Το Ουκρανικό και η εύθραυστη ισορροπία στις ρωσοτουρκικές σχέσεις
11/06/2024Οι ρωσοτουρκικές σχέσεις χαρακτηρίζονται από διαστήματα ανταγωνισμού και συνεργασίας, απότοκες των αντίστοιχων γεωπολιτικών στόχων μεταξύ Μόσχας και Άγκυρας για περιφερειακή πρωτοκαθεδρία. Συχνά αποκαλούνται “γάμος συμφερόντων” ή “στρατηγική αντιπαλότητα”.
Αυτή η περίπλοκη δυναμική έχει ενταθεί με την έναρξη του πολέμου Ρωσίας-Ουκρανίας, αναδεικνύοντας τον ρόλο της Τουρκίας ως κρίσιμου παίκτη που διαχειρίζεται αντικρουόμενα συμφέροντα. Η πολυδιάστατη φύση των ρωσοτουρκικών σχέσεων υπογραμμίζει τη θέση της Τουρκίας ως “επιτήδειου ουδέτερου” και τα πραγματιστικά κίνητρα που καθοδηγούν τα δύο έθνη.
Ιστορικά, η Ρωσία και η Τουρκία έχουν πολεμήσει πολλές φορές, με την Οθωμανική και Ρωσική Αυτοκρατορία να συγκρούονται συχνά για εδάφη και επιρροή. Ενδεικτικά, οι συγκρούσεις περιλαμβάνουν τον πόλεμο του 1568-1570, τον πόλεμο του 1676-1681, και τους διαδοχικούς πολέμους του 18ου και 19ου αιώνα (1768-1774, 1787-1792, 1806-1812, 1828-1829, 1877-1878). Αυτές οι συγκρούσεις προκλήθηκαν από τη διαμάχη για τον έλεγχο περιοχών στα Βαλκάνια, τον Καύκασο και τη Μαύρη Θάλασσα.
Η ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1877-1878 είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια σημαντικών εδαφών και την ανεξαρτησία βαλκανικών κρατών όπως η Ρουμανία, η Σερβία και η Βουλγαρία. Παρά τις βαθιά ριζωμένες ιστορικές έχθρες, η γεωπολιτική έχει οδηγήσει τις δύο χώρες σε κοινά σημεία. Σημαντικά περιστατικά, όπως η δολοφονία του Ρώσου πρέσβη στην Τουρκία το 2016 και η κατάρριψη ενός ρωσικού αεροσκάφους από τις τουρκικές δυνάμεις στη Συρία το 2015, ενέτειναν την ένταση. Ωστόσο, οι δύο χώρες έχουν δείξει αξιοσημείωτη ικανότητα να περιορίζουν τις εντάσεις και να επιδιώκουν αμοιβαία συμφέροντα.
Η στάση της Τουρκίας ως “επιτήδειου ουδέτερου” δεν είναι κάτι νέο. Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Τούρκοι διπλωμάτες ανέπτυξαν έντονη παρασκηνιακή δραστηριότητα, διατηρώντας τη χώρα τους ανέπαφη και ζημιώνοντας τις πολεμικές προσπάθειες τόσο των Συμμάχων όσο και του Άξονα. Πριν τον πόλεμο, οι Τούρκοι συμμάχησαν με τη Βρετανία και τη Γαλλία, μόνο όμως αφού η Γερμανία είχε αρνηθεί να διαπραγματευθεί μαζί τους.
Επιδιώκει το μέγιστο κέρδος
Αυτή η προσέγγιση έχει επαναληφθεί και στη σύγχρονη εποχή. Ο Πρόεδρος Ερντογάν έχει διαχειριστεί με δεξιοτεχνία την τουρκική εξωτερική πολιτική, διατηρώντας μια λεπτή ισορροπία μεταξύ Ρωσίας και Δύσης. Αυτή η ασάφεια επιτρέπει στην Άγκυρα να αποκομίζει το μέγιστο όφελος από όλες τις πλευρές. Οικονομικά, η Τουρκία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές ενέργειας από τη Ρωσία, η οποία παραμένει σημαντικός εμπορικός εταίρος. Πολιτικά, η Τουρκία έχει αποφύγει την επιβολή κυρώσεων κατά της Ρωσίας, διατηρώντας τον ρόλο του διαμεσολαβητή στη σύγκρουση και διαφυλάσσοντας τη στρατηγική της αυτονομία.
Η προσέγγιση του Ερντογάν, συχνά συγκρινόμενη με αυτή ενός εμπόρου που επιδιώκει το μέγιστο κέρδος από κάθε συναλλαγή, αντανακλά μια πραγματιστική στάση που στοχεύει στην ενίσχυση της περιφερειακής επιρροής και της οικονομικής σταθερότητας της χώρας του. Η ισορροπία αυτή είναι εμφανής στις ενέργειες της Άγκυρας, όπως ο περιορισμός της πρόσβασης των ρωσικών πολεμικών πλοίων στη Μαύρη Θάλασσα βάσει της Σύμβασης του Μοντρέ, ενώ ταυτόχρονα διευκολύνει τον διάλογο και διαπραγματεύεται συμφωνίες εξαγωγής σιτηρών, που είναι κρίσιμες για την Ουκρανία.
Τα οικονομικά συμφέροντα της Τουρκίας στη διατήρηση ισχυρών δεσμών με τη Ρωσία είναι σημαντικά. Οι δύο χώρες έχουν συνεργαστεί σε μεγάλα έργα, όπως ο αγωγός TurkStream και το Πυρηνικό Εργοστάσιο Ακούγιου, που είναι καθοριστικά για την ενεργειακή ασφάλεια της Τουρκίας και τις φιλοδοξίες της να γίνει ενεργειακός κόμβος. Επιπλέον, ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει προσφέρει στην Τουρκία ευκαιρίες να επιβεβαιώσει τη γεωπολιτική της σημασία με τη μεσολάβηση μεταξύ των συγκρουόμενων πλευρών και τη διασφάλιση ζωτικών εμπορικών οδών.
Από την πλευρά της Ρωσίας, τα οφέλη από τη σχέση με την Τουρκία περιλαμβάνουν την παράκαμψη των δυτικών κυρώσεων και τη διατήρηση ενός κρίσιμου περιφερειακού συμμάχου. Η απροθυμία της Άγκυρας να ευθυγραμμιστεί πλήρως με τη σκληρή στάση του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας παρέχει στη Μόσχα έναν πολύτιμο εταίρο που μπορεί να επηρεάσει τις περιφερειακές δυναμικές και να διαταράξει τη δυτική ενότητα. Επιπλέον, η ικανότητα του Πούτιν να προσεγγίσει την Τουρκία, παρά τις ιστορικές διαφορές τους, του επιτρέπει να διατηρεί στενές οικονομικές σχέσεις με μια χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ. Αυτή η στρατηγική συνεργασία του δίνει την ευκαιρία να υπονομεύσει τη Συμμαχία και να παρακάμπτει τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στη Ρωσία μέσω της Τουρκίας.
Ο Ερντογάν κατανοεί τον Μπίσμαρκ
Οι ρωσοτουρκικές σχέσεις μπορούν να συνταιριαστούν με την έννοια της λυκοφιλίας, η οποία προσδιορίζεται ως φιλία συμφερόντων. Επομένως, όταν τα συμφέροντα παύουν να είναι κοινά, οι σχέσεις εύκολα μπορούν να διαρραγούν. Όπως είπε ο Λόρδος Πάλμερστον, τα έθνη δεν έχουν σταθερούς φίλους, μόνο σταθερά συμφέροντα. Παρά τις συνεργατικές τους πρωτοβουλίες, η αμοιβαία δυσπιστία παραμένει, βασισμένη σε ιστορικές συγκρούσεις και σύγχρονες γεωπολιτικές αντιπαλότητες.
Τα δύο έθνη έχουν διαφορετικές ατζέντες σε περιοχές όπως η Συρία, όπου οι τουρκικές επιχειρήσεις κατά των κουρδικών ομάδων συχνά συγκρούονται με τα ρωσικά συμφέροντα που υποστηρίζουν το καθεστώς Άσαντ. Επιπλέον, οι διαφορές επεκτείνονται και στον Καύκασο, όπου η Τουρκία υποστηρίζει το Αζερμπαϊτζάν στη σύγκρουσή του με την Αρμενία, ενώ η Ρωσία είχε παραδοσιακά στενές σχέσεις με την Αρμενία και τώρα παίζει ρόλο διαμεσολαβητή και εγγυητή ασφάλειας στην περιοχή. Παρ’ όλα αυτά, έχουν καταφέρει να βρουν κοινό έδαφος όπου τα συμφέροντά τους ευθυγραμμίζονται, ιδιαίτερα στους τομείς της οικονομίας και της ενέργειας.
Παρά τα αμοιβαία οφέλη, η σχέση αυτή δεν είναι αλώβητη και μπορεί να διαρραγεί υπό ορισμένες συνθήκες. Οι διαφορές στη Συρία, την Κριμαία και τη Λιβύη, η πίεση από τη Δύση, η εσωτερική πολιτική και η οικονομική κατάσταση της Τουρκίας, καθώς και οι αλλαγές στην παγκόσμια γεωπολιτική σκηνή, αποτελούν βασικούς παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε διάρρηξη της σχέσης αυτής. Παρά τις διαφορές αυτές, η συνεργασία σε θέματα ενέργειας και εμπορίου, καθώς και η στρατηγική σημασία της κάθε χώρας για την άλλη, συνεχίζουν να λειτουργούν ως συνεκτικοί παράγοντες που διατηρούν τις διμερείς σχέσεις σε ισορροπία.
Ουκρανικό και ρωσοτουρκικές σχέσεις
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει δοκιμάσει την ανθεκτικότητα των ρωσοτουρκικών σχέσεων. Η καταδίκη της ρωσικής εισβολής από την Άγκυρα και η υποστήριξή της προς την Ουκρανία (και με την παροχή drones Bayraktar), έρχονται σε έντονη αντίθεση με την άρνησή της να επιβάλει κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Αυτή η διττή προσέγγιση υπογραμμίζει τη στρατηγική ευελιξία της Τουρκίας. Ο ρόλος της ως διαμεσολαβητή έχει επίσης ενισχύσει το διεθνές της κύρος, αποδεικνύοντας την ικανότητα του Ερντογάν να αξιοποιεί τις κρίσεις για να ενισχύσει το διπλωματικό προφίλ της χώρας του. Με τη διευκόλυνση των διαπραγματεύσεων και των συμφωνιών όπως αυτή για τα σιτηρά της Μαύρης Θάλασσας, η Τουρκία τοποθετείται ως αναντικατάστατος παίκτης στην περιφερειακή σταθερότητα και την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια.
Καθώς όμως μιλάμε για λυκοφιλία, υπάρχει πάντα η πιθανότητα η εσωτερική πολιτική κατάσταση στην Τουρκία και η οικονομική κρίση να πιέσουν την κυβέρνηση να επανεξετάσει τις εξωτερικές της σχέσεις, αναζητώντας νέες συμμαχίες που μπορεί να συγκρούονται με τα ρωσικά συμφέροντα. Οι αλλαγές στην παγκόσμια γεωπολιτική σκηνή, όπως η μεταβολή ισορροπιών δύναμης και νέες συμμαχίες, θα μπορούσαν να ανατρέψουν την τρέχουσα στρατηγική ισορροπία μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας. Παρά τις διαφορές αυτές, η συνεργασία σε θέματα ενέργειας και εμπορίου, καθώς και η στρατηγική σημασία της κάθε χώρας για την άλλη, συνεχίζουν να λειτουργούν ως συνεκτικοί παράγοντες που διατηρούν τις διμερείς σχέσεις σε ισορροπία.
Η διμερής σχέση ενταγμένη στο πλαίσιο του πολέμου στην Ουκρανία αποτελεί παράδειγμα πραγματιστικής και ευκαιριακής προσέγγισης, καθοδηγούμενης από αμοιβαία οφέλη και στρατηγικούς υπολογισμούς. Παρά τις ιστορικές έχθρες και τα αντικρουόμενα συμφέροντα, οι δύο χώρες συνεχίζουν να διατηρούν καλές σχέσεις που τους επιτρέπουν να πλοηγούνται στις πολυπλοκότητες της σύγχρονης γεωπολιτικής.
Η ικανότητα της Τουρκίας να ισορροπεί τις σχέσεις της με τη Ρωσία και τη Δύση θα παραμείνει κρίσιμη, καθώς εξελίσσεται ο πόλεμος στην Ουκρανία και αλλάζει το ευρύτερο γεωπολιτικό τοπίο. Τέλος, καλό θα ήταν να μην ξεχνάμε πως, ανεξάρτητα από τις πράξεις της Τουρκίας, όσο κατακριτέες και αν είναι στα μάτια της Δύσης, η στρατηγική της θέση και η οικονομική της σημασία για το ΝΑΤΟ θα της εξασφαλίζουν πάντα ένα βαθμό ανοχής. Άλλωστε, όπως έλεγε ο Μπίσμαρκ, «Το μυστικό της διεθνούς πολιτικής είναι να κλείσεις μια καλή συμφωνία με τη Ρωσία».
Η Μαργαρίτα Γεωργιάδου είναι οικονομολόγος και διεθνολόγος. Εργάζεται ως στέλεχος πολυεθνικής χρηματιστηριακής εταιρείας. Έχει πτυχίο από το Πανεπιστήμιο του Λονδίνου και μεταπτυχιακό στην Πολιτική και Διακυβέρνηση και στις διεθνείς σχέσεις.