ΑΝΑΛΥΣΗ

Καταλύτης για την συμμαχία Ρωσίας-Κίνας το Ουκρανικό

Καταλύτης για την συμμαχία Ρωσίας-Κίνας το Ουκρανικό, Σταύρος Λυγερός

Από τις πρώτες ημέρες του πολέμου, οι Δυτικές κυβερνήσεις και τα Δυτικά συστημικά ΜΜΕ ισχυρίζονταν με έμφαση ότι η Ρωσία, λόγω και των κυρώσεων, δεν μπορεί να αντέξει οικονομικά την παράταση των επιχειρήσεων πέρα από 2-3 εβδομάδες. Άρα, εάν οι Ουκρανοί άντεχαν για αυτό το διάστημα, η ρωσική εισβολή θα κατέρρεε.

Οι Ουκρανοί άντεξαν και παραπάνω, αλλά τα γεγονότα όχι απλώς διέψευσαν αυτόν τον ισχυρισμό, αλλά επιβεβαίωσαν ότι επρόκειτο για καθαρή προπαγάνδα, ή για ευσεβείς πόθους. Δεν χρειαζόταν, άλλωστε, να γνωρίζει κανείς επακριβώς τα δημοσιονομικά της Ρωσίας για να καταλάβει ότι ο ισχυρισμός ήταν εκτός πραγματικότητας. Όπως διδάσκει η Ιστορία η έκβαση των πολέμων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους πόρους των εμπολέμων, αλλά ένας πόλεμος δεν τελείωσε επειδή ανετράπησαν τα δημοσιονομικά ενός εμπολέμου κράτους.

Όταν απαιτείται, τα κράτη υιοθετούν “πολεμική οικονομία” και παρά το γεγονός ότι “ματώνουν”, συνεχίζουν να πολεμούν. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για τη Ρωσία, η οποία διαθέτει και πλήθος φυσικών πόρων, τους οποίους έχει ζωτική ανάγκη η διεθνής οικονομία. Και διεθνής οικονομία, βεβαίως, δεν είναι μόνο οι Δυτικές οικονομίες. Όπως είχαμε γράψει στο SLpress.gr τις παραμονές της ρωσικής εισβολής και αμέσως μετά από αυτήν, θεωρούσαμε εξαρχής λανθασμένη αυτού του είδους τη μεταμοντέρνα οικονομίστικη ανάλυση, εάν υποθέσουμε ότι δεν επρόκειτο μόνο για προπαγάνδα.

Μπορούμε βασίμως να πιθανολογήσουμε, ότι ο Πούτιν, έχοντας ακούσει τους Δυτικούς να απειλούν τη Ρωσία με “εξοντωτικές κυρώσεις”, είχε προϊδεάσει το Πεκίνο για τις προθέσεις του να εισβάλει στην Ουκρανία, εξασφαλίζοντας μία άτυπη πλην ισχυρή συμμαχία. Το αποδεικνύει η κοινή ανακοίνωση του Πούτιν με τον Κινέζο ηγέτη Σι Τζιν Πίνγκ στις 4 Φεβρουαρίου 2022, όταν ο Ρώσος πρόεδρος είχε επισκεφθεί το Πεκίνο. Οι δύο πλευρές:

Πρώτον, επιβεβαίωσαν ότι οι νέες διακρατικές σχέσεις μεταξύ Ρωσίας και Κίνας είναι ανώτερες από τις πολιτικές και στρατιωτικές συμμαχίες της εποχής του Ψυχρού Πολέμου. Η φιλία μεταξύ των δύο κρατών δεν έχει όρια, δεν υπάρχουν “απαγορευμένοι” τομείς συνεργασίας.

Δεύτερον, σκοπεύουν να αντισταθούν στις προσπάθειες υποκατάστασης παγκοσμίως αναγνωρισμένων διαδικασιών και μηχανισμών που συνάδουν με το διεθνές δίκαιο, από κανόνες που επεξεργάζονται μονομερώς ορισμένα έθνη ή μπλοκ εθνών. Οι δύο πλευρές είναι αντίθετες με την αντιμετώπιση των διεθνών προβλημάτων έμμεσα και χωρίς συναίνεση. Αντιτίθενται σε εξουσιαστικές πολιτικές, εκφοβισμό, μονομερείς κυρώσεις και την εφαρμογή δικαιοδοσίας σε τρίτο έδαφος, καθώς και με την κατάχρηση πολιτικών ελέγχου των εξαγωγών, ενώ υποστηρίζουν τη διευκόλυνση του εμπορίου, σύμφωνα με τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.

Τρίτον, πιστεύουν ότι ορισμένα κράτη, στρατιωτικές και πολιτικές συμμαχίες και συνασπισμοί επιδιώκουν να αποκτήσουν, άμεσα ή έμμεσα, μονομερή στρατιωτικά πλεονεκτήματα εις βάρος της ασφάλειας άλλων, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης πρακτικών αθέμιτου ανταγωνισμού, εντείνουν τον γεωπολιτικό ανταγωνισμό, τροφοδοτούν την αντιπαράθεση και υπονομεύουν σοβαρά τη διεθνή τάξη ασφαλείας και την παγκόσμια στρατηγική σταθερότητα.

Τέταρτον, αντιτίθενται στην περαιτέρω διεύρυνση του ΝΑΤΟ και το καλούν να εγκαταλείψει τις ιδεολογικές ψυχροπολεμικές προσεγγίσεις της, να σεβαστεί την κυριαρχία, την ασφάλεια και τα συμφέροντα άλλων χωρών, την ποικιλομορφία του πολιτισμικού, πολιτιστικού και ιστορικού τους υπόβαθρου και να ασκήσει δίκαιη και αντικειμενική στάση απέναντι στην ειρηνική ανάπτυξη άλλων κρατών.

Πέμπτον, θεωρούν ότι δεν υπάρχει ένα πρότυπο που να ταιριάζει σε όλους και να καθοδηγεί τις χώρες στην εγκαθίδρυση της δημοκρατίας. Ένα έθνος μπορεί να επιλέξει εκείνες τις μορφές και μεθόδους εφαρμογής της δημοκρατίας που ταιριάζουν καλύτερα στο κράτος του, με βάση το κοινωνικό και πολιτικό του σύστημα, το ιστορικό του υπόβαθρο, τις παραδόσεις και τα μοναδικά πολιτιστικά χαρακτηριστικά του. Εναπόκειται μόνο στους πολίτες της χώρας να αποφασίσουν εάν το κράτος τους είναι δημοκρατικό.

Έκτον, θεωρούν ότι οι προσπάθειες ορισμένων κρατών να επιβάλουν τα δικά τους “δημοκρατικά πρότυπα” σε άλλες χώρες, να μονοπωλήσουν το δικαίωμα αξιολόγησης του επιπέδου συμμόρφωσης (της κάθε χώρας) σε δημοκρατικά κριτήρια, να χαράξουν διαχωριστικές γραμμές με βάση ιδεολογικούς λόγους, μεταξύ άλλων με τη δημιουργία αποκλειστικών μπλοκ και συμμαχιών ευκαιρίας, αποτελούν παραβίαση της δημοκρατίας και αντίκεινται στο πνεύμα και στις αληθινές αξίες της. Τέτοιες απόπειρες ηγεμονίας αποτελούν σοβαρούς κινδύνους για την παγκόσμια και την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα, υπονομεύουν τη σταθερότητα της παγκόσμιας τάξης.

Έβδομον, πιστεύουν ότι η υπεράσπιση της δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για την άσκηση πίεσης σε άλλες χώρες. Αντιτίθενται στην κατάχρηση των δημοκρατικών αξιών και την παρέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις κυρίαρχων κρατών με το πρόσχημα της προστασίας της δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων και σε κάθε προσπάθεια υποκίνησης διχασμών και αντιπαραθέσεων στον κόσμο. Τα ανθρώπινα δικαιώματα πρέπει να προστατεύονται σύμφωνα με την ειδική κατάσταση σε κάθε χώρα και τις ανάγκες του πληθυσμού της.

Η συμμαχία της Ασίας

Κάναμε εκτενή αναφορά σε εκείνη την κοινή ανακοίνωση Πούτιν-Σι, επειδή ουσιαστικά συνιστά τη βάση της άτυπης, αλλά ουσιαστικής συμμαχίας μεταξύ των δύο μεγάλων δυνάμεων της Ασίας. Κι αυτό αποδείχθηκε στη συνέχεια και από το γεγονός ότι το Πεκίνο –όπως και άλλες μεγάλες χώρες– απέφυγε να καταδικάσει τη ρωσική εισβολή, αλλά κυρίως από το γεγονός ότι η Κίνα έδωσε διέξοδο στις ρωσικές εξαγωγές ενέργειας και πρώτων υλών, έστω κι αν η Ρωσία πουλούσε πετρέλαιο στους Κινέζους με μεγάλη έκπτωση. Και βεβαίως υπήρξε και η συμφωνία της Gazprom με το Πεκίνο για την κατασκευή του τεράστιου αγωγού Soyuz-Vostok που θα μεταφέρει 50 δισ. κυβικά μέτρα ρωσικό φυσικό αέριο ετησίως στη διψασμένη για ενέργεια Κίνα, επιπλέον από τα 38 δισ. που μεταφέρει ο αγωγός Power of Sibyria.

Το Πεκίνο, πάντως, είναι προσεκτικό όλο αυτό το διάστημα στη ρητορική του, αποφεύγοντας την πλήρη ταύτιση με τη Μόσχα. Ο βασικός λόγος είναι ότι –έχοντας μία άλλη σχέση με τον χρόνο για τον οποίο θεωρεί ότι λειτουργεί υπέρ του– δεν θέλει η κρίση στις σχέσεις Δύσης-Ρωσίας να κάνει μετάσταση και στις σχέσεις Δύσης-Κίνας. Από την άλλη πλευρά, όμως, προετοιμάζεται συστηματικά για μία αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ, ακόμα και για το ενδεχόμενο να επιβληθούν και στην Κίνα Δυτικές κυρώσεις με σκοπό τον αποκλεισμό της από τις Δυτικές αγορές. Οι Αμερικανοί, άλλωστε, δεν κρύβουν ποιον θεωρούν αντίπαλό τους και ως εκ τούτου τις προθέσεις τους.

Αυτός είναι βασικός λόγος που ο πρόεδρος Σι παρέκαμψε παραδοσιακές επιφυλάξεις και εμμέσως πλην σαφώς συμμάχησε με τη Ρωσία. Για τον ίδιο λόγο το Πεκίνο επιχειρεί συστηματικά –ειδικά τα τελευταία χρόνια– να ανοίξει νέες αγορές και ευρύτερα νέες δυνατότητες οικονομικής επέκτασης σε Ασία, Αφρική και Λατινική Αμερική. Γι’ αυτό και σταδιακά αλλά σταθερά μειώνει την έκθεση του στο αμερικανικό δημόσιο χρέος. Σήμερα, η Κίνα κατακρατά αμερικανικά ομόλογα ύψους αρκετά μικρότερου από ένα τρισ. δολάρια, ενώ τα συναλλαγματικά της αποθέματα ανέρχονται σε περίπου τρεισήμισι τρισ. δολάρια.

Διαβλέποντας, μάλιστα, τη σχετική απόσυρση των ΗΠΑ από τη Μέση Ανατολή (πριν τον πόλεμο στη Γάζα), οι Κινέζοι είχαν εστιάσει εκεί. Εκτός από το πακέτο γιγαντιαίων συμφωνιών με το Ιράν, αναπτύσσουν γοργά τις σχέσεις του και με τις μοναρχίες του Κόλπου, όπως και με άλλες αραβικές χώρες. Η κινέζικη διπλωματία, μάλιστα, κατάφερε το ακατόρθωτο: να εξομαλύνει τις απολύτως εχθρικές σχέσεις της Τεχεράνης με το Ριάντ, ρυμουλκώντας και με αυτόν τον τρόπο τις μοναρχίες του Κόλπου προς το ευρασιατικό μπλοκ. Κι αν αυτό συνέβαινε πριν, ο πόλεμος στη Γάζα κατά μία έννοια το επιταχύνει.

Παρ’ όλα αυτά, οι ανεπτυγμένες Δυτικές αγορές παραμένουν πολύ σημαντικές για τις κινεζικές εξαγωγές, παρά τα εμπόδια που με διάφορα προσχήματα προσπαθούν να εγείρουν κυρίως οι Αμερικανοί, αλλά και οι Ευρωπαίοι. Από την άλλη πλευρά, όμως, το Πεκίνο αντιλαμβάνεται και την ευρύτερη στρατηγική διάσταση που έχει για την κινέζικη εθνική ασφάλεια η εμφανώς εχθρική στρατηγική των ΗΠΑ, ασχέτως αν δεν επιθυμεί την ολική ρήξη στις σινοαμερικανικές σχέσεις, όπως έδειξε και η πρόσφατη συνάντηση Μπάιντεν-Σι.

Και βεβαίως αντιλαμβάνεται ότι εάν γονατίσει η Ρωσία θα έλθει η σειρά της Κίνας. Ως εκ τούτου, ήταν υποχρεωμένο να μην υποτιμήσει τη γεωπολιτική απειλή στο βωμό του εξαγωγικού εμπορίου. Γι’ αυτό και το Πεκίνο προσπαθεί να τηρεί μία ισορροπία μεταξύ τους, κάνοντας όποτε χρειάζεται τις αναγκαίες προσαρμογές. Η κοινή ανακοίνωση Πούτιν-Σι, όμως, είναι ενδεικτική της αποφασιστικότητας του Πεκίνου να επιλέγει την άτυπη συμμαχία με τη Μόσχα, όταν ο κόμπος φθάνει στο χτένι. Και την επιλέγει, επειδή θεωρεί πως αυτό επιβάλει το στρατηγικό του συμφέρον.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι