Ποια μοντέλα πολέμου συγκρούονται σήμερα στον Λίβανο
07/10/2024Ένα χρόνο μετά την έναρξη του πολέμου στη Γάζα και με την ισραηλινή εισβολή στον Λίβανο να συνεχίζεται, είναι χρήσιμο να εξετάσουμε την εξέλιξη των αραβοϊσραηλινών πολέμων. Μετά την ίδρυση του Ισραήλ (1948) έγινε ο πρώτος πόλεμος. Οι γειτονικές αραβικές χώρες δεν κατάφεραν να το νικήσουν, με αποτέλεσμα το Ισραήλ να καταλάβει περισσότερα εδάφη από εκείνα που προέβλεπε το Σχέδιο Διχοτόμησης της Παλαιστίνης του ΟΗΕ.
Περίπου 700.000 Παλαιστίνιοι εγκατέλειψαν τις εστίες τους και εγκαταστάθηκαν σε στρατόπεδα προσφύγων σε Ιορδανία και Λίβανο. Από τότε, εκτός από τους πολέμους (1956, 1967, 1973 και 1982) μεταξύ συμβατικών στρατών, σταθερό χαρακτηριστικό της σύγκρουσης, είναι οι ανορθόδοξες ενέργειες των Αράβων, μέχρι σήμερα. Ο πόλεμος τον Οκτώβριο 1973 και ειδικά οι μάχες στο Γκολάν, όπου η λυσσαλέα και νικηφόρα αντίσταση λίγων ισραηλινών τεθωρακισμένων ταξιαρχιών εναντίον ενός συριακού στρατού εξοπλισμένου και οργανωμένου με σοβιετικό τρόπο, προσέλκυσε διεθνές ενδιαφέρον.
Οι Αμερικανοί μελέτησαν τον πόλεμο και είδαν το Γκολάν ως μοντέλο κλίμακας για το τι θα συνέβαινε στη Δυτική Ευρώπη, σε περίπτωση σοβιετικής επίθεσης. Μελετήθηκε ακόμη και η ενδεχόμενη χρήση πυρηνικών όπλων, όπως έχει αναλυθεί σε προηγούμενο άρθρο. Αυτές οι μελέτες επηρέασαν τη σκέψη που οδήγησε τους Αμερικανούς στο δόγμα της “Αεροχερσαίας Μάχης” το 1982, όταν το Ισραήλ ξεκινούσε την επιχείρηση “Ειρήνη για τη Γαλιλαία” στον Λίβανο.
Η επιχείρηση (ξεκίνησε στις 6/6/1982) απεικονίζει την ισραηλινή έκδοση της “Αεροχερσαίας Μάχης”. Στις 9/6, συνδυάζοντας επιτήρηση drone, ηλεκτρονική ανίχνευση, αερομεταφερόμενο συντονισμό, παρεμβολές και όπλα αντιραντάρ, οι Ισραηλινοί εντόπισαν, τύφλωσαν, παρέλυσαν και κατέστρεψαν τη συριακή αεράμυνα. Απέκτησαν αεροπορική κυριαρχία, την οποία διατηρούν στην περιοχή μέχρι σήμερα. Χάρη στο βελτιωμένο πυροβολικό, ικανό για πιο ακριβείς και σε βάθος προσβολές, διέθεταν συντριπτική δύναμη κρούσης, την οποία έθεσαν στην υπηρεσία έξι τεθωρακισμένων μεραρχιών, μεταμορφωμένων σε βαριές, πανίσχυρες φάλαγγες συνδυασμένων όπλων.
Ο πρωταρχικός στόχος της επιχείρησης ήταν να καταστρέψει την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ), που ήταν εγκατεστημένη στο νότιο Λίβανο και επιτιθόταν στο βόρειο Ισραήλ με ρουκέτες ή καταδρομικές διεισδύσεις. Η ΟΑΠ, είχε κάνει το λάθος να οργανωθεί σε κλασικού τύπου μηχανοκίνητη μεραρχία, η οποία διαλύθηκε και σε λίγες μέρες, ό,τι απέμεινε αναγκάστηκε να αποσυρθεί στη Βηρυτό. Το ίδιο συνέβη και με τις δύο συριακές τεθωρακισμένες μεραρχίες, που βρίσκονταν τότε στον Λίβανο. Στα τέλη Ιουνίου ήταν σαφές ότι κανένας στρατός δεν μπορούσε να αντιταχθεί στην ισραηλινή εκδοχή της “Αεροχερσαίας Μάχης”, πολεμώντας με τον ίδιο τρόπο. Αυτό ισχύει μέχρι σήμερα.
Το νέο μοντέλο ανταρτοπολέμου
Επειδή ο εχθρός έχει πάντα μία ψήφο, οι Άραβες στο Λίβανο, συνειδητοποίησαν ότι έπρεπε να βρουν άλλον τρόπο για να αντιπαρατεθούν στο Ισραήλ. Προσπάθησαν να αποφύγουν τα δυνατά και να εκμεταλλευτούν τα αδύνατα σημεία του αντιπάλου, καταφεύγοντας σε ανταρτοπόλεμο, διαφορετικό όμως από εκείνον του Μάο Τσε Τουγκ: Πρώτον, επειδή ο αντίπαλος διέθετε συντριπτική ισχύ πυρός, “εγκατέλειψαν” το πεδίο της μάχης με την παραδοσιακή έννοια και κατέφυγαν σε τζαμιά, λαϊκές αγορές, πολυσύχναστα μέρη στις πόλεις κλπ.
Η συντριπτική ισχύς πυρός, ακόμα και όταν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί, οδηγούσε σε καταστροφή η οποία ήταν αντιπαραγωγική λόγω παράπλευρων απωλειών. Δεύτερον, λόγω των τεράστιων δυνατοτήτων πληροφοριών, αναγνώρισης και επιτήρησης του εχθρού, το πεδίο μάχης έγινε “διαφανές”, οπότε οι αντάρτες αναζήτησαν τρόπους για να μην προσφέρουν στόχους. Οι Αμερικανοί, μετά τις αρχικές επιτυχίες σε Αφγανιστάν και Ιράκ, αντιμετώπισαν ανταρτοπόλεμο με παρόμοια χαρακτηριστικά.
Οι αντάρτες στο Λίβανο προχώρησαν σε τρείς κυρίως ενέργειες:
- Για να αντιταχθούν στις αεροπορικές επιδρομές, οχυρώθηκαν στο υπέδαφος, κατασκευάζοντας σήραγγες, καθώς και στις πόλεις.
- Παρατήρησαν ότι –χάρη στο μικρό αποτύπωμά του και τις δυνατότητες διείσδυσης– το ελαφρό πεζικό ήταν πιο αποτελεσματικό εναντίον των Ισραηλινών. Εξοπλισμένοι με σύγχρονα αντιαρματικά, σχημάτιζαν ομάδες που τότε ονομαζόταν στην Ευρώπη “τεχνοαντάρτες”, ικανές να παρενοχλούν τις ισχυρές ισραηλινές δυνάμεις και να επιτίθενται μέσω διεισδύσεων.
- Ανακάλυψαν τους βαλλιστικούς πυραύλους μαζικής παραγωγής από την ΕΣΣΔ – οι μικρού βεληνεκούς FROG-7 και η οικογένεια Scud. Οι βαλλιστικοί πύραυλοι (τα “πυρηνικά των φτωχών”), έχουν δε το πλεονέκτημα ότι είναι πολύ γρήγοροι για να αναχαιτιστούν.
Η ακρίβεια των παλιών ήταν μικρή, αλλά μπορούσαν να προσβάλουν πόλεις με συμβατική γόμωση σχεδόν ενός τόνου εκρηκτικών. Υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχουν αρκετοί, αυτή η ισχύς πυρός μπορεί να αποτελέσει την αποτροπή των αδυνάμων, επειδή μπορούν να προκαλέσουν αφόρητες απώλειες αμάχων και να επιβεβαιώσουν την αποφασιστικότητα να συνεχιστεί ο αγώνας. Συρία, Ιράκ και Ιράν εξοπλίστηκαν με οπλοστάσιο πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς, που βελτιώνονται συνεχώς χάρη στις νέες τεχνολογίες πληροφορικής. Το αποτέλεσμα των τριών αυτών ενεργειών οδήγησε στο μοντέλο “Σήραγγες-Καταδρομείς-Πύραυλοι”.
Η στρατιωτική ανάπτυξη της Χεζμπολάχ
Ο Λίβανος τη δεκαετία του 1980 ήταν θέατρο καινοτομιών από την πλευρά των οργανώσεων. Η Χεζμπολάχ (ιδρύθηκε το 1982 με τη βοήθεια Ιράν και Συρίας) ξεκίνησε διεξάγοντας έναν εντυπωσιακό αγώνα, χρησιμοποιώντας φορτηγά γεμάτα με τόνους εκρηκτικών, που οδηγούσαν βομβιστές αυτοκτονίας. Πραγματοποίησε 11 τέτοιες επιθέσεις, στοχεύοντας ισραηλινές δυνάμεις, την αμερικανική πρεσβεία στη Βηρυτό, καθώς και αμερικανικά και γαλλικά τμήματα της Πολυεθνικής Δύναμης. Τα αποτελέσματα ήταν τρομερά, τόσο από άποψη τακτικής (συνολικά περισσότεροι από 500 νεκροί) όσο και στρατηγικής, ιδίως με την ταπεινωτική απόσυρση της Πολυεθνικής Δύναμης.
Αυτό αποδεικνύει ότι μια ομάδα αποφασισμένων μπορεί να γονατίσει πανίσχυρους στρατούς. Οι τζιχαντιστικές οργανώσεις υιοθέτησαν την τακτική των επιθέσεων αυτοκτονίας. Η Χεζμπολάχ επίσης πραγματοποίησε αεροπειρατείες και συνέλαβε δυτικούς ομήρους για ανταλλαγή με κρατουμένους. Ενώ ο ισραηλινός στρατός είχε εστιάσει από το 1985, στη διαχείριση μιας ουδέτερης ζώνης στο νότιο Λίβανο, η Χεζμπολάχ δημιούργησε αντάρτικη δύναμη, χρησιμοποιώντας βάσεις στην κοιλάδα Μπεκάα. Η δύναμη αυτή ενεργούσε αποκεντρωμένα με ομάδες διείσδυσης. Αυτές, ολοένα και καλύτερα εκπαιδευμένες και εξοπλισμένες, διέθεταν αντιαεροπορικούς πυραύλους SAM-7 και αντιαρματικούς πυραύλους AT-3 και AT-4, φτάνοντας στο καθεστώς του “τεχνοαντάρτη”.
Η Χεζμπολάχ ήταν η πρώτη που έκανε εκτεταμένη χρήση αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών, ως όπλο παρενόχλησης. Με την πάροδο του χρόνου, αυτοί εξελίσσονταν και κατέληξαν να ευθύνονται για την πλειονότητα των ισραηλινών απωλειών στο νότιο Λίβανο. Η χρήση τους μείωσε την ικανότητα ελιγμών των ισραηλινών δυνάμεων, οι οποίες βρέθηκαν περιχαρακωμένες και απομονωμένες. Η Χεζμπολάχ απέκτησε επίσης οπλοστάσιο ρουκετών μικρού βεληνεκούς, τις οποίες χρησιμοποίησε εναντίον ισραηλινών βάσεων και του βόρειου Ισραήλ.
Κουρασμένο από τον πόλεμο, το Ισραήλ εκκένωσε τον νότιο Λίβανο το 2000, δίνοντας προτεραιότητα στην προστασία που προσέφερε ένα φράγμα ασφαλείας στα σύνορα και στις ενέργειες από απόσταση. Η Χεζμπολάχ κατέλαβε οριστικά το εγκαταλελειμμένο έδαφος, εδραιώθηκε ως παρακράτος και μεταμορφώθηκε στρατιωτικά, ενεργώντας με βάση το μοντέλο “Σήραγγες-Καταδρομείς-Πύραυλοι”, πάντα με τη βοήθεια του Ιράν και της Συρίας.
Ο πόλεμος του 2006 στον Λίβανο
Η σύγκρουση μεταξύ των δύο στρατιωτικών μοντέλων έλαβε χώρα τελικά στον Λίβανο τον Ιούλιο 2006, μετά από μια επιτυχημένη διείσδυση καταδρομέων της Χεζμπολάχ, οι οποίοι έστησαν ενέδρα στο ισραηλινό έδαφος, σκοτώνοντας τρεις και αιχμαλωτίζοντας δύο στρατιώτες. Ενώ η προσοχή ήταν εστιασμένη στη Γάζα, η ισραηλινή κυβέρνηση άδραξε την ευκαιρία για να προσπαθήσει –σύμφωνα με το νέο της δόγμα– να προκαλέσει βαριά πλήγματα στη Χεζμπολάχ με βομβαρδισμούς και χερσαίες επιδρομές, ώστε να την εξουδετερώσει για χρόνια.
Οι βαλλιστικοί πύραυλοι της Χεζμπολάχ, λοιπόν, δεν απέτρεψαν το Ισραήλ. Μολονότι οι πύραυλοι βελτιώθηκαν πολύ, η ισραηλινή αντιπυραυλική άμυνα προχώρησε πιο γρήγορα, όπως φάνηκε όταν οι 40 ιρακινοί Scuds έπεσαν στο Ισραήλ το 1990. Το 2006, το Ισραήλ ήταν ικανό να αναχαιτίζει βαλλιστικούς πυραύλους, με αποτέλεσμα η προληπτική δράση να γίνεται δελεαστική. Η επιχείρηση του 2006 ξεκίνησε με αεροπορική εκστρατεία για εξουδετέρωση των πυραύλων. Η Χεζμπολάχ, όμως, κατάφερε να εκτοξεύει 100 ρουκέτες κάθε μέρα στο βόρειο τμήμα του Ισραήλ, και η ισραηλινή ανταπόδοση δεν ήταν ακριβής για να εξαλείψει την απειλή. Επομένως, η χερσαία εμπλοκή κατέστη αναπόφευκτη.
Το μοντέλο “Αεροχερσαίας Μάχης” απαιτεί μεγάλη ικανότητα για αποτελεσματικό συντονισμό των επιμέρους στοιχείων του. Αν και ο ισραηλινός στρατός είχε τα μέσα, είχε απωλέσει τις δεξιότητες για την αποτελεσματική διεξαγωγή του. Για χρόνια ήταν αφοσιωμένος στην καταπολέμηση μυστικών παλαιστινιακών οργανώσεων, ενώ για λόγους οικονομίας είχαν μειωθεί οι ασκήσεις των εφέδρων. Επίσης για πρώτη, και μάλλον τελευταία φορά, αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων ήταν πτέραρχος.
Μεταξύ της υπερβολικής προσοχής για αποφυγή απωλειών, του κακού συντονισμού των δυνάμεων και του επιμελητειακού χάους, ο πόλεμος αποκάλυψε ότι ο ισραηλινός στρατός δεν ήταν σε θέση να εφαρμόσει σωστά το μοντέλο “Αεροχερσαίας Μάχης”. Αντίθετα, το αμυντικό μοντέλο της Χεζμπολάχ, λειτούργησε επαρκώς. Μετά από 33 ημέρες, οι ισραηλινές δυνάμεις έφτασαν στις προσβάσεις του ποταμού Λιτάνι, αλλά συνέχισαν να προσβάλλονται από το πεζικό της Χεζμπολάχ, ενώ οι ρουκέτες συνέχισαν να πέφτουν καθημερινά στο Ισραήλ.
Ο σημερινός πόλεμος
Ο σημερινός πόλεμος διεξάγεται μεταξύ των δύο μοντέλων, τα οποία δεν έχουν αλλάξει από το 2006, αλλά έχουν βελτιωθεί. Παρά τη μείωση των μέσων του, ο ισραηλινός στρατός έχει εργαστεί σκληρά για να ανακτήσει τις δεξιότητες του πολέμου υψηλής έντασης, τις οποίες δοκίμασε το 2008, το 2014 και ειδικά το 2023-2024 στη Γάζα. Η Χαμάς υιοθέτησε επίσης το μοντέλο “Σήραγγες-Καταδρομείς-Πύραυλοι”. Η μείωση του όγκου των ισραηλινών δυνάμεων, οδήγησε σε πόλεμο εναντίον της με διαδοχικές προσπάθειες κι όχι με μία ενέργεια, γεγονός που επιβράδυνε τις επιχειρήσεις.
Καθώς η επιχείρηση “Βόρειο Βέλος” συνεχίζεται κατά της Χεζμπολάχ, ο ισραηλινός στρατός βρίσκεται στο απόγειο των δυνατοτήτων του, με περίπου 20 ενεργές ή εφεδρικές ταξιαρχίες ελιγμών, έμπειρες και εξοικειωμένες στην εφαρμογή της “Αεροχερσαίας Μάχης”, καθώς και με απαράμιλλη ισχύ πυρός. Προϋπόθεση ωστόσο είναι ότι θα συνεχίσει ο εφοδιασμός του με πυρομαχικά από τις ΗΠΑ. Η Χεζμπολάχ, από την πλευρά της, είναι πιο ισχυρή και πιο ώριμη από το 2006 και με δομή εξαιρετικά αποκεντρωμένη.
Ωστόσο, δεν είναι γνωστό σε ποιο βαθμό η έκρηξη στους βομβητές και ασυρμάτους της έχει αποδυναμώσει το σύστημα διοίκησής της, επηρεάζοντας τις δυνατότητές της. Περιμένοντας να δούμε πως θα λειτουργήσουν τα δύο μοντέλα, η ισραηλινή αποφασιστικότητα είναι προφανής. Υπόψη, ότι ένα κράτος χάνει όταν δεν κερδίζει, ενώ μια παραστρατιωτική οργάνωση κερδίζει εφόσον δεν ηττάται.