ΘΕΜΑ

Πως ο Μπάιντεν αναγνώρισε τη Γενοκτονία των Αρμενίων – Το παρασκήνιο

Πως ο Μπάιντεν αναγνώρισε τη Γενοκτονία των Αρμενίων – Το παρασκήνιο

«Θυμόμαστε τις ζωές όλων εκείνων που πέθαναν στην Γενοκτονία των Αρμενίων της οθωμανικής εποχής και δεσμευόμαστε να αποτρέψουμε την επανάληψη μιας τέτοιας θηριωδίας…». Αυτά είναι τα λόγια που ξεστόμισε ο Τζο Μπάϊντεν για την Ημέρα Μνήμης των Αρμενίων. Έτσι, αποκατέστησε –έστω με καθυστέρηση ενός αιώνα– μια ιστορική αλήθεια και δικαίωσε τον αγώνα των απανταχού Αρμενίων. Έναν αγώνα που διήρκησε δεκαετίες και συνάντησε ουκ ολίγα αναχώματα.

Αν και είχε προαναγγελθεί, η κίνηση αυτή και πάλι έκανε αίσθηση. Δεν είναι μόνο ότι αποτέλεσε ιστορική στιγμή για τους 1.500.000 Αρμενίους που ζουν στις ΗΠΑ, αλλά και για την αρμενική διασπορά διεθνώς. Από το Λος Άντζελες μέχρι τον Λίβανο, από τη Γαλλία μέχρι τη Ρωσία, από τη Βρετανία μέχρι την Ελλάδα, οι Αρμένιοι περίμεναν εδώ και πολλές δεκαετίες αυτή τη στιγμή.

Η αναγνώριση της Γενοκτονίας από την κυβέρνηση των ΗΠΑ είχε επανειλημμένως φτάσει στα παρά πέντε. Πάντοτε, όμως οι πιέσεις της Τουρκίας λειτουργούσαν καταλυτικά και την τελευταία στιγμή ανέτρεπαν υποσχέσεις που είχαν δοθεί. Η Άγκυρα το πήρε βαριά, επειδή δεν είχε μέχρι σήμερα συνηθίσει να χάνει στο γήπεδο της αμερικανικής πολιτικής σκηνής.

Ο πρόεδρος Μπάιντεν αποτέλεσε την εξαίρεση και έκανε τη διαφορά, σπάζοντας το μοτίβο των προκατόχων του. Τήρησε την προεκλογική υπόσχεση, που είχε δώσει πολλά χρόνια νωρίτερα στην αρμενική κοινότητα, αλλά και σε Αμερικανούς, οι οποίοι είναι ιδιαίτερα ευαισθητοποιημένοι για το ζήτημα. Στο πλαίσιο της προεκλογικής του εκστρατείας το 2019, είχε βρεθεί στην Βοστώνη. Εκεί είχε συναντήσει τον πρόεδρο της Αρμένικης Συνέλευσης της Αμερικής Άντονι Μπαρσαμιάν. Μαρτυρίες λένε ότι τον προσέγγισε με δική του πρωτοβουλία, αναφερόμενος στο επίμαχο ζήτημα.

Μετά την εκλογή του, πρόσωπα-κλειδιά έλαβαν τηλεφωνήματα από συνεργάτες του Μπάϊντεν, μεταξύ των οποίων και από τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών για τις Ευρωπαϊκές και Ευρασιατικές Υποθέσεις. Για καλό και για κακό, η αρμενική οργάνωση Peace of Art φρόντισε να θυμίσει στο νεοεκλεγέντα πρόεδρο την υπόσχεσή του. Διεξήγαγε καμπάνια σε πολυσύχναστους αυτοκινητόδρομους, σε διάφορες πόλεις της Μασαχουσέτης, με το μήνυμα: «Κύριε Πρόεδρε, με τιμή, αξιοπρέπεια και θάρρος, αναγνωρίστε τη Γενοκτονία των Αρμενίων».

Το λάθος της κυβέρνησης Ομπάμα

Όλοι οι εμπλεκόμενοι, άλλωστε, γνώριζαν ότι τόσο ο πρόεδρος, όσο και οι συνεργάτες του ήταν εξαρχής αποφασισμένοι να προχωρήσουν στην αναγνώριση. Είχαν εκφράσει, μάλιστα, και τη μεταμέλειά τους για το γεγονός ότι άργησαν τόσο. Εξάλλου, πολλοί από αυτούς βρίσκονταν και στην κυβέρνηση Ομπάμα, η οποία στην τελική ευθεία έκανε πίσω, λόγω των αντιδράσεων της Άγκυρας. Παρότι προτού εκλεγεί, δήλωνε πως οι ΗΠΑ θα αναγνωρίσουν επίσημα τη Γενοκτονία, όταν ήρθε η ώρα δεν το τόλμησε.

Με το ζήτημα αυτό είχε ασχοληθεί και ο σημερινός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν, ο οποίος αργότερα είχε παραδεχτεί το λάθος της κυβέρνησης Ομπάμα. Ένα λάθος που έζησε από πρώτο χέρι ο ίδιος ο Μπάϊντεν, καθώς ήταν ο άνθρωπος που ανέλαβε το δύσκολο έργο να ανακοινώσει στην Αρμένικη Εθνική Επιτροπή της Αμερικής ότι τελικά ο πρόεδρος Ομπάμα θα αποφύγει τον όρο γενοκτονία, επιλέγοντας εντέλει την περιγραφή «πρώτη μαζική φρικαλεότητα».

Δεν ήταν η πρώτη φορά που οι Αρμένιοι βίωναν τη διάψευση των προσδοκιών τους. Το 2000 ο τότε πρόεδρος της αμερικανικής Βουλής Ντένις Χάστερτ δήλωνε αποφασισμένος να φέρει ψήφισμα ενώπιον του Κογκρέσου. Τον απέτρεψε ο πρόεδρος Μπίλ Κλίντον, ο οποίος δεν έβλεπε με καλό μάτι μία πιθανή ρήξη με την Τουρκία. Τις παλινωδίες της αμερικανικής ηγεσίας αποτύπωσε η Κιμ Καρντάσιαν σε μία ανάρτησή της. «Ευχαριστώ Πρόεδρε Μπάιντεν, για το θάρρος σου να πεις αλήθειες που άλλοι επέλεξαν να μην πουν. Κιμ», έγραψε η δημοφιλής τηλεπερσόνα στον προσωπικό της λογαριασμό στα σόσιαλ μίντια που περιλαμβάνει 190.000.000 ακολούθους. Έχει, άλλωστε, μετατραπεί σε ένα είδος υπερόπλου της αρμενικής κοινότητας. Διάγει δημόσιο αγώνα για ό,τι έχει να κάνει με την χώρα καταγωγής της. Δεν έχει και άδικο!

Οι πρόεδροι των ΗΠΑ εθιμοτυπικά κάνουν δηλώσεις σχετικά με τις θηριωδίες του 1915 κάθε 24 Απριλίου. Ωστόσο, κανένας δεν είχε μέχρι τώρα τολμήσει να χρησιμοποιήσει τον όρο γενοκτονία, εκτός από τον Ρόναλντ Ρέιγκαν. Αλλά κι αυτός στη συνέχεια αναγκάστηκε να το πάρει πίσω, άρον-άρον! Ο δισταγμός αυτός οφειλόταν στον φόβο του αμερικανικού κατεστημένου για την εξωτερική πολιτική, ότι με την αναγνώριση θα αποξένωνε την γεωπολιτικά πολύτιμη Τουρκία.

Η Άγκυρα απειλούσε ότι ενδεχόμενη αναγνώριση της Γενοκτονίας θα επέφερε βαρύτατο πλήγμα στις σχέσεις των δύο χωρών. Παράλληλα, το τουρκικό λόμπι πίεζε αφόρητα μέλη του Κογκρέσου, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το Πεντάγωνο. Δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς ότι υπέρ της αναγνώρισης της Γενοκτονίας έχουν ταχθεί με ψηφίσματά τους η Διεθνής Ένωση Μελετητών για τη Γενοκτονία (International Association of Genocide Scholars) καθώς και τα κοινοβουλευτικά σώματα 23 κρατών.

Οι αντιδράσεις της Τουρκίας

Κάθε φορά η Τουρκία απαντούσε με ανακλήσεις πρέσβεων, καθώς και με ακυρώσεις επίσημων επισκέψεων και εμπορικών συμφωνιών. Ήταν τόσο μεγάλη η βαρύτητα που έδινε στο θέμα αυτό που είχε φτάσει στο σημείο να προσλάβει κραταιές εταιρείες δημοσίων σχέσεων, οι οποίες έκαναν κάθε είδους αποτρεπτικές παρεμβάσεις. Από τη λίστα δεν απουσίαζαν δημοσιογράφοι, άτομα επιρροής, διαμορφωτές της κοινής γνώμης και γνωστά think tanks.

Η τακτική αυτή αποτυπώθηκε σε ένα ντοκιμαντέρ το 2017 με τίτλο “Οι αρχιτέκτονες της άρνησης” (Architects Of Denial). Η κάμερα κυνηγούσε και ξεμπρόστιαζε γερουσιαστές και βουλευτές, τους οποίους ο δημοσιογράφος ρωτούσε αν και πόσα χρήματα είχαν λάβει από το τουρκικό λόμπι. Οι σπαραχτικές μαρτυρίες των απογόνων των θυμάτων καλλιεργούσαν ένα καθηλωτικό κλίμα που στοχοποιούσε ακόμα περισσότερο τους λεγόμενους “αρνητές”. Στο συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ υπέρ των Αρμενίων συμμετείχαν ο Τζούλιαν Ασάνζ και ο Τζορτζ Κλούνεϊ.

Κάποιες από τις πιο γνωστές εταιρείες που έχουν κατά καιρούς εργαστεί για την Τουρκία στο ζήτημα της Αρμενικής Γενοκτονίας είναι η Gray & Company, η Hill & Knowlton, η Arnold & Porter, η Capitoline/MS & L, Solarz Associates, η Solomon Group και η Fleishman-Hillard. Μία αδιαμφισβήτητη ήττα, όμως, ήταν η απόφαση της νομικής εταιρείας Greenberg Traurig να διακόψει τη συνεργασία της με με την Άγκυρα. Ο λόγος; Η πίεση των Αρμενιο-αμερικανών ακτιβιστών. Η εταιρεία έστειλε ένα εσωτερικό μήνυμα, ανακοινώνοντας την απόφασή της.

Ήταν η πρώτη, αλλά όχι και η τελευταία. Ακολούθησε η Greenberg Traurig μετά από τις προσπάθειες της Αρμενικής Εθνικής Επιτροπής της Αμερικής. Οι Αρμένιοι συνέχιζαν τον αγώνα τους, εμπνεόμενοι από το υψηλό αίσθημα πολιτιστικής και θρησκευτικής ταυτότητας. Οι σφαγές και ο εκτοπισμός που υπέστησαν οι Αρμένιοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το διάστημα 1894-1923 πέρναγε από γενιά σε γενιά.

Έτσι, το ζήτημα παρέμενε όχι μόνο ανοιχτό, αλλά και ιδιαίτερα ευαίσθητο για εκείνους που δεν προτίθονταν να ξεχάσουν τα δεινά: τις απελάσεις, απαλλοτριώσεις, απαγωγές, βασανιστήρια, σφαγές και λιμοκτονία των προγόνων τους. Από την πλευρά της η Τουρκία, αναγνώριζε ότι πολλοί Αρμένιοι που ζούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία σκοτώθηκαν σε συγκρούσεις με τις οθωμανικές δυνάμεις στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αρνείται, όμως, κατηγορηματικά ότι τα εγκλήματα αυτά συνιστούν γενοκτονία.

Ο ρόλος του Ρόμπερτ Μενέντεζ

Μία αξιοσημείωτη νίκη της αρμενικής κοινότητας ήταν όταν το γερμανικό Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο το 2016 αναγνώρισε τη Γενοκτονία. Είχε προηγηθεί η Γαλλία, η οποία αναγνώρισε την Αρμενική Γενοκτονία το 2001 και μία δεκαετία αργότερα ποινικοποίησε και την άρνησή της. Αργά, αλλά σταδιακά σημειωνόταν πρόοδος και στην άλλη άκρη του Ατλαντικού. Κομβικό ρόλο έπαιξε ο γερουσιαστής Ρόμπερτ Μενέντεζ. Ο ίδιος που συχνά πυκνά εκφράζεται υπέρ των δικαιωμάτων της Ελλάδας έναντι της «προκλητικής –όπως την χαρακτηρίζει– πολιτικής του Τούρκου προέδρου Ερντογάν».

Αυτός ήταν που εισήγαγε ψήφισμα, το οποίο και εγκρίθηκε από το Κογκρέσο, αναγνωρίζοντας την Γενοκτονία. Ο γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκράχαμ είχε λίγο νωρίτερα “παγώσει” την ψηφοφορία, με το επιχείρημα ότι δεν είναι δουλειά των ΗΠΑ να αποφαίνονται για ιστορικά γεγονότα. Τότε, πολλοί υποστήριζαν ότι ο Γκράχαμ δεν είχε δράσει μόνος του, αλλά καθ’ υπόδειξη του Λευκού Οίκου.

Ο Μενέντεζ βρέθηκε στο πλευρό της Αρμενίας και όταν ζήτησε από την ηγεσία των ΗΠΑ να εξασφαλίσει την απελευθέρωση των Αρμενίων αιχμαλώτων από το Αζερμπαϊτζάν, αιχμάλωτοι που εξακολουθούσαν να κρατούνται παράνομα από το Μπακού. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι ΗΠΑ θα προσπαθήσουν να βοηθήσουν τον αρμενικό λαό και θα «διευκολύνουν την απελευθέρωση των αιχμαλώτων πολέμου… Πρόκειται για παραβίαση του διεθνούς δικαίου και πρέπει να μιλήσουμε για αυτό, το οποίο δεν έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση».

Δικαιωματικά, λοιπόν, αυτός ήταν που επιβεβαίωσε την επικείμενη ανακοίνωση του προέδρου Μπάϊντεν. Ουσιαστικά την προανήγγειλε, επιβεβαιώνοντας τις φήμες. Δήλωσε «πολύ συγκινημένος που η φετινή, η 106η επέτειος της Γενοκτονίας των Αρμενίων συμπίπτει με την πρωτοβουλία του προέδρου Μπάιντεν να τερματίσει έναν αιώνα άρνησης και απόπειρας επίσημης διαγραφής ενός από τα πιο σκοτεινά γεγονότα στην ανθρώπινη ιστορία… Τιμούμε εκείνους που έχασαν τη ζωή τους σε αυτήν τη γενοκτονία, θυμόμαστε πώς πέθαναν και επιτέλους θα βλέπουν ότι έχουμε αλλάξει τον τρόπο που η ιστορία θα θυμάται τους θανάτους τους».

Ήταν εκείνος που διαβεβαίωνε ότι πλησιάζει η αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας, διχως, μάλιστα, να κρύβει τον ενθουσιασμό του. Δεν είναι μυστικό ότι ο Μενέντεζ αποτελεί τον πλέον πολύτιμο σύμμαχο όχι μόνο της Αρμενίας, αλλά και της Κύπρου και της Ελλάδας. Διατηρεί ιδιαίτερα στενές σχέσεις με την ελληνική ομογένεια και συνομιλεί μαζί της, έχοντας βαθιά γνώση των εθνικών θεμάτων.

Εκείνος ήταν που ως πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας συνέλεξε υπογραφές σε επιστολή που έστειλε προς τον πρόεδρο Μπάιντεν για να αναγνωρίσει πλήρως και επίσημα τη Γενοκτονία των Αρμενίων. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Μενέντεζ έμπαινε στο μάτι της Άγκυρας. Στην ακροαματική διαδικασία για τον υπουργό Εξωτερικών Μπλίνκεν, ο Δημοκρατικός γερουσιαστής στρίμωξε τον υπουργό, επιμένοντας για την ξεκάθαρη θέση που οφείλει η Ουάσιγκτον να τηρήσει έναντι της Τουρκίας, εμμένοντας στις κυρώσεις.

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι