ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ

Μεγάλες ώρες – Οδοιπορικό στην Μονή Βατοπαιδίου – Μέρος 1

Μεγάλες ώρες – Οδοιπορικό στην Μονή Βατοπαιδίου – Μέρος 1, Βασίλης Στοϊλόπουλος

Η επίσκεψη στο Αγιώνυμο Τόπο του Άγιου Όρους Άθω ήταν προγραμματισμένη πάνω από δύο χρόνια. Όμως, πάντοτε κάτι απρόβλεπτο συνέβαινε με αποτέλεσμα τις συνεχείς αναβολές. Μέχρι που πριν λίγες μέρες, ήρθε την κατάλληλη ώρα η αγιορείτικη πρόσκληση για επιτόπου επιθεώρηση συγχρηματοδοτούμενων έργων αναστήλωσης Μονών και Σκητών και διαχείρισης στερεών αποβλήτων του Αγίου Όρους. Ήταν σα να συνδυάζονταν “το τερπνόν μετά του ωφελίμου” με μια καλπάζουσα παλαιόθεν επιθυμία.

Στην ουσία επρόκειτο όμως και για μια επιβεβλημένη, “σαν έτοιμος από καιρό”, απόδραση από τα περιρρέοντα πολιτικά, κοινωνικά και εργασιακά δρώμενα για κατάνυξη στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου. Και ασφαλώς ένας έστω σύντομος αποχωρισμός από μια “άρρωστη πολιτεία”, τη γεμάτη με “φορτία τέφρας”, όπως αυτά τα παράγωγα μιας χθαμαλής και εμπορευματοποιημένης πλέον καθημερινότητας και συλλογικής εξατομίκευσης.

Όλως τυχαίως, μερικές μέρες πριν την απόδραση είχα διαβάσει, όντας “εν θλίψεσιν” για τα συμπτώματα της ιστορικής μας κόπωσης, ένα ενδιαφέρον άρθρο για την συσχέτιση του Αγίου Όρους, με την ουτοπική πολιτεία του Τόμας Μουρ. Ήταν σαν μια σύντομη εισαγωγή αναψηλάφησης της μυστικής παράδοσης της Ανατολικής Εκκλησίας μας.

Για το “σύνορο” δύο κόσμων

Αργά το απόγευμα Κυριακής φτάσαμε αεροπορικώς στο “δεύτερο μάτι” της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, τη Θεσσαλονίκη. Ολιγόωρος ύπνος σε κεντρικό ξενοδοχείο της πόλης κι εγερτήριο στις πέντε τα ξημερώματα. Ομολογουμένως, στην περίπτωσή μας, μια τέτοια διανυκτέρευση έμοιαζε, θα έλεγε κάποιος “κακεντρεχής”, με πολυτέλεια για “υλόφρονες μεταπτωτικούς” ανθρώπους. Ανάρμοστη όντως υπερβολή – χωρίς να το γνωρίζουμε από πριν – τουλάχιστον για την παραμονή ενός ταξιδιού στο “Περιβόλι της Παναγιάς” των φτωχών και των απελπισμένων. Ίσως πάλι να ήταν “μοιραίο” για να επιβεβαιωθεί βιωματικά η αντίθεση κοσμικότητας και μοναχισμού, πολυτέλειας και ασκητισμού.

Η μέρα προμηνύονταν θερμή, όταν αξημέρωτα το ταξί μας μετέφερε αγουροξυπνημένους στη Θέρμη. Μικρή αναμονή και από εκεί με ιδιωτικό αυτοκίνητο, σχεδόν δυο ώρες διαδρομή μέσα από την καταπράσινη Χαλκιδική για την Ουρανούπολη, το “σύνορο” δύο κόσμων. Αυτό που “χωρίζει” τους “καθαρούς τη καρδία” Αθωνίτες μοναχούς από τους ατομοκεντρικούς λάτρεις της αριθμοποίησης και της ψηφιοποίησης του μετανεωτερικού βίου.

Αυτούς που συνειδητά επέλεξαν “εν τω αγιωνύμω Τόπω μοναχικής βιοτής” την ορθόδοξη παρακαταθήκη από τους διολισθαίνοντες ταχύτατα “στον κυκεώνα της αυτονομίας της πλάνης”. Αυτούς που επέλεξαν την ελληνοβυζαντινή αντίσταση στον σύγχρονο σχετικισμό και τους αδιάφορους “αποστάτες από τον Θεό” και βιωτές μιας “πνευματικής ερήμου”.

Όντως, παράξενο “σύνορο”, καθορισμένο από τις βυζαντινές αυτοκρατορικές αρχές του Ρωμανού Α΄ Λεκαπηνού από τα μέσα περίπου του δέκατου αιώνα. Ένα ξεχωριστό “σύνορο” σε μια παραθαλάσσια τουριστική κωμόπολη, όπου δίπλα στο λιμανάκι ξεχωρίζει επιβλητικός ο βατοπαιδινός πύργος του Προσφόριου.

Φθάσαμε πριν τις οκτώ κι ακόμα ήταν λιγοστοί οι αναμένοντες ταξιδιώτες του πλοίου της γραμμής, που θ΄ αναχωρούσε δύο ώρες αργότερα. Παραλάβαμε “τιμής ένεκεν” το σχετικό έγγραφο εισόδου στην Αθωνική Πολιτεία, το γνωστό “Διαμονητήριον” της Ιεράς Επιστασίας του Αγίου Όρους Άθω.

Παρατηρώντας τη γύρω περιοχή στη σκέψη μου ήρθε σαν αστραπή και μια ενδιαφέρουσα ιστορική πράξη ματαιότητας από την αρχαιότητα. Κάπου εδώ κοντά, μεταξύ των οικισμών Νέα Ρόδα και Τρυπητή, ο Πέρσης βασιλιάς Ξέρξης στην προσπάθειά του να καταλάβει την Ελλάδα διάνοιξε μια τομή στην ξηρά αποκόπτοντας πρόσκαιρα την αθωνική χερσόνησο από την υπόλοιπη μακεδονική γη. Σχεδόν αμέσως έγινε η αποβίβαση σε μικρό ταχύπλοο που εκτελεί τη διαδρομή Ουρανούπολη-Δάφνη με κυρίαρχο συναίσθημα μια ανιχνευτική συνθήκη αναμονής, αλλά και μια διάθεση στοχαστικής προσαρμογής.

Υπό την σκέπη του “Γίγαντα” Άθω

Η δια θαλάσσης ταχύπλοη μετακίνησή μας για την μοναδική στον κόσμο κοινοβιακή επικράτεια αποκλειστικά αρρένων, επιβεβλημένη με διάταγμα του αυτοκράτορα Αλέξιου Α΄ Κομνηνού από τον ενδέκατο αιώνα, δεν κράτησε πάνω από ένα μισάωρο. Στη διάρκεια του ωραίου ταξιδιού με ήρεμη θάλασσα αντικρίσαμε από μακριά τις παραθαλάσσιες επιβλητικές Ιερές Μονές Δοχειαρίου και Ξενοφώντος.

Εδώ, στην Ι. Μ. Δοχειαρίου της “Θεοβάδιστης Πολιτείας”, τον Ιούλιο του 1872, έφθασε σε ηλικία 21 ετών ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, «χάριν προσκυνήσεως», όπως σημειώνει ο ίδιος στη πολύ σύντομη αυτοβιογραφία του. Ήρθε μαζί μ΄ έναν φίλο του έχοντας τη βαθειά επιθυμία να μονάσει, αλλά και «να γνωρίσει τα μοναστήρια, τους ιστορικούς και αγιογραφικούς θησαυρούς, τις ακολουθίες και την ασκητική ζωή, το αυστηρό ήθος, το αγιορείτικο ύφος της ψαλτικής, το ξεχωριστό τυπικό» της Ιεράς Κοινότητας.

Όμως ο νεαρός Παπαδιαμάντης αποσύρθηκε από τον Αθωνική Πολιτεία μετά από οκτάμηνη “δοκιμασία”, αλλά και μάθηση. Η ιεροσύνη και η “εν Χριστώ ζωή” που θέλησε να ακολουθήσει στο Άγιο Όρος δεν κατάφεραν να τον κερδίσουν, καθώς «ο έρωτας της ζωής, το πάθος της τέχνης, η ποιητική του ορμή, ξεχείλιζε μέσα του, τον “σχοίνιζεν με την αμαρτία“». Η Ελλάδα όμως κέρδισε έναν ταπεινό λόγιο, τον “Πρωτοκάθεδρο” και “Άγιο” των Ελληνικών Γραμμάτων, που θα μας εμπνέει ες αεί.

Δεν άργησε πολύ για να εμφανιστεί με τους χαρακτηριστικούς πράσινους τρούλους του και το “ρωσικό” μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονος. Λίγο πριν φτάσουμε στον προορισμό μας, ξεπρόβαλε πάνω σε μια πλαγιά στα λευκά η Ιερά Μονή Ξεροποτάμου.

Αποβιβαστήκαμε ευδιάθετοι στη δυτική αθωνική πύλη, τη Δάφνη, που νωχελική βρίσκονταν ακόμα υπό τη πρωινή σκέπη του “θεϊκού” και «ως φοίνικος ανανεούμενου και θάλλοντος Άθωνος».

Όντως, επιβλητικός ο “Γίγαντας” Άθως προβάλει λαμπερός με την αιχμηρή κορυφή του στο νοτιότερο άκρο της Ιερής Αθωνικής Χερσονήσου γεμάτος με βαθιές “χαρακιές” από φαράγγια, χειμάρρους και αμέτρητα ρυάκια.

Λιγοστοί προσκυνητές… 

Λίγα αυτοκίνητα ήταν παρκαρισμένα δίπλα στο εκδοτήριο εισιτηρίων για το πλοίο της γραμμής. Λιγοστοί μοναχοί, εργαζόμενοι λαϊκοί και προσκυνητές, ανάκατοι, οι περισσότεροι μιλούσαν κάποια βαλκανική γλώσσα. Οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί, που κάποτε ήταν πλειοψηφία, έπαψαν σχεδόν να επισκέπτονται το Άγιο Όρος. Εδώ και σχεδόν δυο χρόνια αλληλοσφάζονται στο πλαίσιο της παγκόσμιας πολιτικής και της διαμορφούμενης Νέας Τάξης Πραγμάτων.

Λιγοστοί και οι Έλληνες επισκέπτες-προσκυνητές. Πως αλλιώς, αφού πολλοί ημεδαποί αγνοούν πλέον το αληθινό παρελθόν τους. Κι ας είναι αυτό πανταχού παρόν σαν τη δροσερή πηγή που αναβλύζει μέσα από τις ρωγμές του χρόνου. Αρκετοί είναι πάντως και όσοι προτιμούν να “αναπτερώνονται” με ποικίλους παρελθοντολογικούς μύθους ή τη φολκλορική “παραδοσιολογία”. Δεν είναι λίγοι όμως και αυτοί που αποφεύγουν ή και που αποστρέφονται τέτοια “πνευματικά” ταξίδια σε “Τόπους Σιωπής” – και μάλιστα καλοκαιριάτικα.

Είναι αυτοί που μαγεμένοι από τον διαφωτιστικό λόγο της Εσπερίας και τους πειρασμούς της έχουν επιλέξει συνειδητά τα δυτικότροπα πρότυπα, ακόμη και την δουλοπρεπή “κατωτερικότητα”. Μοιάζουν σαν να έρχονται όλοι τους από το μέλλον, πάντα όμως σαν το σεφερικό «τσούρμο μιας σκούνας που ταξιδεύει ξυλάρμενη, πόσα χρόνια».

Περιμένοντας για λίγο το μεταφορικό μας όχημα θυμήθηκα πως σε αυτό το λιμανάκι της Δάφνης, στις 2 Νοεμβρίου 1912, στη διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου, κατέπλευσαν, υπό τις χαρμόσυνες τυμπανοκρουσίες εκατοντάδων καμπανών των Ιερών Μονών, τέσσερα πλοία του Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού με επικεφαλή την ναυαρχίδα το θωρηκτό “Αβέρωφ”. Η μικρή τουρκική φρουρά παραδόθηκε «άνευ πολεμικής τινός ενέργειας» και αμέσως υψώθηκε η ελληνική σημαία.

Την άλλη μέρα υπεγράφη από όλους τους αντιπροσώπους των Ιερών Μονών (πλην της Ρωσικής) η κατάλυση των οθωμανικών αρχών. Ήταν η μέρα της Ελευθερίας, μετά από 488 χρόνια αβάσταχτων φόρων, φόβου, ερήμωσης, καταπίεσης αλλά και σφαγών από του Οθωμανούς, πριν προλάβουν οι Βούλγαροι, που παραδοσιακά επιβουλεύονταν το Άγιο Όρος.

Μια “αλλόκοσμη” πρωτεύουσα

Καταπληκτικός καιρός, αναζωογονητική πρωινή αύρα, άφθαρτα χρώματα, καθαρό περιβάλλον, επιβλητικό φυσικό τοπίο και καθάριο φως. Όντως, Χαρά Θεού! Λιγομίλητοι, όντας συνεπαρμένοι από το υπέροχο τοπίο, πήραμε με το υπηρεσιακό αμάξι το δρόμο για τις Καρυές, τον μεγαλύτερο οικισμό και πρωτεύουσα στο μέσον περίπου της αθωνικής χερσονήσου. Το “αμφικτιονικό κέντρο” των είκοσι κυρίαρχων Ιερών Μονών της μοναστικής πολιτείας.

Η διαδρομή μέχρι τις Καρυές, μέσα από ενδιαφέροντες εδαφολογικούς σχηματισμούς και την πυκνή βλάστηση αειθαλών δέντρων πασπαλισμένων από σκόνη του – σε πολλά σημεία – χωμάτινου δρόμου, με τις πολλές στροφές και παρακάμψεις, κράτησε λιγότερο από μισή ώρα.

Λίγα λεπτά αφότου προσπεράσαμε την “κρυμμένη” στο δάσος Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου πρόβαλλαν οι Καρυές. Μέσα στο οικισμό, στα λιθόστρωτα στενά, περιφέρονταν σε μικρές ομάδες με γεμάτες σακούλες και βαλίτσες, ως “όντα της στιγμής”, αρκετοί φιλαγιορείτες προσκυνητές, αλλά και εργαζόμενοι λαϊκοί και μοναχοί.

Απέναντι, μέσα στο πυκνόφυτο δάσος προβάλλουν με εντυπωσιακό τρόπο σκήτες, εξωκλήσια, κελιά για ησυχαστές και ασκητές. Παντού στο Άγιο Όρος δεσπόζει ο Σταυρός, το σύμβολο του μοναχικού βίου.

Πεντακάθαρη κεντρική πλατεία, όπου λειτουργούν τράπεζα, πυροσβεστικό σώμα, ταχυδρομείο και αστυνομικό τμήμα. Αρκετοί ήταν και οι κάδοι απορριμμάτων που ήταν τοποθετημένοι σε διάφορα σημεία της κοινότητας. Στην ευρύτερη περιοχή της πλατείας υπήρχαν παρκαρισμένα αρκετά μικρά ημιφορτηγά από διάφορες Μονές που αναγνωρίζονταν από τον αριθμό του οχήματος, ανάλογα με την ιεραρχική “Τάξη” της κάθε Μονής.

Κάνοντας λίγα βήματα στα μονοπάτια της μνήμης θυμήθηκα πως κάπου σε αυτά τα μέρη, τον Φεβρουάριο του 1821, το μπρίκι “Καλομοίρα”, που ανήκε στον άνδρα της ηρωίδας καπετάνισσας Δόμνας Βισβίζη από τη Θράκη, μετέφερε από την Κωνσταντινούπολη στο Άγιο Όρος όπλα και πολεμοφόδια, μαζί και τον Σερραίο Φιλικό Εμμανουήλ Παππά για να ξεσηκώσει τους Μακεδόνες στον υπέρ πάντων ιερό αγώνα του 1821. Στις Καρυές ήταν που την άνοιξη εκείνης της χρονιάς σηκώθηκε και από τους μοναχούς το «υπέρ πίστεως και πατρίδος» λάβαρο του ΄21.

Εδώ, μετά την αιματηρή αποτυχία της Επανάστασης στη Χαλκιδική ήρθαν και εγκαταστάθηκαν Τούρκοι στρατιώτες προκαλώντας μεγάλα βάσανα επιβίωσης στους Αγιορείτες μοναχούς μέχρι το 1830, χρονιά που αποχώρησαν. Εκείνη την περίοδο ήταν που ουσιαστικά καταργήθηκε και το “Άβατο”, καθώς πλήθος κατατρεγμένου λαού έφταναν στο Άγιο Όρος για να σωθούν από τις σφαγές και την εξαθλίωση.

Πρωτάτο της “Παναγίας του Άξιον Εστί”

Κατά τις εννέα η ώρα, μετά τη σύντομη βόλτα στα λιθόστρωτα σοκάκια της Κοινότητας με τα παραδοσιακά κτήρια, βρεθήκαμε μπροστά στις ανοιχτές θύρες του Ιερού Ναού του Πρωτάτου της “Παναγίας του Άξιον Εστί”, του παλαιότερου Ναού του Αγίου Όρους, από τον δέκατο αιώνα. Πρόκειται για μια υπέροχη, σε άριστη κατάσταση τρίκλιτη Βασιλική που ξεχωρίζει με το υπερυψωμένο μεσαίο της κλίτος, αλλά και, κατά τους ειδικούς, με την άψογη καλλιτεχνική εναρμόνιση «θεολογικών αρχών με τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του Ναού».

Βέβαια, εκτός από το καθιερωμένο προσκύνημα της θαυματουργής εικόνας, υπήρχε και η μεγάλη επιθυμία της εκ του σύνεγγυς “σπουδής” του διακόσμου του Ναού με τις απίστευτου κάλλους και πνευματικότητας βυζαντινές αγιογραφίες του σημαντικότερου εκπροσώπου της Μακεδονικής Σχολής του 14ου αιώνα. Του Θεσσαλονικιού Μανουήλ Πανσέληνου, ο οποίος με την μοναδική του τέχνη πρωτοστάτησε στην υπεράσπιση της εκκλησιαστικής βυζαντινής καλλιτεχνικής παράδοσης, όταν επιχειρήθηκε η αλλοίωσή της με ξενόφερτα, δυτικότροπα στοιχεία. Κατά τη ταπεινή μου γνώμη ανώτερος του σύγχρονού του, Ιταλού αναγεννησιακού Τζιόττο, από την ίδια περίπου εποχή…

Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση του άρθρου από άλλες ιστοσελίδες χωρίς άδεια του SLpress.gr. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση των 2-3 πρώτων παραγράφων με την προσθήκη ενεργού link για την ανάγνωση της συνέχειας στο SLpress.gr. Οι παραβάτες θα αντιμετωπίσουν νομικά μέτρα.

Ακολουθήστε το SLpress.gr στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι