Ο Ερντογάν προτείνει στον Πούτιν να τα βρουν στη Λιβύη και να μοιραστούν το πετρέλαιο
03/03/2020Αν και η συνεργασία της Άγκυρας με την Μόσχα στο μεγάλο πρόβλημα της εμφύλιας σύρραξης στην Λιβύη, αποσκοπεί φαινομενικά στην εξεύρεση μίας λύσης που θα τερματίσει τις συγκρούσεις, στην πραγματικότητα προωθεί παράλληλα και την ανάγκη συναίνεσης του Κρεμλίνου στα αμφιλεγόμενα και επικίνδυνα σχέδια της Τουρκίας στην ανατολική Μεσόγειο.
Όμως, ενώ η Ρωσία υποστηρίζει την κυβέρνηση της Βεγγάζης, η Τουρκία έχει συμπαραταχθεί με το καθεστώς της Τρίπολης, προσπαθώντας απεγνωσμένα να αποτρέψει την πτώση του. Ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν επιχειρεί να πείσει την Μόσχα πως, εάν με την συμπαράστασή της επιτύχει μία ειρηνική διευθέτηση, θα προκύψουν τεράστια οφέλη.
Η επιτυχία αυτής της κίνησης συνεπάγεται πως χώρες της Ευρώπης, που συνδέονται στενά με την Λιβύη (δηλαδή η Γαλλία και η Ιταλία), θα δεχθούν ένα ιδιαίτερα σοβαρό πλήγμα. Οι συγκεκριμένες δύο χώρες έχουν εξαιρετικά ισχυρούς δεσμούς στον τομέα της ενέργειας με την Λιβύη, τους οποίους επιθυμούν να ενισχύσουν και να επεκτείνουν. Από την άλλη πλευρά αντιλαμβάνονται πως η Άγκυρα, μέσω ορισμένων τουρκικών ομίλων, έχει στο στόχαστρο της τα λιβυκά αποθέματα αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Όπως είναι ευνόητο ο Τούρκος πρόεδρος επιχειρεί να τις περιθωριοποιήσει, ελπίζοντας να αποκομίσει τεράστια οφέλη από την Λιβύη, με την συνδρομή του Κρεμλίνου. Το μεγάλο πλεονέκτημα, εάν και εφόσον οι Ρώσοι συμπλεύσουν με τα σχέδια του και αποδεχθούν την διεθνώς αμφισβητούμενη συμφωνία του για την τουρκική ΑΟΖ με το καθεστώς της Τρίπολης, επικεντρώνεται στο γεγονός ότι δημιουργούνται νέες και πρωτόγνωρες συνθήκες στην ανατολική Μεσόγειο.
Το κυριότερο χαρακτηριστικό τους απορρέει από τον σχηματισμό δύο εφαπτόμενων και συνεχόμενων θαλασσίων ζωνών, από τις νότιες τουρκικές ακτές έως την θαλάσσια περιοχή της Λιβύης, με κοινή οριοθέτηση. Ο αμφιλεγόμενος διακανονισμός καταπατά κατάφωρα τα ελληνικά δικαιώματα στην περιοχή και διεκδικεί τμήματα της κυπριακής ΑΟΖ.
Ο τουρκικός στόχος και οι εμπλοκές
Οι τουρκικές κινήσεις περιπλέκουν την κατάσταση στην ανατολική Μεσόγειο. Ανατρέπουν τις προσπάθειες να διασφαλισθεί μία έντιμη διευθέτηση των διαφορών της Άγκυρας με τους παραγωγούς φυσικού αερίου στην περιοχή, δηλαδή την Αίγυπτο, το Ισραήλ και ιδιαίτερα την Κύπρο. Όμως και σε πείσμα της κατάφωρης παραβίασης του δικαίου της θάλασσας, ο Τούρκος πρόεδρος δεν υπαναχωρεί, ευελπιστώντας ότι τελικά το Κρεμλίνο θα συμπαραταχθεί με τους σχεδιασμούς του.
Ούτως ή άλλως από την στιγμή που η Κύπρος παραμένει διαμελισμένη και η Τουρκία δεν έχει καμία πρόσβαση στον όμιλο των παραγωγών ενέργειας της ανατολικής Μεσογείου, οι επιλογές της εμφανίζονται δραματικά περιορισμένες. Η μοναδική της διέξοδος εστιάζεται στην αποτροπή, με κάθε μέσον, της υλοποίησης του προγράμματος κατασκευής του υποθαλάσσιου αγωγού EAST MED.
Ο αγωγός αυτός βέβαια έχει τρομερά μεγάλο κόστος και εκφράζονται αμφιβολίες ως προς την βιωσιμότητα του έργου, με δεδομένες τις τρέχουσες χαμηλές τιμές του φυσικού αερίου. Όμως, από την άλλη πλευρά, παγιώνει συμμαχίες που κινούνται σε βάρος των συμφερόντων της Άγκυρας.
Με το πρίσμα αυτό, οι πρωτοβουλίες του Τούρκου προέδρου για την υποστήριξη του καθεστώτος της Τρίπολης αποβλέπουν ουσιαστικά στην δημιουργία προσβάσεων στα αιγυπτιακά, ισραηλινά και ειδικά στα κυπριακά υποθαλάσσια κοιτάσματα φυσικού αερίου. Η Λιβύη σε αυτή την φάση αποτελεί έναν συντελεστή μόχλευσης της ισχύος του προς την συγκεκριμένη κατεύθυνση, με την προϋπόθεση ότι η Μόσχα θα συναινέσει και δεν θα
αποδεχθεί την πτώση της Τρίπολης στις δυνάμεις του στρατηγού Χαλίφα Χαφτάρ.
Οι οικονομικές απαιτήσεις του Ερντογάν
Με το νέο έτος η Άγκυρα επιχειρεί να διασφαλίσει πρόσθετα έσοδα από την Λιβύη, ευελπιστώντας πως θα τα καρπωθεί λόγω της υποστήριξης που παρέχει στο καθεστώς της Τρίπολης. Οι απαιτήσεις της διαμορφώνονται στο ύψος των 2,7 δισεκατομμυρίων δολαρίων και αφορούν αποζημιώσεις προς διάφορες τουρκικές εταιρείες που εμπλέκονται προ του 2011 στην χώρα. Αυτές παραμένουν σε εκκρεμότητα λόγω της ανατροπής του προέδρου Μουαμάρ Καντάφι και της εμφύλιας σύρραξης. που ακολούθησε.
Οι Τούρκοι πιέζουν ασφυκτικά για την άμεση υπογραφή ενός Μνημονίου Κατανόησης (MOU), το οποίο θα καταλήξει σε μία οριστική συμφωνία με το καθεστώς της Τρίπολης για την εκταμίευση των αποζημιώσεων. Σύμφωνα με τους όρους τους, απαιτούν μία εγγυητική επιστολή ύψους 1 δισ. δολαρίων, 500 εκατομμύρια για τις ζημίες μηχανολογικού εξοπλισμού και 1,2 δισ. για τα μη εξυπηρετούμενα χρέη.
Ο Τούρκος πρόεδρος ελπίζει ότι, λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης στην Τρίπολη, θα εξασφαλίσει την ανταλλαγή των οφειλών με προμήθειες αργού σε πολύ χαμηλό κόστος, υποκαθιστώντας το συριακό πετρέλαιο. Προς το παρόν όμως μία διευθέτηση προς την κατεύθυνση αυτή δεν θεωρείται πιθανή, λόγω του ότι οι αντίπαλες δυνάμεις του στρατηγού Χαφτάρ, αποκλείουν από τον Ιανουάριο του 2020 με ταχείς ρυθμούς τα κέντρα εξαγωγών αργού και τις μονάδες άντλησης, διακόπτοντας την παραγωγή.
Σύμφωνα με τον Εθνικό Οργανισμό Πετρελαίου της Λιβύης (National Oil Company-NOC), που ελέγχει το 70% της παραγωγής, από τα 1,3 εκατομμύρια βαρέλια ανά ημέρα, η παραγωγή πλέον φθίνει μετά τα μέσα Ιανουαρίου στα 500.000, στις αρχές Φεβρουαρίου στα 262.000, με άμεση προοπτική να συρρικνωθεί καταθλιπτικά στα 72.000.
Ρωσικές διεισδύσεις
Όπως είναι φυσικά λογικό, οι Ρώσοι δεν αφήνουν ανεκμετάλλευτη την συμπαράσταση τους στον αντίπαλο της Τρίπολης στρατηγό Χαφτάρ και διεισδύουν κατά τα πρότυπα του Ιράκ και της Συρίας στην λιβυκή παραγωγή αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ήδη από τον Δεκέμβριο το 2019, ο όμιλος TATNEFT επαναλαμβάνει τις σεισμικές έρευνες στην λεκάνη της Hamada στην βορειοδυτική Λιβύη, ενώ από τον επόμενο μήνα εμφανίζεται ο γνωστός και μη εξαιρετέος όμιλος ROSNEFT, για να υποστηρίξει νέες ξένες επενδύσεις στην Λιβύη και να αναβαθμίσει την παραγωγή.
Το πλαίσιο συνεργασίας του ρωσικού ομίλου και του λιβυκού NOC προβλέπει συμβάσεις προμήθειας και διαχείρισης πωλήσεων αργού πετρελαίου, όπως και την υλοποίηση νέων στρατηγικών επενδύσεων στον τομέα παραγωγής ενέργειας της Λιβύης. Στην χώρα δραστηριοποιούνται επίσης ο γαλλικός όμιλος TOTAL και ο ιταλικός ENI.
Είναι οι όμιλοι που ο Τούρκος πρόεδρος επιθυμεί διακαώς να περιθωριοποιήσει, λόγω και της εμπλοκής τους στις έρευνες στα υποθαλάσσια κοιτάσματα της Κύπρου. Προς το παρόν δεν θεωρείται πιθανή μία εξέλιξη αυτής της μορφής, με δεδομένο ότι οι αντίπαλοι του καθεστώτος της Τρίπολης ελέγχουν πλέον σχεδόν ολόκληρο το τομέα παραγωγής ενέργειας.
Οικονομική δυσπραγία
Ο Τούρκος πρόεδρος προσπαθεί απεγνωσμένα να διασφαλίσει μερίδιο στον λιβυκό ενεργειακό πλούτο, παρά το γεγονός ότι δεν ευνοείται από τις τρέχουσες συνθήκες. Η απόγνωση πηγάζει και από ένα άλλο οξύτατο πρόβλημα που προκαλείται από την διασπάθιση των συναλλαγματικών αποθεμάτων, στην απελπισμένη απόπειρα στήριξης του εθνικού νομίσματος.
Τον Δεκέμβριο του 2019 τα αποθέματα της κεντρικής τράπεζας μειώνονται σε περίπου 35 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με αναφορά του έγκυρου χρηματοοικονομικού πρακτορείου BLOOMBERG, ενώ στα μέσα Φεβρουαρίου του 2020, σύμφωνα με έρευνα της DEUTSCHE BANK, μειώνονται σε μόλις 8 δισ. Το συγκεκριμένο ποσό συμπεριλαμβάνει και τις υποχρεώσεις εκτός ισολογισμού. Η δεινή κατάσταση υποχρεώνει την Άγκυρα να αξιοποιεί πλέον τα συναλλαγματικά αποθεματικά των 6 συστημικών τραπεζών της χώρας, για να συνεχίσει την στήριξη της τουρκικής λίρας.
Όμως με δεδομένο ότι το δίμηνο Μαρτίου-Απριλίου επιβαρύνεται με ανελαστικές υποχρεώσεις αποπληρωμής χρεωλυσίων ύψους 6 δισ. δολαρίων, η κατάσταση ίσως προσλάβει εκρηκτικές διαστάσεις στο εσωτερικό της, με απρόβλεπτες προς το παρόν συνέπειες. Μία ενδεχόμενη εστιάζεται στον νέο εκβιασμό της ΕΕ, με αιχμή το μεταναστευτικό, για να εξασφαλισθεί γενναία οικονομική υποστήριξη.