπορούσε να είναι η επιθυμία αξιοποίησης της καταφανούς κόπωσης και της ισραηλινής κοινωνίας από την παρατεταμένη χρονικά πολεμική εμπλοκή και την αβεβαιότητα.
Η ανατροπή που φέρνει στην καθημερινότητα των Ισραηλινών – Εβραίων και Αράβων – μια πολεμική εμπλοκή που έχει σπάσει κάθε προηγούμενο χρονικό “ρεκόρ” πολέμων στους οποίους έχει εμπλακεί το Ισραήλ ιστορικά, είναι ένα νέο στοιχείο που δεν έχει περάσει απαρατήρητο από τους αντιπάλους του. Η πρωτοφανής πολιτική αναταραχή στο εσωτερικό της χώρας, δίνει εξ’ αντικειμένου μια επιπρόσθετη διάσταση στην ερμηνεία των επιλογών της σημερινής ισραηλινής ηγεσίας.
Το Ισραήλ είναι στρατιωτικά πανίσχυρο και διπλωματικά απολαμβάνει την άνευ όρων στήριξη των ΗΠΑ, ακόμα κι όταν οι διαφωνίες με τις αμερικανικές κυβερνήσεις επί του πρακτέου θεωρούνται δεδομένες. Όμως, αυτό την ίδια στιγμή συνιστά και αδυναμία, καθώς είναι ένας παράγων ισχύος που για οποιονδήποτε λόγο θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί σε κάποια ιστορική συγκυρία και να οδηγήσει σε μεγάλες ανατροπές.
Οι αντίπαλοι του Ισραήλ γνωρίζουν τις συνέπειες της χρήσης της τρομακτικής στρατιωτικής ισχύος που διαθέτει, αλλά έχουν μάθει να επιβιώνουν και να αναγεννιούνται. Παράλληλα, γνωρίζουν το ισραηλινό αδύνατο σημείο και τον κομβικό ρόλο των ΗΠΑ. Θεωρούν ότι θα υπάρξει γεωστρατηγική συγκυρία που θα συνιστά ιστορική ευκαιρία, όπου η Ουάσινγκτον δεν θα μπορεί να επιβάλει να βούλησή της ανεμπόδιστη. Τότε θα επιχειρήσουν την ανατροπή όσων σήμερα θεωρούνται δεδομένα στο έδαφος…
Αυτό σημαίνει ότι όσοι επισημαίνουν πως μπορεί να κερδίζονται οι πόλεμοι, όμως σημασία έχει πως θα κερδηθεί η ειρήνη, έχουν ένα ισχυρό επιχείρημα. Οι Ισραηλινοί πρέπει να διδαχθούν από αυτό τον γύρο σύγκρουσης με τους αντιπάλους τους. Ήταν ακριβώς αυτή η τρομακτική ισχύς που οδήγησε σε υπεροπτική αντιμετώπισή τους, μέσω της πεποίθησης ότι δεν θα είχαν τύχη ό,τι και να επιχειρήσουν, με καταστροφικά αποτελέσματα.
Στρατιωτική ισχύς ίσον εργαλείο της πολιτικής
Ο αιφνιδιασμός και η αποτυχία του συστήματος πληροφοριών δεν είναι η πρώτη φορά που χτυπάει την πόρτα του Ισραήλ. Κι αν το εβραϊκό κράτος ξέφυγε από τις συνέπειες του “δις εξαμαρτείν” (Γιομ Κιπούρ το 1973 και 7η Οκτωβρίου 2023), θα πρέπει με κάθε τρόπο να αποφύγει το να τριτώσει το κακό. Αυτό χρήζει προσεκτικής μελέτης και συμφωνίας για την εισαγωγή αναθεωρήσεων στην ισραηλινή πολιτική στο δεδομένο γεωπολιτικό πλαίσιο.
Η στρατιωτική ισχύς είναι πολιτικό εργαλείο. Από μόνο του δεν μπορεί να διασφαλίσει στο διηνεκές ότι η ισραηλινή κοινωνία θα ζει και θα ευημερεί. Οι συνέπειες του αγνώστου δεν μπορούν να μετρηθούν εκ προοιμίου και θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι θα θέσουν νέες παραμέτρους, τις οποίες δεν είναι διασφαλισμένο ότι θα αντιμετωπισθούν επιτυχώς, όταν εκδηλωθούν.
Αυτό είναι και το απόσταγμα της σοφίας του ιστορικού ηγέτη του εβραϊκού κράτους, Νταβίντ Μπεν Γκουριόν, που συνιστούσε ιδιαίτερη προσοχή στους τομείς της κοινωνικής συνοχής, της ενδυνάμωσης των διπλωματικών σχέσεων και της επιδίωξης της ειρήνης. Παρόλο που ο Μπεν Γκουριόν αυτό το συνιστούσε ως “αντίδοτο” στην αδυναμία, φαίνεται ότι και η ισχύς και η αδυναμία είναι έννοιες σχετικές. Οι δε ερμηνεία τους θα πρέπει να γίνεται συνυπολογίζοντας με προσοχή και μετριοπάθεια το εκάστοτε διεθνές και περιφερειακό στρατηγικό περιβάλλον.
Μια παραδοσιακή στρατηγική των Ισραηλινών είναι η, διά των πολεμικών συρράξεων, “αγορά” αρκετών χρόνων αποκατάστασης της αποτροπής, υπό την έννοια της απουσίας πολεμικής σύγκρουσης. Στο διάστημα αυτό αποκαθίστανται στρατιωτικές αδυναμίες και λαμβάνεται μέριμνα διασφάλισης της οικονομικής ευρωστίας της χώρας, πάντα με το βλέμμα στραμμένο στον επόμενο γύρο της σύγκρουσης, όπου το κράτος του Ισραήλ θα πρέπει να επιβιώσει.
Το σύγχρονο, ρευστό και μεταλλασσόμενο διεθνές περιβάλλον, επιβάλει στο Ισραήλ, όχι να εγκαταλείψει απαραιτήτως την εν λόγω στρατηγική, αλλά να την επανεξετάσει στο πλαίσιο του νέου κόσμου που βρίσκεται υπό ανάδυση. Όπως έχει μέχρι στιγμής αποδειχθεί, πολλά που θεωρούσαμε ότι ισχύουν, απλά έχουν αλλάξει.
Σε συνεργασία με το defencepoint.gr