Η κλιματική κρίση, η ΕΕ και οι “πράσινοι κροίσοι”
24/05/2024Πολύ συζήτηση γίνεται, αλλά μέσα στα κλισέ μιας από τα πάνω κυρίαρχης λογικής και πολιτικής, για το Κλίμα και την κλιματική κρίση. Η ενέργεια στις διάφορες μορφές της είναι παρούσα, καθορίζοντας παραγωγικά και επηρεάζοντας οικονομικά το κάθε τι, κυριολεκτικά το κάθε τι.
Είναι γεγονός ότι η ενέργεια, μολονότι κατηγοριοποιείται για την ανάλυση και τον προγραμματισμό ως ένας από τους τομείς της οικονομίας, βρίσκεται στη βάση όλων των τομέων της, εμφανίζοντας μια παντοειδή διάχυση και καθοριστική επιρροή. Έχω, εδώ και πολλά χρόνια, αναπτύξει τη θέση για τη συμμετοχή της κοινωνίας, μέσα από συνεργατικά/συνεταιριστικά σχήματα βάσης, στα πλαίσια του φιλόδοξου αλλά και πραγματιστικού μοντέλου της Κοινωνικής Οικονομίας, στην παραγωγή, διανομή και κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας ιδιαίτερα στον τομέα των ΑΠΕ, καθώς και της γεωθερμίας και της βιομάζας.
Αυτή η άποψη μπορεί να αξιοποιήσει και το πλαίσιο των Ενεργειακών Κοινοτήτων στη γνήσια μορφή τους –κι όχι στην προσφάτως κυβερνητικά μεταλλαγμένη–, ολοκληρώνει “από τα κάτω”, μέσω της παραγωγικής συμμετοχής της κοινωνικής βάσης. Είναι η θέση μας για την ενέργεια ως δημόσιο/εθνικό αγαθό με στρατηγικό χαρακτήρα και την ανάγκη ενός νέου πλαισίου ευρωπαϊκής ενεργειακής πολιτικής για την ενεργειακή αυτονομία της ΕΕ.
Η μετάβαση προς οικονομίες με μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα, στα πλαίσια της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα παρουσιάζει τεράστια κενά και ανακολουθίες στην πράξη. Η απουσία για ένα πλανητικό ζήτημα επιβίωσης της Γης μιας συγκεκριμένης δεσμευτικής στρατηγικής για όλα τα κράτη-μέλη και ιδιαίτερα των πιο ενεργοβόρων (Κίνα, Ινδία κλπ), καθώς και ενός αντίστοιχου μηχανισμού παρακολούθησης και τήρησης των στόχων (ενδιάμεσων και τελικών) αποτελεί την κρίσιμη ανεπάρκεια, το κενό που αποδιοργανώνει την διακηρυσσόμενη μετάβαση προς έναν κλιματικά ουδέτερο πλανήτη.
Πράσινη ανάπτυξη και επιχειρηματικά συμφέροντα
Η κατάσταση αυτή –χωρίς πολιτικό σχέδιο, χωρίς στάθμιση χωρών και οικονομιών στις επιπτώσεις για το κλίμα, χωρίς πολιτική διεύθυνση, χωρίς βήμα προς βήμα δεσμεύσεις και χωρίς κυρώσεις– όλη αυτή η κινητικότητα και η αναγνώριση ανάγκης για αλλαγές διαμόρφωσε ένα τεράστιο νέο πεδίο ευκαιριών, ένα πεδίο εισβολής συμφερόντων. Συμφέροντα, που στο όνομα της απανθρακοποίησης μορφοποίησαν τους όρους, σχηματοποίησαν τα όρια, και υπαγόρευσαν τους φιλόδοξους στόχους, μετονομάζοντας στην πραγματικότητα τις δικές τους επιχειρηματικές στοχεύσεις σε στόχους πράσινης ανάπτυξης.
Αλλά, ακόμα κι έτσι, η ΕΕ δεν μπορεί να μετατραπεί στο προνομιακό πεδίο “πράσινης μετάβασης” για εισαγωγές και κατανάλωση προϊόντων και εξοπλισμών από βιομηχανίες των πιο ρυπαντικών χωρών του Πλανήτη (Κίνα, Ινδία). Ούτε η Ελλάδα και η κοινωνία της μπορεί να είναι όμηρος μιας “πράσινης επιχειρηματικής λογικής” άπληστης κερδοφορίας 25ετίας με υποβάθμιση των άλλων τομέων και ακύρωση των παραγωγικών αγροτικών κτημάτων και περιοχών.
Τελικό όριο για “μηδενικό άνθρακα” είναι το 2050. Αλλά, για ορισμένους δείχνει μακρινό και πολλούς μάλλον δεν τους απασχολεί. Και μέχρι στιγμής δεν φαίνεται όλα αυτά να έχουν αντίκτυπο στη μάχη για την αλλαγή του κλίματος. Η Κίνα και η Ινδία βρίσκονται στην κορυφή της λίστας των πιο ρυπογόνων οικονομιών. Και τα στοιχεία από την παγκόσμια κατανάλωση άνθρακα δείχνουν ότι Κίνα και Ινδία αυξάνουν ραγδαία την κατανάλωση άνθρακα!
Έτσι, ενώ στην Ευρώπη οι κοινωνίες των κρατών-μελών (και παραγωγικά τους τμήματα, όπως οι αγρότες) πληρώνουν βαρύ τίμημα και υφίστανται τα αποτελέσματα της κρίσης οι ανταγωνιστές της σε παγκόσμιο επίπεδο αυξάνουν της εκπομπές, μηδενίζοντας τα όποια οφέλη της ευρωπαϊκής προσπάθειας, αυξάνοντας ταυτόχρονα και την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων τους. Επιπλέον, η Κίνα θα συνεχίζει να αυξάνει τις εκπομπές μέχρι το 2030 και δεσμεύεται να τις μηδενίσει έως το 2060 (κι όχι στο παγκόσμιο χρονικό όριο του 2050), αν μπορεί κανείς να πιστέψει κι αυτό. Κίνα και Ινδία για τα επόμενα τέσσερα χρόνια με την αύξηση της παραγωγής ηλεκτρικής τους ενέργειας εξισορροπούν την μείωση ανθρακικών ρύπων που θα έχει επιτευχθεί από την ΕΕ και τις ΗΠΑ, εξανεμίζοντας για τον Πλανήτη κάθε πλεονέκτημα!
Η διεθνής πολιτική για την κλιματική κρίση
Στοιχεία που ήρθαν στη δημοσιότητα δείχνουν ότι η Ευρώπη έχει 468 εργοστάσια που παράγουν ηλεκτρική ενέργεια από άνθρακα και χτίζονται άλλα 26. Η Κίνα έχει 2.363 που δουλεύουν κανονικά και χτίζει άλλα 1.171! Σύνολο, δηλαδή, 3.534 εργοστάσια σε συνεχή λειτουργία για τα επόμενα χρόνια, ενώ κατασκευάζει και σε άλλες χώρες, όπως η Τουρκία, η Ινδονησία, το Μπαγκλαντές, το Βιετνάμ κλπ. Μελέτη του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (ΙΕΑ) αποκαλύπτει ότι έως και το 2024 θα υπάρχει συνεχιζόμενη αύξηση της κατανάλωσης άνθρακα και ίσως το 2027 να είναι ο χρόνος της υψηλότερης κατανάλωσης!
Στο παγκόσμιο επίπεδο διαμορφώνεται η εξής εικόνα: Η Κίνα ακολουθεί μια δική της ενεργειακή πολιτική με μερική συνάφεια (συνάφεια πολιτικής σκοπιμότητας) με τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού όπως αυτοί κάθε φορά επικαιροποιούνται. Από την άλλη, στο λεγόμενο Δυτικό Κόσμο και ιδιαίτερα στην ΕΕ, διαμορφώνεται ένα τοπίο, στο οποίο οι αποφασιστικοί παίκτες που ορίζουν και τις εξελίξεις είναι οι “πράσινοι” (παραδοσιακοί μεταλλαγμένοι ή σχετικά νέοι) ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι.
Στο πλαίσιο αυτό, είμαστε υποχρεωμένοι να δούμε όλα τα σχετικά ζητήματα που αφορούν και την “πράσινη μετάβαση” και την Κλιματική Αλλαγή. Δηλαδή, την αντιμετώπιση της έντασης των καιρικών φαινομένων και των καταστροφικών επιπτώσεων τους. Χωρίς ένα δεσμευτικό παγκόσμιο συμβόλαιο κλιματικής και πλανητικής βιωσιμότητας με την πρόβλεψη και μηχανισμών ελέγχων και κυρώσεων και χωρίς την “από τα κάτω” πολύμορφη συμμετοχή των κοινωνιών –περιλαμβανόμενης της εταιρικής/επιχειρηματικής– δεν μπορούμε να μιλάμε, ούτε να έχουμε μια δίκαιη μετάβαση και μια βιώσιμη προοπτική.