Ο Μιρσχάιμερ για το πού οδηγεί ο πόλεμος στην Ουκρανία – Τρίτο Μέρος
10/07/2023Συνεχίζοντας με το άρθρο-μελέτη του Αμερικανού καθηγητή Τζον Μιρσχάιμερ (δημοσιεύτηκε στο έγκριτο γερμανικό Cicero” στις 5-7-2023) το τρίτο μέρος είναι αφιερωμένο στην στρατιωτική πτυχή. «Όσον αφορά τα γεγονότα στο πεδίο της μάχης, ο πόλεμος έχει εξελιχθεί σε πόλεμο φθοράς, με πρωταρχικό μέλημα κάθε πλευράς να αιμορραγεί την άλλη πλευρά για να την αναγκάσει να παραδοθεί… Φυσικά, και οι δύο πλευρές ενδιαφέρονται επίσης για την κατάκτηση εδάφους, αλλά αυτός ο στόχος είναι δευτερεύουσας σημασίας σε σχέση με τη φθορά της άλλης πλευράς».
Ξεκινώντας με το δεύτερο εξάμηνο του 2022 ο Μιρσχάιμερ διαπιστώνει ότι «ο ουκρανικός στρατός είχε το πάνω χέρι και μπόρεσε να ανακαταλάβει περιοχές από τη Ρωσία στο Χάρκοβο και στη Χερσώνα. Αλλά η Ρωσία απάντησε σε αυτές τις ήττες, κινητοποιώντας 300.000 επιπλέον στρατιώτες, αναδιάρθρωσε τον στρατό της, μίκρυνε τις γραμμές του μετώπου της και διδάχθηκε από τα λάθη της».
Αντίθετα, το 2023 «το επίκεντρο των μαχών ήταν στην ανατολική Ουκρανία, ειδικά στις περιοχές του Ντόνετσκ και της Ζαπορόζιε. Οι Ρώσοι είχαν φέτος το πάνω χέρι, κυρίως επειδή έχουν ένα σημαντικό πλεονέκτημα στο πυροβολικό, το βασικό όπλο στον πόλεμο φθοράς». Ειδικότερα, «το πλεονέκτημα της Μόσχας φάνηκε στη μάχη του Μπαχμούτ, η οποία έληξε με την κατάληψη της πόλης από τους Ρώσους στα τέλη Μαΐου (2023). Αν και οι ρωσικές δυνάμεις χρειάστηκαν δέκα μήνες για να αποκτήσουν τον έλεγχο του Μπαχμούτ, προκάλεσαν μεγάλες απώλειες στις ουκρανικές δυνάμεις με το πυροβολικό τους».
Για την ουκρανική αντεπίθεση που ξεκίνησε λίγο αργότερα, στις 4 Ιουνίου, σε περιοχές του Ντόνετσκ και της Ζαπορόζιε, ο Μερσχάιμερ υποστηρίζει πως ο στόχος των Ουκρανών είναι «να διαπεράσουν τις ρωσικές άμυνες, να καταφέρουν ένα οδυνηρό πλήγμα στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις και να ανακαταλάβουν ένα σημαντικό τμήμα της ουκρανικής επικράτειας που βρίσκεται τώρα υπό ρωσικό έλεγχο». Στόχος είναι «να επαναληφθούν οι επιτυχίες της Ουκρανίας στο Χάρκοβο και τη Χερσώνα το 2022».
Μετά έναν μήνα από την έναρξη της ουκρανικής αντεπίθεσης, ο Μιρσχάιμερ συμφωνεί με όσα είναι διεθνώς παραδεκτά: «Μέχρι τώρα ο ουκρανικός στρατός δεν έχει σχεδόν καμία πρόοδο στην υλοποίηση αυτών των στόχων. Αντ’ αυτού έχει εμπλακεί σε θανατηφόρες μάχες φθοράς με τις ρωσικές δυνάμεις. Το 2022, η Ουκρανία ήταν επιτυχής στις εκστρατείες του Χάρκοβο και της Χερσώνας, επειδή ο στρατός της πολέμησε εναντίον μικρότερων σε αριθμό και καταπονημένων ρωσικών δυνάμεων. Αυτό δεν συμβαίνει σήμερα. Η Ουκρανία επιτίθεται σε καλά προετοιμασμένες ρωσικές αμυντικές γραμμές. Αλλά ακόμα κι αν οι ουκρανικές δυνάμεις διαπεράσουν αυτές τις άμυνες, τα ρωσικά στρατεύματα θα σταθεροποιήσουν γρήγορα το μέτωπο και οι μάχες θα συνεχιστούν. Οι Ουκρανοί βρίσκονται σε μειονεκτική θέση σε αυτές τις αψιμαχίες καθώς οι Ρώσοι έχουν σημαντική δύναμη πυρός».
Σενάρια για το αύριο
Ο Μιρσχάιμερ εξετάζει τις πιθανές εξελίξεις του πολέμου φθοράς, θεωρώντας ότι τελικός νικητής θα είναι η Ρωσία, «πράγμα που σημαίνει ότι τελικά θα προσαρτήσει σημαντικά τμήματα της ουκρανικής επικράτειας, αφήνοντας την Ουκρανία ως ένα δυσλειτουργικό συρρικνωμένο κράτος». Προφανώς, σε περίπτωση που επαληθευτούν οι προβλέψεις του, αυτό θα ισοδυναμούσε με «βαριά ήττα για την Ουκρανία και τη Δύση».
Ωστόσο, στον πόλεμο αυτόν –όπως διαπιστώνει– «μια ρωσική νίκη μειώνει σημαντικά την απειλή πυρηνικού πολέμου, καθώς η πυρηνική κλιμάκωση είναι πολύ πιθανή όταν οι ουκρανικές δυνάμεις πετύχουν νίκες στο πεδίο της μάχης και απειλούν να ανακαταλάβουν όλες ή τις περισσότερες περιοχές που απώλεσε το Κίεβο υπέρ της Μόσχας. Η ρωσική ηγεσία σίγουρα θα εξετάσει σοβαρά τη χρήση πυρηνικών όπλων για να σώσει την κατάσταση». Στην περίπτωση που η πρόβλεψή του για ρωσική νίκη διαψευστεί και «ο ουκρανικός στρατός αποκτούσε το πάνω χέρι και άρχιζε να ωθεί τις ρωσικές δυνάμεις προς τα ανατολικά» θεωρεί πως «η πιθανότητα χρήσης πυρηνικών όπλων θα αυξανόταν σημαντικά».
Πού, όμως, βασίζει ο Μιρσχάιμερ τον ισχυρισμό του ότι πιθανότερο είναι τον πόλεμο να κερδίσουν οι Ρώσοι; Κατ’ αρχάς σημειώνει πως στόχος ενός πολέμου φθοράς «είναι να φθείρει τις δυνάμεις της άλλης πλευράς σε σημείο που αυτές είτε εγκαταλείπουν τη μάχη είτε είναι τόσο αποδυναμωμένες που δεν μπορούν πλέον να υπερασπιστούν την αμφισβητούμενη περιοχή». Για τον Αμερικανό καθηγητή «το ποιος θα νικήσει σ’ έναν πόλεμο φθοράς εξαρτάται ουσιαστικά από τρεις παράγοντες: την ισορροπία της αποφασιστικότητας (balance of resolve) μεταξύ των δύο πλευρών, την ισορροπία του πληθυσμού και την αναλογία των απωλειών». Η εκτίμησή του είναι ότι «οι Ρώσοι έχουν ένα αποφασιστικό πλεονέκτημα στον πληθυσμό και ένα ξεχωριστό πλεονέκτημα στην αναλογία των απωλειών».
Ως προς την “ισορροπία της αποφασιστικότητας”, ο Μιρσχάιμερ θεωρεί πως αφού και «οι δύο πλευρές είναι αποφασισμένες να κερδίσουν τον πόλεμο, αντιμετωπίζοντας και οι δύο μια “υπαρξιακή απειλή”, δεν υπάρχει μεγάλη διαφορά στην αποφασιστικότητά τους». Διαφορετικά είναι όμως τα πράγματα σε σχέση με τον πληθυσμό: «Όσον αφορά στον πληθυσμό, πριν ξεκινήσει ο πόλεμος τον Φεβρουάριο 2022, η Ρωσία είχε πλεονέκτημα περίπου 3,5:1. Από τότε, η σχέση έχει αλλάξει αισθητά υπέρ της Ρωσίας. Περίπου οκτώ εκατομμύρια Ουκρανοί έχουν εγκαταλείψει τη χώρα, μειώνοντας τον πληθυσμό της Ουκρανίας. Περίπου τρία εκατομμύρια από αυτούς τους μετανάστες πήγαν στη Ρωσία και αύξησαν τον πληθυσμό της χώρας. Επιπλέον, περίπου τέσσερα εκατομμύρια άλλοι Ουκρανοί πολίτες είναι πιθανό να ζουν στις περιοχές που ελέγχει τώρα η Ρωσία, γεγονός που μετατοπίζει περαιτέρω την πληθυσμιακή ισορροπία προς όφελος της Ρωσίας. Η πρόσθεση αυτών των αριθμών μαζί δίνει στη Ρωσία ένα πληθυσμιακό πλεονέκτημα περίπου 5:1».
Ο επιτιθέμενος είναι και αμυνόμενος
Ως προς την τρίτη παράμετρο, την αναλογία των θυμάτων μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων, που ήταν αμφιλεγόμενη ήδη από την αρχή του πολέμου, ο Μιρσχάιμερ διαπιστώνει ότι «η τρέχουσα άποψη στην Ουκρανία και στη Δύση είναι ότι τα θύματα και στις δύο πλευρές είναι είτε περίπου τα ίδια είτε ότι οι Ρώσοι έχουν υποστεί περισσότερες απώλειες από τους Ουκρανούς».
Για παράδειγμα αναφέρει τον επικεφαλής του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας της Ουκρανίας, Oleksiy Danilov, ο οποίος «έφτασε στο σημείο να ισχυριστεί ότι στη μάχη του Μπαχμούτ οι Ρώσοι έχασαν 7,5 στρατιώτες για κάθε Ουκρανό στρατιώτη». Ισχυρισμοί που προφανώς, κατά τον Μιρσχάιμερ, «είναι ψευδείς», αφού «οι ουκρανικές δυνάμεις υπέστησαν σίγουρα πολύ περισσότερες απώλειες από τους Ρώσους και μάλιστα για έναν λόγο: η Ρωσία διαθέτει πολύ περισσότερο πυροβολικό από την Ουκρανία… Η αναλογία 2:1 υπέρ της Ρωσίας είναι μια συντηρητική εκτίμηση».
Δέχεται, επίσης, πως θα μπορούσε κάποιος να αμφισβητήσει αυτή την ανάλυσή του για δύο λόγους: Πρώτον, ισχυριζόμενος «ότι η Ρωσία είναι ο επιτιθέμενος και ότι ο επιτιθέμενος υφίσταται πάντα πολύ μεγαλύτερες απώλειες από τον αμυνόμενο, ειδικά όταν οι επιτιθέμενες δυνάμεις συμμετέχουν σε ευρείες μετωπικές επιθέσεις, κάτι που συχνά αναφέρεται ως Modus Operandi του ρωσικού στρατού». Και δεύτερον ότι «ο επιτιθέμενος βρίσκεται σε ανοιχτό χώρο και σε κίνηση, ενώ ο αμυνόμενος αγωνίζεται κυρίως από σταθερές θέσεις που παρέχουν καλή κάλυψη». Μια λογική που «βρίσκεται στον περίφημο εμπειρικό κανόνα 3:1 που αναφέρει ότι μια επιτιθέμενη στρατιωτική δύναμη για να κερδίσει μια μάχη χρειάζεται τουλάχιστον τρεις φορές περισσότερους στρατιώτες από όσους ο αμυνόμενος».
Ωστόσο, πιστεύει ότι για δύο λόγους «αυτό το επιχείρημα είναι προβληματικό όταν εφαρμόζεται στον πόλεμο της Ουκρανίας»: Πρώτον, επειδή «δεν ήταν μόνο οι Ρώσοι που ξεκίνησαν επιθετικές εκστρατείες κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου». Αντίθετα, «οι Ουκρανοί εξαπέλυσαν τον περασμένο χρόνο δύο μεγάλες επιθέσεις που είχαν ως αποτέλεσμα νίκες που έλαβαν μεγάλη δημοσιότητα: την επίθεση στο Χάρκοβο τον Σεπτέμβριο του 2022 και την επίθεση στη Χερσώνα, μεταξύ Αυγούστου και Νοεμβρίου 2022. Αν και οι Ουκρανοί σημείωσαν σημαντικά εδαφικά κέρδη και στις δύο εκστρατείες, το ρωσικό πυροβολικό πρόσθεσε μεγάλες απώλειες στις επιτιθέμενες δυνάμεις. Οι Ουκρανοί μόλις εξαπέλυσαν άλλη μια μεγάλη επίθεση στις 4 Ιουνίου κατά των ρωσικών δυνάμεων, οι οποίες είναι πολυάριθμες και πολύ καλύτερα προετοιμασμένες από αυτές που πολέμησαν οι Ουκρανοί στο Χάρκοβο και στη Χερσώνα».
Δεύτερον, επειδή «η διάκριση μεταξύ επιτιθέμενων και υπερασπιστών σε μια μεγάλη μάχη δεν είναι συνήθως στη λογική του άσπρου-μαύρου. Όταν ένας στρατός επιτίθεται σε έναν άλλο, ο αμυνόμενος εξαπολύει πάντα μια αντεπίθεση. Με άλλα λόγια: Ο αμυνόμενος περνάει στην επίθεση και ο επιτιθέμενος στην άμυνα. Κατά τη διάρκεια μιας παρατεταμένης μάχης, κάθε πλευρά είναι πιθανό να κάνει πολλές επιθέσεις και αντεπιθέσεις και να υπερασπιστεί σταθερές θέσεις. Αυτό το μπρος-πίσω εξηγεί γιατί η αναλογία των απωλειών σε μάχες στον Αμερικανικό Εμφύλιο και τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι συχνά περίπου η ίδια και όχι υπέρ του στρατού, που ξεκίνησε αμυνόμενος. Στην πραγματικότητα, ο στρατός που χτυπά πρώτος έχει περιστασιακά λιγότερες απώλειες από τον στρατό στόχο. Εν συντομία: Η άμυνα είναι κατά κανόνα συνδεδεμένη με την επίθεση».
Αύριο το τέταρτο μέρος