Τα αγκάθια για μια νέα συμφωνία Δύσης-Ιράν
07/07/2021Πολλές λανθασμένες υποθέσεις και εκτιμήσεις περιβάλλουν την κάλυψη των διαπραγματεύσεων μεταξύ των ΗΠΑ και του Ιράν με αντικείμενο την δημιουργία μίας νέας κατεύθυνσης, που θα επαναφέρει σε ισχύ το σχέδιο Joint Comprehensive Plan of Action (JCPOA) για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, από το οποίο οι Αμερικανοί αποχώρησαν μονομερώς τον Μάϊο του 2018. Οι περισσότερες επιμένουν –ειδικά μετά την εκλογή του νέου προέδρου Ebrahim Raisi στις 18 Ιουνίου – πως η επιστροφή σε μία σκληροπυρηνική κατάσταση, δυσχεραίνει ιδιαίτερα την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων.
Το σφάλμα των περισσότερων σχετικών αναλύσεων επικεντρώνεται στο γεγονός ότι χαρακτηρίζουν τους Πέρσες πολιτικούς, είτε ως μετριοπαθείς, είτε ως υπερβολικά συντηρητικούς. Στην πραγματικότητα για να έχει κάποιος μία σοβαρή πολιτική σταδιοδρομία στην χώρα, οφείλει να αποδέχεται απόλυτα τις βασικές αρχές των ιδρυτών της Ισλαμικής Δημοκρατίας. Στο επίκεντρο αυτών των αρχών εντοπίζεται η ιδέα της Velayat-e-Faqih, που συνεπάγεται πως όλη η σοβαρή πολιτική και θρησκευτική εξουσία ασκείται από το σώμα των κληρικών που λαμβάνει όλες τις κρίσιμες αποφάσεις, με την προϋπόθεση να τυγχάνουν της έγκρισης του ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη (στην τρέχουσα περίοδο του Ali Khamenei).
Πρακτικά, οι αποφάσεις που καλύπτουν οτιδήποτε σημαντικό για το Ιράν, από την εξωτερική και την εσωτερική πολιτική, την άμυνα, την οικονομική διαχείριση έως και τον έλεγχο των υπηρεσιών πληροφοριών, υπόκεινται στην έγκριση της ανώτατης θρησκευτικής αρχής και του κλήρου, με εξαίρεση τις συνηθισμένες συνθήκες της καθημερινής ζωής. Για την επιβολή τους φροντίζει από το 1979 το Ισλαμικό Σώμα των Φρουρών της Επανάστασης (Islamic Revolutionary Guards Corps-IRGC), με συνέπεια η ύπαρξη μετριοπαθών ή μη πολιτικών να αποτελεί ένα εντελώς επουσιώδες ζήτημα, σε αντίθεση με τις εκτιμήσεις των δυτικών αναλυτών.
Οι απόψεις αυτές έχουν αξιοποιηθεί κατά καιρούς από το Ιράν με την έννοια ενός μοχλού διαπραγμάτευσης, που κατά κανόνα προβάλλει το ζήτημα πως εάν δεν υπάρξουν κάποιες λύσεις στο διεθνές πεδίο με βάση τις απόψεις των μετριοπαθών, τότε αναδύεται ο κίνδυνος της απώλειας ελέγχου των ακραίων συντηρητικών πολιτικών. Η απόλυτη αποδοχή της ιδέας της Velayat-e-Faqih στο ιρανικό πολιτικό στερέωμα, συνεπάγεται πως δεν έχει καμία απολύτως σημασία το πρόσωπο που καταλαμβάνει τον προεδρικό θώκο στο Ιράν και ο νέος πρόεδρος Ebrahim Raisi, που θεωρείται σκληροπυρηνικός συντηρητικός, δεν πρόκειται να αποκλίνει από τον κανόνα ή να αποτελέσει την διαφορά.
Όχι μόνον η αρχή και το τέλος της λήψης μίας κρίσιμης απόφασης εναπόκειται στον ανώτατο ηγέτη Ali Khamenei, αλλά υπάρχουν και άλλες δομές εξουσίας που διασφαλίζουν την υλοποίησή της. Αν και το Κοινοβούλιο που απαρτίζεται από 290 μέλη (οι αποκαλούμενοι Majlis) αποτελεί ένα εκλεγμένο σώμα, η ισχύς του περιορίζεται στην λήψη επουσιωδών κυρίως αποφάσεων, που και αυτές πάντως υπόκεινται στην έγκριση του Συμβουλίου Ελέγχου και Προστασίας του Συντάγματος (Guardian Council).
Μείωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων
Το δωδεκαμελές αυτό σώμα δρα με την ιδιότητα ενός γενικού συνταγματικού επόπτη, με τα έξι μέλη του να προέρχονται πάντοτε από την κοινότητα των σιϊτών θεολόγων και να επιλέγονται από τον ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη. Στην πραγματικότητα το ιρανικό Κοινοβούλιο ασχολείται με ήσσονος σημασίας θέματα της εσωτερικής πολιτικής, που εάν,όμως.συσχετίζονται με οικονομικά ζητήματα ή προβλήματα ασφάλειας, τότε παύει να έχει την οποιαδήποτε αρμοδιότητα.
Με δεδομένη αυτή την κατάσταση, οι προοπτικές για την οποιαδήποτε νέα συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, εναπόκεινται στις σκέψεις και τις διαθέσεις του ανώτατου θρησκευτικού ηγέτη, όσον και αν αυτό θεωρείται μία πολιτική διαστροφή από τους δυτικούς. Όλες οι ενδείξεις πάντως συγκλίνουν πως η ιρανική θρησκευτική ηγεσία επιχειρεί να επιλύσει το πρόβλημα της οικτρής κατάστασης της περσικής οικονομίας και μία νέα συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα θα αποσυμπιέσει τις συνέπειες του δεινού οικονομικού περιβάλλοντος.
Το κομβικό πρόβλημα εστιάζεται στην μείωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων σε μόλις $10 δισεκατομμύρια, από τα $114 δισεκατομμύρια του Μαΐου του 2018, όταν τότε οι ΗΠΑ αποχωρούν μονομερώς από την προηγούμενη συμφωνία, επιβάλλοντας ταυτόχρονα νέες σκληρές κυρώσεις. Η ταχύτατη επιδείνωση συνεπάγεται πως το Σώμα των Φρουρών της Επανάστασης δεν διαθέτει πλέον την πολυτέλεια να χρηματοδοτεί αποτελεσματικά το δίκτυο των ενόπλων πολιτοφυλακών ειδικά στον Λίβανο, στην Συρία και στην Υεμένη, όπου δέχονται μόνον αμερικανικά δολλάρια ή χρυσό και τα αποθέματα χρυσού της Τεχεράνης έχουν εξανεμισθεί.
Η εικόνα αυτή αναμένεται να επιδεινωθεί περαιτέρω, με συνέπεια τα τελευταία συναλλαγματικά αποθέματα να εξαντληθούν εντός τριμήνου. Παράλληλα η φυγή των κεφαλαίων κινείται σε μηνιαία βάση στα επίπεδα των $4,0-$4,5 δισεκατομμυρίων με προορισμό τράπεζες των Εμιράτων, της Μαλαισίας, της Τουρκίας και ειδικά της Ισπανίας, με τους οικονομικούς αναλυτές να εκτιμούν πως η τάση φυγής δεν αντιστρέφεται.
Το πρόβλημα των ΗΠΑ
Μία ακόμα αρνητική παράμετρος πηγάζει από την στάση του Πεκίνου, που παρά την μεγάλη πρόσφατη εικοσιπενταετή συμφωνία –ουσιαστικά μνημόνιο– δεν προτίθεται να χρηματοδοτήσει έμμεσα παραστρατιωτικές οργανώσεις, κάτι που ούτως ή άλλως απαγορεύεται με βάση τους όρους της συμφωνίας. Επιπλέον οι Κινέζοι επιδεικνύουν ιδιαίτερη προσοχή στο θέμα της δημιουργίας προκλήσεων για τις ΗΠΑ, που θα τους εμπλέξουν σε υποθέσεις χρηματοδότησης οργανώσεων, οι οποίες έχουν χαρακτηρισθεί τρομοκρατικές από τους Αμερικανούς.
Οι εξελίξεις επαναφέρουν μνήμες της περιόδου 2013-2014, όταν ΕΕ και ΗΠΑ επιβάλλουν κυρώσεις εναντίον του Ιράν με συνέπεια τα συναλλαγματικά αποθέματα της Τεχεράνης να μειωθούν κατά 50% μέσα σε ένα δωδεκάμηνο. Τότε οι Ιρανοί αναγκάζονται να υπαναχωρήσουν και να καταλήξουν σε συμφωνία με βασικό όρο τον περιορισμό του εμπλουτισμού ουρανίου στο επίπεδο του 3,87%, με βασικό επόπτη τον Διεθνή Οργανισμό Πυρηνικής Ενέργειας.
Το βασικό πρόβλημα των Αμερικανών στην προγενέστερη συμφωνία του 2015 προκύπτει από το γεγονός ότι οι αρχικοί σκληροί όροι του προσχεδίου του 2014 που σχετίζονται με το πρόγραμμα βαλλιστικών πυραύλων του Ιράν, αποσύρονται από την τότε κυβέρνηση του Barack Obama, κυρίως λόγω των πιέσεων που ασκούνται από την Γαλλία και την Γερμανία που επιθυμούν διακαώς την συμφωνία.
Οι όροι αυτοί απαγόρευαν τότε, την ανάπτυξη διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων από το Ιράν ώστε να διασφαλισθεί η προστασία της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Ειδικότερα ο πρώτος όρος επέβαλλε στο Ιράν να αποδεχθεί πως το πυρηνικό του πρόγραμμα συνδέεται απόλυτα με το ανάλογο της ανάπτυξης βαλλιστικών όπλων, ενώ ο δεύτερος προέβλεπε την διακοπή του πολλαπλασιασμού των βαλλιστικών πυραύλων και ειδικά εκείνων με δυνατότητα μεταφοράς πυρηνικού όπλου.
Οικονομική πίεση και ελλείψεις
Η προηγούμενη κυβέρνηση του Donald Trump είχε προσπαθήσει να επαναφέρει τους δύο αυτούς όρους, αλλά η σθεναρή άρνηση του Ιράν να τους αποδεχθεί, οδηγεί στην απόφαση του τότε Αμερικανού προέδρου τον Μάϊο του 2018 να αποσύρει τις ΗΠΑ από την συμφωνία και να επιβάλλει κυρώσεις.
Στην εντεινόμενη οικονομική πίεση που δέχεται η Τεχεράνη έχουν προστεθεί και νέα προβλήματα, όπως η αδυναμία κάλυψης του ενεργειακού δικτύου της χώρας με τα απαιτούμενα φορτία, οι σοβαρές ελλείψεις σε βασικά είδη διατροφής, αλλά και τα πλήγματα της πανδημίας, που ενδεχόμενα θα οδηγήσουν την ιρανική ηγεσία σε αποδοχή των όρων που επιθυμούν να επιβάλλουν οι Αμερικανοί, όσον αφορά τους βαλλιστικούς πυραύλους.
Προς την κατεύθυνση αυτή συνηγορούν οι πρόσφατες δηλώσεις του Ειδικού Βοηθού του Εκπροσώπου του Κοινοβουλίου Διεθνών Υποθέσεων Hossein Amir-Abdollahian, που επιμένει πως ο πρόεδρος Joe Biden οφείλει να μην συμπεριλάβει θέματα βαλλιστικών όπλων μεσαίου βεληνεκούς στην οποιαδήποτε συμφωνία. Με δεδομένες τις εξαιρετικά οδυνηρές πιέσεις που δέχεται το Ιράν, το σχόλιο συνδέει αριστοτεχνικά δύο διακριτά ζητήματα, δηλαδή γενικά το ζήτημα των βαλλιστικών όπλων, με το ανάλογο των πυραύλων μεσαίου βεληνεκούς που έχουν δυνατότητα πλήγματος μόνον σε γειτονικές χώρες.
Μυστική Διπλωματία
Οι Ιρανοί γνωρίζουν πως οι Αμερικανοί δεν ενδιαφέρονται για μεσαίου βεληνεκούς οπλικά συστήματα και επιπλέον η ύπαρξη αυτών των όπλων διατηρεί την απειλή κατά της Σαουδικής Αραβίας, με συνέπεια να αυξάνει την εξάρτησή της για την προστασία της από τις ΗΠΑ προσθέτοντας συμβόλαια αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων δολλαρίων στις αμερικανικές αμυντικές βιομηχανίες.
Ο διαχωρισμός τους από το γενικό ζήτημα των πυραύλων αποσκοπεί κυρίως στην αξιοποίησή του για το εσωτερικό του Ιράν, όπου το καθεστώς θα διαθέτει την πολυτέλεια να ισχυρισθεί πως διατηρεί ανέπαφο το πρόγραμμα ανάπτυξης των μεσαίου βεληνεκούς πυραύλων (για το οποίο ούτως ή άλλως δεν ενδιαφέρονται οι Αμερικανοί με τον όρο να μην πληγεί το Ισραήλ).
Μία τέτοια εξέλιξη σε συνδυασμό με την μυστική διπλωματία της Τεχεράνης με το Ριάντ απομακρύνει το τελευταίο μεγάλο εμπόδιο για την επαναφορά μίας παραλλαγής της JCPOA του 2015, καταργώντας βασικές κυρώσεις στην διακίνηση αργού πετρελαίου, φυσικού αερίου, πετροχημικών και προϊόντων του κλάδου της αυτοκινητοβιομηχανίας, όπως και περιορισμούς στις διεθνείς κινήσεις του τραπεζικού τομέα. Το μόνον που μένει να αποδειχθεί εστιάζεται στο πως η Τεχεράνη θα διαχειρισθεί το ζήτημα της διακοπής των προγραμμάτων ανάπτυξης πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς, εάν συμπεριληφθεί στη νέα συμφωνία.